«Λεωφορείο» δίχως φρένα

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Τι συνέβη τελικά; Τι συμβαίνει πάντοτε; Ποιος δίνει τη συγκατάθεσή του για έναν εγκλεισμό και ποιοι τον επικροτούν; Ποιος ελέγχει το αφήγημα; Ποιες αποκαλούνται «τρελές» και ποιες φιμώνονται; Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
0

Μετά από ένα ταξίδι, τη διάρκεια του οποίου δεν θα μάθουμε ποτέ, η Μπλανς καταφθάνει στο χαμόσπιτο της αδελφής της στη Νέα Ορλεάνη. «Κάτι στην αβεβαιότητά της, όπως και στα λευκά της ρούχα, θυμίζει νυχτοπεταλούδα», σημειώνει ο Ουίλιαμς σχετικά με την πρώτη εμφάνιση της ηρωίδας του.

«Μου είπαν να πάρω το λεωφορείο που λέγεται “Πόθος”, μετά ένα άλλο που γράφει “Νεκροταφείο”  και στο έκτο τετράγωνο να κατέβω – στάση “Ηλύσια Πεδία”», είναι η πρώτη φράση που βγαίνει από τα χείλη της. 

Σε ποιο μέρος του κόσμου υπάρχουν λεωφορεία με τέτοια ονόματα; Αναφέρεται σε υπαρκτά μέσα μαζικής μεταφοράς ετούτη η γυναίκα ή αρέσκεται να μιλά με ποιητικές παραβολές και μυθικές αλληγορίες; 

Πάντοτε στο ενδιάμεσο, πάντοτε στο σύνορο –μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, μεταξύ παρωδίας και τραγικότητας, δράματος και μελοδράματος, αλήθειας και ψεύδους–, εκεί περπατά η Μπλανς και δύσκολα περιγράφεται ο βηματισμός της. 

Η παράσταση δεν μας παρασύρει με την πειθώ της: μας αρπάζει από το μανίκι και μας τραβάει με το ζόρι προς το μέρος της, επιτρέποντάς μας ελάχιστες ανάσες καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής.

Η ύπαρξή της όλη, αντιφατική, ρευστή, πολυκύμαντη. Λευκοντυμένη, κομψή παρουσία με πέρλες και γάντια ή πονηρή νεροφίδα που καταναλώνει στα κρυφά το αλκοόλ του γαμπρού της; Ρομαντική και εκλεπτυσμένη δασκάλα αγγλικής λογοτεχνίας ή δασκάλα του έρωτα σε νεαρά αγόρια που πέφτουν στα δίχτυα της; Καλλιεργημένη γυναίκα «με πνεύμα και ανατροφή» ή απελπισμένη ψεύτρα που αποκρύπτει ζωτικές πληροφορίες για το παρελθόν της; Ατυχής κληρονόμος του Μπελ Ρεβ, της επιβλητικής έπαυλης με τις λευκές κολόνες σε μια φυτεία του Μισισίπι, ή μόνιμη ένοικος της κακόφημης Ταραντούλας, της πανσιόν του έρωτα με τα πιο φτηνά δωμάτια; Βασίλισσα που λάμπει ακόμη και στα καταγώγια ή απλώς φαντασμένη που μεγαλοπιάνεται, ενώ δεν έχει στον ήλιο μοίρα; Τραυματισμένη ψυχή που αναζητά καταφύγιο ή ηθικός αυτουργός της αυτοκτονίας του ομοφυλόφιλου συζύγου της;

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Ο σκηνοθέτης ερμηνεύει τον «πόλεμο» των δύο κεντρικών ηρώων και των κόσμων τους με όρους υλικούς, «πραγματικούς», σχεδόν κυριολεκτικούς. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Άμα τη αφίξει της στο ετοιμόρροπο κατώφλι των Κοβάλσκι, η Μπλανς, φιγούρα από άλλη εποχή, από άλλη διάσταση, ακατανόητη και απρόσιτη στους κατοίκους των Ηλυσίων Πεδίων, εκτοπισμένη από τα πάτρια εδάφη, από το επάγγελμα και από την ίδια τη ζωή της, θα προσπαθήσει, με νύχια και με δόντια, να διασώσει τις εύθραυστες ψευδαισθήσεις, τα κειμήλια των νεκρών της, την αξιοπρέπειά της. Ο Στάνλεϊ δεν θα την αφήσει να κάνει τίποτε απ’ όλα αυτά. Θα σκίσει τα ρούχα της, θα πετάξει τα φαναράκια της, θα ξεσκεπάσει την «απάτη» της, θα παραβιάσει το σώμα της, θα την παραδώσει σε ένα ζοφερό, δυσοίωνο και άστοργο μέλλον. 

Ναι, σίγουρα, η Μπανς τον περιφρονεί, τον ταπεινώνει, τον αποκαλεί «Πολωνέζο» και «πίθηκο», υπονομεύει τη σχέση του με τη Στέλλα, με το σπίτι του, με την ίδια την ταυτότητά του. Η μάχη διαγράφεται λυσσαλέα, σε όλα τα φανερά και τα αφανή επίπεδα: συγκρούεται ο παλιός με τον νέο κόσμο, οι φυτείες με τα εργοστάσια, η ευαισθησία με τον κυνισμό, η κουλτούρα της φινέτσας με το ήθος του χυδαίου πραγματισμού, οι νυχτοπεταλούδες με τους κόκορες (έτσι περιγράφει τον Στάνλεϊ ο συγγραφέας), το αλλούτερο με το κανονικό, το κάλεσμα της ποίησης και της φαντασίας με τη δύναμη της βιολογίας και της οικονομικής αναγκαιότητας.  

Έχει μεγάλη σημασία, τελικά, να δούμε πώς –με ποια μέσα, με ποια ρητορική, με ποιες μεθοδεύσεις–στοιχειοθετείται αυτή η πάλη, τότε και σήμερα: ποιος εισακούεται και ποιος όχι; Ποιος δικαιώνεται και ποιος διώκεται; Ποια εκδοχή της ιστορίας (σχετικά με τον βιασμό) γίνεται πιστευτή;

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Ο Στάνλεϊ του Μπαλή δεν είναι ούτε μέλος της εργατικής τάξης, ούτε μετανάστης, ούτε μάτσο άνδρας: στερούμενος κοινωνικής ταυτότητας, μένει τελικά μετέωρος. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Όπως ευστοχα παρατηρεί μια θεωρητικός¹, «το βασανιστικό σημείο εστίασης του έργου δεν είναι ότι ένας μεθυσμένος σύζυγος καθυποτάσσει και βιάζει την εξίσου μεθυσμένη νύφη του σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα της Νέας Ορλεάνης... αλλά ότι η πράξη του δημοσιοποιείται και μια γυναίκα τιμωρείται γι’ αυτό. Η Μπλανς απομακρύνεται υπό το συναινούν βλέμμα των υπόλοιπων χαρακτήρων που βρίσκονται επί σκηνής». Τη βλέπουν να αναχωρεί για το ψυχιατρείο, συνοδεία του γιατρού και της νοσοκόμας, και κουνάνε συγκαταβατικά το κεφάλι (η Στέλλα εκφράζει μερικές ενοχές, αλλά δεν κάνει τίποτε για να εμποδίσει την αποπομπή). Τι συνέβη τελικά; Τι συμβαίνει πάντοτε; Ποιος δίνει τη συγκατάθεσή του για έναν εγκλεισμό και ποιοι τον επικροτούν; Ποιος ελέγχει το αφήγημα; Ποιες αποκαλούνται «τρελές» και ποιες φιμώνονται;

Πηγαίνοντας σήμερα να παρακολουθήσουμε ένα νέο ανέβασμα του θρυλικού «Λεωφορείου», οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε εκ των προτέρων τη φριχτή κατάληξη των πραγμάτων – τι θα συμβεί στην Μπλανς και ποιοι θα το προκαλέσουν. Όμως επιθυμούμε με την ίδια λαχτάρα να βιώσουμε την αγωνιώδη πορεία της προς τον αφανισμό, να αφουγκραστούμε τους τρόπους με τους οποίους ένα κατατρεγμένο ον μάχεται ενάντια στη σωματική βία, στην κοινωνική κατακραυγή, στον συναισθηματικό και οικονομικό εκφοβισμό. Δυστυχώς, αυτή η δυνατότητα σύνδεσης δεν μας παρέχεται στην παράσταση του Δημήτρη Καραντζά και των συνεργατών του. Για να είμαι ακριβής, δεν μας παρέχεται με τρόπο γοητευτικό, πειστικό, που να μας αφορά, που να νοηματοδοτεί το κείμενο και να βουτά στον ωκεανό των συμβολισμών του. 

Ο σκηνοθέτης ερμηνεύει τον «πόλεμο» των δύο κεντρικών ηρώων και των κόσμων τους με όρους υλικούς, «πραγματικούς», σχεδόν κυριολεκτικούς: από το πρώτο λεπτό (έστω από το πρώτο δεκάλεπτο) η σκηνή παραδίδεται σε μια πρωτοφανή ένταση φωνών, χειρονομιών, διαπληκτισμών. Τραπέζια που σωριάζονται επιδεικτικά, άνθρωποι που μιλάνε φωναχτά, σεξ στην ντουζιέρα με ουρλιαχτά, κι άλλα ουρλιαχτά... πώς να κορυφωθεί σταδιακά μια ιστορία, μια συναισθηματική διαδρομή, όταν έχει ήδη κορυφωθεί, και μάλιστα με τόσο τεχνητό τρόπο, προτού καν αρχίσει;

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Aπό το πρώτο λεπτό (έστω από το πρώτο δεκάλεπτο) η σκηνή παραδίδεται σε μια πρωτοφανή ένταση φωνών, χειρονομιών, διαπληκτισμών. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Η παράσταση δεν μας παρασύρει με την πειθώ της: μας αρπάζει από το μανίκι και μας τραβάει με το ζόρι προς το μέρος της, επιτρέποντάς μας ελάχιστες ανάσες καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Δεν μεριμνά ώστε να ξεδιπλωθούν οι σχέσεις, να αναδυθούν τα ερωτήματα, να κυκλοφορήσει η οσμή του κινδύνου, να φανερωθούν οι περιδινήσεις μιας πανταχόθεν βαλλόμενης συνείδησης: το γκάζι είναι πατημένο ανελλιπώς και όποιος πρόλαβε τον Κύριο οίδε. Ως εκ τούτου, δεν αφομοιώνουμε το υπόστρωμα, δεν το βλέπουμε καν: τι υπάρχει κάτω από όλα αυτά τα εξοντωτικά στριμώγματα, τα πέρα-δώθε, τα μπες-βγες; Τι διακυβεύεται; Τι σηματοδοτεί η συντριβή της Μπλανς και τι η «νίκη» του Στάνλεϊ;   

Καμαρούλα μια σταλιά ‒ η σκηνογράφος Μαρία Πανουργιά έκανε τα αδύνατα δυνατά για να δημιουργήσει μια κατάφωρη αίσθηση ασφυξίας στο διαμέρισμα των Κοβάλσκι. Σχεδιάζοντας τα πιο στενά δωμάτια που μπορεί να φανταστεί κανείς, θέλησε προφανώς να δείξει πώς η τριβή των σωμάτων και η έλλειψη ιδιωτικότητας οδηγούν στον εκτροχιασμό των συμπεριφορών. Αυτό, όμως, που τελικά δημιουργείται σ’ εμάς, τους θεατές, είναι ένα συνεχές και μη παραγωγικό άγχος – θα χωρέσουν ή δεν θα χωρέσουν οι ηθοποιοί στη μικροσκοπική καρέκλα; Πόσο στρίμωγμα αντέχουν τα έπιπλα των νάνων προτού διαλυθούν; 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αλεξία Καλτσίκη είναι μια ταλαντούχα ηθοποιός, εξόχως ικανή να αντιληφθεί το μέγεθος του ρόλου της και να δονηθεί από αυτόν, όπως αποδεικνύει η παθιασμένη ερμηνεία της ως Μπλανς. Δυστυχώς, το γενικότερο κλίμα υστερίας τη ρουφάει στον στρόβιλό του, στις φρενήρεις ταχύτητές του, αποτρέποντας κάθε ουσιαστική γνωριμία και επαφή μαζί της. Τρέχουμε πίσω της ασθμαίνοντας, ασυγκίνητοι και αποξενωμένοι μέχρι τέλους. Τότε, και μόνο τότε, πραγματοποιείται ένα μικρό θαύμα: μια ρωγμή γεννιέται, ένας χώρος πολύτιμος, μέσα στον οποίο καθίσταται δυνατό να τη συναντήσουμε και, για πρωτη φορά, να ταυτιστούμε μαζί της και με το πεπρωμένο της. Εξερχόμενη από το μπάνιο, γυμνή και βρεγμένη, εγκαταλελειμμένη και πολλαπλώς κακοποιημένη, σηκώνει ψηλά τα χέρια ζητώντας να την ντύσουν με το παλιακό φόρεμα της εξόδου της. «Βοηθήστε με», λέει χαμηλόφωνα η ηθοποιός, κι αυτή η απλή φράση που βγαίνει αδύναμα από τα χείλη της κινεί μέσα μας όλη τη θλίψη του κόσμου. Δεν υπάρχουν πια φωνές, τρεξίματα, αναμπουμπούλα: μονάχα μια συντετριμμένη γυναίκα που ζητάει τη βοήθειά μας.

«Λεωφορείο» δίχως φρένα Facebook Twitter
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αλεξία Καλτσίκη είναι μια ταλαντούχα ηθοποιός, εξόχως ικανή να αντιληφθεί το μέγεθος του ρόλου της και να δονηθεί από αυτόν. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Ο Άρης Μπαλής μοιάζει αρχικά να προσφέρει μια ανατρεπτική εκδοχή του Στάνλεϊ, έτσι όπως το παρουσιαστικό του εναντιώνεται στις συνήθεις αναπαραστάσεις του ήρωα. Γρήγορα συνειδητοποιούμε ότι η εξωτερική απόκλιση δεν αρκεί: υιοθετώντας το κινησιολογικό λεξιλόγιο του μάτσο άνδρα (κυκλοφορεί με τα «σώβρακα», ανοίγει τα πόδια καθήμενος, σκαμπιλίζει τον πισινό της γυναίκας του ενώπιον όλων, εκσφενδονίζει αντικείμενα), ο ηθοποιός επιχειρεί προφανώς να μας δείξει ότι η πατριαρχία καραδοκεί εκεί όπου δεν την περιμένουμε. Αυτές οι μικρές επιτελεστικές δράσεις αρρενωπότητας, όμως, συνθέτουν ένα μάλλον άγαρμπο αποτέλεσμα, σαν κάποιος να προσπαθεί να πείσει για κάτι που του είναι, επί της ουσίας, ξένο. Ο Στάνλεϊ του Μπαλή δεν είναι ούτε μέλος της εργατικής τάξης, ούτε μετανάστης, ούτε μάτσο άνδρας: στερούμενος κοινωνικής ταυτότητας, μένει τελικά μετέωρος. 

Παραδομένη σε μια αδιάκοπη υπερδιέγερση, η εντυπωσιακά νευρωτική Στέλλα της Δήμητρας Βλαγκοπούλου δεν μας αφήνει ποτέ να δούμε την τρυφερή πλευρά της ηρωίδας της ή, έστω, να καταλάβουμε την αιτία που κρύβεται πίσω από την πεισματική αφοσίωσή της σε τούτο τον βίαιο άνδρα. Η σχέση τους δεν διαπνέεται από καμία αληθινή θέρμη, όπως, άλλωστε, ούτε η αντίστοιχη με την αδελφή της. 

Όσο για το ποιητικό κλείσιμο της παράστασης, το «γκρέμισμα» των τοίχων και την αποκάλυψη ενός λουλουδιαστού κήπου πίσω από το διαμέρισμα, αυτό όχι μόνο δεν αντιστρέφει τις παγιωμένες πλέον εντυπώσεις μας αλλά στέλνει και ένα αμφιλεγόμενο μήνυμα όσον αφορά τον προορισμό της κεντρικής ηρωίδας: ας μην ξεχνιόμαστε, όσο κι αν τη συνδράμει η δύναμη της φαντασίας της, η Μπλανς στο άσυλο θα καταλήξει και όχι σε κάποιον ευωδιαστό Παράδεισο...

¹Anca Vlasopolos

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ελένη Ράντου: «Η Ελληνίδα μάνα είναι τεράστιο κεφάλαιο για την ψυχιατρική»

Portraits 2025 / «Το "δημοφιλής" είναι ό,τι πιο προσβλητικό έχουν πει για μένα»

Με την παράσταση-φαινόμενο «Το πάρτυ της ζωής μου» η Ελένη Ράντου ξετυλίγει με χιούμορ και αφοπλιστική ειλικρίνεια πενήντα χρόνια «τραυμάτων» με φόντο τη μεταπολιτευτική Ελλάδα και αναζητά τους λόγους που αξίζει να ζεις.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η Νεφέλη Θεοδότου είναι ο λόγος που όλο το ελληνικό TikTok χόρευε Φουρέιρα το 2024

Portraits 2025 / Η Νεφέλη Θεοδότου είναι ο λόγος που όλο το ελληνικό TikTok χόρευε Φουρέιρα το 2024

Η χορογράφος και στενή συνεργάτιδα της Ελένης Φουρέιρα, αφού έφτιαξε την πιο viral χορογραφία της χρονιάς για το «Αριστούργημα», αποφάσισε να δοκιμαστεί και στη συναυλία της Άννας Βίσση στο Καλλιμάρμαρο. Και ναι, πήγε καλά αυτό.
ΒΑΝΑ ΚΡΑΒΑΡΗ
Άκης Δήμου

Θέατρο / «Ζούμε σε καιρούς φλυαρίας· έχουμε ανάγκη τη σιωπή του θεάτρου»

Άφησε τη δικηγορία για το θέατρο, δεν εγκατέλειψε ποτέ τη Θεσσαλονίκη για την Αθήνα. Ο ιδιαίτερα παραγωγικός συγγραφέας Άκης Δήμου μιλά για τη Λούλα Αναγνωστάκη που τον ενέπνευσε, και για μια πόλη όπου η ζωή τελειώνει στην προκυμαία, δίχως να βρίσκει διαφυγή στο λιμάνι της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Θέατρο / Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Ο νεαρός σκηνοθέτης Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ανεβάζει στην Πειραματική του Εθνικού το «ΜΑ ΓΚΡΑΝ'ΜΑ», μια ευαίσθητη σκηνική σύνθεση, αφιερωμένη στη σιωπηλή ηρωίδα της οικογενειακής ιστορίας μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ