«Συμπέρασμα πρώτο και τελευταίο: όλα είναι ρευστά και, δυνητικά, το αντίθετό τους, τόσο στο επίπεδο της ύλης όσο και του πνεύματος» γράφει ο Γιάννης Χουβαρδάς στο σκηνοθετικό του σημείωμα για τον Άμλετ που σκηνοθετεί και ανεβάζει στη Στέγη από τις 14 Ιανουαρίου. «Η ζωή μοιάζει με τον θάνατο και ο θάνατος με τη ζωή. Οι θύτες με θύματα και τα θύματα με θύτες. Ένας πατέρας μπορεί να μοιάζει με τον αδερφό του κι εκείνος με τον ανιψιό του, όπως και όλες οι γυναίκες να μοιάζουν με τη μητέρα».
Η Αμαλία Μουτούση είναι στον Άμλετ η μητέρα. Η μία από τις δύο γυναίκες του έργου. Η γυναίκα που μεγάλωσε και από Οφηλία είναι η ηρωίδα της οποίας η ζωή εξαρτάται από τον γιο. Πριν από τη συνάντησή μας, υπήρχε μια ερώτηση: πόσο γνωρίσαμε μέσα από τις αναγνώσεις και τις ερμηνείες τη Γερτρούδη; Και αν υπάρχει, ποιο είναι το κρυμμένο της πρόσωπο; Για την ηθοποιό είναι ένα ταξίδι σε κόσμους σκοτεινούς, στο κέντρο της ύπαρξης και των ψυχοσυνθέσεων. Στην καρδιά των ρόλων.
Αν σκεφτώ τις γυναίκες γύρω μου, ξεκινώντας πρώτα από τον εαυτό μου, αλλά και από το περιβάλλον μου, δεν υπάρχει κάτι στη γυναίκα που μένει πάντα αδιάβαστο; Που δεν είναι ευανάγνωστο; Κάτι που δεν μπορεί να οριστεί, να εκφραστεί;
Πόσο γνωρίζουμε, λοιπόν, τη Γερτρούδη; Είναι μια γυναίκα παραδομένη στη λαγνεία, ένα μέρος της εξουσίας, μια γυναίκα που θέλει να επιβιώσει στο σκοτεινό σύστημα; «Αυτός, που σκότωσε τον βασιλιά και εκπόρνεψε τη μάνα μου» λέει ο Άμλετ. Οι περισσότεροι έχουμε ασχοληθεί πολύ λίγο με την προσωπικότητα της Γερτρούδης. Η φρικαλεότητα που επικρατεί στο κάστρο της Ελσινόρης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας, με την εξουσία να τυραννά, τη δικαιοσύνη να εξαπατά, τη φιλία να προδίδει και τον έρωτα να ασελγεί. Η Γερτρούδη είναι ένα μέρος αυτού του συστήματος που πρέπει να προχωρήσει ερήμην του φόνου που έχει διαπραχθεί. Η Γερτρούδη γυρίζει την πλάτη στο έγκλημα, τη δολοφονία του συζύγου της βασιλιά, και δείχνει στον Άμλετ έναν δρόμο που αρνείται, τελικά, να πάρει: να ξεχάσει και να συνεχίσει τη ζωή του. Πώς μπορούμε να διαβάσουμε τη σκέψη της και πώς μπορούμε να τη φανταστούμε σήμερα;
«Αν σκεφτώ τις γυναίκες γύρω μου», λέει η Αμαλία Μουτούση, «ξεκινώντας πρώτα από τον εαυτό μου, αλλά και από το περιβάλλον μου, δεν υπάρχει κάτι στη γυναίκα που μένει πάντα αδιάβαστο; Που δεν είναι ευανάγνωστο; Κάτι που δεν μπορεί να οριστεί, να εκφραστεί; Ο λόγος και οι λέξεις δεν είναι περισσότερο ένα αντρικό στοιχείο; Από αυτή την άποψη, νομίζω ότι μπροστά σε αυτή την τερατώδη δυνατότητα του Άμλετ να μπορεί να διατυπώσει τον εαυτό του, η Γερτρούδη και οποιαδήποτε γυναίκα τώρα, αυτήν τη στιγμή, είναι εντελώς ανήμπορη. Μέσα σε αυτές τις σκέψεις έχω αναρωτηθεί και για τον εαυτό μου, για κάτι πιο προσωπικό, για το πλάσμα που δεν μπορεί να εκφραστεί ακριβώς με τον λόγο. Από μικρό παιδί νόμιζα ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματά μου ήταν ότι δεν μπορούσα να διατυπώσω με λόγια τον εαυτό μου. Δεν μπορούσα, και ίσως και γι' αυτό κάνω θέατρο. Δηλαδή, εκφράζομαι μέσα από τον ποιητικό λόγο και τα λόγια των άλλων. Άργησα πάρα πολύ να καταλάβω ότι αυτό δεν είναι πρόβλημα. Και θα μου άρεσε να τα καταφέρω και να μπορέσω να κάνω τον άλλο να θυμηθεί και τα λόγια της Γερτρούδης που δεν θυμόμαστε ποτέ – μόνο το όνομά της θυμόμαστε. Και ότι είναι η μάνα του Άμλετ».
Πριν από μερικά χρόνια, στον Άμλετ που είχε σκηνοθετήσει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, η Αμαλία Μουτούση ήταν η Οφηλία, φιγούρα και χαρακτήρας άρρηκτα συνδεδεμένος με τον σαιξπηρικό ήρωα, αλλά με δράση ανεξάρτητη. Πώς περιγράφεται αυτή η διαδρομή μέσα στους ρόλους και τον χρόνο;
«Όταν έπαιζα την Οφηλία», λέει, «ένιωθα μία αυτάρκεια δραματουργικά, όπως πλησίασα τον ρόλο. Η Οφηλία δεν έχει στο έργο τη σχέση της Γερτρούδης με τον Άμλετ. Είναι μόνη, ακόμα και η αυτοκτονία της δείχνει ότι είναι απελευθερωμένη. Η Γερτρούδη είναι με έναν τρόπο συνδεδεμένη με τον Άμλετ. Είναι καταδικασμένη να είναι η μάνα αυτού του παιδιού και να είναι ιδωμένη μέσα από αυτόν. "Εγώ είμαι η Γερτρούδη που τον έχω γεννήσει, δεν μπορώ να απελευθερωθώ από αυτή την πράξη". Ποτέ. Και το κατανοώ με τον εξής τρόπο: είμαι συνδεδεμένη με τη μητρότητα ως έννοια. Γιατί είτε έχεις κάνει παιδί, είτε δεν έχεις κάνει, η μητρότητα η ίδια είναι κομμάτι σου, δεν υπάρχει περίπτωση να μην είναι. Το ξέρεις αυτό, δεν χρειάζεται να έχεις γεννήσει. Το ξέρεις και διοχετεύεται σε πάρα πολλά πράγματα. Γιατί είμαστε γυναίκες. Το κατάλαβα και σε μια φάση των προβών που ήμουνα πολύ χειριστική απέναντι στον Άμλετ, με τόνους μητρικούς και συμβουλευτικούς και ευνουχιστικούς.
Μέσα σε μια τυπική ιστορία εκδίκησης, η Γερτρούδη είναι για τον γιο της ο θησαυροφύλακας της μνήμης ενός πατέρα που δολοφονήθηκε σε ένα σκοτεινό περιβάλλον. Ο Άμλετ αντιστέκεται στην επιθυμία όλων να προχωρήσει η ζωή, με τη σαπίλα, τις συμβάσεις, βασανίζεται από τη ζωτική ανάγκη των άλλων να συνεχίσουν, με όποιο τίμημα, τη ζωή. Η Γερτρούδη, όχι μόνο ως μέρος ενός συστήματος αλλά και με τη μεγάλη ικανότητα κι επιθυμία επιβίωσης, σπρώχνει η ίδια το παιδί της να προχωρήσει.
Αν το θέατρο μπορεί να μας πει κάτι, αυτό που πρέπει να δούμε είναι ότι δεν μπορούμε να προχωρούμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα, χωρίς να μας σφραγίζουν οι πράξεις.
Η Γερτρούδη είναι ο άνθρωπος-τέρας, όπως και οι γύρω της. Σκέφτεται ότι πρέπει να κρύψουμε, να κουκουλώσουμε το "κακό", να επιβιώσουμε. Επιβιώνει και η ίδια σε ένα σκληρό σύστημα. Και αυτό δεν θέλει να το χάσει. Είναι η βασίλισσα. Αν το θέατρο μπορεί να μας πει κάτι, αυτό που πρέπει να δούμε είναι ότι δεν μπορούμε να προχωρούμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα, χωρίς να μας σφραγίζουν οι πράξεις. Αυτό μας λέει ο Άμλετ: "Όχι. Όχι αυτό. Δεν κουκουλώνω. Δεν μπορώ να χάσω τον πατέρα μου και να είμαι κανονικός. Δεν μπορώ να είμαι κανονικός, αφού έχω βιώσει τον θάνατο". Η μητέρα του λέει: "Ό,τι ζει, πρέπει και να πεθάνει. Να περάσει από τη φύση στην αθανασία. Προχώρα!". Πιο εύκολα, λοιπόν, μπορεί κάποιος να μιλήσει για τη Γερτρούδη μέσα από τον Άμλετ, παρά να "διαβάσει" την επιθυμία της. Πρόσωπο σχεδόν ηθελημένα κρυμμένο από τον συγγραφέα, είναι πρόσωπο της φαντασίας, αλλά όχι τυχαίο, έτσι πλάθεται για μένα ως ρόλος. Για να μπορούν να ακουστούν οι λέξεις και να έχουν αξία.
"Δεν υπάρχει καλό και κακό, υπάρχουν μόνο σκέψεις" γράφει ο Σαίξπηρ. Τι υπάρχει στο μυαλό της Γερτρούδης;
Σκέφτομαι ότι η Γερτρούδη βλέπει τα πράγματα με έναν τρόπο απλό, επειδή είναι γυναίκα, έτσι τα σκέπτεται, έτσι την έχω φανταστεί. Ως γυναίκα μπορεί να μιλήσει για τα πράγματα πιο πολύ με το όνομά τους απ' ό,τι μπορεί ο Άμλετ, ο οποίος, ακόμα και ως ψυχή, έχει αυτήν τη συναίσθηση μέσα του, του οξύμωρου, του διπλού, του ενός πράγματος το οποίο πηγαίνει με το αντίθετό του, συνέχεια. Δουλεύοντας τη Γερτρούδη, προσπαθώντας να βρω τον ψυχισμό της, πέρασα από το σημείο τού να μοιάζει με τον Άμλετ, ως μητέρα του.
Αυτή την αίσθηση είχα αρχικά. Στη συνέχεια, δουλεύοντας, είχα την ανάγκη να φέρει και κάποια χαρακτηριστικά του πατέρα του, χωρίς αυτό να σημαίνει αγορίστικη συμπεριφορά. Η Γερτρούδη έχει ενοχή. Αυτό είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο, ακόμα και αν δεν το γνωρίζουμε. Το πόσο έχει συμπράξει σε αυτόν το φόνο του Άμλετ-πατέρα, κατά πόσο είναι συνένοχη, κατά πόσο δεν έχει ιδέα, δεν έχει σημασία. Όλα αυτά είναι εντελώς κρυμμένα, αόριστα. Η μεγαλύτερη ενοχή βρίσκεται στη σεξουαλικότητά της. Στην ύπαρξη της σεξουαλικότητας. Αυτό βαραίνει περισσότερο και από τον φόνο. Σε έναν κόσμο απόλυτα ανδροκρατικό, υπάρχει ένα θέμα της γυναικείας ταυτότητας. Η πρώτη ανάγνωση λέει ότι η γυναίκα αυτή δεν είναι δολοφόνος αλλά πιο πολύ είναι η ξετσίπωτη, που κυλιέται στο κρεβάτι το οποίο είναι γεμάτο σπέρμα, που ζαχαρώνει, που σαλιαρίζει, που είναι σαν γουρούνα, που βατεύεται, αυτοί είναι οι χαρακτηρισμοί. Ο πόθος γι' αυτήν είναι απαγορευμένος, είναι δηλητήριο, είναι το μήλο που δίνει η Εύα στον Αδάμ. Για τη Γερτρούδη ο έρωτας, το να είναι επιθυμητή, είναι μια παράταση ζωής. Είναι σοβαρά πράγματα αυτά για μια γυναίκα. Νομίζω ότι αυτή η θαλπωρή της ερωτικής πράξης απέναντι σε έναν κόσμο γεμάτο φόνους, γεμάτο θάνατο, για μια γυναίκα δεν εξηγείται, αλλά είναι η αλήθεια.
"Άμλετ, σε παρακαλώ, δες τον βασιλιά σαν φίλο σου, προχώρα, σταμάτα να έχεις το βλέμμα σου χαμηλωμένο, να ψάχνεις τον πατέρα σου στο χώμα" λέει η Γερτρούδη στον Άμλετ.
Για μένα που παίζω τη Γερτρούδη αυτή η φράση σημαίνει ότι πρέπει να ζήσουμε ό,τι και αν συμβαίνει. Ακόμα και μέσα στην κόλαση – γιατί κόλαση είναι αυτό το σπίτι, αυτό το βασίλειο. Το λέει, επειδή η μητρότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή και τον θάνατο, όπως μόνο μια γυναίκα, πολύ περισσότερο από κάθε άντρα, έχει το τρομερό αίσθημα της επιβίωσης. Για μένα έχει σημασία να το λέω επί σκηνής και να το εννοώ. Να του ζητώ να μη με ευνουχίσει, να μη βιάσει ένα κομμάτι που είναι η δική μου παράταση της νεότητας, της ζωής. Και του λέει αυτά τα λόγια ως γυναίκα που δεν μπορεί να διαχωριστεί από το παιδί της. Ίσως γι' αυτό, από τότε που έπαιζα την Οφηλία, αυτήν τη φράση θυμάμαι, της Γερτρούδης, και δεν μπορώ να ξεφύγω: "Αν τα λόγια έχουν ανάσα, και η ανάσα είναι ζωή, εγώ δεν έχω ζωή για να ανασάνω αυτά που μου είπες". Είναι για μένα το στερεότυπο, ένα κλειδί, η μεγάλη της φράση».
Γιάννης Χουβαρδάς, «Άμλετ» του Σαίξπηρ, 14 Ιανουαρίου-1 Φεβρουαρίου, 20:30. Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, Κεντρική Σκηνή. www.sgt.gr
σχόλια