Η «Κάντυ Κάντυ» δεν ήταν το πρώτο άνιμε που προβλήθηκε στη χώρα μας, ήταν όμως αυτό που χαράχτηκε περισσότερο στη μνήμη όσων το παρακολούθησαν τη δεκαετία του '80.
Αν και στη σημερινή γενιά των social media είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς τι σήμαινε η «Κάντυ Κάντυ» για όσους/-ες μεγάλωσαν μαζί της, ας πούμε ότι εκείνη την περίοδο συμβόλιζε ό,τι πιο ακραίο και αθώο μπορούσε να πετύχει κανείς στην ελληνική τηλεόραση. Και την παρακολουθούσαν αγόρια και κορίτσια, μικροί και μεγάλοι.
Για το ανυποψίαστο κοινό που τότε είχε ελάχιστη επαφή με τη σκληρότητα των άνιμε, οι συναισθηματικές περιπέτειες της ορφανής Κάντυ με τις ξανθές μακριές μπούκλες, τα καταπράσινα μάτια και το γεμάτο φακίδες πρόσωπο έδιναν αφορμή για άφθονο δράμα και κλάμα. Η «Κάντυ» έμοιαζε περισσότερο με ενήλικη σαπουνόπερα κινουμένων σχεδίων, παρά με παιδικό πρόγραμμα. Σαν μια άλλη Πολυάννα, ήταν μια δωδεκάχρονη πιτσιρίκα γεμάτη αισιοδοξία και θετικότητα, παρά τα φρικτά που της συνέβαιναν καθώς ενηλικιωνόταν – η δημιουργός της φρόντισε να ξεπαστρέψει νωρίς έναν από τους βασικούς πρωταγωνιστές της σειράς και τον πρώτο μεγάλο έρωτα της ηρωίδας, τον Άντονυ.
Η Candice «Candy» White Ardley γεννήθηκε το 1975 μέσα από τις σελίδες ενός μυθιστορήματος της Keigo Nagita, που τότε υπέγραφε με το ψευδώνυμο Kyoko Mizuki. Σχεδόν ταυτόχρονα με το μυθιστόρημα, η συγγραφέας άρχισε να ετοιμάζει το μάνγκα σε συνεργασία με τη mangaka (εικονογράφο) Yumiko Igarashi. Έναν χρόνο μετά μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη σε μορφή κινουμένων σχεδίων. Η σειρά ολοκληρώθηκε σε 115 επεισόδια των 25 λεπτών. Και το μάνγκα και το άνιμε ολοκληρώθηκαν το 1979, ενώ ακολούθησαν και τέσσερις ταινίες μικρού μήκους που δεν προβλήθηκαν ποτέ στην Ευρώπη.
Στη νέα όπερα του Χαράλαμπου Γωγιού, το επίκεντρο είναι ο Άντονυ – ο οποίος μπορεί να σκοτώθηκε νωρίς στο άνιμε, αλλά μετατράπηκε σε σύμβολο για όλα τα αγόρια που ντρέπονταν να πουν πως έκλαιγαν με την «Κάντυ Κάντυ».
Πέντε χρόνια μετά, το 1984, η σειρά «Κάντυ Κάντυ» έκανε πρεμιέρα στην EΡΤ. Κάθε εβδομάδα προβαλλόταν και ένα καινούργιο επεισόδιο μέχρι το 1987. Είχε τόσο μεγάλη τηλεθέαση και τόσο φανατικό κοινό, που παράλληλα με την προβολή της στην ΕΡΤ, είχε κυκλοφορήσει και το μάνγκα, κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής. Αυτό που πουλούσαν τότε στα περίπτερα ήταν μια ιταλική βερσιόν του ορίτζιναλ, του οποίου οι Ιταλοί του είχαν αλλάξει στην κυριολεξία τα φώτα. Εκτός του ότι είχαν χρωματίσει τις σελίδες του –τα μάνγκα είναι ασπρόμαυρα–, αντί για 84 τεύχη, που ήταν το ιαπωνικό, έβγαλαν 125. Και επειδή δεν τους άρεσε το τέλος, σχεδίασαν εκ νέου σκηνές όπως τους βόλευε και έβαλαν την Κάντυ να «καταλήγει» με αυτόν που προτιμούσαν οι Ιταλίδες, το «κακό» αγόρι της σειράς, τον Τέρυ.
Στην πραγματικότητα, η Mizuki δεν έδωσε ποτέ ένα οριστικό τέλος στην ιστορία, ούτε στο άνιμε ούτε στα βιβλία. Το 2010, στο Candy Candy Final Story, το τελευταίο βιβλίο που έγραψε με ηρωίδα την Κάντυ, την έδειχνε στα 30 της, στο πλευρό ενός άνδρα που μπορεί να ήταν ο Τέρυ, μπορεί ο Άλμπερτ, μπορεί και κάποιος άλλος. Κανείς δεν γνωρίζει, επειδή η Mizuki δεν άφηνε την παραμικρή υπόνοια για την ταυτότητά του.
Το άνιμε προβλήθηκε ολόκληρο στην κρατική τηλεόραση άλλες δύο φορές, ενώ τα πρώτα 12 επεισόδια κυκλοφόρησαν σε 3 βιντεοκασέτες στα τέλη της δεκαετίας του '80, με διαφορετική μεταγλώττιση – αν και η Ματίνα Καρρά παρέμεινε η "φωνή" της Κάντυ. Η τελευταία φορά που η «Κάντυ» προβλήθηκε στην ελληνική τηλεόραση ήταν στον ΣΚΑΪ, στα μέσα της δεκαετίας του '90, κι αυτή με διαφορετική μεταγλώττιση, αλλά μισή, γιατί διακόπηκε απότομα στο 50ό επεισόδιο εξαιτίας της δικαστικής διαμάχης που προέκυψε εκείνη την περίοδο μεταξύ της Mizuki και της Igarashi για τα δικαιώματα του άνιμε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να απαγορευτεί η προβολή της σειράς σε όλο τον πλανήτη.
Ο δικαστικός αγώνας κράτησε χρόνια, με τις δύο πρώην συνεργάτιδες να μην καταλήγουν ποτέ σε κοινή συμφωνία, ανταλλάσσοντας βαριές κατηγορίες. Τελικά, το δικαστήριο αποφάσισε υπέρ της Mizuki, που όμως είχε κουραστεί και απογοητευτεί πολύ για να ασχοληθεί ξανά με το συγκεκριμένο έργο.
Παρά το άδοξο τέλος της «Κάντυ», ένας άλλος χαρακτήρας έχει «στοιχειώσει», απ' ό,τι φαίνεται, τους οπαδούς της, χρόνια μετά την ενηλικίωσή τους, και έχει αντέξει στο πέρασμα του χρόνου.
Στη νέα όπερα του Χαράλαμπου Γωγιού, που κάνει πρεμιέρα στις 21 Φεβρουαρίου στην Εθνική Λυρική Σκηνή, σε λιμπρέτο του Γιάννη Φίλια και σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά, το επίκεντρο είναι ο Άντονυ – ο οποίος μπορεί να σκοτώθηκε νωρίς στο άνιμε, αλλά μετατράπηκε σε σύμβολο για όλα τα αγόρια που ντρέπονταν να πουν πως έκλαιγαν με την «Κάντυ Κάντυ».
Για τον Δημήτρη Καραντζά, που σκηνοθετεί τον Θάνατο του Άντονυ, η «Κάντυ Κάντυ» αποτελεί μια γλυκόπικρη ανάμνηση από τα '80s. «Νομίζω ότι ήταν τομή για την εποχή, μια σειρά κινουμένων σχεδίων που δεν ωραιοποιούσε μόνο τις καταστάσεις αλλά τολμούσε να δείξει πιο ωμά πλευρές της ζωής. Η όπερα είναι περισσότερο μια αναρώτηση γύρω από τον άντρα – πώς επηρέασε δύο φανατικούς θεατές της σειράς ο θάνατος του αντρικού προτύπου: τι σήμανε για τη δική τους ενηλικίωση, τη δική τους συμφιλίωση με τον θάνατο, τον τρόπο που σχετίζονται με το γυναικείο φύλο, τα όρια της δικής τους βαθιάς φιλίας».
Η ιδέα προέκυψε πάνω σε μια συζήτηση του Χαράλαμπου Γωγιού με τον λιμπρετίστα Γιάννη Φίλια. «Τέλη του 2004 ή αρχές του 2005. Ήμασταν γύρω στα 28 και η ευφορία στην οποία βρισκόταν η Αθήνα μετά τους Ολυμπιακούς μάς "προέτρεπε" επίμονα και εμμονικά να χαρούμε, να πλουτίσουμε και να κατακτήσουμε τον κόσμο (πού να ξέραμε τι ερχόταν). Εν τέλει, το έργο που σκεφτήκαμε έχει να κάνει με δυο άνδρες που φαντασιώνονται πως πιάνουν τη ζωή από τα κέρατα και καταλήγουν να καταστρέφουν τους εαυτούς τους», αναφέρει ο Χαράλαμπος Γωγιός.
Όσον αφορά το άνιμε, θυμάται ακριβώς την πρώτη φορά που ήρθε σε επαφή με αυτό. «Ήταν ένα απόγευμα του 1984, που κοιμόμουν μετά το σχολείο (πρέπει να πήγαινα τότε στη Β' ή τη Γ' Δημοτικού) και η μητέρα μου με ξύπνησε για να μου ανακοινώσει ότι σε λίγο ξεκινούσε στην ΕΡΤ ένα νέο παιδικό με τίτλο "Κάντυ Κάντυ", που μπορεί να με ενδιέφερε. Τι διάολο σκεφτόταν η μαμά μου, δεν ξέρω», λέει σήμερα.
«Δεν νομίζω πως είχα δει άλλοτε σε παιδική σειρά τόσο ακομπλεξάριστο συναίσθημα, τόσο δάκρυ, τόσους έρωτες, χωρίς την παραμικρή υποψία ειρωνείας. Θυμάμαι πως όλος αυτός ο συναισθηματικός καταιγισμός μού προκαλούσε μεγάλη αμηχανία, ώσπου κάναν χρόνο μετά ανακάλυψα την όπερα – αυτή κι αν είναι βουτηγμένη στο ακομπλεξάριστο συναίσθημα! Κυρίως με ενδιέφερε η τραυματική σκηνή του θανάτου του Άντονυ στο τέλος του 24ου επεισοδίου. Ήταν ένα μεγάλο σοκ για τη γενιά μου, ανάλογο με αυτό του θανάτου της μητέρας του Μπάμπι για μια προηγούμενη γενιά ή του θανάτου του Μουφάσα για μια επόμενη. Μια ανατριχιαστική έκθεση, διά της ποπ κουλτούρας, στο ανεπίστρεπτο και το συντριπτικό των μεγάλων συμβάντων της ζωής».
Ο Χαράλαμπος Γωγιός περιγράφει πώς ο Άντονυ έπεσε θύμα διαφόρων ακόμη «ατυχημάτων», ακόμα και μετά την πρώτη, μοιραία πτώση από το άλογο. «Η πρώτη απόπειρα σύνθεσης στα τέλη της δεκαετίας του 2000 διακόπηκε ουσιαστικά από την έλευση της οικονομικής κρίσης, που εκτροχίασε τις συνθήκες παραγωγής, στις οποίες ήλπιζα τότε, και με ώθησε σε έναν κύκλο πιο επίκαιρων, πολιτικών έργων, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Επέστρεψα στον Άντονυ στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, στο γόνιμο πλαίσιο που πρόσφερε η νεοσυσταθείσα τότε Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. Ο αρχικός προγραμματισμός για το 2019 διαταράχτηκε από την αρρώστια και τον θάνατο του πατέρα μου, που με απέσπασαν για ένα σοβαρό διάστημα από τη γραφή. Κατόπιν, το 2020 προέκυψε ο νέος κορωνοϊός. Ωστόσο, όπως είπε και ένας ψυχαναλυτής, το σημαντικό δεν είναι πόσες φορές ο Άντονυ πέφτει από το άλογο αλλά πόσες φορές ξανασηκώνεται!»
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΟΝΥ
Χαράλαμπος Γωγιός
21, 26, 27/2/21
4, 6, 7/3/21
Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής / Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Ώρα έναρξης: 20:30 (Κυριακή: 19:00)
Λιμπρέτο: Γιάννης Φίλιας, Χαράλαμπος Γωγιός
Μουσική διεύθυνση: Χαράλαμπος Γωγιός
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Σκηνικό: Άρτεμις Φλέσσα
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Προγραμματισμός ζωντανών ηλεκτρονικών: Πάνος Ηλιόπουλος
Ερμηνεύουν: Γιώργος Ιατρού, Βασίλης Καβάγιας, Μαρισία Παπαλεξίου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια