Μήπως έχει κουράσει λίγο η Λένα Κιτσοπούλου;

Μήπως έχει κουράσει λίγο η Λένα Κιτσοπούλου; Facebook Twitter
Θα ήταν κρίμα να αποδειχθεί τελικά όχι ανοιχτό μυαλό, αλλά σκέτα μια γυναίκα θυμωμένη με κάτι εντελώς συγκεκριμένο (τα βιώματά της από την ελληνική επαρχία;) και τίποτα πραγματικά σπουδαίο παραπάνω. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO
11

Η από νωρίς sold-out παράσταση «Ματωμένος Γάμος» της περασμένης βδομάδας, το κλασικό κείμενο του Φεντερικό Γκαρθία Λόρκα σε προχωρημένη σκηνοθεσία της talk-of-the-town Λένας Κιτσοπούλου, δεν ήταν τελικά η παλλαϊκή θεατρική γιορτή που περιμέναμε για να κάνουμε καλό καλοκαίρι. Μπορώ να πω ίσα ίσα ότι μάλλον με κηδεία έμοιαζε το κλίμα στο 260 της Πειραιώς μετά το φονικό του τέλους.

Αφού εξ αρχής νίψω τας χείρας μου από το αίμα που στάζουν οι κριτικές και πω ότι α) δεν με νοιάζει καθόλου η γνώμη των θεατών που θα προτιμούσαν μια πιο αλά «Άννα Συνοδινού» εκδοχή και β) εμένα του φτωχού η λοξή αυτή παράσταση μού άρεσε πολύ στα επιμέρους, θα έρθω να αναγνωρίσω και το δίκιο σε κάποια από τα βαριά λόγια που άκουσα στα, χαμηλόφωνα σαν τη χόβολη, πηγαδάκια που σιγόκαιγαν απ' έξω για πολλή ώρα μετά το χλιαρό χειροκρότημα.

Έχω κάπου γράψει παλιότερα ότι η αγαπημένη μου Λένα Κιτσοπούλου είναι μανούλα στο να παίρνει τις απωθημένες μας συλλογικές αναμνήσεις, τις οικογενειακές αρρώστιες και την κλειστοφοβική επαρχιακή ατμόσφαιρα, να τα μπουστάρει με δραματουργικά αναβολικά και να μας τα σερβίρει σε βρωμόστομες, διεστραμμένες και κωμικοτραγικές σκηνές απαράμιλλα σκηνοθετημένου μικροαστισμού.

Αυτό είναι έτσι κι αλλιώς που αγαπήσαμε σε εκείνη όλοι εμείς οι ορκισμένοι φαν, όμως επειδή «το πολύ το Κύριε Ελέησον το βαριέται κι ο παπάς», όπως θα λάτρευε σίγουρα να λέει για κανέναν τζούφιο έρωτα και η ίδια η Λένα, καπνίζοντας τσιγάρο στο φωταγωγό μιας sixties κουζινούλας, μήπως είναι καιρός να σπάσει σκόπιμα κι όσο είναι ακόμη καιρός τη μανιέρα της και να ανατρέξει αλλού για αναφορές γιατί κινδυνεύει να κουράσει ή μάλλον να... ήδη κούρασε;

Όχι με δυσνόητους «καλλιτεχνισμούς», αλλά με τα ίδια μαζικής κατανάλωσης υλικά που είναι φτιαγμένες και οι θεατρικές επιτυχίες στο Δελφινάριο, η ευφυής σκηνοθέτης, σαν να είναι «ο Μάρκος Σεφερλής των κουλτουριάρηδων», φιλτράρει τα θέματά της μέσα από τη ματιά ενός ανθρώπου λαϊκού, περπατημένου στην επαρχία και στα προάστια όπου γυρίζει και ο Γιάννης Οικονομίδης τις ταινίες του, έμπειρου στα πιο ντροπιαστικά για τη ράτσα, τη γενιά και την αισθητική μας κλισέ.

Αυτό είναι έτσι κι αλλιώς που αγαπήσαμε σε εκείνη όλοι εμείς οι ορκισμένοι φαν, όμως επειδή «το πολύ το Κύριε Ελέησον το βαριέται κι ο παπάς», όπως θα λάτρευε σίγουρα να λέει για κανέναν τζούφιο έρωτα και η ίδια η Λένα, καπνίζοντας τσιγάρο στο φωταγωγό μιας sixties κουζινούλας, μήπως είναι καιρός να σπάσει σκόπιμα κι όσο είναι ακόμη καιρός τη μανιέρα της και να ανατρέξει αλλού για αναφορές γιατί κινδυνεύει να κουράσει ή μάλλον να... ήδη κούρασε;

Θέλω να πω: για εκατοστή φορά είδαμε να ανατέμνει απολαυστικά μεν (τουλάχιστον για μένα), εμμονικά δε, το έργο και τους χαρακτήρες για να αποκαλύψει σώνει και καλά και σε αυτό το θεατρικό σώμα τα καρκινικά κύτταρα του ελληνικού (όχι ισπανικού, τονίζω) μικροαστισμού. Όμως, τελικά τι σχέση έχει ο Λόρκα με την «μπάλα» και τον Μάκη Χριστοδουλόπουλο; Μήπως της έχει γίνει στείρα συνήθεια να ανοίγει διάπλατα, να πετσοκόβει και να ράβει τα κείμενα με τον ίδιο χαρακτηριστικό splatter τρόπο, άσχετα με τα συμπτώματα που κουβαλά το ίδιο το έργο;

Μήπως έχει κουράσει λίγο η Λένα Κιτσοπούλου; Facebook Twitter
Η Λένα Κιτσοπούλου φαίνεται καθαρά από όλα της, τα καλλιτεχνικά και τα παρακαλλιτεχνικά, πως είναι μια γυναίκα πληθωρική, ένας οδοστρωτήρας που μπαίνει και στις πρόβες, όπως μάλλον και στον έρωτα, με μια λογική «θα τα γαμήσω όλα».

Ο «Ματωμένος Γάμος», με το φορτίο και την ανάλυση που κουβαλά ως κλασικό, χιλιοπαιγμένο κείμενο, έκανε τις «ευκολίες» της Λένας Κιτσοπούλου, όλα αυτά που εμένα μου φέρνουν δάκρυα στα μάτια, να φαίνονται στους πιο αυστηρούς και λιγότερο μαγεμένους από την περσόνα της θεατές, ακόμη περισσότερο με δοκιμασμένα προκάτ τεχνάσματα και ολοδικού της είναι αλήθεια copyright πατέντες. Τις οποίες είναι μάλλον ικανή να βάλει με το ζόρι σε οποιοδήποτε έργο (φάρσα, τραγωδία, μπουλβάρ, κομέντια ντελ άρτε -δεν έχει σημασία) για να συγκινηθώ εγώ ο κουτός που μεγάλωσα σε χωριό και οι άλλοι σαν εμένα. Και σαν να φανέρωσε ο γερό-Λόρκα και την αδυναμία της σκηνοθεσίας να πει εξ αφορμής του κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό από αυτό που η Κιτσοπούλου ήδη κραυγάζει θαρραλέα και συγκλονιστικά, εδώ και αρκετό όμως καιρό το ίδιο.

Παρά τις καταπληκτικές ερμηνείες (τι Καραθάνος, τι Κολιανδρή, τι Καλλιμάνη... εδώ ακόμη και η Βίκυ Βολιώτη ήταν καλή!), την ολοκληρωμένη σκηνική ατμόσφαιρα, τα ευρήματα και τη γνήσια συγκίνηση που κατά τη γνώμη μου παρέδωσε με τον «Ματωμένο Γάμο» της η Λένα Κιτσοπούλου, μια τέτοιου επιπέδου δημιουργός έχει όσο να 'ναι έξτρα ευθύνη απέναντί μας: να μη μας περνάει για δεδομένο χειροκρότημα, διαχειριζόμενη το τεράστιο ταλέντο της πρόχειρα και κατ' αυτόν τον προβλέψιμο -μετά τη δεύτερη παράστασή της που θα δεις- τρόπο.

Θα ήταν τέλος κρίμα για μας που πίνουμε νερό στο όνομα της, να αποδειχθούν σωστά τα πηγαδάκια, κι εκείνη που νομίζαμε πως ήρθε μεσσιανικά να παραλάβει τη σκυτάλη της επετηρίδας από την κουρασμένη παλιά γενιά του ελληνικού θεάτρου, να αποδειχθεί τελικά όχι ανοιχτό μυαλό, αλλά σκέτα μια γυναίκα θυμωμένη με κάτι εντελώς συγκεκριμένο (τα βιώματά της από την ελληνική επαρχία;) και τίποτα πραγματικά σπουδαίο παραπάνω.

Η Λένα Κιτσοπούλου φαίνεται καθαρά από όλα της, τα καλλιτεχνικά και τα παρακαλλιτεχνικά, πως είναι μια γυναίκα πληθωρική, ένας οδοστρωτήρας που μπαίνει και στις πρόβες, όπως μάλλον και στον έρωτα, με μια λογική «θα τα γαμήσω όλα». Με αυτή τη διάθεση καταφτάνει κάθε φορά στη Στέγη, στο Εθνικό, στο Φεστιβάλ Αθηνών, στα κείμενα του Γρηγορίου Ξενόπουλου, των αδερφών Γκριμ, του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, στα πανηγύρια που πάει και τραγουδάει, και τα κάνει όλα μπάχαλο.

Όμως, τι να λέμε; Όλοι οι αληθινοί καλλιτέχνες, όπως η Λένα Κιτσοπούλου, καίγονται σαν το κλαράκι παρέα με τις επιλογές τους. Κι όταν από τύχη, ένστικτο ή ταλεντάρα γλιτώνουν κάθε τόσο στη στροφή από μοιραία λάθη, τότε αποδεικνύονται εκ του καθαρού αποτελέσματος σπουδαίοι. Τους υπόλοιπους τους λέμε, δίκαια ή άδικα, «καμμένα χαρτιά» και one-hit-wonders.

Θέατρο
11

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

σχόλια

8 σχόλια
Αν βαρέθηκες την Κιτσοπούλου αγαπητέ κε αρθρογράφε μπορείς κάλλιστα να σταματήσεις να βλέπεις τις παραστάσεις της. Καλλιτέχνες του διαμετρήματος της παράγουν την τέχνη βιωματικά. Βιωματικές υποθέτω είναι και οι αναφορές της εν λόγω σκηνοθέτιδος. Πόσο εύκολα προεξοφλούμε τα σημαντικά! Ειδικά εμείς που δεν έχουμε ιδέα πως είναι η πρωτογενής δημιουργία αλλά είμαστε πολύ καλοί στο να σχολιάζουμε αυτά που φτιάχνουν οι άλλοι.
απο την αλλη ο αρθρογραφος εχει καθε δικαιωμα α) να του φαινεται ο βιος της βαρετος β) απλά να μην τον αφορα.Αλλο αυτισμος αλλο καλλιτεχνικη δημιουργια και αλλο φαρσα. Ο καθε ανθρωπος δημιουργει λιγο η πολυ, δεν χρειαζομασττε καποια institutialised πρωτογενη δημιουργια.
Δεν συμφωνώ στο ότι αν δεν ανεβάσεις Λόρκα αλά «Άννα Συνοδινού» δικαιολογείται να ανεβάσεις αυτό που ανέβασε η Κιτσοπούλου. Όσο περνούσε η ώρα πραγματικά νευρίαζα όλο και περισσότερο με αυτό που παρακολουθούσα. Κάποιος φίλος μου είπε "Κιτσοπούλου πήγες να δεις. Τί περίμενες;" Ίσως είχε δίκιο. Πάντως αυτό που αισθάνθηκα εγώ ήταν τελικά μια από τα ίδια χωρίς τίποτα, μα τίποτα καινούριο. Και κρίμα για το Λόρκα δηλαδή γιατί μόνο σαν πρόσχημα για όλη αυτή την κουραστική παρωδία ήταν τελικά. Όντως η Κιτσοπούλου μου θυμίζει πια μια γυναίκα θυμωμένη με τα βιώματά της, από όπου κι αν προέρχονται, που επαναλαμβάνεται χωρίς να έχει κάτι καινούριο να πει, καταρακώνοντας τους θεατές. Προσωπικά ήθελα να φύγω από το πρώτο μισάωρο, που οι χαρακτήρες ήταν ακόμα μέσα στα σπιτάκια τους, και δεν ήξερα καν ποιός μιλούσε, χαχάνιζε ή έκλεγε ή χτυπούσε πιάτα ή ό,τι άλλο, μιας και η μάνα είχε αντρική φωνή... Παρέμεινα όμως για να δω τί θα γινόταν μετά. Μεγάλο λάθος. Πλήρης απογοήτευση...Θα τελειώσω παραθέτοντας το φοβερό που φώναξε μια γυναίκα μόλις τελείωσε το έργο σε μια άλλη θεατή που έλεγε "μπράβο" και χειροκροτούσε. "Τί μπράβο κυρία μου;; Σου άρεσε αυτό το πράγμα;;"
Όλα καλά κι ωραία αλλά ποιος υπογράφει το κείμενο ρε παιδιά; Το ψάχνω και δεν το βρίσκω. [ΑΠΑΝΤ. LIFO: Είναι στο μπλογκ Image Maker του ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΑΚΟΥΜΗ]
"Mάρκος Σεφερλής των κουλτουριάρηδων"???Εντάξει το τερματίσατε...για να μην αναφερθώ στο "διαχωρισμό ποιότητας" που κάνετε χρησιμοποιώντας ένα απαράδεκτο κλισέ...η Κιτσοπούλου μπορεί να αρχίζει να επαναλαμβάνεται.αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι αύτο που παρουσιάζετε παραπάνω...όσο για τον Σεφερλή μην τον υποτιμάτε και τόσο μετά την κριτική κοτζάμ Γεωργουσόπουλου...
Αυτό το ανέβασμα όντως με κούρασε κι εμένα. Λίγο λιγότερο από ότι θα με κούραζε ένα τελείως κλασικό, μουχλιασμένο ανέβασμα. Μειωμένη ορατότητα, πολύ έντονο το μικροαστικό ελληνικό στοιχείο, αλλά έμεινε μόνο εκεί. Τα δικά της έργα είναι καλύτερα κατ' εμέ.
Σκόπιμα αναφέρετε και ξανά αναφέρετε και ξανά πάλι ανεφέρετε το νόημα της φράσης "μια γυναίκα θυμωμένη με κάτι εντελώς συγκεκριμένο (τα βιώματά της από την ελληνική επαρχία;) και τίποτα πραγματικά σπουδαίο παραπάνω" στο κείμενο, ούτως ώστε να της δείξετε – αν τυχόν διαβάζει – πως νιώθει ο θεατής όταν χιλιοεπαναλαμβανόσαστε!Πέρα από τις εξυπνάδες τώρα, λένε οι σοφοί: μην κρίνεις πριν ακούσεις και τις δυο πλευρές. Εντάξει δεν ισχύει πάντα. Εδώ νομίζω και χωρίς να δούμε τη συγκεκριμένη παράσταση και χωρίς ν' ακούσουμε τι έχει να πει η Κιτσοπούλου, μπορούμε να πούμε πως έχετε δίκιο.
καλα τα λες αλλα αν προσεξεις εδω και καιρο ακουμε μονο τη μια πλευρα μηπως αυτη ειναι η πρωτη που ακουμε την αλλη;Και ακουμε την μια πλευρα οταν ειναι μια καλλιτεχνιδα πολυανεβασμενη στους πλεον "καθεστωτικους" (με την καλη εννοια ας πουμε) χωρους, τι φεστιβαλ καθε χρονια τι στεγες, τι να επιθυμησει κανεις παραπάνω;Απο την αλλη διαβαζω και ανιχνευω (γιατι δεν εχω δει παρα ενα αποσπασμα - το οποιο δεν μου ειπε κατι) μια μανιερα στυλ Οικονομιδης, ο οποιος παρεπιπτοντως εχει αρκετα λιγοτερη σχεση με τα δυτικα προαστια απο οσο θα ηθελε να νομιζει.