Μήπως έχει κουράσει λίγο η Λένα Κιτσοπούλου;

Μήπως έχει κουράσει λίγο η Λένα Κιτσοπούλου; Facebook Twitter
Θα ήταν κρίμα να αποδειχθεί τελικά όχι ανοιχτό μυαλό, αλλά σκέτα μια γυναίκα θυμωμένη με κάτι εντελώς συγκεκριμένο (τα βιώματά της από την ελληνική επαρχία;) και τίποτα πραγματικά σπουδαίο παραπάνω. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO
11

Η από νωρίς sold-out παράσταση «Ματωμένος Γάμος» της περασμένης βδομάδας, το κλασικό κείμενο του Φεντερικό Γκαρθία Λόρκα σε προχωρημένη σκηνοθεσία της talk-of-the-town Λένας Κιτσοπούλου, δεν ήταν τελικά η παλλαϊκή θεατρική γιορτή που περιμέναμε για να κάνουμε καλό καλοκαίρι. Μπορώ να πω ίσα ίσα ότι μάλλον με κηδεία έμοιαζε το κλίμα στο 260 της Πειραιώς μετά το φονικό του τέλους.

Αφού εξ αρχής νίψω τας χείρας μου από το αίμα που στάζουν οι κριτικές και πω ότι α) δεν με νοιάζει καθόλου η γνώμη των θεατών που θα προτιμούσαν μια πιο αλά «Άννα Συνοδινού» εκδοχή και β) εμένα του φτωχού η λοξή αυτή παράσταση μού άρεσε πολύ στα επιμέρους, θα έρθω να αναγνωρίσω και το δίκιο σε κάποια από τα βαριά λόγια που άκουσα στα, χαμηλόφωνα σαν τη χόβολη, πηγαδάκια που σιγόκαιγαν απ' έξω για πολλή ώρα μετά το χλιαρό χειροκρότημα.

Έχω κάπου γράψει παλιότερα ότι η αγαπημένη μου Λένα Κιτσοπούλου είναι μανούλα στο να παίρνει τις απωθημένες μας συλλογικές αναμνήσεις, τις οικογενειακές αρρώστιες και την κλειστοφοβική επαρχιακή ατμόσφαιρα, να τα μπουστάρει με δραματουργικά αναβολικά και να μας τα σερβίρει σε βρωμόστομες, διεστραμμένες και κωμικοτραγικές σκηνές απαράμιλλα σκηνοθετημένου μικροαστισμού.

Αυτό είναι έτσι κι αλλιώς που αγαπήσαμε σε εκείνη όλοι εμείς οι ορκισμένοι φαν, όμως επειδή «το πολύ το Κύριε Ελέησον το βαριέται κι ο παπάς», όπως θα λάτρευε σίγουρα να λέει για κανέναν τζούφιο έρωτα και η ίδια η Λένα, καπνίζοντας τσιγάρο στο φωταγωγό μιας sixties κουζινούλας, μήπως είναι καιρός να σπάσει σκόπιμα κι όσο είναι ακόμη καιρός τη μανιέρα της και να ανατρέξει αλλού για αναφορές γιατί κινδυνεύει να κουράσει ή μάλλον να... ήδη κούρασε;

Όχι με δυσνόητους «καλλιτεχνισμούς», αλλά με τα ίδια μαζικής κατανάλωσης υλικά που είναι φτιαγμένες και οι θεατρικές επιτυχίες στο Δελφινάριο, η ευφυής σκηνοθέτης, σαν να είναι «ο Μάρκος Σεφερλής των κουλτουριάρηδων», φιλτράρει τα θέματά της μέσα από τη ματιά ενός ανθρώπου λαϊκού, περπατημένου στην επαρχία και στα προάστια όπου γυρίζει και ο Γιάννης Οικονομίδης τις ταινίες του, έμπειρου στα πιο ντροπιαστικά για τη ράτσα, τη γενιά και την αισθητική μας κλισέ.

Αυτό είναι έτσι κι αλλιώς που αγαπήσαμε σε εκείνη όλοι εμείς οι ορκισμένοι φαν, όμως επειδή «το πολύ το Κύριε Ελέησον το βαριέται κι ο παπάς», όπως θα λάτρευε σίγουρα να λέει για κανέναν τζούφιο έρωτα και η ίδια η Λένα, καπνίζοντας τσιγάρο στο φωταγωγό μιας sixties κουζινούλας, μήπως είναι καιρός να σπάσει σκόπιμα κι όσο είναι ακόμη καιρός τη μανιέρα της και να ανατρέξει αλλού για αναφορές γιατί κινδυνεύει να κουράσει ή μάλλον να... ήδη κούρασε;

Θέλω να πω: για εκατοστή φορά είδαμε να ανατέμνει απολαυστικά μεν (τουλάχιστον για μένα), εμμονικά δε, το έργο και τους χαρακτήρες για να αποκαλύψει σώνει και καλά και σε αυτό το θεατρικό σώμα τα καρκινικά κύτταρα του ελληνικού (όχι ισπανικού, τονίζω) μικροαστισμού. Όμως, τελικά τι σχέση έχει ο Λόρκα με την «μπάλα» και τον Μάκη Χριστοδουλόπουλο; Μήπως της έχει γίνει στείρα συνήθεια να ανοίγει διάπλατα, να πετσοκόβει και να ράβει τα κείμενα με τον ίδιο χαρακτηριστικό splatter τρόπο, άσχετα με τα συμπτώματα που κουβαλά το ίδιο το έργο;

Μήπως έχει κουράσει λίγο η Λένα Κιτσοπούλου; Facebook Twitter
Η Λένα Κιτσοπούλου φαίνεται καθαρά από όλα της, τα καλλιτεχνικά και τα παρακαλλιτεχνικά, πως είναι μια γυναίκα πληθωρική, ένας οδοστρωτήρας που μπαίνει και στις πρόβες, όπως μάλλον και στον έρωτα, με μια λογική «θα τα γαμήσω όλα».

Ο «Ματωμένος Γάμος», με το φορτίο και την ανάλυση που κουβαλά ως κλασικό, χιλιοπαιγμένο κείμενο, έκανε τις «ευκολίες» της Λένας Κιτσοπούλου, όλα αυτά που εμένα μου φέρνουν δάκρυα στα μάτια, να φαίνονται στους πιο αυστηρούς και λιγότερο μαγεμένους από την περσόνα της θεατές, ακόμη περισσότερο με δοκιμασμένα προκάτ τεχνάσματα και ολοδικού της είναι αλήθεια copyright πατέντες. Τις οποίες είναι μάλλον ικανή να βάλει με το ζόρι σε οποιοδήποτε έργο (φάρσα, τραγωδία, μπουλβάρ, κομέντια ντελ άρτε -δεν έχει σημασία) για να συγκινηθώ εγώ ο κουτός που μεγάλωσα σε χωριό και οι άλλοι σαν εμένα. Και σαν να φανέρωσε ο γερό-Λόρκα και την αδυναμία της σκηνοθεσίας να πει εξ αφορμής του κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό από αυτό που η Κιτσοπούλου ήδη κραυγάζει θαρραλέα και συγκλονιστικά, εδώ και αρκετό όμως καιρό το ίδιο.

Παρά τις καταπληκτικές ερμηνείες (τι Καραθάνος, τι Κολιανδρή, τι Καλλιμάνη... εδώ ακόμη και η Βίκυ Βολιώτη ήταν καλή!), την ολοκληρωμένη σκηνική ατμόσφαιρα, τα ευρήματα και τη γνήσια συγκίνηση που κατά τη γνώμη μου παρέδωσε με τον «Ματωμένο Γάμο» της η Λένα Κιτσοπούλου, μια τέτοιου επιπέδου δημιουργός έχει όσο να 'ναι έξτρα ευθύνη απέναντί μας: να μη μας περνάει για δεδομένο χειροκρότημα, διαχειριζόμενη το τεράστιο ταλέντο της πρόχειρα και κατ' αυτόν τον προβλέψιμο -μετά τη δεύτερη παράστασή της που θα δεις- τρόπο.

Θα ήταν τέλος κρίμα για μας που πίνουμε νερό στο όνομα της, να αποδειχθούν σωστά τα πηγαδάκια, κι εκείνη που νομίζαμε πως ήρθε μεσσιανικά να παραλάβει τη σκυτάλη της επετηρίδας από την κουρασμένη παλιά γενιά του ελληνικού θεάτρου, να αποδειχθεί τελικά όχι ανοιχτό μυαλό, αλλά σκέτα μια γυναίκα θυμωμένη με κάτι εντελώς συγκεκριμένο (τα βιώματά της από την ελληνική επαρχία;) και τίποτα πραγματικά σπουδαίο παραπάνω.

Η Λένα Κιτσοπούλου φαίνεται καθαρά από όλα της, τα καλλιτεχνικά και τα παρακαλλιτεχνικά, πως είναι μια γυναίκα πληθωρική, ένας οδοστρωτήρας που μπαίνει και στις πρόβες, όπως μάλλον και στον έρωτα, με μια λογική «θα τα γαμήσω όλα». Με αυτή τη διάθεση καταφτάνει κάθε φορά στη Στέγη, στο Εθνικό, στο Φεστιβάλ Αθηνών, στα κείμενα του Γρηγορίου Ξενόπουλου, των αδερφών Γκριμ, του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, στα πανηγύρια που πάει και τραγουδάει, και τα κάνει όλα μπάχαλο.

Όμως, τι να λέμε; Όλοι οι αληθινοί καλλιτέχνες, όπως η Λένα Κιτσοπούλου, καίγονται σαν το κλαράκι παρέα με τις επιλογές τους. Κι όταν από τύχη, ένστικτο ή ταλεντάρα γλιτώνουν κάθε τόσο στη στροφή από μοιραία λάθη, τότε αποδεικνύονται εκ του καθαρού αποτελέσματος σπουδαίοι. Τους υπόλοιπους τους λέμε, δίκαια ή άδικα, «καμμένα χαρτιά» και one-hit-wonders.

Θέατρο
11

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

σχόλια

8 σχόλια
Αν βαρέθηκες την Κιτσοπούλου αγαπητέ κε αρθρογράφε μπορείς κάλλιστα να σταματήσεις να βλέπεις τις παραστάσεις της. Καλλιτέχνες του διαμετρήματος της παράγουν την τέχνη βιωματικά. Βιωματικές υποθέτω είναι και οι αναφορές της εν λόγω σκηνοθέτιδος. Πόσο εύκολα προεξοφλούμε τα σημαντικά! Ειδικά εμείς που δεν έχουμε ιδέα πως είναι η πρωτογενής δημιουργία αλλά είμαστε πολύ καλοί στο να σχολιάζουμε αυτά που φτιάχνουν οι άλλοι.
απο την αλλη ο αρθρογραφος εχει καθε δικαιωμα α) να του φαινεται ο βιος της βαρετος β) απλά να μην τον αφορα.Αλλο αυτισμος αλλο καλλιτεχνικη δημιουργια και αλλο φαρσα. Ο καθε ανθρωπος δημιουργει λιγο η πολυ, δεν χρειαζομασττε καποια institutialised πρωτογενη δημιουργια.
Δεν συμφωνώ στο ότι αν δεν ανεβάσεις Λόρκα αλά «Άννα Συνοδινού» δικαιολογείται να ανεβάσεις αυτό που ανέβασε η Κιτσοπούλου. Όσο περνούσε η ώρα πραγματικά νευρίαζα όλο και περισσότερο με αυτό που παρακολουθούσα. Κάποιος φίλος μου είπε "Κιτσοπούλου πήγες να δεις. Τί περίμενες;" Ίσως είχε δίκιο. Πάντως αυτό που αισθάνθηκα εγώ ήταν τελικά μια από τα ίδια χωρίς τίποτα, μα τίποτα καινούριο. Και κρίμα για το Λόρκα δηλαδή γιατί μόνο σαν πρόσχημα για όλη αυτή την κουραστική παρωδία ήταν τελικά. Όντως η Κιτσοπούλου μου θυμίζει πια μια γυναίκα θυμωμένη με τα βιώματά της, από όπου κι αν προέρχονται, που επαναλαμβάνεται χωρίς να έχει κάτι καινούριο να πει, καταρακώνοντας τους θεατές. Προσωπικά ήθελα να φύγω από το πρώτο μισάωρο, που οι χαρακτήρες ήταν ακόμα μέσα στα σπιτάκια τους, και δεν ήξερα καν ποιός μιλούσε, χαχάνιζε ή έκλεγε ή χτυπούσε πιάτα ή ό,τι άλλο, μιας και η μάνα είχε αντρική φωνή... Παρέμεινα όμως για να δω τί θα γινόταν μετά. Μεγάλο λάθος. Πλήρης απογοήτευση...Θα τελειώσω παραθέτοντας το φοβερό που φώναξε μια γυναίκα μόλις τελείωσε το έργο σε μια άλλη θεατή που έλεγε "μπράβο" και χειροκροτούσε. "Τί μπράβο κυρία μου;; Σου άρεσε αυτό το πράγμα;;"
Όλα καλά κι ωραία αλλά ποιος υπογράφει το κείμενο ρε παιδιά; Το ψάχνω και δεν το βρίσκω. [ΑΠΑΝΤ. LIFO: Είναι στο μπλογκ Image Maker του ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΑΚΟΥΜΗ]
"Mάρκος Σεφερλής των κουλτουριάρηδων"???Εντάξει το τερματίσατε...για να μην αναφερθώ στο "διαχωρισμό ποιότητας" που κάνετε χρησιμοποιώντας ένα απαράδεκτο κλισέ...η Κιτσοπούλου μπορεί να αρχίζει να επαναλαμβάνεται.αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι αύτο που παρουσιάζετε παραπάνω...όσο για τον Σεφερλή μην τον υποτιμάτε και τόσο μετά την κριτική κοτζάμ Γεωργουσόπουλου...
Αυτό το ανέβασμα όντως με κούρασε κι εμένα. Λίγο λιγότερο από ότι θα με κούραζε ένα τελείως κλασικό, μουχλιασμένο ανέβασμα. Μειωμένη ορατότητα, πολύ έντονο το μικροαστικό ελληνικό στοιχείο, αλλά έμεινε μόνο εκεί. Τα δικά της έργα είναι καλύτερα κατ' εμέ.
Σκόπιμα αναφέρετε και ξανά αναφέρετε και ξανά πάλι ανεφέρετε το νόημα της φράσης "μια γυναίκα θυμωμένη με κάτι εντελώς συγκεκριμένο (τα βιώματά της από την ελληνική επαρχία;) και τίποτα πραγματικά σπουδαίο παραπάνω" στο κείμενο, ούτως ώστε να της δείξετε – αν τυχόν διαβάζει – πως νιώθει ο θεατής όταν χιλιοεπαναλαμβανόσαστε!Πέρα από τις εξυπνάδες τώρα, λένε οι σοφοί: μην κρίνεις πριν ακούσεις και τις δυο πλευρές. Εντάξει δεν ισχύει πάντα. Εδώ νομίζω και χωρίς να δούμε τη συγκεκριμένη παράσταση και χωρίς ν' ακούσουμε τι έχει να πει η Κιτσοπούλου, μπορούμε να πούμε πως έχετε δίκιο.
καλα τα λες αλλα αν προσεξεις εδω και καιρο ακουμε μονο τη μια πλευρα μηπως αυτη ειναι η πρωτη που ακουμε την αλλη;Και ακουμε την μια πλευρα οταν ειναι μια καλλιτεχνιδα πολυανεβασμενη στους πλεον "καθεστωτικους" (με την καλη εννοια ας πουμε) χωρους, τι φεστιβαλ καθε χρονια τι στεγες, τι να επιθυμησει κανεις παραπάνω;Απο την αλλη διαβαζω και ανιχνευω (γιατι δεν εχω δει παρα ενα αποσπασμα - το οποιο δεν μου ειπε κατι) μια μανιερα στυλ Οικονομιδης, ο οποιος παρεπιπτοντως εχει αρκετα λιγοτερη σχεση με τα δυτικα προαστια απο οσο θα ηθελε να νομιζει.