Δεσποινίς Τζούλια/ Θέατρο 104
Έχει παρουσιαστεί αμέτρητες φορές, με κάθε δυνατό τρόπο, και εδώ και στον υπόλοιπο κόσμο, το έργο του Στρίντμπεργκ Δεσποινίς Τζούλια (1888). Κι όμως, δεν εξαντλείται το ενδιαφέρον για μια ακόμη σκηνική του προσέγγιση. Δύο είναι οι βασικοί λόγοι: πρώτα, η τέλεια οικονομία του έργου (τρία πρόσωπα, ένας σκηνικός χώρος, δραματικός χρόνος συμπυκνωμένος σε λίγες ώρες) που, ωστόσο, εμπεριέχει τις απελευθερωτικές διόδους από τις κατά γράμμα επιταγές του αστικού δράματος: μία σκηνή παντομίμας κι ένα χορευτικό ιντερμέδιο, και τα δυο χωρίς λόγο.
Ο δεύτερος λόγος που η Δεσποινίς Τζούλια παραμένει εντυπωσιακά δημοφιλής είναι τα πολλά επίπεδα της ιστορίας (ψυχολογικό, κοινωνικό/ταξικό, σεξουαλικό/φεμινιστικό). Η ευφορία και ο διάχυτος ερωτισμός της γιορτής του μεσοκαλόκαιρου, ενόσω το προσωπικό του κόμη (που απουσιάζει) πίνει και χορεύει, επηρεάζει την Τζούλια και τον υπηρέτη Ζαν και τους οδηγεί σε συμπεριφορές πέραν των κοινωνικών ρόλων τους (να και το δέλεαρ της θεατρικότητας, αφού τα πρόσωπα «παίζουν» κάτι που δεν είναι ή που, τέλος πάντων, δεν τους επιτρέπεται να είναι). Ωστόσο η κοινωνική ταυτότητα και η συνθήκη αυτοπεριορισμού που επιβάλλει είναι τόσο ισχυρή, ώστε η συνεύρεσή τους μεγεθύνει την έμφυλη και ταξική σύγκρουση, οδηγώντας την Τζούλια στην απόγνωση και στην απόφαση της αυτοχειρίας.
Η παράστασή του είναι στημένη με άποψη: στον χώρο του Βlack Βox του 104 στήνει μια σκηνή κουκλοθεάτρου σαν ψεύτικη, πίσω από την οποία παίζουν, από τη μέση και πάνω, μετωπικά κατά κύριο λόγο, με στυλιζαρισμένες κινήσεις οι τρεις ηθοποιοί.
Είναι η Τζούλια το «θύμα» της ιστορίας – αφού ο πυρήνας της έχει διαρρηχθεί προ πολλού από την πολεμική σχέση των γονιών της, με συνέπεια να είναι ασταθής στις επιθυμίες της και να παγιδεύεται από επιλογές που ούτε στην κοινωνική θέση της ταιριάζουν, ούτε ανταποκρίνονται στις ανάγκες της; Ή είναι αυτή που χειραγωγεί τους υπηρέτες της και, ποθώντας τον θάνατο (το καλοκαίρι που έγραφε το έργο ο Στρίντμπεργκ συνεχώς εκφράζει στις επιστολές του την επιθυμία του να πεθάνει), χρησιμοποιεί τον Ζαν ως μοχλό για να δώσει τέλος στην άχαρη ζωή της; Πρόκειται για «νατουραλιστικό δράμα» που απαιτεί ανάλογη υποκριτική ή τα πρόσωπα είναι καθηλωμένα στους ρόλους τους πολύ προτού αρχίσει η σκηνική δράση, γι' αυτό και η υποκριτική της μάσκας ενδείκνυται;
Είναι η πρώτη παράσταση του Αλέξη Ρίγλη που βλέπω (έχει σκηνοθετήσει το Η ζωή στο θέατρο του Ντέιβιντ Μαμετ, το Χαίρετε κι αντίο του Άθολ Φούγκαρντ και το Φιλί της γυναίκας-αράχνης του Μανουέλ Πουίγκ) και δεν έχω επαρκή εικόνα της σκηνοθετικής δουλειάς του. Φαίνεται, πάντως, η φιλοδοξία του για ολική εμπλοκή και έλεγχο του σκηνικού γεγονότος αφού και στο έργο του Στρίντμπεργκ (όπως και στις προηγούμενες παραστάσεις του), εκτός από τη σκηνοθεσία, υπογράφει και τη μετάφραση και τη δραματουργική επεξεργασία.
Η παράστασή του είναι στημένη με άποψη: στον χώρο του Βlack Βox του 104 στήνει μια σκηνή κουκλοθεάτρου σαν ψεύτικη, πίσω από την οποία παίζουν, από τη μέση και πάνω, μετωπικά κατά κύριο λόγο, με στυλιζαρισμένες κινήσεις οι τρεις ηθοποιοί. Η Σοφιάννα Θεοφάνους και ο Κίμων Κουρής, στους ρόλους των υπηρετών, λένε τα λόγια τους σαν ζωντανές κούκλες, σαν μάσκες. Στην αρχή, αυτήν τη γραμμή ακολουθεί και η Τζούλια της Έφης Γούση. Στην πορεία, ωστόσο, το παίξιμό της διαφοροποιείται και αντιδιαστέλλεται προς των άλλων δύο – παίζει ρεαλιστικά και, ακολουθώντας τις ψυχολογικές και συναισθηματικές μεταπτώσεις της ηρωίδας, δίνει μια πραγματικά εντυπωσιακή ερμηνεία.
Ο σκηνοθέτης θέλησε να «παίξει» με τρόπους, είδη, διαθέσεις (φάνηκε και στη συνεργασία της Δήμητρας Λιάκουρα στο σκηνικό και του Νικόλα Γεωργίου στα κοστούμια, ιδίως όταν η Τζούλια εμφανίζεται με κοστούμι ταξιδιού από το ίδιο ύφασμα που είναι ντυμένη η σκηνή). Έτσι, κατά στιγμές, απέδωσε τον λόγο με παιγνιώδη ρυθμό που κατέληγε χαλαρά σε ομοιοκαταληξία – σ' αυτή την κατεύθυνση υπήρξε, σαφώς ηθελημένη, υπερβολική χρήση επιρρημάτων σε -ώς (εντελώς, ασφαλώς, πιθανώς κ.ο.κ.). Ωστόσο, το δράμα «κλοτσούσε», μαζί και η ερμηνεία της Έφης Γούση, που διαφύλαξε το πνεύμα του έργου και συγκράτησε την προσοχή μας όταν τα φορμαλιστικά ευρήματα εξαντλήθηκαν.
Δεσποινίς Τζούλια δράμα του Αυγούστου Στρίντμπεργκ
Μετάφραση- δραματουργική επεξεργασία-σκηνοθεσία: Αλέξης Ρίγλης
Ερμηνεύουν: Έφη Γούση, Κίμωνας Κουρής, Σοφιάννα Θεοφάνους
Θεατρο 104
Ευμολπιδών 41, Γκάζι, 210 3455020
Παραστάσεις: Τετ.-Κυρ. 9.15 μ.μ. Είσ.: €8-12
Ταρτούφος του Μολιέρου / Θέατρο του Νέου Κόσμου
Με Μολιέρο κάνει το πρώτο βήμα της στο χάος της αθηναϊκής θεατρικής σκηνής η νεοσύστατη ομάδα «This Famous Tiny Circus theater group». Επέλεξε συνετά μία από τις καλύτερες κωμωδίες του κλασικού ρεπερτορίου, τον Ταρτούφο (1664). Έργα αυτού του επιπέδου λειτουργούν προστατευτικά για τους νέους καλλιτέχνες γιατί αποτελούν υλικό δοκιμασμένο επί αιώνες στο σανίδι. Αν τα εμπιστευτούν και ακολουθήσουν τον λόγο, το πνεύμα, το γούστο, τη δομή τους, ο κίνδυνος να πέσουν σε φάλτσα απομακρύνεται – αντιθέτως, ένα γόνιμο και φιλικό πεδίο ανοίγεται μπροστά τους για να επιδείξουν τη δημιουργικότητά τους.
Αυτό συνέβη με την παράσταση του Ταρτούφου του Κωνσταντίνου Μάρκελλου. Ο σκηνοθέτης επέλεξε τη μετάφραση του Ανδρέα Στάικου, του οποίου τα έργα και οι μεταφράσεις είναι «εφαρμογές» πάνω στην έννοια της θεατρικότητας. Η ομοιοκατάληκτη απόδοση του Ταρτούφου από τον Στάικο σχεδόν υποδεικνύει και τον τρόπο της σκηνικής υλοποίησής του. Ο θίασος αυτομάτως «συναντά» την ιστορία της τέχνης των θεατρίνων και η παράσταση λειτουργεί ως επί τόπου φόρος τιμής στο αδέσποτο ταμπεραμέντο τους, στην πέρα από τις συμβάσεις ζωή τους, στην «αναρχική τέχνη» τους.
Ο ενθουσιασμός της νεαρής ομάδας είναι μεταδοτικός και η διαθεσιμότητά τους συγκινητική. Ωστόσο, το μέτρο εξέλιπε.
Ως γνωστόν, ο Ταρτούφος (καυστική σάτιρα για τους υποκριτές, που έχουν «θεωρία επισκόπου και καρδία μυλωνά») προκάλεσε σκάνδαλο όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στις Βερσαλλίες το 1664. Η Αυλή του Λουδοβίκου 14ου, με πρωτοστατούντα τον αρχιεπίσκοπο των Παρισίων, επέβαλε την απαγόρευση του έργου ως προσβλητικού για τους θεοσεβείς. Ο Μολιέρος, παρότι γλύκανε κάπως την πολεμική της κωμωδίας του, δεν μπόρεσε να παρουσιάσει το έργο του παρά πέντε χρόνια αργότερα, το 1669, κι αφού είχε επανειλημμένως ζητήσει τη συμπαράσταση του βασιλέα (σταθερού προστάτη του). Μέρη των τριών επιστολών του Μολιέρου προς τον Λουδοβίκο 14ο εντάσσει στη δραματουργία της παράστασης ο Μάρκελλος, τονίζοντας τη στενή σχέση του θεάτρου με την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα της εποχής του. Το θέατρο προκύπτει μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, φωτίζοντας τα σκοτεινά σημεία όχι μόνο του εγκεφάλου αλλά και του υπογαστρίου της.
Η σάτιρα που θεωρήθηκε ενοχλητική και επικίνδυνη για τα ήθη της συντηρητικής κοινωνίας του 17ου αι. εκ των πραγμάτων δεν αγγίζει το σημερινό κοινό. Διατηρείται στο ακέραιο, ωστόσο, η δραματουργική μαστοριά με την οποία είναι γραμμένος ο Ταρτούφος κι αυτήν εκμεταλλεύεται το νεανικό This Famous Tiny Circus theater group για να στήσει στο Θέατρο του Νέου Κόσμου μια εύφορη, γρήγορη και κεφάτη παράσταση. Με λίγα σκηνικά αντικείμενα, τετράγωνες μαξιλάρες, μία ξύλινη σκάλα και άδειες κορνίζες, διαμορφώνουν επιμέρους σκηνικούς τόπους σε μια δράση που ρέει και στην οποία σημασία έχει κυρίως η παιγνιώδης «συναλλαγή» των ηθοποιών/ρόλων. Ο ενθουσιασμός της νεαρής ομάδας είναι μεταδοτικός και η διαθεσιμότητά τους συγκινητική. Ωστόσο, το μέτρο εξέλιπε. Τα μισά από τα ευρήματα με τα οποία εμπλουτίζουν τη σκηνική δράση ήταν, κατά τη γνώμη μου, περιττά (το πνεύμα του Μολιέρου ως κούκλα, οι κορνίζες, τα μήλα, τα γλειφιτζούρια, τα μπαλόνια, το μουσικό κουτί, η υπερβολική χρήση της σκάλας κ.ά.). Όταν η ενέργεια σφύζει, τα ενισχυτικά ενδείκνυνται μόνο σε αυστηρά ελεγχόμενες ποσότητες. Η τελευταία σκέψη πριν από την πρεμιέρα καλό είναι να αφορά αυτό που μπορεί να περισσεύει, αυτό που μπορεί να αφαιρεθεί.
Η ταιριαστή με τη σκηνική δράση μουσική είναι του Γιώργου Κασσαβέτη (συμπληρωμένη από τους ήχους του Μανώλη Ανδρεάδη). Παίζουν η Ελένη Στεργίου, ο Κωνσταντίνος Δαλαμάγκας, ο Βασίλης Ψυλλάς, η Δέσποινα Φούντα, η Ράνια Φουρλάνου, η Χριστίνα Μαριάνου, ο Μάριος Ράμμος και ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος. Περιμένουμε με ενδιαφέρον την επόμενη παράστασή τους.
Ταρτούφος Κωμωδία του Μολιέρου
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μάρκελλος
Ερμηνεύουν: η ομάδα This Famous Tiny Circus theater group.
Θεατρο του Νεου Κοσμου (Κεντρική Σκηνή)
Αντισθένους 7 & Θαρύπου Νέος Κόσμος, 210 9212900
Σάβ. 6.30 μ.μ., Kυρ. 9.30 μ.μ. Eισ.: €8 -12
σχόλια