«Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή;

«Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή; Facebook Twitter
σο κι αν η ηθοποιός επιμένει ότι μας καλεί στα άδυτα (ότι θα μας δώσει «τα πάντα»), εμείς παραμένουμε εν αναμονή στο κατώφλι λαχταρώντας ένα νεύμα, μια χειρονομία, μια συγκίνηση που δεν έρχεται ποτέ. © Yuri Tavares
0

Ποτέ ξανά δεν θα μας πιτσιλίσει καλλιτέχνης με υδροχλωρικό οξύ προκαλώντας την αγανάκτηση, την οργή, τις βίαιες αντιδράσεις μας.

Ποτέ ξανά δεν θα κυλιστούμε στο πάτωμα ουρλιάζοντας εκστατικά, παραδομένες σ’ ένα μείγμα από χρώματα, σώματα, ωμά ψάρια και άψυχα κοτόπουλα.

Ούτε, φυσικά, θα μας δοθεί ποτέ ξανά η ευκαιρία να ξεσπλαχνίσουμε έναν σταυρωμένο αμνό, να τσαλαβουτήσουμε στο αίμα του, να ποδοπατήσουμε τα σπλάχνα και τα κόπρανά του και να παρασυρθούμε από τον οίστρο της συλλογικής παραφοράς μας.  

Όχι ότι όλα αυτά συνέβησαν κάπου εδώ κοντά μας – θα ήταν δύσκολο, άλλωστε, σήμερα να οργανώσει κανείς ανενόχλητος τέτοιου είδους δράσεις, οι οποίες θα παραβίαζαν κάθε αίσθημα σεβασμού προς νεκρά και ζωντανά πλάσματα.

Συνέβησαν, όμως, κάποτε, σε μερικές από τις πιο επιδραστικές περφόρμανς της δεκαετίας του ’60, όταν καλλιτέχνες όπως ο Γιόζεφ Μπόις, η Καρόλι Σνέεμαν και ο Χέρμαν Νιτς, αναζητώντας μια «αρχέγονη έκσταση», επινοούσαν «διονυσιακές» τελετουργίες και συμπράξεις που παραβίαζαν τα καθιερωμένα ως τότε όρια μεταξύ τέχνης και ζωής, παρασύροντας τους θεατές σε πρωτοφανείς εμπειρίες, έξω από κάθε νόρμα της καθημερινότητάς τους.  

Στο Μπλε, η αφήγηση δεν αποτυπώνεται ποτέ σε μια ένσαρκη διαδικασία μεταμόρφωσης. Ως επί το πλείστον, το σώμα της περφόρμερ παραμένει ένας βωβός πομπός που στέλνει λιγοστά, ξέπνοα σήματα, ανίκανα να μας δονήσουν κατά το ελάχιστο.

Προφανώς, δεν νοσταλγώ να ξεσπλαχνίσω κανένα ζώο ούτε να κυλιστώ μαζί του πάνω σε μπογιές, ενώ ελάχιστα θα με χαροποιούσε να εμπλακώ σε γρονθοκοπήματα μεταξύ θεατών και καλλιτεχνών με αφορμή επικίνδυνα οξέα.

Τα θυμήθηκα, όμως, όλα αυτά την περασμένη Κυριακή στο ΠΛΥΦΑ, εξερχόμενη, αμήχανη και προβληματισμένη, από το Μπλε της Άννας Λεμονάκη, με την ίδια να έχει μόλις ερμηνεύσει έναν αυτοβιογραφικό μονόλογο εμπνευσμένο από τη μακρά θητεία της στη χώρα με το πιο τυραννικό πολίτευμα – στην επικράτεια, δηλαδή, του άγχους και του πανικού.

«Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή; Facebook Twitter
© Yuri Tavares

Πώς μπορεί να μας αγγίξει το «πραγματικό σώμα» στον «πραγματικό χώρο» (Μαξ Χέρμαν); Πότε γεννιέται κάτι σημαντικό από τη διάδραση σωμάτων και πνευμάτων; Ποιες προϋποθέσεις πρέπει να πληρωθούν, προκειμένου να αναδυθεί ένα συμβάν που θα σημαδέψει ανεξίτηλα τον υποκειμενικό χωροχρόνο μας;

«Ακραία, αιματηρή, υγρή, πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή;» αναρωτιόμουν.

Μια νεαρή γυναίκα εμφανίζεται ενώπιόν μας και ο μηχανισμός τίθεται σε λειτουργία. Είναι εμφανής η ευγενής πρόθεσή της να συνδεθεί μαζί μας, να μας «αγγίξει» μεταφορικά και κυριολεκτικά, να μας εμπλέξει, να μας προσφέρει έναν «ρόλο». Ένας θεατής γίνεται ο «μπαμπάς» της, μια άλλη αναλαμβάνει το «τετράδιο εντυπώσεων», ενώ μια τρίτη επωμίζεται το «υποβολείο».

Στη διάρκεια της παράστασης η περφόρμερ θα καταβάλει κι άλλες προσπάθειες για να μετατρέψει εμάς τους θεατές σε ενεργό κομμάτι της διαδικασίας. Θα μας απευθύνει τον λόγο, θα μας θέσει ερωτήματα, θα μας καλέσει να «διαβάσουμε» το κείμενο με τη δική μας φωνή. Θα μας συστήσει την περσόνα που επινόησε, τη Μία, αλλά ταυτόχρονα θα μας αποκαλύψει πως πρόκειται επί της ουσίας για τον εαυτό της. «Θα σας δώσω τα πάντα», μας υπόσχεται.

Αρχίζει να αφηγείται την ιστορία της ζωής της: από τη στιγμή της γέννησης μέχρι την πρώτη κρίση πανικού, την καταβύθιση στο έρημο σύμπαν του φόβου, εκεί όπου πίνεις νερό ασταμάτητα, επειδή σου στεγνώνει το στόμα, κι επιστρέφεις στο σημείο όπου σου σφυροκόπησαν το κεφάλι με χιλιάδες «να προσέχεις!», και απαρνήθηκες την επιθυμία σου να βουτήξεις στη θάλασσα μήπως τυχόν συναντήσεις τίποτα αδηφάγα φύκια, κι έτσι, προτού καλά καλά το καταλάβεις, απέκτησες το «σύνδρομο του Ποσειδώνα», του πιο μισητού εραστή, που δεν λέει ποτέ να ολοκληρώσει, κι εσύ βράζεις στο ζουμί σου γιατί είσαι κατάκοπη, και θες να τον βρίσεις και να του πεις: «Όλη σου τη ζωή, ρε Ποσειδώνα, δεν έχεις βαρεθεί να γαμάς το ίδιο μουνί; Άντε, χύσε, επιτέλους, το αιώνιό σου σπέρμα για να μπορέσω κι εγώ να κοιμηθώ!».

«Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή; Facebook Twitter
© Androniki Tsatsaroni

Από τη στιγμή που επιστρατεύεται ο λόγος, ο ρόλος του αποδεικνύεται καθοριστικός. Και, δυστυχώς, είναι πολύ ισχνό το κείμενο της παράστασης: υποκύπτει σε κοινοτοπίες και ευκολίες («όταν είμαστε τελείως χαμένοι, νομίζουμε ότι δεν θα βρούμε ποτέ το μονοπάτι της δύναμης», «όταν είσαι στην απόλυτη φλατίλα, μπορείς να ζήσεις μια στιγμή διαύγειας», «ποιος φοβάται την ευθύνη να φέρει ένα παιδί στον κόσμο; Ποιος φοβάται να πει συγγνώμη;») και γενικότερα καταφεύγει διαρκώς σε χαριτωμένες, ανάλαφρες, χαϊδευτικές διατυπώσεις που αδυνατούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, να μιλήσουν δηλαδή ικανοποιητικά για σοβαρά ζητήματα όπως η αγχώδης διαταραχή και ο πανικός στις προσωπικές και συλλογικές διαστάσεις τους.

Όσο κι αν η ηθοποιός επιμένει ότι μας καλεί στα άδυτα (ότι θα μας δώσει «τα πάντα»), εμείς παραμένουμε εν αναμονή στο κατώφλι λαχταρώντας ένα νεύμα, μια χειρονομία, μια συγκίνηση που δεν έρχεται ποτέ. Η απαρίθμηση των συμπτωμάτων δεν αρκεί, ούτε οι καλοσυνάτες συμβουλές και τα θεραπευτικά μπαλόνια. Οι προσπάθειες επικοινωνίας με το κοινό διαμείβονται κι αυτές εντελώς επιδερμικά: «Εσύ είσαι πιο πολύ βουνό ή θάλασσα;», μας ρωτούν κάποια στιγμή. Και σε αυτό πρέπει να απαντήσουμε, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα πόσα βιβλία παίρνουμε μαζί μας στην πλαζ.

Αν ο λόγος δεν ανακινεί βαθύτερες σκέψεις ή αντιδράσεις, τότε μήπως το σώμα έχει κάπου αλλού να μας πάει; Σε τέτοιου είδους θεατρικές συνθήκες, η έννοια της παρουσίας προσλαμβάνει ιδιαίτερη βαρύτητα: προϋποθέτει ότι η σωματικότητα της ηθοποιού –ο ρυθμός της κίνησής της, η ανάσα της, η φωνή της, όλα όσα, υλικά και άυλα, εκπέμπει από σκηνής– καταλαμβάνει τον χώρο και αναγκάζει τους θεατές να στρέψουν την προσοχή τους σε αυτήν. Σε ιδανικές συνθήκες, απελευθερώνει ενέργειες, οι οποίες κυκλοφορούν και γίνονται αισθητές από τους συμμετέχοντες, δηλαδή όλους εμάς.

«Μπλε»: Πότε μια περφόρμανς μετατρέπεται σε αληθινή εμπειρία για τον θεατή; Facebook Twitter
© Tim Robert-Charrue

Στο Μπλε, η αφήγηση δεν αποτυπώνεται ποτέ σε μια ένσαρκη διαδικασία μεταμόρφωσης. Ως επί το πλείστον, το σώμα της περφόρμερ παραμένει ένας βωβός πομπός που στέλνει λιγοστά, ξέπνοα σήματα, ανίκανα να μας δονήσουν κατά το ελάχιστο (μοναδική εξαίρεση η απρόσμενη στιγμή όταν ανοίγουν οι υφασμάτινοι «μαστοί» πάνω από τη σκηνή και αρχίζουν τις υδάτινες εκκρίσεις τους). 

Η μετατροπή του προσωπικού βιώματος σε καλλιτεχνική πράξη είναι σαφώς μια πολυσύνθετη διαδικασία, σίγουρα, όμως, μία λογοτεχνίζουσα εξομολογητική διάθεση, ένας ψευτο-διάλογος με το κοινό, τρία ανούσια πολιτικά σχόλια, μια ηλεκτρική κιθάρα που τζαμάρει όμορφα και μελαγχολικά (Samuel Schmidiger) και μερικές επιδαπέδιες περιστροφές ενός βρεγμένου, ημίγυμνου σώματος πολύ απέχουν από το να συνιστούν μια ολοκληρωμένη κατάθεση. 

Κείμενο, σκηνοθεσία, ερμηνεία: Άννα Λεμονάκη
Μουσικός επί σκηνής & ερμηνεία: Samuel Schmidiger
Δραματουργία: Μυρτώ Προκοπίου, Aurélien Patouillard
Βοηθός σκηνοθέτιδας: Claire Forlcaz
Σκηνογραφία: Άννα Λεμονάκη
Φωτισμός: Renato Campora
Οι παραστάσεις έχουν ολοκληρωθεί

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πέρα από τη θάλασσα: Ο Παύλος Παυλίδης συναντά τον Γιάννη Μαρκόπουλο

Πολιτισμός / Ο Παύλος Παυλίδης «συναντά» τον Γιάννη Μαρκόπουλο στη Στέγη

Με αφορμή τη συμπλήρωση 80 χρόνων από τη γέννηση του σπουδαίου συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλου, ο Παύλος Παυλίδης επανασυστήνει 16 από τις σημαντικότερες συνθέσεις του, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης.
THE LIFO TEAM
THE CALLAS

Portraits 2023 / The Callas: «Δύο πράγματα μάς φτιάχνουν σε αυτήν τη ζωή: η τέχνη και η μουσική»

Είκοσι δημιουργικά χρόνια σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο κλείνει φέτος το εκρηκτικό όσο και «ακανόνιστο» αυτό ντουέτο, με το πάθος, την τόλμη, τη γενναιοδωρία, τη συνέπεια και την ευρύτητα πνεύματος να εξακολουθεί να χαρακτηρίζει κάθε τους δουλειά.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ