Αδέλφια αλλά και μουσικό και εικαστικό δίδυμο πολυμήχανο και πολυτάλαντο, ο Άρης και ο Λάκης Ιωνάς είναι ευρύτερα γνωστοί ως Callas, μια ονομασία-φόρος τιμής σε δυο ήρωές τους, τη Μαρία Κάλλας αφενός, τον Νικόλαο Κάλας αφετέρου. Μην ψάχνεις να βρεις ούτε ποια ακριβώς μούσα υπηρετούν ούτε ποιο καλλιτεχνικό ρεύμα εκπροσωπούν – διατηρούν ανοιχτούς ορίζοντες, αγαπούν τις προκλήσεις και τους αρέσει να βουτούν σε διαφορετικά κάθε φορά νερά, σαν μοντέρνοι «homo universalis». Κοινός παρονομαστής οι εκφραστικές τους αναζητήσεις και η αγάπη, η καύλα για δημιουργία πέρα από συμβάσεις και στεγανά, καθώς οι ίδιοι λένε. Έχοντας συνηθίσει να λειτουργούν από κοινού, εμφύσησαν το ίδιο πνεύμα στην DΙY συλλογικότητα Velvet που ίδρυσαν το 2005, στην οποία συμμετέχουν εικαστικοί, κινηματογραφιστές, χορεύτριες, χορογράφοι, μουσικοί, γραφίστες και άλλοι καλλιτέχνες και τεχνικοί που συμμερίζονται το όραμά τους, curators, όπως η Νάντια Αργυροπούλου, μόνιμη επιμελήτριά τους τα τελευταία χρόνια, αλλά και συγγενείς με καλλιτεχνική «φλέβα» σαν τη μητέρα και τη θεία τους!
Απόγονοι Μικρασιατών προσφύγων, παιδιά του ονομαστού φωτογράφου Ιωνά, γεννήθηκαν στον Βύρωνα, μεγάλωσαν στη Γλυφάδα, περιπλανήθηκαν στις πιο ανήσυχες γωνιές της πόλης και ζουν πλέον στο Μετς. Χάρη και στο πατρικό επάγγελμα ήρθαν από νωρίς σε επαφή με τον κόσμο της τέχνης, γοητεύτηκαν από αυτόν και ξεκίνησαν τους πρώτους τους καλλιτεχνικούς πειραματισμούς ήδη από το λύκειο. Η φωτογραφία τούς ήταν εξαρχής το πιο οικείο εκφραστικό μέσο, οπότε αρχικά γράφτηκαν στη Focus και στη συνέχεια, με την ένθερμη ενθάρρυνση του καθηγητή και μέντορά τους Σταύρου Μπονάτσου, έδωσαν εξετάσεις και πέρασαν στο MA-Chelsea College of Arts. Όμως το Λονδίνο, παρότι «παράδεισος» για νέους καλλιτέχνες, δεν τους κράτησε, προτίμησαν να δοκιμαστούν στον τόπο τους καταρχάς και το αποτέλεσμα τούς δικαίωσε – αφενός βρήκαν τον δρόμο τους με καθαρότερο μυαλό, αφετέρου, παρά την οικονομική κρίση που μεσολάβησε ή και εξαιτίας της, η καλλιτεχνική παραγωγή στην Αθήνα εκτοξεύτηκε, καθιστώντας την πόλη σημαντικό προορισμό στον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτιστικό χάρτη.
Το γεγονός ότι λειτουργούμε ως δίδυμο, ανταλλάσσοντας ιδέες και ερεθίσματα, δεν σημαίνει ότι δεν ξεσπούν κάποιες φορές και “μάχες” μεταξύ μας, κάπως όμως γίνεται στο τέλος και τα ξαναβρίσκουμε. Εγώ είμαι πιο πολύ της τάξης, του Λάκη πάλι του αρέσει να χαώνεται.
Το studio που άνοιξαν στην καρδιά του ιστορικού κέντρου, στην οδό Μιλτιάδου στο Μοναστηράκι, έγινε το εργαστήρι τους και ταυτόχρονα ένα σημείο αναφοράς στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης: μουσικές περφόρμανς, εκθέσεις, σεμινάρια, προβολές ταινιών, εργαστήρια, πάρτι, και ό,τι άλλο τούς κάνει «κλικ». Δύσκολο να πεις αν είναι το πρώτο ή το δεύτερο σπίτι τους, εφόσον βρίσκονται εκεί καθημερινά, εκτός κι αν εξορμούν για συναυλίες και εκθέσεις είτε στο Λεκανοπέδιο, είτε στην περιφέρεια, είτε περιοδεύοντας στην Ευρώπη και στην Αμερική, σε μουσικά και πολιτιστικά φεστιβάλ, γκαλερί, κέντρα τεχνών, συναυλιακούς χώρους, σε πόλεις και εξοχές.
Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει οκτώ άλμπουμ, με πιο πρόσφατο το LP «Είμαι ένα ξενοδοχείο» (Inner Ear, 2020), έχουν κάνει πολλές ζωντανές εμφανίσεις σε συναυλίες και φεστιβάλ, έργα τους έχουν εκθέσει, μεταξύ άλλων, στην Documenta14, στο παρισινό Palais de Tokyo, στο ΔΕΣΤΕ, στο Μπενάκη, την Μπιενάλε της Αθήνας, στη Στέγη και στην Breeder, έχουν στήσει εικαστικά και μουσικά δρώμενα σε απρόβλεπτες τοποθεσίες, όπως το Σιγρί, το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου, η Ύδρα, αλλά και στο χωριό τους, τη Θερμησία Αργολίδας, όπου εγκαταστάθηκαν αρχικά οι παππούδες τους, σχεδίασαν ρούχα και κοστούμια για τις ανάγκες των σόου τους. Ιδιαίτερη μνεία αξίζουν τα ομαδικά πρότζεκτ που προέκυψαν από τη Velvet Team, ανάμεσά τους το μηνιαίο πολιτιστικό free press «Velvet magazine», τα Velvet Festivals στο Bios και το αποκλειστικά γυναικείο περιοδικό «Lust Magazine» – οι φεμινιστικές και έμφυλες προβληματικές είχαν εξαρχής θέση στο έργο τους.
«Το γεγονός ότι λειτουργούμε ως δίδυμο, ανταλλάσσοντας ιδέες και ερεθίσματα, δεν σημαίνει ότι δεν ξεσπούν κάποιες φορές και “μάχες” μεταξύ μας, κάπως όμως γίνεται στο τέλος και τα ξαναβρίσκουμε. Εγώ είμαι πιο πολύ της τάξης, του Λάκη πάλι του αρέσει να χαώνεται. Φτιάχνω ή παρουσιάζω εγώ, ας πούμε, κάτι συνεκτικό, το παίρνει ύστερα ο άλλος και το ανακατεύει, και αντιστρόφως. Στο καλλιτεχνικό κομμάτι τώρα, το πρόσταγμα στα μουσικά το έχει συνήθως εκείνος, στα εικαστικά εγώ και κάπως έτσι αλληλοσυμπληρωνόμαστε αλλά και αλληλοπροστατευόμαστε», λέει ο Άρης. Όσο για το νόημα της τέχνης, αυτό το βρίσκουν δουλεύοντας παρέα με τους φίλους τους και τους συνεργάτες τους, στις ιδέες που ανταλλάσσουν, στους κόπους και στις απολαύσεις που μοιράζονται – μια εργασία σκληρή, απαιτητική, με εξαντλητικά ωράρια και μικρές μόνο ανάπαυλες που όμως περιστρέφεται «γύρω από τα δύο εκείνα πράγματα που μας φτιάχνουν και μας πωρώνουν περισσότερο σε αυτήν τη ζωή: την τέχνη και τη μουσική», συμπληρώνει ο Λάκης.
Οι καλλιτεχνικές τους επιρροές και αναφορές, πολλές και ποικίλες. Beatles, Syd Barret, Velvet Underground, Stoogies, Lydia Lunch, TV Personalities, Jesus & Mary Chain («ο πρώτος τους δίσκος έγινε το Ευαγγέλιό μας!»), Τόμας Πίντσον, Ντε Λίλο, Τζάρμους, Μπρεσόν, Ρίτσαρντ Κερν, Μάικ Κέλι, Πολ Μακ Κάρθι, Μανέ, Μαρσέλ Ντισάν, ο Τσιτσάνης, ο Παπαλουκάς, ο Παρθένης, ο Μαλέας, ο Γονατάς, ο Ν.Γ. Πεντζίκης, η βυζαντινή εικονογραφία, το παραδοσιακό κέντημα που εκτιμούν πολύ… Δεν καταλαβαίνουν, για παράδειγμα, γιατί δεν θα μπορούσαν σε μια δουλειά τους να συνδυάσουν στοιχεία από τη βυζαντινή τέχνη με την ψυχεδέλεια των ’60s και τη hard rock λογοτεχνία του Πίντσον. Τους αρέσει να συνταιριάζουν διαφορετικά ερεθίσματα, τους αρέσει επίσης πολύ να «παντρεύουν» το εικαστικό και το performative στοιχείο με το ροκ εν ρολ, δημιουργώντας επί σκηνής παράλληλες πραγματικότητες που παραπέμπουν στις προσωρινές αυτόνομες ζώνες του Χακίμ Μπέι. Όχι, δεν κάνουν πολιτική τέχνη, όμως το πολιτικό στοιχείο, με την ευρύτερη έννοια, είναι διαρκώς παρόν με έναν ποιητικό τρόπο, σαν μια ωδή στη συνύπαρξη, στη συμπεριληπτικότητα, στην αλληλεγγύη και στον κοινοτισμό.
Οι Callas ευτύχησαν να συνεργαστούν και να πραγματοποιήσουν ζωντανές εμφανίσεις με σπουδαίες προσωπικότητες και μπάντες όπως οι Lee Ranaldo (Sonic Youth), Jim Sclavunos, Thurston Moore, The Brian Jonestown Massacre, Ty Segall και ο Nick Cave. Το όνομά τους έχει φιγουράρει σε μέσα όπως οι «New York Times», ο «Independent»,το «Vice» και το «Mojo». Φέτος συμμετείχαν στο 25ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την τρίτη τους ταινία, Sick, ένα ψηφιακό ρομάντζο τον καιρό του εγκλεισμού λόγω πανδημίας και από τις 26/11 (μέχρι τις 30/12) γιορτάζουν τα εικοσάχρονά τους στη Στέγη με την έκθεση «LSD» («Love - Solidarity - Death»). Εδώ η ψυχεδελική κουλτούρα συνδιαλέγεται με τη νεοελληνική με όχημα δύο επιβλητικά «αντιμνημεία», έναν τσιμεντένιο «Παρθενώνα» με πανκ καταβολές και μια «Κιβωτό» από μαύρα καφάσια φρούτων όπου διαφυλάσσεται ως πολύτιμο κτέρισμα ένα λευκό μάρμαρο μπαλκονιού, αντιπροσωπευτικό ίσως της συλλογικής μας φαντασίωσης περί φυλετικού μεγαλείου.
Πρόκειται για ένα πολυμορφικό πρότζεκτ με το οποίο καταγίνονταν δύο χρόνια τώρα και το οποίο συμπυκνώνει, τρόπον τινά, το καλλιτεχνικό και πολιτισμικό τους σύμπαν. «Δεν θεωρούμε ότι φτάσαμε κάπου ή ότι βρισκόμαστε σε κάποια κομβική στιγμή, η όλη δουλειά μας είναι μια διαδικασία που διαρκώς ανανεώνεται, εξελίσσεται και προχωράει. Την κατεύθυνση δεν την ξέρουμε, θα συνεχίσουμε όμως το ταξίδι αυτό όσο το γουστάρουμε και το ευχαριστιόμαστε – γιατί αν δεν νιώθεις πραγματικά καλά με αυτό που κάνεις, αν δεν σε συνεπαίρνει, δεν σε γεμίζει ολοκληρωτικά, ποιος ο λόγος να παιδεύεσαι; Ακόμα κι αν φτάσεις να κερδίζεις χρήματα, ένα έτσι κι αλλιώς δύσκολο στοίχημα για κάθε καλλιτέχνη, αν ξεμείνεις από πάθη, πάει, το έχασες το παιχνίδι».
Οι THE CALLAS φωτογραφήθηκαν στην έκθεσή τους «LOVE SOLIDARITY DEATH (L.S.D.)» που φιλοξενήθηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.