Η συγγραφέας, ηθοποιός και σκηνοθέτις Λένα Κιτσοπούλου άρχισε να γράφει το έργο έναν χρόνο πριν, πειραματιζόμενη με τον δεκαπεντασύλλαβο. Σήμερα, έχοντας κρατήσει πια μόλις το 10% του αρχικού της υλικού, παρουσιάζει με τους συνεργάτες της μια παράσταση με αφετηρία ένα εύρημα που πατάει στη σάτιρα, αλλά μπαίνει βαθιά και με δραματικό τρόπο μέσα στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα.
Ο Αθανάσιος Διάκος σώζεται χάρη σ’ έναν από μηχανής θεό πριν από τον ανασκολοπισμό του, ταξιδεύει με τη μνηστή του, την Κρουστάλλω, στον χρόνο και προσγειώνονται μαζί στην Αθήνα του σήμερα, όπου ανοίγουν μια ψησταριά. Ο παλιός της συνεργάτης Νίκος Καραθάνος -υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του οποίου έχει παίξει και η ίδια στο παρελθόν-, που είναι ο πρωταγωνιστής αυτού του εγχειρήματος, εξηγεί: «Ήθελα πολύ να κάνω ένα ελληνικό έργο και είναι σπάνιο να είσαι στη διάθεση ενός σκηνοθέτη που είναι συγχρόνως και συγγραφέας και συνθέτει το κείμενό του. Ξεκινήσαμε να κάνουμε πρόβες πάνω στο έργο της Λένας από την κουζίνα του σπιτιού μου και την πρώτη μέρα γελάσαμε πολύ. Από την επόμενη πρόβα, όμως, το γέλιο πάγωσε. Η σάτιρα απέκτησε σιγά-σιγά σοβαρότητα, έγινε ένας παραμορφωτικός καθρέφτης που κατά κάποιον τρόπο εκφράζει όλους μας. Αυτό που πάμε να δείξουμε είναι μια παραβολή. Η παραβολή του Διάκου και της Κρουστάλλως μέσα σ’ ένα σύγχρονο αθηναϊκό διαμέρισμα, όπου μπορεί να δει κάποιος και τον εαυτό του».
Ο Διάκος αναπολεί την εποχή του, μια εποχή με αρχές και βαθιά πίστη, κατά την οποία πάλευε ως γνήσιος χριστιανός, ενώ αναγκάστηκε να ξεφορτωθεί τα ράσα και να πάρει το τουφέκι για να συμβάλει σε μεγάλα και ωραία πράγματα. Τώρα, απελπισμένος απ’ το σημείο που έχουν φτάσει τα πράγματα, θέλει να επιστρέψει και φτάνει ν’ αποζητάει ακόμα και τον ανασκολοπισμό του. Τι άλλο να θέλει ένας μεγάλος ήρωας σε μια τόσο αντιηρωική εποχή;
σχόλια