Ρομαντική ασάφεια: Κριτική για την παράσταση «Ο Λάμπρος» της Σοφίας Μαραθάκη

Ρομαντική ασάφεια: Κριτική για την παράσταση «Ο Λάμπρος» της Σοφίας Μαραθάκη Facebook Twitter
Στον Λάμπρο ούτε οι ένοχοι ούτε οι αθώοι γλιτώνουν την παραφροσύνη, τον θάνατο, την αυτοκτονία. Είναι ένα κείμενο βαθιά πεσιμιστικό. Φωτο: Andrea Bonetti
0

Όταν οι φίλοι και οι θαυμαστές έμαθαν ότι στα χειρόγραφα του Σολωμού δεν βρέθηκε μετά τον θάνατό του «τίποτε σχεδόν άρτιον και πλήρες από τον προσδοκώμενον θησαυρόν», βυθίστηκαν σε μεγάλη θλίψη, γράφει ο Κωστής Παλαμάς στη συγκινητική μελέτη του για τον εθνικό ποιητή.¹


Σχεδιάσματα στα ιταλικά, ατέλειωτα αποσπάσματα, στίχοι ατάκτως ερριμμένοι, στοχασμοί επί στοχασμών, παραλλαγές επί παραλλαγών, «ερείπια φανταστικών ναών και λείψανα μαγικών παλατιών», συνεχίζει ο Παλαμάς, ο οποίος στέκεται βαθιά προβληματισμένος και στενοχωρημένος απέναντι σε αυτό το μυστήριο: τι απέγιναν τα έργα «του μεγίστου των ποιητών της αναγεννωμένης Ελλάδας»; Τα κατέστρεψε χέρι βλάσφημο; Τα υπεξαίρεσε κακούργος υπολογισμός; Ή μήπως τα εξαφάνισε ο ίδιος ο ποιητής «εν στιγμή τις οίδε τίνος παροξυσμού»;


Οι μελετητές, βέβαια, σήμερα είναι σχεδόν πεπεισμένοι ότι δεν υπήρχε κανένα βλάσφημο χέρι. Απλώς, ο Σολωμός, φτάνοντας στη συγγραφική του ωριμότητα, απέφευγε συνειδητά να ολοκληρώνει τις ποιητικές συνθέσεις του. Και αυτό, όπως φαίνεται, ήταν μάλλον αποτέλεσμα αισθητικής τοποθέτησης ή, ακόμα, απόρροια μιας συνολικότερης στάσης απέναντι στην ποίηση – τη δική του θρησκεία. Ο καθηγητής της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Δημήτρης Δημηρούλης αναφέρει χαρακτηριστικά σε ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ αφιερωμένο στον Σολωμό: «Ως ρομαντικής ψυχοσύνθεσης ποιητής –με την έννοια του ευρωπαϊκού ρομαντισμού–,θεωρεί εκ των προτέρων ότι δεν μπορεί ποτέ να φτάσει στο απόλυτο της τέχνης. Επομένως, το απόσπασμα, είτε το κάνει επειδή δεν μπορεί να τελειώσει κάτι είτε όχι, φέρει μέσα του τη ρομαντική αντίληψη ότι η τέχνη είναι αποσπασματική».

Ελάχιστα σημεία ερεθίζουν τη φαντασία και, αν πρόκειται να πορευτούμε καθαρά με τη δύναμη του λόγου, ούτε αυτός μας μαγνητίζει, εφόσον κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε τη μέγιστη ικανότητα επικοινωνίας των ηθοποιών με το κοινό, πράγμα που εδώ δεν επιτυγχάνεται.


Όσον αφορά τον Λάμπρο, για παράδειγμα, ο ίδιος ο Σολωμός γράφει στις σημειώσεις του ότι «δεν θα το τελειώσω αυτό το έργο». Δηλαδή, έχουμε να κάνουμε με μια συνειδητή απόφαση. Το ημιτελές συνιστά μια επιλογή και, ακόμα σημαντικότερο, μια αξία. Μια χειρονομία. Έχει γραφτεί ότι το «Kubla Khan» του Κόλριτζ, το πιο διάσημο ποίημα-απόσπασμα της ρομαντικής περιόδου, συμβολίζει τα συντρίμμια της ζωής του Άγγλου ποιητή. Η άρνηση της ολοκλήρωσης φανερώνει μια βαθιά δυσπιστία προς τα ιδεώδη της ενότητας και της ομορφιάς. Τι είναι προτιμότερο, αναρωτιέται ο Κόλριτζ, ο άθικτος ή ο σπασμένος καθρέφτης; Αλλά δεν μπορεί να αποφασίσει: ο πρώτος αντικατοπτρίζει το ιδανικό, ο δεύτερος μια πιο αληθινή εκδοχή της πραγματικότητας. Και η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ «άθικτη» ή «ολοκληρωμένη». Εμφανίζεται μπροστά μας αποσπασματικά, σε θραύσματα.²

Ρομαντική ασάφεια: Κριτική για την παράσταση «Ο Λάμπρος» της Σοφίας Μαραθάκη Facebook Twitter
Φωτο: Andrea Bonetti


Όπως σημειώνει ιδιοφυώς ο Παλαμάς: «Χωρίς αρχήν και χωρίς τέλος, ακόμη και στερούμενα αλληλουχίας, τα συντρίμματα αυτά περιβάλλονται με τη γοητεία των ονείρων... Επιβάλλονται με τη σεπτότητα των ερειπίων και με το μυστήριον των συμβόλων».


Έτσι κάπως εισέρχεται και ο αναγνώστης του Λάμπρου στον κόσμο του ποιήματος τούτου. Ο εφιάλτης μιας γυναίκας που βουλιάζει στο μανιασμένο πέλαγος. Το σάβανο της νεκρής θυγατέρας που φουσκώνει από τον άνεμο. Το αίμα που αναβλύζει από το χέρι της. Ο ερχομός του ήλιου, η μέρα της Λαμπρής, όπου «κάθε πρόσωπο λάμπει απ' τ' αγιοκέρι» και οι πιστοί αγκαλιάζονται μπροστά στους αγίους. Τρία φαντάσματα που καταδιώκουν εμμονικά τον πατέρα τους μέσα στην εκκλησία. Κολλάνε πάνω του και τον φιλούν: «όσα εδώσαν φιλιά, τόσα μαχαίρια». Είναι Ανάσταση, Δευτέρα Παρουσία και Κόλαση ταυτόχρονα. Στον Λάμπρο ούτε οι ένοχοι ούτε οι αθώοι γλιτώνουν την παραφροσύνη, τον θάνατο, την αυτοκτονία. Είναι ένα κείμενο βαθιά πεσιμιστικό. Παιδιά πεταμένα, κόρες παραπλανημένες, γυναίκες που χάνουν τα λογικά τους, άνδρες βλάσφημοι που κατηγορούν τον Δημιουργό τους... Και κάπου μακριά ένα όραμα αλλόκοτο, μια Αναδυομένη ίπταται πάνω από τα νερά της θάλασσας, λουσμένη στο φως του φεγγαριού.


«Ο Πολυλάς διέκρινε σωστά ότι το κύριο θέμα στον Λάμπρο ήταν από τη μια πλευρά το πάθος του άνδρα, η ισχυρή αντίστασή του στον ηθικό νόμο, και από την άλλη η εξαγνιστική καλοσύνη και αγάπη της γυναίκας. Και οι δύο πρωταγωνιστές συντρίβονται από το φορτίο τους» σημειώνει ο Στυλιανός Αλεξίου στον πρόλογο του έργου (εκδόσεις Στιγμή, 2014). Και πίσω από όλα αυτά υπάρχει, φυσικά, το ηλεκτροφόρο ζήτημα των νόθων παιδιών (όλα τα παιδιά του Λάμπρου και της Μαρίας ήταν νόθα) που, ως γνωστόν, συνιστούσε διαχρονικό και θεμελιώδες τραύμα για τον Σολωμό (ως τα εννιά του χρόνια δεν είχε αναγνωριστεί από τον πατέρα του). Ο πρόχειρος τίτλος του έργου, μας πληροφορεί ο Αλεξίου, ήταν «poema dei bastardelli» – «το ποίημα των μικρών νόθων».

Ρομαντική ασάφεια: Κριτική για την παράσταση «Ο Λάμπρος» της Σοφίας Μαραθάκη Facebook Twitter
Η σκηνή είναι μαυροφορεμένη, με μερικές προβολές βίντεο μόνο να δίνουν το εικαστικό στίγμα του κάθε επεισοδίου, πότε σε τόνο ρεαλιστικό (τα παράθυρα μιας εκκλησίας) και πότε πιο αφαιρετικό (οι μεγεθυμένες λεπτομέρειες μιας παραδοσιακής φορεσιάς). Φωτο: Andrea Bonetti


Η αποσπασματική φύση του ποιήματος το καθιστά δύσκολο στην ανάγνωση και, φυσικά, στην κατανόηση. Είναι σαν να έχουν διασωθεί κομμάτια από ένα παζλ, τα οποία εμείς καλούμαστε να ενώσουμε, συμπληρώνοντας τα κενά, και να φανταστούμε όσα δεν περιγράφονται από την πένα του ποιητή. Η ανοιχτή αυτή φύση του έργου συνιστά μια γοητευτική πρόκληση για όλους όσοι επιδιώκουν να συναντηθούν μαζί του. Αν και, τρόπον τινά, όλοι οι αναγνώστες του Λάμπρου σκηνοθετούμε το ποίημα στο μυαλό μας, η Σοφία Μαραθάκη αποπειράθηκε να δώσει στη διαδικασία αυτή σάρκα και οστά, να την παρουσιάσει σκηνικά, ντύνοντάς τη με ήχους, εικόνες και σώματα.

Επιθυμώντας να καταστήσει κατανοητά τα τεκταινόμενα, η σκηνοθέτις παραθέτει αρχικά την «υπόθεση» του Λάμπρου, έτσι ώστε να γνωρίσουμε τα τρία βασικά πρόσωπα και την προϊστορία τους. Στη συνέχεια, τα επεισόδια αποδίδονται είτε μέσω αναπαράστασης –η σκηνή της αποπλάνησης και της αιμομιξίας–, είτε πιο ελεύθερα, εν είδει «μονολόγων» που ερμηνεύονται από τον ηθοποιό που έχει αναλάβει κάθε «ρόλο» (Λήδα Κουτσοδασκάλου-κόρη, Σοφία Μαραθάκη-Μαρία, Γιώργος Σύρμας-Λάμπρος) ή από εναρμονισμένα ντουέτα που μιλούν ταυτόχρονα.

Η σκηνή είναι μαυροφορεμένη, με μερικές προβολές βίντεο μόνο να δίνουν το εικαστικό στίγμα του κάθε επεισοδίου, πότε σε τόνο ρεαλιστικό (τα παράθυρα μιας εκκλησίας) και πότε πιο αφαιρετικό (οι μεγεθυμένες λεπτομέρειες μιας παραδοσιακής φορεσιάς). Ο εξαιρετικά χαμηλός φωτισμός, σε συνδυασμό με τη live κιθάρα και άλλους, ηλεκτρονικούς ήχους, φιλοδοξεί να μεταδώσει μια αίσθηση ονειρική, να καταστήσει ανάγλυφη μια «άλλη» διάσταση.


Δυστυχώς, παρά τις ευγενείς προθέσεις, το ποίημα φτάνει μετά δυσκολίας ως εμάς. Το ζήτημα δεν είναι κατά πόσο ο θεατής αντιλαμβάνεται την «υπόθεση» του Λάμπρου αλλά κατά πόσο καταφέρνει να εισπράξει την ουσία του έργου, τον ζοφερό, εφιαλτικό πυρήνα του. Η παράσταση αρκείται σε μια επιδερμική δημιουργία «ατμόσφαιρας», βασισμένη σε τετριμμένους κώδικες –λίγο σκοτάδι, λίγη κιθάρα και τρεις χορευτικές κινήσεις–, και αδυνατεί να ταρακουνήσει το ασυνείδητο, τις αισθήσεις, το θυμικό μας, να δημιουργήσει ένα δικό της, βαθιά επεξεργασμένο σύμπαν.

Ρομαντική ασάφεια: Κριτική για την παράσταση «Ο Λάμπρος» της Σοφίας Μαραθάκη Facebook Twitter
Φωτο: Andrea Bonetti


Ελάχιστα σημεία ερεθίζουν τη φαντασία και, αν πρόκειται να πορευτούμε καθαρά με τη δύναμη του λόγου, ούτε αυτός μας μαγνητίζει, εφόσον κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε τη μέγιστη ικανότητα επικοινωνίας των ηθοποιών με το κοινό, πράγμα που εδώ δεν επιτυγχάνεται. Τι σημαίνει «απόσπασμα» και τι «νόθος»; Πώς εξερευνώνται οι έννοιες αυτές σε σκηνικό, ερμηνευτικό ή μουσικό επίπεδο;


Η απόδοση της ποίησης με θεατρικούς όρους συνιστά άθλο, εφόσον, ως γνωστόν, δεν είναι αυτός ο αρχικός της προορισμός. Μονάχα η ορμή, το πάθος και η μεγάλη ευκρίνεια ενός προσωπικού σκηνοθετικού οράματος μπορούν να φέρουν εις πέρας μια τόσο δύσκολη αποστολή. Τα στοιχεία αυτά απουσιάζουν από την εν λόγω παράσταση, η οποία κινείται σε ένα χλιαρό μεταίχμιο, χάνεται σε μια ρομαντική ασάφεια.

1. Kωστής Παλαμάς, «Διονύσιος Σολωμός», εκδόσεις Εστία, 1981

2. Andrew Allport, «The romantic fragment poem and the performance of form»

 

Ρομαντική ασάφεια: Κριτική για την παράσταση «Ο Λάμπρος» της Σοφίας Μαραθάκη Facebook Twitter
Φωτο: Andrea Bonetti

 

Διονύσιος Σολωμός

Ο Λάμπρος

Σκηνοθεσία: Σοφία Μαραθάκη

Πρωταγωνιστούν: Λήδα Κουτσοδασκάλου, Σοφία Μαραθάκη, Γιώργος Σύρμας

Μουσικός επί σκηνής: Βασίλης Τζαβάρας

Σκηνικό-Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης

Μουσική: Βασίλης Τζαβάρας

Έως 19/1

Θέατρο του Νέου Κόσμου

Κάτω Χώρος, Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Φιξ, 210 9212900

Πέμ. 21:15, Παρ. 21:15, Σάβ. 21:15, Κυρ. 18:30,

Εισ.: 10-15 ευρώ

 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Οι «Τρεις Αδελφές» του Δημήτρη Καραντζά μεγάλωσαν κι ακόμα νοσταλγούν το παρελθόν

Θέατρο / Οι «Τρεις Αδελφές» του Δημήτρη Καραντζά μεγάλωσαν κι ακόμα νοσταλγούν το παρελθόν

Ο ταλαντούχος και παραγωγικός σκηνοθέτης επιλέγει τον αγαπημένο του Τσέχοφ για να ανοίξει μια νέα δεκαετία δημιουργίας, λίγο πριν κατασταλάξει σε έναν νέο, δικό του θεατρικό χώρο.
ΠΡΩΤΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ
Πρώτες εικόνες από την «Εξημέρωση»: Οι δημιουργοί Δημοσθένης Παπαμάρκος και Γεωργία Μαυραγάνη μιλούν στη LIFO

Θέατρο / Πρώτες εικόνες από την «Εξημέρωση»: Οι δημιουργοί Δημοσθένης Παπαμάρκος και Γεωργία Μαυραγάνη μιλούν στη LIFO

Προσφυγικό, θάνατος, πένθος γίνονται ένα παιχνίδι σκιών και ήχων στο πρώτο θεατρικό έργο του συγγραφέα του Γκιακ και μιας από τις πιο ταλαντούχες νέες σκηνοθέτιδες του θεάτρου.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ