«Χαρές και άνθρωποι». Ένα καλοκαιρινό διήγημα του Αλέξη Σταμάτη για τη LiFO

«Χαρές και άνθρωποι». Ένα καλοκαιρινό διήγημα του Αλέξη Σταμάτη για τη LiFO Facebook Twitter
Εικονογράφηση: Γιώργος Γούσης / LIFO
0

«Are you going to Paros?», από την διπλανή καρέκλα. Eύσωμος νεαρός με φαρδείς ώμους και γερακίσιο προφίλ, από το Βερολίνο, σπουδάζει σινεμά. Έχει εμφανή διάθεση για κουβέντα, ή μάλλον για μονόλογο. Τον αγνοεί. Πάει στην τουαλέτα του πλοίου, βγάζει το μπουκαλάκι και πίνει μονορούφι τέσσερις μεγάλες γουλιές. Κοιτάζεται στον καθρέφτη και χαμογελά στα πρησμένα του μάτια.

Ο καταπέλτης κατεβαίνει. Μικρά φωτάκια λάμπουν. Πατάει το πόδι του στην Παροικιά, με τον απαλό ήχο της θάλασσας να κυματίζει. Προσέχει τις κανονικότητες των χτισμένων όγκων, τα εκατοντάδες φώτα που φωσφορίζουν, και, κάτω από τ' αστέρια της καλοκαιρινής νύχτας νιώθει να μετεωρίζεται ανάμεσα στον νωπό αέρα και στο αγριεμένο χώμα που πατά.

Ύστερα από λίγο, ξαπλωμένος στο κρεβάτι - βλέμμα στο παράθυρο που 'ναι καλυμμένο με γκρι κόλλες και μονωτική ταινία. Εκείνος το 'χει καλύψει. Νιώθει πρωτόζωο σε δοκιμαστικό σωλήνα, υπερβολικά μικρός, μύκητας, ένας θανατηφόρος ιός που πρέπει να απομονωθεί σ' ένα δοχείο, σ' ένα κουτί. Ένα σφραγισμένο κουτί: ο χώρος του.

Το μπαράκι στη Νάουσα είναι μικρό, νοικοκυρεμένο, με δύο μπλε σιδερένια τραπέζια στον πλακόστρωτο δρόμο. Στο ένα κάθεται εκείνος κι η ιδιοκτήτρια. Στο άλλο, ένας ογδοντάρης ομορφάντρας με πελαγίσια μάτια, παλιός πρόεδρος της κοινότητας, και μια κοπέλα.

«Μου αρέσουν τα ταξίδια, είναι ο καλύτερος τρόπος να ζει κανείς», του λέει. Νεύει συγκατανευτικά και τραβούν προς το μικρό του δωμάτιο.

Εκείνος, λευκό πουκάμισο με ασημένια κουμπιά, μαύρο τζιν, αθλητικά παπούτσια, αξύριστος, μπροστά η Σέρκοβα. Με πορτοκάλι τώρα. Εκείνη, μαύρο μακό, εφαρμοστό παντελόνι, καστανή, μάτια γκριζοπράσινα, μύτη γαλλική. Ήταν δώδεκα και μισή περίπου όταν τα βλέμματά τους συναντήθηκαν, εξερευνητικά κι αμήχανα. Και οι δύο ένιωσαν μια αναπάντεχη βία. Μια ακαριαία σύλληψη του Άλλου, μια στιγμιαία βιοψία της εικόνας του. Μέσω της Λίνας, τους κάλεσε στο τραπέζι του. Οι συστάσεις έγιναν ευγενικά και με μιαν αταίριαστη για τις περιστάσεις επισημότητα. Την κέρασε ποτό, της άναψε τσιγάρο. Ήξερε να φέρεται.

Μουσική στη διαπασών με ήχους στακάτους, ν' αντηχούν οι τοίχοι -ως επί το πλείστον γυμνοί και μόνο μικρές γωνιές με κοσμήματα από κόκαλα ψαριών κόντρα στον ρυθμό- αυτά κειμήλια, συμπαγή, αιώνια κι ο ήχος μια περιδίνηση, ένα μείγμα ανατολής και δύσης να ξεσπά στο κορμί της κι εκείνη να λικνίζεται με πάθος και να ξεχνά μέσα στο κόκκινο μυαλό της το πού βρίσκεται, να ξεχνά και τον Μ. και τα επτά χρόνια της σχέσης τους και να ταξιδεύει με φώτα πορείας που αλλάζουν από το μπλε στο κίτρινο σε τρελές λεωφόρους, να χορεύει μόνη της στην πίστα, όλοι να την κοιτούν κι η Κεντρική Ευρώπη να ξεβγάζεται δίχως ντροπή από μέσα της τέσσερις η ώρα ξημερώματα σ' ένα ελληνικό νησί.

Εκείνος κρατά ένα ματσάκι γιασεμί, το βάζει στο πουκάμισό του να απομαραθεί. Μέσα του, αντίθετα στο χαοτικό τέμπο, τραγουδάει μελωδικά. Είναι ένα τραγούδι λυπητερό, γλυκό σαν άνθος.

Φεύγουν από το κλαμπ κατά τις έξι. Καθώς περπατούν χέρι-χέρι στο μικρό λιμανάκι, σκύβει και τη φιλάει. Εκείνη ανταποκρίνεται αμέσως. Προσπαθεί να απομονώσει το αίσθημα που τον ακολουθούσε όλο το βράδυ -κάτι σαν παρενέργεια από ένα βαρύ εμβόλιο- και να συγκεντρωθεί στο μισάνοιχτο στόμα, στα γκριζοπράσινα μάτια. Πάει να μιλήσει και σκέφτεται πως δεν θα είναι αυτός που θα πει ό,τι θα πει. Ξάφνου, εκείνη λέει: «Ναι, καταλαβαίνω, δεν πειράζει, συμβαίνει». Και τότε κάνει μια σοφή επιλογή. Επιτρέπει στο οινόπνευμα να συμφιλιωθεί με το πνεύμα, διατάζει ανακωχή στα εμπλεκόμενα κύτταρα, ανακηρύσσει την κατάστασή του ένα ιδιότυπο υπηρεσιακό καθεστώς κι αποφασίζει πως το υπόλοιπο της νύχτας θα βιωθεί μέσα απ' αυτό το τεχνητό moratorium, μέσα απ' αυτή την ιδιότυπη συμμαχία.

«Μου αρέσουν τα ταξίδια, είναι ο καλύτερος τρόπος να ζει κανείς», του λέει. Νεύει συγκατανευτικά και τραβούν προς το μικρό του δωμάτιο.

Ανοίγει τα μάτια. Ζεσταίνεται. Είναι μεσημέρι. Απλώνει το χέρι να την αγκαλιάσει. Έχει φύγει.

Ετοιμάζεται για τη Λάγγερη, την παραλία. Κατεβαίνοντας, στα μισά της σκάλας πέφτει πάνω της. Αν ερχόταν δύο λεπτά αργότερα, δεν θα είχαν συναντηθεί. Σε λίγο, καβάλα σ' ένα νοικιασμένο παπάκι την αγκαλιάζει από πίσω. Το τοπίο περνάει από μπροστά του πανέμορφο κι αυτός βλέπει το πίσω μέρος του αυτιού, τα ξέπλεκα μαλλιά, την άκρη του στήθους.

Το μεσημέρι τον καλεί να φάνε στου «Μπαρμπαρόσα» παρέα με ένα φιλικό της ζευγάρι. Ο John και η Diana, μεσήλικες Αμερικανοί, στο νησί εδώ και μια δεκαπενταετία. Τον Οκτώβριο θα φύγουν για τρία χρόνια στην Αμερική, «να μαζέψουν αύρα Ατλαντικού». Αναρωτιέται τι κοινό μπορεί να έχει εκείνη μ' αυτούς τους ανθρώπους καθώς την βλέπει απορροφημένη, εκστατική, ν' ακούει για καρμικές αύρες, για ζώδια, για βουδισμό, ζεν και αποκρυφισμό, αναμεμειγμένα με πραγματιστική φιλοσοφία, με πλάνα για εξοικονόμηση χρήματος, συστάσεις εταιρειών, άυλους τίτλους και ομόλογα, κι αισθάνεται -τι ειρωνεία, αυτός από όλους τους ανθρώπους- πως πρέπει να την προστατεύσει, να της ανοίξει τα μάτια.

Τρίτη και τελευταία μέρα. Πρωινό στο λιμανάκι. Μια ομελέτα ο καθένας και ζεστός καφές. Στενοχωριέται που πρέπει να φύγει. Του κάνει σχεδιάγραμμα πώς θα τη βρει στο αεροδρόμιο (τι οργάνωση -κεντροευρωπαϊκή αγωγή σκέφτεται-, και κρατά το χαρτάκι για σουβενίρ) σε μια βδομάδα που θα περνάει από το «Ελ. Βελ.» να φύγει για Βιέννη. Θα 'χει δύο ώρες κενό μεταξύ των πτήσεων. Της υπόσχεται να 'ρθει. Δεν θα πάει. Θα φοβηθεί.

Τη συνοδεύει στο πλοίο. Βλέπει την πλάτη της ηλιοκαμένη να χάνεται στο ανέβασμα του καταπέλτη. Επιστρέφοντας, έχει αφήσει πίσω του δύο σχεδόν ακατανόητες χαρές. Τη μια, τη δική του, τη χτεσινή, την έχει αφήσει στο δωμάτιο προσεκτικά διπλωμένη να μυρίζει το γιασεμί που αποξεράθηκε, γιατί είναι η χαρά εκείνη που δεν ξέρει να διαπραγματευτεί, επειδή δεν ξέρει από πού πηγάζει, δεν μπορεί ακόμη να ξέρει, και την άλλη, τη δική της χαρά, απλά την αγνοεί, γιατί ακόμη δεν είναι σε θέση να καταλαβαίνει χαρές και άνθρωποι μαζί τι σημαίνουν.

Πρώτη δημοσίευση στην έντυπη LiFO τον Ιούλιο του 2010

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Πολυτεχνείο - Ένα παραμύθι που δεν λέει παραμύθια»

Βιβλίο / Το Πολυτεχνείο έγινε κόμικ: Μια νέα έκδοση για μια μονίμως επίκαιρη εξέγερση

Παραμονές της φετινής επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι εκδόσεις Red ‘n’ Noir κυκλοφόρησαν ένα έξοχο κόμικ αφιερωμένο σε αυτή, που το υπογράφουν ο συγγραφέας Γιώργος Κτενάς και ο σκιτσογράφος John Antono.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τον Μάλκολμ Λόουρι και το «Κάτω από το ηφαίστειο»

Βιβλίο / Το μεγαλόπνοο «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι, μια προφητεία για την αποσύνθεση του κόσμου

Οι αναλογίες μεταξύ του μυθιστορηματικού βίου του Βρετανού συγγραφέα και του κορυφαίου έργου του είναι παραπάνω από δραματικές, όπως και αυτές μεταξύ της υπαρξιακής πτώσης του και του σημερινού, αδιέξοδου κόσμου.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Βιβλίο / Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Στο νέο του βιβλίο, «Ψέματα που μας έμαθαν για αλήθειες», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο Νικόλας Σμυρνάκης καταρρίπτει 23 μύθους που μας καταπιέζουν, βοηθώντας μας να ζήσουμε ουσιαστικότερα.
ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Βιβλίο / Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον γνωστό δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω και συγγραφέα με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ΛΟΑΤΚΙ + Δικαιώματα & Ελευθερίες (εκδ. Σάκκουλα), ένα μνημειώδες όσο και πολύτιμο βοήθημα για κάθε ενδιαφερόμενο άτομο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ