Η ΓΝΩΣΤΗ ΦΡΑΣΗ ΤΟΥ Mάρσαλ Mακλούαν «το μέσο είναι το μήνυμα» αποτέλεσε, και αποτελεί, ένα πολύ σημαντικό ρητό για την κατανόηση της σημασίας της τεχνολογίας στο σύγχρονο κόσμο. Ο διάσημος τη δεκαετία του 1960 Καναδός επικοινωνιολόγος πρώτος απ’ όλους μάς προέτρεψε να κατανοήσουμε τις μεγάλες κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές αλλαγές, όχι μέσα από το περιεχόμενο των πραγμάτων, όχι τόσο μέσα από τις οικονομικές τους διαστάσεις, αλλά με βάση τη δύναμη της τεχνολογίας, τη νέα λογική που αυτή επιφέρει κάθε φορά.
Όσο κι αν αυτή η ρήση στην εποχή της 5ης Βιομηχανικής Επανάστασης φαντάζει κάπως αυτονόητη, η συνειδητοποίηση της δύναμης της τεχνολογίας δεν ήταν δεδομένη, τουλάχιστον όχι στην Ελλάδα, και ειδικά στο πολιτικό της σύστημα.
Η «ειρηνική» επανάσταση που έχει δρομολογηθεί στην Ελλάδα, παράλληλα με το ξέσπασμα της πανδημίας, έχει να κάνει με μια τεράστια, αν και αρκετά αθόρυβη μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση.
Ποιος μπορούσε να φανταστεί πριν από λίγα χρόνια ότι θα μπορούσε να οργανωθεί τόσο καλά μια γιγαντιαία επιχείρηση όπως ο εμβολιασμός κατά του Covid-19 μέσα από τις γραφειοκρατικές συμπληγάδες του ελληνικού Δημοσίου; Ποιος θα ονειρευόταν ότι το ελληνικό κράτος θα έβρισκε και θα καλούσε από μόνο του τις πιο ευπαθείς ομάδες στις πρώτες φάσεις του εμβολιασμού, χωρίς αυτές να χρειαστεί να παρακαλέσουν ή να επικαλεστούν κάποιο βύσμα; Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί δημόσιους υπαλλήλους στην Ελλάδα, σε μεγάλο βαθμό απενοχοποιημένους από τον καταναγκασμό της πολλαπλής σφραγίδας, να παίρνουν πρωτοβουλίες, να κινούνται απλά και ευέλικτα, να κάνουν πολύ πιο γρήγορα και αποτελεσματικά –και ναι, ακόμη και με χαμόγελο– τη δουλειά τους;
Οι έννοιες της κοινωνικότητας, της ψυχαγωγίας και της εκπαίδευσης μπαίνουν σε εντελώς νέες βάσεις κι αυτό δημιουργεί ανησυχίες ή και δυσαρέσκειες, πολλές φορές εύλογες. Όμως στην περίπτωση της κρατικής λειτουργίας και της σχέσης της με τον πολίτη λίγα πράγματα μπορούν να ειπωθούν για τη μεταβολή που φέρνει η τεχνολογία.
Τα πράγματα πρέπει να λέγονται ορισμένες φορές με το όνομά τους: χωρίς τις πρωτοβουλίες και την ταχύτητα λειτουργίας του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης υπό την ηγεσία του Κυριάκου Πιερρακάκη, ενός ανθρώπου που γνωρίζει και κατανοεί σε βάθος τη δύναμη της ψηφιακής τεχνολογίας, όλα αυτά θα παρέμεναν ένα απατηλό όνειρο.
Αυτό συμπαρέσυρε σε μεγάλο βαθμό τις δομές όλων των υπουργείων, ώστε να κινηθούν προς τη σωτήρια τεχνολογική λύση, τη στιγμή που πλησίαζε ένα πρωτοφανές αδιέξοδο λόγω της πανδημίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το υπουργείο Παιδείας και η μετεξέλιξη όλων των βαθμίδων σε εξ αποστάσεως εκπαιδευτικές μονάδες μέσα σε ελάχιστες μέρες.
Χρόνια ατελείωτα η ρητορεία περί διοικητικής μεταρρύθμισης ακουγόταν από πολιτικά χείλη. Ελάχιστα πράγματα συνέβησαν στο παρελθόν όμως. Η «επανίδρυση του κράτους», που πολλοί εξήγγελλαν με τυμπανοκρουσίες, είτε έμπαινε στο συρτάρι είτε, ακόμη χειρότερα, σηματοδοτούσε την εισβολή των «δικών μας παιδιών» σε αυτό.
Εδώ και πάνω από έναν χρόνο έχει δρομολογηθεί μια απροσδόκητη μεταρρύθμιση, χωρίς να πάρει κάποιο ιδεολογικό πρόσημο, χωρίς να βγουν μανιφέστα και παράτες στο Ζάππειο, χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουμε. Η διακυβέρνηση της χώρας πέρασε με ταχύτατους ρυθμούς, λόγω της έκτακτης ανάγκης που επέβαλε η πανδημία, στην ψηφιακή εποχή, σε μια νέα σχέση κράτους-πολίτη, χωρίς να ανοίξει μύτη.
Είναι ενδιαφέρον ότι ακόμα και η αντιπολίτευση δεν έχει σχεδόν τίποτα να προσάψει σε όλη αυτή την ψηφιακή μεταμόρφωση που πραγματοποιείται στη δημόσια διοίκηση – και πολύ καλά κάνει.
Αν και υπάρχει πάντα η (δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη) επιφύλαξη για την παραχώρηση παραπάνω εξουσίας στην «τεχνολογία», αν και πλανάται πάντα το φάντασμα του «Μεγάλου Αδελφού», που πολλοί φοβούνται ότι θα καταστρατηγήσει τα δικαιώματά τους (και που πράγματι πρέπει πάντα να διασφαλίζονται), αν και πολλοί πολιτικοκοινωνικοί χώροι βλέπουν την ψηφιοποίηση ως συνώνυμο του «τεχνοφασισμού» ή της «βιοεξουσίας», το μικρό αναπάντεχο θαύμα που συμβαίνει στην ελληνική δημόσια διοίκηση δεν ξεσηκώνει αντιδράσεις.
Άλλωστε, η διατήρηση κριτικής στάσης απέναντι στην επέλαση της τεχνολογικοποίησης της κοινωνικής ζωής δεν είναι εξαρχής προβληματική. Ειδικά όταν αυτή αναφέρεται σε εργασιακές αλλαγές που προκύπτουν ξαφνικά και οδηγούν σε ανεργία ή ακόμα και στην απώλεια του «δημόσιου χώρου» της εργασίας, υπάρχουν πολλά να ειπωθούν.
Οι έννοιες της κοινωνικότητας, της ψυχαγωγίας και της εκπαίδευσης μπαίνουν σε εντελώς νέες βάσεις κι αυτό δημιουργεί ανησυχίες ή και δυσαρέσκειες, πολλές φορές εύλογες. Όμως στην περίπτωση της κρατικής λειτουργίας και της σχέσης της με τον πολίτη λίγα πράγματα μπορούν να ειπωθούν για τη μεταβολή που φέρνει η τεχνολογία.
Ο Mακλούαν δεν ήταν αφελής να πιστεύει ότι η τεχνολογία θα μας έφερνε σε έναν επίγειο παράδεισο. Αντίθετα, μας κάλεσε να δούμε πώς η εξουσία αλλάζει χέρια ανάλογα με τη φύση της και γενικά πώς μας οδηγεί σε μεγαλύτερο εκδημοκρατισμό, παρά τις όποιες παρενέργειές της.
Στη σημερινή συγκυρία, η εξουσία, από τους κυριαρχικούς μεσάζοντες της δημόσιας διοίκησης και τη ρουσφετολογική πρακτική, από αυτήν τη συνεχή παραπομπή του πολίτη στον επόμενο «ανευθυνοπεύθυνο» υπάλληλο –που τόσο συχνά σατιριζόταν στην ελληνική επιθεώρηση–, περνάει στους ειδικούς της ψηφιακής τεχνολογίας και στην απρόσωπη, αλλά αδιαμεσολάβητη (δηλαδή άμεση) σχέση του πολίτη με το ζητούμενο.
Κάτι ανάλογο συνέβη με την προτεσταντική μεταρρύθμιση και την τυπογραφία. Τότε καταργήθηκε οι αναγκαιότητα του ιερέα, του «διαμεσολαβητή» του Θεού, ο καθένας μπορούσε να κατανοήσει τις επιταγές του, διαβάζοντας μόνος τα μεταφρασμένα θρησκευτικά κείμενα. Τώρα καταργείται η καφκική εξουσία κάθε γραφειοκράτη, ο καθένας μπορεί να επικοινωνήσει απευθείας με το «κράτος», με την υπηρεσία που τον αφορά.
Οι συνέπειες αυτής της αλλαγής που εξελίσσεται δεν μπορούν ακόμη να προβλεφθούν. Η πατερναλιστική εξουσία του κράτους φαίνεται να μπαίνει επιτέλους στο περιθώριο. Το κράτος, ως λειτουργική «μηχανή», φαντάζει σαν μια ορατή πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που υπόσχεται να μας απομακρύνει από τη μακρόχρονη παράδοση της αυθαίρετης δυσλειτουργίας του κρατισμού και να μας φέρει πιο κοντά σε ένα σύγχρονο κράτος πρόνοιας που θα μας ενημερώνει/προτρέπει ακόμη και για το πότε πρέπει να κάνουμε τσεκάπ! Το «μέσο είναι το μήνυμα» και στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι φορέας μια νέας ηθικής. Της «ηθικής της φροντίδας» που τόσο θα χρειαστεί στην εποχή της πολλαπλής διακινδύνευσης που ζούμε.