«Σχολείο Γυναικών»: Καλοδουλεμένη παράσταση, αλλά η πλήξη καραδοκεί

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Τι γίνεται με τα έργα που δεν έχουν υπερχρονική θεματική και των οποίων η ποιητική γλώσσα, εξ ανάγκης παραποιημένη από τον μεταφραστή, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός για τη σκηνική προσέγγισή του; Φωτ.: Γιώργος Σανταμούρης
0

Τον Φεβρουάριο του 1662 ο Μολιέρος, στα σαράντα του, παντρεύεται τη 17χρονη Αρμάντ Μπεζάρ, κόρη της Μαντλέν Μπεζάρ (και αγνώστου πατρός), πρωταγωνίστριας και βασικού στελέχους του θιάσου του. Ο ίδιος είχε φροντίσει για την ανατροφή και την εκπαίδευσή της – οι εχθροί του διέδιδαν ότι ήταν κόρη του. Ο Μολιέρος την ερωτεύτηκε, εκείνη όχι.

Τέλη Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου ο Μολιέρος παρουσιάζει στο Palais Royal το «Σχολείο Γυναικών» με πρωταγωνίστρια την Αρμάντ. Κεντρικός ήρωας είναι ο Αρνόλφος, στα σαράντα του κι αυτός, αρνητής του γάμου ως τότε, προκειμένου να αποφύγει τη γελοιοποίηση από τις βέβαιες απιστίες της (όποιας) συζύγου. Εκείνος δεν θα την πατήσει, φρόντισε να «δημιουργήσει» την ιδανική σύντροφο, την ανατροφή της οποίας ανέλαβε απ’ όταν ήταν κοριτσάκι τεσσάρων ετών. Είχε δώσει οδηγίες για τη «σωστή» εκπαίδευσή της στο μοναστήρι που την έκλεισε: να την κρατήσουν μακριά από γνώσεις που θα καλλιεργούσαν το πνεύμα της – καλύτερα αμαθής και αφελής, ώστε εκείνος να μπορεί να χειραγωγεί τον ενήλικο βίο της. Τώρα ετοιμάζεται να την παντρευτεί, χωρίς να περνά από το μυαλό του η ύβρις που έχει διαπράξει και για την οποία μέχρι το τέλος του έργου θα τιμωρηθεί: στα δεκάξι της, η Αγνή, ανίδεη, ανύποπτη, «καθαρή» από κοινωνικές συμβάσεις, ερωτεύεται τον πρώτο νέο που τη φλερτάρει. Αντί για την ιδανική σύζυγο, δημιούργησε την τέλεια αντίπαλο. 

Για ακόμη μία φορά το πρωτότυπο έργο γίνεται πεδίο επίδειξης της σκηνοθετικής virtuosité. Εξού και το ερώτημα που ευλόγως προκύπτει: μήπως δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να παρουσιαστούν επί σκηνής έργα πολύ σημαντικών συγγραφέων, πολύτιμα μεν για την ιστορία του θεάτρου και ως έμμεση ιστορική μαρτυρία για την εποχή τους, αλλά σήμερα θεματολογικώς ξεπερασμένα;  

Γιατί, άραγε, έγραψε αυτό το έργο ο Μολιέρος, εφόσον όσοι τον γνώριζαν θα αναγνώριζαν τις αναλογίες με την προσωπική του ζωή; Όταν μάλιστα ο ίδιος στο έργο δικαιώνει τη φυσική έλξη και τον έρωτα των δύο νέων και όχι την κοινωνική συνθήκη που επιτρέπει την καθόλα αταίριαστη σχέση ενός μεσόκοπου με μια έφηβη; Διακωμωδεί τον ίδιο του τον εαυτό; Ή μήπως η αδιαφορία του για τέτοιου είδους συνδέσεις και οι παραμορφωτικοί καθρέφτες που στήνει κάθε τόσο ενώπιον των θεατών επιβεβαιώνουν ότι δεν έχει ούτε ιερό ούτε όσιο;

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Σανταμούρης

Ο γάμος του Μολιέρου διαλύθηκε τρία χρόνια μετά – η Αρμάντ φαίνεται πως δεν ήταν πιστή. Αλλά μη φανταστείτε ότι ο Αρνόλφος δικαιώθηκε. Στο «Σχολείο Γυναικών» υπερισχύει η άποψη του φίλου του, που λέει (στην απόδοση της Χρύσας Προκοπάκη):

Θαρρείς πως μ’ ειρωνεύεσαι, μα να μιλήσω ευθέως 
χίλια χειρότερα κακά μού προκαλούνε δέος
Σου το 'πα: Το κεράτωμα δεν έχει σημασία·
Το πώς το χειριζόμαστε μετράει στην ουσία. 
Και κάποτε μπορεί κανείς να το ευχηθεί μια στάλα· 
έχει τη νοστιμάδα του κι αυτό, σαν όλα τ’ άλλα. 

Γνωρίζουμε, άλλωστε, ότι ούτε ο Μολιέρος διέκοψε ποτέ τη σχέση του με τη μητέρα της Αρμάντ.

Δεν γίνεται να μη μας ενδιαφέρει το περιβάλλον από το οποίο προέκυψε και στο οποίο απευθύνθηκε το «Σχολείο Γυναικών». Η ιστορικότητά του είναι διττή: συνδέεται αφενός με τη βιογραφία του συγγραφέα του, με το πώς το βίωμα τροφοδοτεί την επινόηση, αφετέρου με την υποδοχή που είχε το έργο από το κοινό του. Γιατί με το «Σχολείο Γυναικών» ξέσπασε ένας ενδοσυγγραφικός πόλεμος που κράτησε έναν χρόνο, με μια σειρά κειμένων και έργων που θίγουν ζητήματα καίρια για την ίδια τη λειτουργία του θεάτρου. Τέσσερις αιώνες μετά εξακολουθούν να μας απασχολούν. 

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Σανταμούρης

Στην επίθεση ηθικολόγων (moralistes) και θεατρικών συγγραφέων με αφορμή το «Σχολείο Γυναικών» ο Μολιέρος βρήκε καλή ευκαιρία να υπερασπιστεί την αξία μιας κωμωδίας πέραν των καθιερωμένων συμβάσεων, μια διαφορετική, τολμηρή διαχείριση της έννοιας του κωμικού, η οποία τα αμέσως επόμενα χρόνια θα οδηγήσει στις αριστουργηματικές «σκοτεινές» κωμωδίες του: τον «Ταρτούφο», τον «Δον Ζουάν», τον «Μισάνθρωπο».

Γράφει, λοιπόν, την «Κριτική του Σχολείου των Γυναικών» (1663), ένα μονόπρακτο στο οποίο τα πρόσωπα συζητούν για την παράσταση που μόλις παρακολούθησαν, το «Σχολείο  Γυναικών»! Οι μεν το καταδικάζουν (τι σόι κωμωδία είναι αυτή;), οι δε το υποστηρίζουν. Είναι ο ρόλος της κωμωδίας διδακτικός; Η αξία ενός έργου κρίνεται από το αν αρέσει στο κοινό; Και αν δεν αρέσει, ποιος φταίει; Το έργο ή το κοινό; Ένα από τα πρόσωπα του έργου λέει: «Αν τα έργα που γράφονται σύμφωνα με τους κανόνες δεν ευχαριστούν το κοινό, και αυτά που το ευχαριστούν δεν ακολουθούν τους κανόνες, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα με τους κανόνες».

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Σανταμούρης
Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Σανταμούρης

Η «Κριτική του Σχολείου των Γυναικών» οδηγεί κατευθείαν σε μια σειρά σκέψεων για την παράσταση του Έκτορα Λυγίζου στην Πειραιώς 260. Ήταν σαφώς μια καλοδουλεμένη σκηνική πρόταση. Ο σκηνοθέτης επενέβη προσεκτικά στο κείμενο: έκοψε τη σκηνή με τον συμβολαιογράφο και μείωσε την έκταση των (πολλών) μονολόγων, κάποτε αντικαθιστώντας τη μία «φωνή» με τρεις. Φρόντισε για τη σωστή ερμηνεία του λόγου από τους ηθοποιούς του και με τις ηχητικές παρεμβάσεις του The Boy δημιουργήθηκε μια παρτιτούρα που απαιτούσε από το σύνολο των ηθοποιών να λειτουργούν σαν ορχήστρα δωματίου. Διαρκώς επί σκηνής, τόνιζαν κάθε τόσο σημεία του λόγου με νότες από τα πνευστά ή χτυπώντας το μεγάλο τύμπανο και τα συμφωνικά πιάτα.

Ωστόσο, οι ρόλοι των υπηρετών, που στην παλαιά κωμωδία είναι βασικοί φορείς του κωμικού, στην παράστασή του δεν ξεχωρίζουν από τους αστούς και τα κοστούμια της Άλκηστης Μάμαλη και, κυρίως, η «εννοιοκρατική» σκηνογραφία της Κλειώς Μπομπότη προκαλούν απορία. Το κέρατο, στην κυριολεκτική και μεταφορική σημασία του, σε κάθε λογής κωνοειδείς παραλλαγές κυριαρχεί στον σκηνικό χώρο: από το τεράστιο ξύλινο κορνέ (το σπίτι στο οποίο είναι περιορισμένη η νεαρή ηρωίδα) μέχρι τους τηλεβόες και τις καμπάνες των πνευστών μουσικών οργάνων. Σύμφωνοι, να ακυρωθεί η αληθοφάνεια, αλλά όχι εμποδίζοντας τους θεατές να συμπληρώσουν με επιτυχία το παζλ της σκηνοθετικής προσέγγισης. 

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Σανταμούρης

Μ’ άλλα λόγια, για ακόμη μία φορά το πρωτότυπο έργο γίνεται πεδίο επίδειξης της σκηνοθετικής virtuosité. Εξού και το ερώτημα που ευλόγως προκύπτει: μήπως δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να παρουσιαστούν επί σκηνής έργα πολύ σημαντικών συγγραφέων, πολύτιμα μεν για την ιστορία του θεάτρου και ως έμμεση ιστορική μαρτυρία για την εποχή τους, αλλά σήμερα θεματολογικώς ξεπερασμένα;  

Τα ήθη έχουν αλλάξει δραματικά από τον δέκατο έβδομο αιώνα και δεν είναι πειστικό το επιχείρημα της αξίας του «Σχολείου Γυναικών» στο πλαίσιο του νεοφεμινιστικού λόγου περί πατριαρχίας. Επιπλέον, εκτός Γαλλίας, το έργο παρουσιάζεται μεταφρασμένο, άρα στερούμαστε και την απόλαυση της γλώσσας του πρωτοτύπου. 

Σκέφτομαι πως ακριβώς η διττή απώλεια του έργου (ως προς την αξία της υπόθεσης και τη γλώσσα του) είναι ο λόγος που το επέλεξε ο Έκτωρ Λυγίζος. Μια ιστορία που δεν έχει να πει κάτι ενδιαφέρον στο σύγχρονο κοινό σε μια «τεχνητή» γλώσσα, όπως είναι ο ομοιοκατάληκτος δεκαπεντασύλλαβος της Χρύσας Προκοπάκη, αυτομάτως μετακινεί το ενδιαφέρον από το έργο στη σκηνοθετική προσέγγιση. Σε τέτοιες περιπτώσεις η σκηνοθετική δραματουργία επιβάλλεται στην πρωτότυπη (εδώ μολιερική) δραματουργία και ακόμη κι αν αυθαιρετεί, ουδείς μπορεί να προβάλει σοβαρό αντίλογο. Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει τον Δημήτρη Δημητριάδη (από την πλευρά του συγγραφέα), μετά την πρόσφατη ενδιαφέρουσα παρέμβασή του για το «Τέλος της σκηνοθεσίας». Τι γίνεται με τα έργα που δεν έχουν υπερχρονική θεματική και των οποίων η ποιητική γλώσσα, εξ ανάγκης παραποιημένη από τον μεταφραστή, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός για τη σκηνική προσέγγισή του;

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Μιχάλης Κλουκίνας

Αξιέπαινη πράγματι η έμμετρη ομοιοκατάληκτη απόδοση του «Σχολείου Γυναικών» από τη Χρύσα Προκοπάκη, αλλά ήδη από την παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή (2004) η κριτική είχε επισημάνει την «μποστική» διάστασή της. Ακούς, για παράδειγμα, τον Αρνόλφο να λέει:

«Χωρίς τις νουθεσίες μου, γραμμή, λόγω αφελείας / εβάδιζες εις την οδόν, Αγνή, της απωλείας» και «Πώς άντεξε η προδότισσα έτσι να με κοιτάξει!/ Καθόλου δεν ταράζεται μ’  όσα φριχτά έχει πράξει» και σκέφτεσαι «Μην είναι “Φαύστα”; Μην είναι “Μήδεια”;». Αν τώρα αναλογιστεί κάποιος την ιδεολογία πίσω από την κατασκευασμένη ιδιόλεκτο του Μποστ, καταλήγει ότι μια απόδοση των μολιερικών στίχων που θυμίζει τη σατιρική γλώσσα του αποτελεί βίαιη επέμβαση στην ποίηση του πρωτοτύπου. Και δεν είμαι διόλου σίγουρη κατά πόσο εξυπηρετεί την ανάδειξη της μουσικότητας του λόγου, που σταθερά ενδιαφέρει τον Λυγίζο.

Τον Βογιατζή και την παράστασή του ανακαλεί και ο τρόπος που ο Έκτωρ Λυγίζος ερμηνεύει τον ρόλο (όπως ο Βογιατζής, εκτός από τη σκηνοθεσία, ανέλαβε και τον ρόλο του Αρνόλφου). Όπως και το δέσιμο και οι καλές ερμηνείες από το σύνολο των ερμηνευτών (Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Γιάννης Κλίνης, Σοφία Κόκκαλη, Έκτορας Λυγίζος, Άρης Μπαλής, The Boy, Εύα Βλασσοπούλου). Αναγνωρίζω τη συνέπεια με την οποία προχωράει τη σκηνοθετική δουλειά του από έργο σε έργο μέσα από διαφορετικά έργα και είδη. Διακρίνω το νήμα που συνδέει το «Roomservice» με το «Σώσε» και το «Σχολείο Γυναικών», αλλά όχι το ενδιαφέρον που οφείλει στον έτερο πόλο που ορίζει, ως αναγκαίος όρος, τη σκηνική τέχνη: το κοινό. H πλήξη καραδοκεί όταν η σχέση έργου και σκηνοθετικής δραματουργίας είναι άνιση. Ας ξαναδιαβάσουμε την «Κριτική για το Σχολείο Γυναικών». Ο διάλογος συνεχίζεται.

Σχολείο Γυναικών Facebook Twitter
Φωτ.: Μιχάλης Κλουκίνας
Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ένας Έλληνας και μια Τουρκάλα ιδρύουν τη «Δημοκρατία του Μπακλαβά»

Θέατρο / Ένας Έλληνας και μια Τουρκάλα ιδρύουν τη «Δημοκρατία του Μπακλαβά»

Ένα μεικτό ζευγάρι, ένας Έλληνας και μια Τουρκάλα, αποφασίζουν να ιδρύσουν το δικό τους έθνος-κράτος στο σπίτι τους, στο έργο του Ανέστη Αζά που παρουσιάζεται για λίγες ακόμα παραστάσεις στο Αμφι-Θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το Δάσος» της Σοφίας Μαραθάκη: Ο Καναδάς είναι μακριά

Κριτική / Κριτική για «Το Δάσος» της Σοφίας Μαραθάκη: Ο Καναδάς είναι μακριά

Κριτική για την παράσταση «Το Δάσος», που αποτελεί θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος «Άνθρωποι του δάσους» της Άννυ Πρου, σε σκηνοθεσία Σοφίας Μαραθάκη, και παρουσιάστηκε στην Πειραιώς 260, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ
 Εθνικό ντεφιλέ: η Ελληνική ιστορία μέσα από την εξέλιξη του εθνικού ενδύματος

Ματίνα Καλτάκη / Εθνικό ντεφιλέ: Η ελληνική ιστορία μέσα από την εξέλιξη του εθνικού ενδύματος

To «Εθνικό Ντεφιλέ» του Παντελή Φλατσούση είναι η πρώτη για την ώρα αξιόλογη σκηνική πρόταση που συνδέεται με την επέτειο των διακοσίων χρόνων από την ελληνική εθνεγερσία.
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Οι δυο Ιφιγένειες του Ντμίτρι Τσερνιακόφ

Όπερα / Οι δυο βραβευμένες Ιφιγένειες του Ντμίτρι Τσερνιακόφ ανεβαίνουν σε περίοδο πολέμου

Λίγο πριν σηκωθεί η αυλαία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για τις δύο εμβληματικές όπερες του Γκλουκ, ο σημαντικός Ρώσος σκηνοθέτης εξηγεί τις σύγχρονες παραμέτρους της θυσίας της αρχαίας τραγικής ηρωίδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ήμουν το νο. 7 από τους 100 άντρες που χώρισε η Γουλιώτη στη Στέγη

Θέατρο / Ήμουν το νο. 7 από τους 100 άντρες που χώρισε η Γουλιώτη στη Στέγη

Περίπου στις 17:30 το απόγευμα του Σαββάτου τόλμησα να ανέβω στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση για να συμμετάσχω σε έναν αδιανόητο 24ωρο θεατρικό μαραθώνιο, πλάι στο θηρίο υποκριτικής που ονομάζεται Στεφανία Γουλιώτη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Στο Σώμα της

Θέατρο / Ένα έργο στο Εθνικό Θέατρο για την περίοδο, την εμμηνόπαυση, την κλειτορίδα και τον γυναικείο αυνανισμό

Μαζί με άλλες 22 γυναίκες, η Ελένη Ευθυμίου, η Σοφία Ευτυχιάδου και η Νεφέλη Μαϊστράλη ανεβάζουν ένα έργο για ζητήματα που θεωρητικά μπορούν να συζητηθούν ανοιχτά, αλλά στην πραγματικότητα όχι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Σπύρος Παπαδόπουλος: «Δεν μου αρέσει να φαίνομαι, κι ας κατέληξα να παίζω μπροστά σε κόσμο»

Θέατρο / Σπύρος Παπαδόπουλος: «Δεν μου αρέσει να φαίνομαι, κι ας κατέληξα να παίζω μπροστά σε κόσμο»

Παρά τις προσπάθειές του να το αποφύγει, μια σειρά από συμπτώσεις τον οδήγησε στο θέατρο. Οι «Απαράδεκτοι» δεν συνεχίστηκαν λόγω δικής του απόφασης, το «Στην υγειά μας, ρε παιδιά» σταμάτησε όταν κουράστηκε ψυχολογικά. Ο δημοφιλής κωμικός ηθοποιός είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Οι θρυλικοί Trocks στην Αθήνα για την επέτειο των 50 χρόνων της ομάδας τους

Χορός / Trocks: Η θρυλική και διαφορετική ομάδα μπαλέτου έρχεται στην Αθήνα

Άντρες χορευτές ντυμένοι με τουτού και πουέντ ερμηνεύουν μεγάλα κλασικά αλλά και μοντέρνα μπαλέτα, παρωδώντας τις πολύπλοκες χορογραφίες και τις παραξενιές των μπαλαρίνων της παλιάς, αλλά και της νέας, εποχής.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιώργος Καραμίχος: Αν δεν εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, αρρωσταίνουμε 

Θέατρο / Γιώργος Καραμίχος: «Αν δεν εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, αρρωσταίνουμε»

Στο θέατρο υποδύεται έναν συγγραφέα που επιστρέφει στον τόπο του για να δηλώσει ανοιχτά την ταυτότητά του στην οικογένειά του. Θα αλλάξει η ζωή και η πορεία των ανθρώπων που αγαπά;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Alvin Ailey: Ο συναρπαστικός καλλιτέχνης που άλλαξε για πάντα τον σύγχρονο χορό

Χορός / Alvin Ailey: Ο συναρπαστικός καλλιτέχνης που άλλαξε για πάντα τον σύγχρονο χορό

Η ζωή, το έργο και η κληρονομιά του Alvin Ailey, του πρώτου μαύρου χορογράφου σύγχρονου χορού, παρουσιάζονται στην πρώτη μεγάλης κλίμακας μουσειακή έκθεση προς τιμήν του στο Whitney Museum of American Art.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ