Όλα ξεκίνησαν από μια ιδέα του σημαντικού συνθέτη και μια ανάθεση του Μεγάρου για μια όπερα με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Η σύγχρονη όπερα Ελπίς Πατρίδος του Γιώργου Κουρουπού αποτελείται από δεκατέσσερις σκηνές και τον επίλογο και επικεντρώνεται στην περίοδο πριν από το ξέσπασμα της Επανάστασης, κατά τη διάρκεια της ιδεολογικής προετοιμασίας. Με φόντο μια ταραγμένη εποχή, όπου υπό την επιρροή του Διαφωτισμού σύντομα θα ξεσπούσαν κι άλλα απελευθερωτικά κινήματα ανά την Ευρώπη, η Ιουλίτα Ηλιοπούλου που υπογράφει το λιμπρέτο βασίστηκε σε ιστορικές πηγές και πρωτότυπα κείμενα όπως η Ελληνική Νομαρχία του 1806 και ο Όρκος των Φιλικών, τοποθετώντας τη δράση του έργου της σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Ξεκινάει από το σήμερα, με έναν μελετητή που, διαβάζοντας σε μια βιβλιοθήκη, έχει βυθιστεί στα κείμενα αυτά και αποκοιμιέται. Ξαφνικά μεταφέρεται στους τόπους όπου έδρασαν εμβληματικές προσωπικότητες, οι οποίες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην περίοδο εκείνη, και γίνεται μάρτυρας ιστορικών γεγονότων. Παρελαύνουν ο Ρήγας, την περίοδο που τυπωνόταν η Χάρτα, ο Παπαφλέσσας, ο Καποδίστριας, ο Μαυροκορδάτος, ενώ συνδέεται με μια οικογένεια στη Σμύρνη, ο αρχηγός της οποίας είναι μέλος της Φιλικής Εταιρείας, όπως και η γυναίκα του, μία από τις ελάχιστες γυναίκες-μέλη της μυστικής οργάνωσης που όρισε την Επανάσταση. Η ονειρική του περιπλάνηση φτάνει μέχρι την πρώτη Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου του 1822.
Έχει σημασία να πραγματευτούμε τη σχέση μας με τον τόπο μας και όλα όσα τον έχουν συνθέσει, είτε πρόκειται για τους ποιητές, είτε για την Ιστορία, είτε για τις παραδόσεις, και να πούμε πως μπορούμε να σταθούμε τώρα απέναντί τους.
Όπως εξηγεί σχετικά με το εγχείρημα η Ιουλίτα Ηλιοπούλου: «Ενστερνίστηκα και προσπάθησα να υλοποιήσω την ιδέα του Γιώργου Κουρουπού, δίνοντας λόγο σε αυτήν. Η πρόθεσή μας ήταν να κάνουμε μια όπερα που θα βλέπει στο σύνολό του το γεγονός της Επανάστασης, πώς ξεκίνησε η ιδέα, πώς επέδρασε ο Διαφωτισμός στη σκέψη των ανθρώπων, ενδυναμώνοντας την επιθυμία για ελευθερία και αυτοδιάθεση των λαών, πώς επηρέασε τη ροή των γεγονότων για να οδηγηθούμε σε μια ελεύθερη πατρίδα. Ποιες είναι οι σημαντικότερες φάσεις για την απόφαση αυτή του αγώνα, φτάνοντας μέχρι τη δημιουργία του πρώτου κράτους, την περίφημη Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Μιλήσαμε και διαβάσαμε πολύ, ανταλλάξαμε πολλές ιδέες και αποφασίσαμε να κάνουμε έναν συνδυασμό μυθοπλασίας και ιστορικών γεγονότων. Υπάρχει δηλαδή ένα πλαίσιο μυθοπλασίας με ορμητήριο τη Σμύρνη, όπου διασταυρώνονται τα ιστορικά πρόσωπα με ιστορικά γεγονότα. Βλέπουμε τον ελλαδικό χώρο αλλά και ευρύτερα τον χώρο του Διαφωτισμού και των ρευμάτων. Φτάνουμε να δούμε μια συνέλευση σημαντική που καθόρισε την έκβαση του Αγώνα, τον όρκο των Φιλικών, αποσπάσματα από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Επιδαύρου. Υπάρχει και μια ξεχωριστή ενότητα μουσικής, όπου ο Κουρουπός θέλησε να κάνει την “Καντάτα του Αγώνα”, ένα είδος λυρικής παράβασης που μπαίνει μέσα στη ροή της ιστορίας μας για να αναφερθεί ουσιαστικά στον αγώνα μέσα από μελοποιήσεις σημαντικών ποιητικών κειμένων που ξεκινούν από ένα κλέφτικο τραγούδι και οδηγούνται στον Κάλβο και στον Σολωμό, αλλά και στον Σεφέρη και στον Ελύτη και στους φιλέλληνες, όπως ο Μπάιρον ή ο Ουγκό. Μετά από αυτή την παράβαση ο πρωταγωνιστής μας αποφασίζει να μπει ενεργά στην Επανάσταση, της οποίας τα γεγονότα έχουν ξεκινήσει, ενώ τη στιγμή που φεύγει για να πολεμήσει ουσιαστικά ξυπνά και βρίσκεται στη βιβλιοθήκη με το ιδανικό της ελευθερίας μπροστά στα μάτια του».
Ο σκηνοθέτης της όπερας Θάνος Παπακωνσταντίνου μίλησε για αυτήν:
— Η όπερα «Ελπίς πατρίδος» είναι το δεύτερο εγχείρημά σου που σχετίζεται με το 1821, μετά τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους». Φαντάζομαι ότι έχεις αποκτήσει πλέον μια στερεή γνώση της εποχής.
Ναι, όντως! Βέβαια, όσον αφορά τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» ήταν δική μου επιλογή να ασχοληθώ με το κείμενο του Σολωμού, ενώ τώρα πρόκειται για ανάθεση. Οπωσδήποτε ήταν πολύ χρήσιμο που ασχολήθηκα με την εποχή. Από την άλλη, νιώθω τεράστια αμηχανία απέναντι σε θέματα σχετικά με την παράδοση και την Επανάσταση.
— Τα θεωρείς ταμπού;
Όχι και τόσο. Απλώς, όλοι ανεξαιρέτως έχουμε περάσει από ένα εκπαιδευτικό σύστημα που σου μαθαίνει τα πάντα με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ακόμα και τον Σολωμό, πόσο μάλλον την Ιστορία, όποτε μάλλον είναι θέμα περιορισμένης οπτικής.
— Είναι αλήθεια ότι αποτελούν μέρος ενός συστήματος εθνοκεντρικής παιδείας.
Ακριβώς. Σου τα παρουσιάζουν κάπως, οπότε είτε τα αποδεχτείς είτε τα απορρίψεις, στην πραγματικότητα δεν έχεις ασχοληθεί μαζί τους. Στην πρώτη περίπτωση τα δέχεσαι χωρίς να τους δίνεις μια προσωπική ερμηνεία και στη δεύτερη, για λόγους αντίδρασης, τα απορρίπτεις εντελώς. Η έρευνα που είχε προηγηθεί με αφορμή τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», επειδή ήθελα να αντιληφθώ τι ακριβώς ήταν ο Σολωμός, η ενασχόληση με θέματα θρησκείας, όταν ασχολήθηκα με την «Αποκάλυψης» αλλά και η παράδοση, με την οποία ήρθα σε επαφή, όταν καταπιάστηκα με τα δημοτικά τραγούδια χάρη στον Δημήτρη Μαραμή, με βοήθησαν πάρα πολύ στο τωρινό μου πρότζεκτ. Αν δεν είχε προηγηθεί όλη αυτή η προεργασία, δεν θα είχα τα αντανακλαστικά να το χειριστώ. Δεν τα γνωρίζουμε αυτά τα πράγματα, όπως είπαμε, και σίγουρα, εγώ τουλάχιστον είμαι αμήχανος απέναντί τους. Μπορείς να αποδεχτείς την ομορφιά και τη σπουδαιότητα που έχει ο Σολωμός και, φυσικά, δεν σχετίζεται με τα εθνικοπατριωτικά μονοπάτια που μας μαθαίνουν. Γιατί έχοντας διδαχτεί όλα αυτά τα κείμενα που είναι συνυφασμένα με τη λεγόμενη εθνική παράδοση μονοδιάστατα, είναι πολύ δύσκολο να αποτινάξεις από πάνω όλη αυτήν τη σκόνη που τους έχει φορτωθεί.
— Εδώ όμως έχεις να κάνεις με ένα σύγχρονο έργο, γραμμένο σήμερα.
Βασίστηκε σε ιστορικές πηγές, αλλά πραγματεύεται όλη την προεπαναστατική περίοδο στον γεωγραφικό χώρο που αργότερα ονομάστηκε Ελλάδα. Οπότε, δεν μιλάμε για πηγές όπως ο Σολωμός ή τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, αλλά έχουμε έναν κόσμο που αναφέρεται σε αυτή την εποχή που για μένα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Το να την ψηλαφίσω και καλλιτεχνικά, λοιπόν, μου είναι πολύ χρήσιμο, να τη δω μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, καθώς σε όλη τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα ξέσπαγαν επαναστάσεις που κατέληξαν στη δημιουργία των εθνικών κρατών. Όπως αντιλαμβάνομαι εγώ τα πράγματα, επρόκειτο για μια εξαιρετικά ταραγμένη περίοδο, κατά την οποία υπήρχαν άνθρωποι που, για τους δικούς τους λόγους ο καθένας, λειτουργούσαν σαν «μεθυσμένοι» απ’ όλες τις μεγάλες ιδέες που τους κληροδότησε ο γερμανικός ρομαντισμός περί ομορφιάς, απόλυτων ιδανικών και αξιών, όπως εν προκειμένω η ελευθερία. Ο Σολωμός είναι συντονισμένος σε αυτό το πνεύμα, στο πλαίσιο μιας ιδέας η οποία ορίζει τη ζωή του και την οποία πρέπει κανείς να κυνηγά, φτάνοντας και στον θάνατο ακόμα γι’ αυτήν, όπως και για την πατρίδα. Αυτό είναι εξαιρετικά γοητευτικό στοιχείο για μένα.
— Απ’ ό,τι γνωρίζω, το έργο περνάει από κάποιους σταθμούς, αλλά δεν φτάνει μέχρι την ολοκλήρωση της Επανάστασης.
Τελειώνει με ένα ιστορικό στιγμιότυπο της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου, πάντα μέσα στο όνειρο του ας πούμε αφηγητή, και επανερχόμαστε στο τώρα.
— Ποια είναι η δική σου προσέγγιση;
Πρέπει να διαχειριστώ το θέμα και όχι να σταθώ από πάνω του, γιατί δεν με ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Εδώ πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να αναδείξουμε όλον αυτόν τον κόσμο που έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, διότι κινείται σε μια περίοδο που βράζει ο τόπος από επαναστατικά κινήματα και οράματα ελευθερίας. Στην πραγματικότητα, μέσα από όλες αυτές τις ζυμώσεις ήθελαν να δημιουργηθεί κάτι νέο και αυτό με ενδιαφέρει πάρα πολύ. Ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι την παράσταση είναι ακριβώς μέσα από όλα όσα συνέβησαν στον κόσμο τότε και οδήγησαν στη δημιουργία των εθνικών κρατών. Ο τρόπος που χειρίζομαι σκηνοθετικά τα πράγματα δεν έχει να κάνει ιδιαίτερα με τον ρεαλισμό αλλά περισσότερο με την ποιητική και ονειρική διάσταση των πραγμάτων. Σκεφτόμουν περισσότερο να δημιουργήσω κάτι σαν ένα θεματικό πάρκο, όπου συγκεντρώνεις ανομοιογενή, ετερόκλητα πράγματα, τα οποία για κάποιον λόγο σού πάνε ή θες πολύ να τους μοιάσεις, να τα φτάσεις. Έτσι, δημιουργείς ένα τοπίο που του δίνεις το όνομα «Ελλάδα». Μέσα εκεί μπορείς να δεις και το κιονόκρανο και την εκκλησία και κάτι πιο σύγχρονο. Σαν να φτιάχνεις μια ουτοπία, έναν καινούργιο τόπο, συνδυάζοντας πράγματα που εκτιμάς από το παρελθόν με κύριο προσανατολισμό τη δημιουργία ενός δεσμού που θα συνενώσει όλα αυτό το ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων, ώστε να μπορέσουν να στραφούν προς το μέλλον του τόπου αυτού.
— Θεματικό πάρκο με φόντο τον ζόφο, τον θάνατο, την αγωνία; Δεν είναι αντίφαση;
Αυτό που εμένα με συγκινεί περισσότερο είναι πως όλα αυτά τα πρόσωπα κινούνται από αυτή την τεράστια ελπίδα που τους δίνει η ιδέα της ελευθερίας. Όποιο ζοφερό τοπίο κι αν βρεθεί μπροστά τους, αυτή η ιδέα το ξεπερνά.
— Μία ακόμα σύγχρονη όπερα για σένα.
Αγαπάω πάρα πολύ την όπερα, μάλιστα έχω σκηνοθετήσει κάποιες κλασικές όπερες. Το έργο του Κουρουπού είναι καινούργιο και το μεγαλύτερο διάστημα των προβών το άκουγα μόνο από ένα πιάνο και τις φωνές των τραγουδιστών. Έχει πάρα πολύ ωραία σημεία, καθαρά και μελωδικά. Ο Κουρουπός είναι εξαιρετικός συνθέτης και πιστεύω ότι η ενορχήστρωση θα είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Επίσης, οι έντεκα τραγουδιστές είναι εξαιρετικοί σολίστες, όπως και η χορωδία, οπότε είναι ωραία η συγκυρία να παρουσιαστεί το έργο σε αυτήν τη σκηνή και να τραγουδηθεί πρώτη φορά από τους συγκεκριμένους ανθρώπους, υπό την καθοδήγηση του περίφημου μαέστρου Μίλτου Λογιάδη.
— Έχει ενδιαφέρον το ότι η γενιά σου ρίχνει μέσω της τέχνης γέφυρες με την ιστορία του τόπου.
Έχει σημασία να πραγματευτούμε τη σχέση μας με τον τόπο μας και όλα όσα τον έχουν συνθέσει, είτε πρόκειται για τους ποιητές, είτε για την Ιστορία, είτε για τις παραδόσεις, και να πούμε πως μπορούμε να σταθούμε τώρα απέναντί τους. Κατά τη γνώμη μου, καλώς υπάρχουν όλα αυτά τα στοιχεία, γιατί έτσι έρχονται πιο κοντά οι άνθρωποι, βρίσκουν λόγους να μένουν ενωμένοι.
«Ελπίς Πατρίδος»
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη
Τετάρτη 8 και Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου, 20:00
Σύνθεση: Γιώργος Κουρουπός
Λιμπρέτο: Ιουλίτα Ηλιοπούλου
Σκηνοθεσία: Θάνος Παπακωνσταντίνου
Σκηνικά-Κοστούμια: Νίκη Ψυχογιού
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Μουσική προετοιμασία: Γιάννης Τσανακαλιώτης
Χορωδία της ΕΡΤ / Διεύθυνση χορωδίας: Δημήτρης Κτιστάκης
Κρατική Ορχήστρα Αθηνών / Μουσική διεύθυνση: Μίλτος Λογιάδης
Διανομή: Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Θεοδώρα Μπάκα, Τάσος Αποστόλου, Ειρήνη Καράγιαννη, Πέτρος Μαγουλάς, Άρτεμις Μπόγρη, Βασίλης Καβάγιας, Γιάννης Καλύβας, Μιχάλης Ψύρρας, Μαρία Κατριβέση, Νίκος Ζιάζιαρης, Χρήστος Ραμμόπουλος
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.