Μαριούπολη
Σε αυτή την πόλη, όλοι περιμένουν τον θάνατο
"Η 18η Ιουνίου ήταν πολύ ζεστή και ο θυμωμένος ήλιος έκαιγε τα πάντα. Οι άνθρωποι κουρασμένοι από τη σκληρή δουλειά στο εργοστάσιο έρχονταν στην παραλία. Όλα τα βαριά βιομηχανικά εργοστάσια εκλύουν δηλητήρια στην Αζοφική Θάλασσα μέσω των υπονόμων. Η Μαριούπολη είναι πάντα καλυμμένη με αιθαλομίχλη. Στην άλλη πλευρά της θάλασσας είναι η κατεχόμενη Κριμαία: το σπίτι μου. 20 χιλιόμετρα μακριά στα ανατολικά, ο πόλεμος συνεχίζεται καθημερινά, αλλά οι άνθρωποι απλά ξεκουράζονται στην παραλία, απαυδισμένοι από τη σύγκρουση. Αυτή η παραλία είναι γεμάτη νάρκες και ανθρώπους με όπλα. Συνεχίζεται η ίδια κατάσταση εδώ και 2 χρόνια και οι άνθρωποι δεν το παρατηρούν πια γιατί είναι κουρασμένοι. Είναι ανεκτικοί στο θάνατο, στα όπλα, στη βία, στον πόλεμο. Ήρθα κι εγώ στην παραλία. Για να ουρλιάξω. Κοίταξα τη θάλασσα, που είναι το όριο ανάμεσα στο σπίτι μου και τον πόλεμο. Κοίταξα προς τα ανατολικά και είδα βόμβες στον ορίζοντα. Φοβήθηκα, αλλά η φωνή μου ήταν τόσο ήσυχη σε σύγκριση με το γέλιο των παιδιών που έπαιζαν σ' αυτό το έρημο έδαφος... ".
Maria Kulikovska, καλλιτέχνιδα από την Κριμαία (η δράση πραγματοποιήθηκε το 2016).
_______________________________________________________________
Nadejda Soukhoroukova
Κάτοικος της Μαριούπολης
Ukrayinska Pravda - Mediapart - 21 Μαρτίου 2022
Θέλω συνέχεια να κοιμάμαι. Η αυλή μου, που περιβάλλεται από κτήρια, είναι σιωπηλή και νεκρή. Δεν φοβάμαι πλέον να κοιτάω γύρω μου.
Απέναντι, η σκάλα του σπιτιού με τον αριθμό 105 κοντεύει να καεί ολόκληρη. Η πυρκαγιά κατάπιε τέσσερις ορόφους, ο πέμπτος καίγεται αργά ακόμη. Η φωτιά τρίζει ήσυχα στο δωμάτιο, σαν σε τζάκι.
Τα καρβουνιασμένα μαύρα παράθυρα είναι χωρίς τζάμια. Οι καμμένες κουρτίνες κρέμονται σαν κουρελιασμένες γλώσσες. Τα κοιτάζω όλα αυτά ήρεμα, με μια αίσθηση καταδίκης.
Είμαι σίγουρη ότι θα πεθάνω σύντομα. Δεν μου μένουν παρά μόνο λίγες ημέρες.
Σε αυτή την πόλη, όλοι περιμένουν τον θάνατο. Η μόνη μου επιθυμία είναι να μην είναι πολύ φρικιαστικός.
Πριν από τρεις ημέρες, ένας φίλος του μεγαλύτερου ανιψιού μου ήρθε στο σπίτι μας και μας είπε ότι μια βόμβα είχε πέσει ακριβώς πάνω στον πυροσβεστικό σταθμό. Οι πυροσβέστες πέθαναν. Τα θραύσματα ξερίζωσαν το κεφάλι, το πόδι και το χέρι μιας γυναίκας.
Ονειρεύομαι ότι τα μέρη του σώματός μου παραμένουν ενωμένα, ακόμη και αν εκραγεί μια βόμβα που θα πέσει από ένα αεροπλάνο.
Δεν ξέρω γιατί αυτό είναι σημαντικό για μένα. Από την άλλη πλευρά, καθώς οι μάχες συνεχίζονται, δεν θα υπάρχει κανείς να μας θάψει ούτως ή άλλως. Αυτό μας είπαν οι αστυνομικοί όταν τους πλησιάσαμε στο δρόμο για να τους ρωτήσαμε τι να κάνουμε με το πτώμα της γιαγιάς των φίλων μας. Μας συμβούλευσαν να το βάλουμε στο μπαλκόνι.
Αναρωτιέμαι πόσα πτώματα βρίσκονται έτσι ξαπλωμένα στα μπαλκόνια.
Το σπίτι μας βρίσκεται στη λεωφόρο της Ειρήνης: είναι το μόνο που δεν έχει πληγεί άμεσα από βόμβες. Δύο φορές το χτύπησαν οι οβίδες, τα παράθυρα σε σε μερικά διαμερίσματα έσπασαν, αλλά άντεξε ουσιαστικά και, σε σύγκριση με άλλα σπίτια, το δικό μας ήταν πολύ τυχερό.
Το δάπεδο της αυλής είναι καλυμμένο όλο με σπασμένα γυαλιά, στάχτες, πλαστικά και μεταλλικά θραύσματα.
Προσπαθώ να μην κοιτάξω τη μεταλλική φρίκη που προσγειώθηκε στην παιδική χαρά. Νομίζω ότι είναι πύραυλος, αλλά μπορεί να είναι και νάρκη. Το ίδιο μου κάνει, απλά είναι δυσάρεστο. Στο παράθυρο του δεύτερου ορόφου βλέπω ένα πρόσωπο και ανατριχιάζω. Συνειδητοποιώ ότι έχω αρχίσει να φοβάμαι τους ζωντανούς ανθρώπους.
Ο σκύλος μου αρχίζει να ουρλιάζει και καταλαβαίνω ότι σύντομα θα αρχίσουν πάλι να ρίχνουν.
Βρίσκομαι στο δρόμο μέρα μεσημέρι και μια νεκρική σιωπή με περιβάλλει. Δεν υπάρχουν αυτοκίνητα ή φωνές, ούτε παιδιά ή ηλικιωμένες κυρίες που να κάθονται στα παγκάκια. Ακόμη και ο άνεμος είναι νεκρός.
Υπάρχουν ωστόσο κάποιοι άνθρωποι. Τα κορμιά τους είναι πεσμένα στην πλατεία κοντά στο σπίτι, σκεπασμένα με ρούχα. Δεν θέλω να τα κοιτάζω. Φοβάμαι να αναγνωρίσω σ' αυτά κάποιον γνωστό μου.
Τώρα η ζωή ολόκληρης της πόλης μου αργοπεθαίνει στα υπόγεια. Είναι σαν το κερί που καίει σε κάποια γωνιά στο υπόγειο. Είναι τόσο εύκολο να σβήσει. Το παραμικρό τρεμόπαιγμα ή ρεύμα και το σκοτάδι θα πέσει πάνω μας.
Προσπαθώ να κλάψω, αλλά δεν τα καταφέρνω. Λυπάμαι τον εαυτό μου, τους συγγενείς μου, τον άνδρα μου, τους γείτονές μου, τους φίλους μου.
Επιστρέφω στο υπόγειο και ακούω το αηδιαστικό μεταλλικό τρίξιμο. Πέρασαν δύο εβδομάδες και δεν πιστεύω πια ότι θα μπορούσαμε πριν να είχαμε ζήσει μια άλλη ζωή.
Στη Μαριούπολη, οι άνθρωποι εξακολουθούν να μένουν στα υπόγεια. Κάθε μέρα δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να επιβιώσουν. Δεν έχουν νερό, δεν έχουν φαγητό, δεν έχουν φως, δεν μπορούν καν να βγουν στο δρόμο λόγω των συνεχών επιθέσεων.
Οι κάτοικοι της Μαριούπολης πρέπει να ζήσουν. Βοηθήστε τους. Πείτε στον κόσμο τι συμβαίνει εκεί. Για να γνωρίζουν όλοι ότι ένας ειρηνικός πληθυσμός εξακολουθεί να σφαγιάζεται.