Η ΓΑΛΛΙΑ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ το συναρπαστικό πολιτικό εργαστήριο της Ευρώπης, το έθνος όπου οι πολιτικές διαμάχες και τα ιδεολογικά λεξιλόγια διαθέτουν απαράμιλλη επινοητικότητα. Αν, ας πούμε, κοιτάξει κανείς τις υποψηφιότητες αυτών των εκλογών και όχι μόνο το τελικό δίδυμο του Μακρόν και της Λεπέν, θα διαπιστώσει κάτι που δεν το συναντάς συχνά αλλού: όλες οι αποχρώσεις και οι ευαισθησίες είναι παρούσες και είχαν την ενσάρκωσή τους σε υποψηφιότητες.
Σαν ένα εκθετήριο ταυτοτήτων, είδαμε διάφορα σχήματα δεξιάς, αριστεράς, οικολογίας και κέντρου να προτείνουν αντίστοιχες εικόνες και οράματα της Γαλλίας και του πεπρωμένου της. Μόνο ο Μακρόν, όμως, μίλησε για τη Γαλλία και την Ευρώπη, κάνοντας την ευρωπαϊκή αναφορά ένα από τα κέντρα του πολιτικού του λόγου.
Παρ’ όλα αυτά, μπορούμε να δούμε την αναμέτρηση του δεύτερου γύρου ως μια ελλειπτική απεικόνιση της γενικότερης πολιτικοκοινωνικής σύγκρουσης στη Γαλλία. Από την άποψη της προεδρικής εκλογής, το δίλημμα θα είναι αυτό ανάμεσα σε έναν κεντρώο μεταρρυθμισμό και σε έναν εθνικολαϊκό ριζοσπαστισμό ο οποίος στεγάζει και τάσεις της παλιάς άκρας δεξιάς.
Συγχρόνως, όμως, ο Μακρόν θα χρωστάει την άνετη εκλογή του (αν φυσικά όλα πάνε όπως δείχνουν) στην ψήφο ανθρώπων της αριστεράς, και μάλιστα μιας ριζοσπαστικής αριστεράς που ο κόσμος της όλα αυτά τα χρόνια έδειξε να απεχθάνεται όσο τίποτα τον «μακρονισμό».
Το προβάδισμα του Μακρόν στον πρώτο γύρο ήταν αξιοσημείωτο. Ο ίδιος είπε και ξαναείπε πως τίποτα ακόμα δεν κερδήθηκε. Ο φόβος μιας μαζικής αποχής των αριστερών (ιδίως των νέων) ή του εφησυχασμού των κεντρώων αστών προκαλεί ανησυχίες.
Να, λοιπόν, ένα σημείο που δείχνει πόσο περίπλοκη και παράξενη είναι η τωρινή κατάσταση. Οι εκλογές αυτές ανέδειξαν τρεις πόλους, τρεις διαφορετικές ενσαρκώσεις της Γαλλίας. Ανάμεσα στη δεύτερη (Λεπέν) και στον τρίτο (Μελανσόν) η διαφορά είναι ισχνή.
Το κυριότερο είναι όμως πως η (κατά πάσα πιθανότητα) δεύτερη θητεία του Μακρόν δεν θα μπορεί να παραγνωρίσει ρεύματα και ευαισθησίες που ενισχύουν το αποτύπωμά τους και επηρεάζουν, όπως φαίνεται, σημαντικές κοινωνικές και ηλικιακές κατηγορίες. Γι’ αυτό και ο απερχόμενος Πρόεδρος υπόσχεται τώρα «κάτι καινούργιο», μια νέα σύνθεση διαφορετικών ευαισθησιών για τη Γαλλία.
Όταν, ωστόσο, όλες αυτές οι χαριτωμένες λέξεις θα αναγκαστούν να συναντήσουν συγκεκριμένες επιλογές και πολιτικές, το πράγμα θα δυσκολέψει. Μπορεί να γίνει και ανέφικτο στην υλοποίησή του. Η ιδέα ενός έξυπνου κέντρου που μπορεί να συλλέγει ιδέες και ενδιαφέρουσες αιχμές από παντού ήταν μια ιδέα της πρώτης πενταετίας: ήταν ο πρώιμος, ελαφρώς ουτοπικός μακρονισμός που προσέκρουσε σε αλλεπάλληλες κρίσεις, στα Κίτρινα Γιλέκα, στην πανδημία, σε κύματα δυσφορίας που έγιναν καμπάνιες μίσους στα social media.
Όλα δείχνουν πως αυτή η ρητορική σύνθεση που δοκιμάστηκε δεν θα μπορέσει να επαναληφθεί στη νέα ιστορική συγκυρία. Η ορθολογιστική και συνθετική ματιά ανακουφίζει ένα κοινό ευπρεπών συνταξιούχων, ανθρώπους κουρασμένους από τις διασπάσεις της αριστεράς ή έναν κόσμο της αστικής κεντροδεξιάς που αισθάνθηκε πως και ο δικός του χώρος παρασύρεται από έναν επικίνδυνο άνεμο ριζοσπαστισμού.
Όμως οι νέοι, η κατώτερη μεσαία τάξη, οι λιγότερο «προσοντούχοι» στις πρώην βιομηχανικές πόλεις του Βορρά, ζητούν κάτι περισσότερο και διαφορετικό. Υπάρχει μια ζήτηση ριζοσπαστικότητας, είτε προς την ιδέα της γαλλικής αυτοπροστασίας είτε προς ανατροπές στο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο. Και αυτή η ζήτηση ριζοσπαστικότητας σε συνθήκες μείωσης της αγοραστικής δύναμης και διεθνούς αστάθειας θα απειλεί πάντα το κέντρο που εργάζεται για συνθέσεις και μείγματα πολιτικής.
Αλλά πέρα από τις φθορές της πρώτης του θητείας, ο Μακρόν του 2022 βρίσκεται σε διαδικασία «μεταμόρφωσης». Ξέρει καλά ότι τον ψηφίζει ένας κόσμος που διαθέτει ακόμα αγοραστική δύναμη και ζει σχετικά πιο άνετα, συντηρώντας ικανά αποθέματα αισιοδοξίας για το μέλλον. Βλέπει όμως ότι οι άλλες δυο Γαλλίες που περικύκλωσαν (και η μία απειλεί ακόμα) την εκλογή του δεν συντονίζονται σε αυτή την αισιόδοξη, «μετριαστική» συμφιλιωτική χειρονομία όπου οι αντιθέσεις λειαίνονται.
Ο λαϊκός κόσμος που στρέφεται στη Μαρίν Λεπέν δεν ζητάει λόγια προστασίας αλλά πραγματική προστασία. Οι πολίτες που στοιχήθηκαν στην υποψηφιότητα Μελανσόν δεν αναγνωρίζονται φυσικά στην επέκταση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης ούτε στον τρόπο που βλέπει την ενεργειακή μετάβαση ο Μακρόν. Ο δεξιός ριζοσπαστισμός χειρίζεται ένα μεγάλο απόθεμα μνησίκακων αρνήσεων αλλά και αγωνίες που έχουν υλική βάση. Ο αριστερός ριζοσπαστισμός έχει γίνει (το έδειξαν και οι πρόσφατες έρευνες του Ιδρύματος Ζαν Ζωρές) το όχημα έκφρασης ανώτερων διανοητικών επαγγελμάτων, που ωστόσο έχουν μέτριες οικονομικές απολαβές και βρίσκονται σε αντιπαράθεση με άλλα τμήματα των ανώτερων «χρηματοοικονομικών» τάξεων. Και την ίδια στιγμή, υπάρχουν τα ιδιαίτερα κοινά, η νεολαία της μητρόπολης, οι πληθυσμοί των προαστίων με έντονο το στοιχείο του Ισλάμ, που, όσο κινητοποιήθηκαν για να ψηφίσουν, στράφηκαν κυρίως στην Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν.
Ο Μακρόν, πάντως, είναι επίμονος παίκτης και έχει δείξει πως κατανοεί τις αλλαγές του τοπίου και όσα χωρίζουν το 2022 από το 2017, τη σημερινή του ευκαιρία από εκείνη την αναμέτρηση.
Πολλοί όμως αναρωτιούνται αν αυτή η κατανόηση είναι απλώς μια κατασκευασμένη από ομάδες συμβούλων ζυγοστάθμιση λέξεων και συμβολικών χειρονομιών. Αν ο Μακρόν μπορεί να έχει «περιεχόμενο πολιτικής» ή αν, όπως τον κατηγορούν οι πολλοί εχθροί του, είναι ένα κενό δοχείο που γεμίζει με τα υλικά της περίστασης, ένας κεντρώος οπορτουνισμός απέναντι στα σκληρά μέταλλα της άκρας δεξιάς και του αριστερού λαϊκισμού.
Υπάρχουν όμως μεγάλα θέματα –όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά για όλη την Ευρώπη– που μαρτυρούν πως οι δεσμεύσεις του Μακρόν έχουν υπόσταση και σημασία. Κάποιες στάσεις του επίσης διαψεύδουν πλέον το στερεότυπο του αφ’ υψηλού τεχνοκράτη φιλελεύθερου με το οποίο τον έλουσαν οι επικριτές του από την πρώτη στιγμή.
Η επιμονή του για την υπεράσπιση του ρεπουμπλικανικού μοντέλου, η μη εγκατάλειψη της Ευρώπης στον βωμό ενός δημοφιλούς αυτό τον καιρό «ρεαλισμού» της αναδίπλωσης, οι διεθνείς του θέσεις (και στα δικά μας, ελληνικά ζητήματα) δείχνουν πως ξέρει να δίνει μάχες και να θέτει σωστές προτεραιότητες.
Η αναμέτρηση με τη Μαρίν Λεπέν, άλλωστε, έχει ευρύτερες διαστάσεις. Δεν είναι η σύγκρουση του αστικού ελιτισμού με τον λαϊκιστικό αντιελιτισμό, όπως παρουσιάζεται από ορισμένους. Είναι μια συμβολική και πολιτική μάχη για τη φιλελεύθερη δημοκρατία και ορισμένα από τα βασικά της κεκτημένα. Ο Μακρόν συμβολίζει τη Γαλλία της οικουμενικότητας, της συμμετοχής στον ευρωπαϊκό πυρήνα, της αναγνώρισης των θυμάτων και από τις δικές της, σκοτεινές σελίδες.
Γι’ αυτό, άλλωστε, πολλοί αριστεροί και συντηρητικοί πολίτες αντιλαμβάνονται το στοίχημα και δεν το περιφρονούν, όπως θα έκαναν με ευκολία διάφοροι δικοί μας ριζοσπάστες του πληκτρολογίου.
Τι αντιλαμβάνονται; Ότι για να έχει νόημα ο αγώνας κατά της οικονομικής ή της πολιτισμικής ανασφάλειας πρέπει να αποφευχθεί η νίκη της Λεπέν και των δυνάμεων που συσπειρώνει γύρω της. Γιατί; Και για τα δημοκρατικά δικαιώματα αλλά και γιατί αυτή η νέα δεξιά φέρνει μαζί της πολέμους ταυτότητας και έναν αναθεωρητισμό που οδηγούν σε εθνικά και κοινωνικά αδιέξοδα και ίσως σε άτυπους εμφυλίους.
Το προβάδισμα του Μακρόν στον πρώτο γύρο ήταν αξιοσημείωτο. Ο ίδιος είπε και ξαναείπε πως τίποτα ακόμα δεν κερδήθηκε. Ο φόβος μιας μαζικής αποχής των αριστερών (ιδίως των νέων) ή του εφησυχασμού των κεντρώων αστών προκαλεί ανησυχίες. Με τον τρόπο της, η Γαλλία ξέρει πάντα να μας κρατάει σε αγωνία, αφού γινόμαστε μάρτυρες των διαρκών της πολιτικών επαναστάσεων. Η νέα ευκαιρία Μακρόν συμπίπτει τώρα με μια εποχή πολλαπλασιασμού ακραίων φαινομένων και με έναν βάρβαρο πόλεμο στην Ευρώπη.
Αν, παρά τα φαινόμενα, υπάρξει ανατροπή και ο Γάλλος Πρόεδρος χάσει στον δεύτερο γύρο, η ίδια η Γαλλία, μια χώρα κεντρική του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, θα γίνει αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του ύφους της εποχής: της επιστροφής στην πολιτική σκληρότητα και στην ιδεολογική βαναυσότητα. Ας ελπίσουμε πως οι Γάλλοι θα πουν όχι σε αυτόν τον πειρασμό.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.