Ο Ηλίας Αδάμ είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση του ελληνικού θεάτρου. Ένα νέο παιδί που αυτό που κάνει είναι το τώρα, κάτι εντελώς σημερινό, που μπλέκει φόρμες, μορφές τέχνης, τα social media, την ποπ κουλτούρα, συλλογικές και προσωπικές εμμονές, τους μπάτσους, τους σούπερ ήρωες, την Britney και τα Pokemon, σε ένα άναρχο, ακατάτακτο, προκλητικό, σίγουρα γοητευτικό κολάζ, που ασκεί κριτική στον καπιταλισμό και την πατριαρχία, σηκώνοντας κωλοδάχτυλο στην ετεροκανονικότητα, στον σεξισμό και σε όλη την τοξικότητα που μας κατακλύζει, πάντα με queer αισθητική – παρόλο που ο ίδιος δεν δέχεται την queer ταμπέλα γιατί «αν ορίσεις κάτι ως queer, δεν είναι πια queer, με έναν τρόπο γίνεται συστημικό», όπως μου εξηγεί σε μια μεγάλη, χαοτική, αυθόρμητη συζήτηση που είχαμε, με αφορμή το έργο του «We are in the army now».
Μετά από σαράντα κύματα, μια πανδημία, μια online πρεμιέρα που κίνησε το ενδιαφέρον σε πολύ κόσμο να κλικάρει (και σε αρκετό να μοιράσει hate speech και τα συνηθισμένα σχόλια για τα «κόκαλα του Ωνάση που τρίζουν»), μια επιτυχημένη μίνι περιοδεία σε Ισπανία και Γερμανία, η παράσταση του Ηλία έρχεται τελικά στη Μικρή Σκηνή της Στέγης να μας παρασύρει με τη νεανική της ορμή και τις φρέσκιες ιδέες της.
Χειμαρρώδης και ο ίδιος, παρορμητικός, θυμωμένος, έτοιμος να «σπάσει τα αυγά, αν χρειαστεί», ανήκει στο (και έρχεται από) μέλλον του θεάτρου και αποκηρύσσει οτιδήποτε θυμίζει το παρελθόν. Δεν μπορούμε παρά να του δώσουμε χώρο και χρόνο για να ξεδιπλωθεί.
Queer για μένα είναι αυτό που αντιστέκεται στην κανονικότητα και στη νόρμα. Αν όμως ορίσεις κάτι ως queer, στο μυαλό μου τουλάχιστον, δεν είναι πια queer, με έναν τρόπο γίνεται αυτόματα συστημικό. Το queer μετατοπίζεται διαρκώς και είναι ρευστό. Στο κεφάλι μου, αν πεις ότι είσαι queer καλλιτέχνης, είσαι γελοίος. Ποιος αυτοανακηρύσσεται queer;
— Από το 2016 που σε γνωρίσαμε με τον «Γκάμλετ» μέχρι σήμερα τι έχει μεσολαβήσει;
Σκατά μεσολάβησαν. Το Εθνικό, με τον Λιγνάδη, που πέρασα πολύ δύσκολα. Χρόνια που δεν είχα στήριξη ούτε καν από τη σχολή που τελείωσα. Ο «Γκάμλετ», πάντως, είναι η αγαπημένη μου παράσταση ως τώρα.
Είχα πληγωθεί τότε με την πρώτη κριτική που μου γράψανε, ήταν πολύ επιθετική. Νιώθω όμως ότι εκείνη η παράσταση ήταν πιο πολύ κοντά σε μένα, ακόμα κι απ’ το «Army». Νιώθω ότι θα ξανασυμβεί αυτό στο πρότζεκτ που θα κάνω του χρόνου με τον Εντουάρ Λουί. Και τότε και τώρα αισθάνομαι αυτή την ακραία δημιουργικότητα. Στα χρόνια που μεσολάβησαν, παρόλο που έκανα πολλά πράγματα, επειδή ήμουν depressed δεν περνούσα καλά. Τώρα νιώθω ότι ξαναβρίσκω αυτό που είχα στον «Γκάμλετ».
Η αλήθεια είναι πάντως ότι έλαβα στήριξη από δύο ανθρώπους που δεν ήξερα, τον Ανέστη (σ.σ. Αζά) και τον Πρόδρομο (σ.σ. Τσινικόρη). Έχω τεράστια ευγνωμοσύνη προς αυτά τα άτομα. Έφεραν στην Πειραματική Σκηνή έναν ακομπλεξάριστο αέρα. Έβλεπαν 300 παραστάσεις τον χρόνο. Βοήθησαν ανθρώπους όπως η Κατερίνα Γιαννοπούλου, ο Γιώργος Κουτλής, η Ελένη Ευθυμίου…
— Θεωρώ ότι η γενιά των δημιουργών που αναφέρεις έχετε επηρεαστεί δημιουργικά από τον Πρόδρομο και τον Ανέστη, στον τρόπο που χειρίζεστε το devised theatre.
Κάνουν σίγουρα ένα θέατρο πιο πολιτικοποιημένο. Αυτό που έκαναν με την «Καθαρή Πόλη», ας πούμε. Στον αντίποδα υπάρχουν άνθρωποι που καταστρέφουν νέους καλλιτέχνες και καταστρέφουν το θέατρο.
Τα παιδιά με πίστεψαν χωρίς να με ξέρουν, χωρίς να τους έχω πληρώσει 15.000 ευρώ επί τρία χρόνια και χωρίς να έχουν να κερδίσουν τίποτα από μένα, γιατί απλά ήμουν ένας 25χρονος που έκανε μια μαλακία σε ένα μικρό θέατρο και δεν τον ήξερε κανείς.
Έκανα αίτηση για το Εθνικό και με πήρε ο Πρόδρομος τηλέφωνο. «Μου άρεσε η αίτησή σου, δεν μπορώ να τη βάλω στο πρόγραμμα γιατί θα έχουμε μόνο τρεις παραγωγές φέτος από μεγάλα ονόματα» –άκου πόσο ειλικρινής και διαφανής ήταν ο διευθυντής της Πειραματικής– «θα σε βάλω όμως στο Φεστιβάλ Νέων Δημιουργών». Τους άρεσε και τελικά την παίξαμε κανονικά την παράσταση (σ.σ. το «Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ»).
Την είδε η Ιλειάνα (σ.σ. Δημάδη, η υπεύθυνη Δραματουργίας της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση), γνώρισα καλύτερα και τον Ανέστη και με πήρε για βοηθό του στη Στέγη. Άνοιξε έτσι η συνεργασία με τη Στέγη και μετά ήρθε το lockdown, που για μένα ήταν χρήσιμο δημιουργικά. Έκανα τον «Άμλετ» που ήταν ένα desktop performance, το «Army» που ήταν σινεμά –έτσι το είχα αρχικά στο μυαλό μου γιατί το κινηματογράφησε ο Άλκης Παπασταθόπουλος–, το «Kivotos Channel» που ήταν τηλεόραση, ασχολήθηκα φουλ με τα social media για πρώτη φορά. Τώρα επιστρέφω στο live θέατρο.
— Έχω την αίσθηση ότι σου έχει δοθεί ένα βήμα και ένα βάρος από τη Στέγη αναφορικά με αυτό που ονομάζουμε σύγχρονη queer τέχνη και θέατρο. Το νιώθεις κι εσύ αυτό;
Όχι. Δεν θα επέτρεπα να μου δώσουν κάτι τέτοιο.
— Γιατί;
Για μένα το queer έχει αντίσταση. Δεν έχει να κάνει καθόλου με τη σεξουαλικότητα. Όσοι βλέπουν μια παράσταση που έχει έναν γκέι χαρακτήρα και νομίζουν ότι είναι queer, η απάντηση είναι ότι δεν είναι queer.
— Μα, γι’ αυτό λέω ότι εσύ κάνεις queer θέατρο.
Queer για μένα είναι αυτό που αντιστέκεται στην κανονικότητα και στη νόρμα. Αν όμως ορίσεις κάτι ως queer, στο μυαλό μου τουλάχιστον, δεν είναι πια queer, με έναν τρόπο γίνεται αυτόματα συστημικό. Το queer μετατοπίζεται διαρκώς και είναι ρευστό. Στο κεφάλι μου, αν πεις ότι είσαι queer καλλιτέχνης, είσαι γελοίος. Ποιος αυτοανακηρύσσεται queer;
Εγώ ήμουν πάντα politically correct, πίστευα στο diversity, ήθελα να υπάρχει εκπροσώπηση. Αλλά έχω καταλάβει πια ότι όλα αυτά είναι μόνο tokens και αριθμοί για τα θέατρα και για τα ιδρύματα –και μιλάω γενικά, όχι για τη Στέγη–, οπότε βαριέμαι. Άμα προκύπτει το diversity, ok.
— Σηκώνει συζήτηση γενικότερα αν μπορούμε να κάνουμε λόγο για queer πράγματα που παρουσιάζονται σε μεγάλα ιδρύματα και θέατρα.
Ή ακόμα και σε μεγάλες εφημερίδες και mainstream μέσα, όπως η LiFO. Υπάρχει μεγάλη αντίφαση να προσπαθείς να κάνεις κάτι αντισυστημικό μέσα σε ένα συστημικό πλαίσιο. Έτσι όμως δεν λειτουργεί ο καπιταλισμός; Αυτή είναι η αντίφαση του καπιταλισμού και της πραγματικότητάς μας, που δεν μπορείς να την αποφύγεις.
— Συμφωνώ, έτσι όπως το περιγράφεις. Πάντα έχει ενδιαφέρον, ωστόσο, να συζητάμε γι’ αυτά τα θέματα.
Κι εγώ δεν θέλω τίποτα από όσα λέω να εκλαμβάνεται ως δεδομένο statement, γιατί μπορεί καθημερινά να σκέφτομαι άλλα πράγματα. Έρχεσαι και μου λες μια γνώμη που μπορεί εγώ να μην την έχω σκεφτεί. Για μένα αυτή είναι η ουσία της οποιαδήποτε συζήτησης.
Πάντως, σίγουρα ένα κομμάτι του οράματός μου είναι να εκπροσωπηθούν φωνές που δεν εκπροσωπούνται παραδοσιακά στο θέατρο. Αλλά το κάνω επειδή έτσι μου βγαίνει.
— Ενδεχομένως επειδή αυτό είναι το βίωμά σου;
Ίσως επειδή είμαι από την επαρχία – από ένα χωριό κοντά στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας. Αλλά έχω το προνόμιο να έχω μεγαλώσει με γονείς που με πήγαιναν ταξίδια, με πήγαιναν θέατρο. Είχα το προνόμιο να βλέπω πράγματα, αλλά παράλληλα έβλεπα και τη δυστυχία των ανθρώπων γύρω μου. Πολλή φτώχεια. Μεγάλωσα με έναν πατέρα ο οποίος ήταν ακραία ομοφοβικός. Οπότε καταλαβαίνεις ότι για μένα ήταν δύσκολο το coming out. Βασικά στον πατέρα μου δεν το έκανα ποτέ και πέθανε πριν από 4 χρόνια.
Είμαι τρελαμένος όμως γιατί νιώθω ότι στο ελληνικό θέατρο βλέπουμε ένα μουσείο του Κάρολου Κουν. Το ‘χεις σκεφτεί ποτέ; Πέρα από τον Καραθάνο, τον Ανέστη, τον Πρόδρομο, τη Λένα (σ.σ. Κιτσοπούλου), που τους εκτιμώ πολύ…
— Ας το πάμε αλλιώς. Ας μιλήσουμε για την απεύθυνση. Το «Army» αρχικά ήταν να παρουσιαστεί live, στο πλαίσιο ενός φεστιβάλ, του «FUTURE N.O.W.». Τελικά έκανε online πρεμιέρα λόγω Covid, μετά από έναν χρόνο το παρουσιάσατε στο εξωτερικό, στη Μαδρίτη και στη Γερμανία, και τώρα ήρθε η στιγμή να ανέβει στη Μικρή Σκηνή τις Στέγης για 8 παραστάσεις, ως μέρος του κανονικού της ρεπερτορίου. Θέλω να πω ότι είναι κάτι που αρχικά προοριζόταν για μικρότερο, πιο φεστιβαλικό κοινό.
Και τελικά το είδαν 20.000 άνθρωποι στο YouTube. Το τρέιλερ περιλάμβανε σκηνή που ο Τζέο φοράει τακούνια. Ο Τζέο εκείνη την περίοδο έχανε τον πατέρα του – για τον οποίο μιλά κιόλας στην παράσταση. Είναι άσχημο να βλέπεις σχόλια του τύπου «πώς θα νιώθει ο πατέρας του γι’ αυτή την πουστάρα;».
Χεστήκαμε βέβαια, γιατί ξέρεις ότι ο άνθρωπος που το γράφει αυτό έχει μάθει να κάνει, αυτός είναι ο ρόλος του, δεν φταίει καν. Για μένα το ίντερνετ είναι πιο μεγάλη έκθεση από το ότι θα παίξουμε μπροστά σε μεγάλο κοινό τώρα. Πολύ hate. Όχι όσο στην «Κιβωτό», αλλά αρκετό. Την είχες δει την «Κιβωτό»;
— Ναι.
Σου άρεσε;
— Κάποια σημεία ναι, κάποια όχι. Αλλά αυτή δεν ήταν η λογική της;
Δεν είχε σημασία να σου αρέσουν όλα.
— Όπως όταν βλέπεις ένα 24ωρο τηλεόρασης δεν θα σου αρέσουν όσα βλέπεις.
Πάντως στο hate για το «Army» είχα στεναχωρηθεί κάπως. Από την άλλη ξέρω ότι το θέατρο είναι μια πράξη επιβολής. Το έχει πει και ο Εντουάρ (σ.σ. Λουί) αυτό. Όταν επιβάλλεις κάτι, προφανώς θα έχεις αντιδράσεις, τι να κάνουμε; Τους λες «κάτσε και σκάσε και άκου με». Τσατίζονται.
— Πες μου κάτι για το νέο έργο του Εντουάρ Λουί πάνω στο οποίο θα δουλέψεις.
Θεωρώ ότι είναι ο μεγαλύτερος συγγραφέας στον κόσμο, αυτήν τη στιγμή. Το νέο του έργο, που γράφει για εμάς, θα είναι για τον αδερφό του.
— Επιστρέφοντας στο «Army», μίλησέ μου για την εμπειρία της Μαδρίτης.
Teatros del Canal, φοβερή εμπειρία. Ξέρεις τι είναι να πηγαίνεις εκεί και να βλέπεις σε μεγάλη οθόνη το όνομά σου και το τρέιλερ της παράστασης; Ήταν πολύ καλή η υποδοχή, ήταν γεμάτο, ήρθε η El País, μας έβγαλαν σε κεντρικό δελτίο ειδήσεων. Και στη Γερμανία αντίστοιχα πράγματα.
Απ’ την άλλη, εδώ βγήκε η Λατινοπούλου και ζητούσε να κατέβει η παράσταση και ο Μπογδάνος έλεγε ότι πρέπει να πάει στη Βουλή το θέμα. Αν δεν αλλάξουν οι θεσμοί εδώ, εγώ θα φύγω από την Ελλάδα. Και θεωρώ ότι θα είναι κακό αν φύγω από την Ελλάδα, και για μένα και για τον χώρο αυτό.
— Μπάτσοι, καπιταλισμός, πατριαρχία, ετεροκανονικότητα, Grindr, σούπερ ήρωες, Apple, Britney, Πόκεμον… Νομίζω ότι αυτές είναι κάποιες από τις εμμονές σου, που διέκρινα από την «Κιβωτό» και τώρα στο «Army».
Οι μπάτσοι προέκυψαν μετά το lockdown, που τα πήρα στο κρανίο – όπως και οι περισσότεροι από εμάς, φαντάζομαι. Πάντα έπαιζα με Πόκεμον από μικρός, πάντα άκουγα Britney και μ’ έχει σκαλώσει φουλ η ιστορία της, ειδικά μετά το 2007. Η Apple, εντάξει, θεσμός. Ανεβάζεις meme αντικαπιταλιστικό μέσα από το iPhone σου πίνοντας καφέ Starbucks.
— Αυτές είναι οι αντιφάσεις που δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε;
Δεν μπορούμε και η αλήθεια είναι ότι εγώ δυσκολεύτηκα να το παραδεχτώ. Ένιωθα ενοχές στην αρχή.
— Θα ήθελα να μου πεις δυο λόγια για την επιλογή των ερμηνευτών σου.
Η Στυλιάνα (σ.σ. Ιωάννου) είναι η καλύτερη της ηλικίας της. Εγώ δεν έχω δει άλλο παιδί να παίζει έτσι. Ο Τζέο (σ.σ. Πακίτσας) επίσης, είναι 23 χρονών, είναι ατρόμητος, μπορεί και βγαίνει και μιλάει για όλα αυτά τα πράγματα.
Πρέπει να σου πω εδώ ότι οι ιστορίες που ακούγονται στην παράσταση δεν είναι απόλυτα αυτοβιογραφικές, είναι μια μείξη στοιχείων δικών τους, δικών μου και μυθοπλασίας. Δίνεται η αίσθηση ότι κοιτάς μέσα από την κλειδαρότρυπα αληθινές ιστορίες. Αλλά δεν είναι απόλυτα αληθινές. Δεν είναι ψυχοθεραπεία, είναι τέχνη.
Με τη Σοφία (σ.σ. Πριόβολου) συνεργαζόμαστε από τον «Γκάμλετ», οριακά έχουμε αναπτύξει μαζί κάποια πράγματα, έχει τρομερή αισθητική. Είναι πολύ ταλαντούχα. Εντάξει, και ο Gary (σ.σ. Salomon) είναι άλλο κεφάλαιο για μένα. Τον γνώρισα στις «Καρτ Ποστάλ», γίναμε φίλοι και η συνεισφορά του στο «Army» είναι τεράστια. Έχει φτιάξει έναν ολόκληρο ηχητικό κόσμο.
— Η παρουσία σου στα social media το τελευταίο διάστημα είναι πολύ ενεργή. Αυτό που εγώ αντιλαμβάνομαι είναι πως έχεις φτιάξει μια περσόνα.
Μου την έχει βαρέσει τους τελευταίους μήνες και έχω κερδίσει πάρα πολλούς followers. Πέρσι ήμουν πολύ sad οπότε έβγαζα αυτό. Φέτος είμαι αρκετά horny. Επειδή έχω αρχίσει να νιώθω όμορφος, προσπαθώ να πάρω validation μέσα από τα social media. Εσύ το ξέρεις καλύτερα από όλους αυτό, νομίζω.
Γενικά τρώω κολλήματα. Στην αρχή έφαγα κόλλημα με το Instagram, κυρίως αφού γνώρισα τον Ορέστη που είναι Instagram star, επειδή είναι πολύ τριχωτός μάλλον. Τώρα έχω σκαλώσει με το TikTok.
Γενικά δεν είχα πολύ καλές σχέσεις με τον πατέρα μου – νομίζω φαίνεται κι από αυτά που κάνω. Και είχα θέμα με την αρρενωπότητά μου. Είναι πολύ περίεργο. Πάντα αισθανόμουν αρρενωπός, αλλά ένιωθα ότι δεν πρέπει να είμαι. Αφού πέθανε ο πατέρας μου, περνώντας ο καιρός και δουλεύοντας με τον εαυτό μου μέσα από την ψυχοθεραπεία, άρχισα να αναγνωρίζω ότι έχω ένα κομμάτι αρρενωπότητας που είναι υγιές. Υπάρχει δηλαδή και υγιής αρρενωπότητα, δεν είναι μόνο τοξική. Αλλά εγώ την είχα όλη τοξική, λόγω του πατέρα μου και λόγω του ότι μισώ την κουλτούρα των straight ανδρών που συνδέεται με τις παρενοχλήσεις και την εξουσία.
— Άρα νιώθεις ότι αυτή η έκθεση στα social media σου κάνει καλό;
Ναι, γιατί αναγνωρίζω κομμάτια του εαυτού μου και νομίζω ότι, με έναν περίεργο τρόπο, ενδυναμώνονται κι άλλοι άνθρωποι.
Γενικά έχω αποφασίσει ότι θα σπάσω τα αυγά από εδώ και πέρα. Απλά θα το κάνω όταν είμαι πιο ήρεμος γιατί αυτή τη στιγμή έχω χάσει τον έλεγχο και είμαι πολύ θυμωμένος.
— Τι άλλο ετοιμάζεις το τελευταίο διάστημα;
Πέρσι με είχε καλέσει ο Μενέλας να είμαι κριτική επιτροπή σε ένα φεστιβάλ ταινιών πορνό που διοργανώνει (σ.σ. το «Satyrs and Maenads: the Athens Porn Film Festival»). Φέτος, επειδή με έπιασε μια κρίση δημιουργικότητας και ήθελα να κάνω τα πάντα, σκέφτηκα να φτιάξω κι εγώ κάτι σχετικό, που να είναι post-porn, να ασκεί κριτική στο παραδοσιακό ετεροκανονικό πορνό.
Τελικά, επειδή προφανώς δεν με νοιάζει τόσο το πορνό, η ταινία δεν είναι πορνό, κατέληξε να είναι μια ταινία μικρού μήκους διάρκειας δώδεκα λεπτών, αλλά σαν μια παράστασή μου. Λέγεται «Sex and how we’ll build it together» ή εναλλακτικά «Who killed her?», μιλά για το σεξ και τα social media, αλλά παίρνει κι άλλες προεκτάσεις. Είναι, θα έλεγα, ένα μιούζικαλ μυστηρίου, κάπως σαν «David Lynch goes Pornhub».
We are in the army now
Κείμενο & Σκηνοθεσία: Ηλίας Αδάμ
Σκηνικά, Κοστούμια & Ψηφιακός Χώρος: Sita Messer
Συνεργασία στα Σκηνικά και τα Κοστούμια: Ηλέκτρα Σταμπούλου
Συνεργασία στο κείμενο και τη δραματουργία: Χρήστος Βρεττός, Χριστίνα Μαυρομμάτη
Συντονισμός Δραματουργικών Εργαστηριών: Χρήστος Βρεττός
Πρωτότυπη Μουσική: Gary Salomon
Χορογραφίες: Πάνος Μαλακτός
Σχεδιασμός Φωτισμών: Παναγιώτης Λάμπης
Δημιουργία Video και Animation: Ίρια Βρεττού
Παίζουν: Στυλιάνα Ιωάννου, Τζέο Πακίτσας, Σοφία Πριόβολου, Gary Salomon
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (Συγγρού 107)
Μικρή Σκηνή
6 - 15 Μαΐου
Τέταρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή 21:00
Κατάλληλο για ηλικίες 18+