Σημαντικοί Έλληνες και διεθνείς ακαδημαϊκοί παρουσίασαν για μία ακόμα χρονιά στο πλαίσιο του Διεθνούς Καλοκαιρινού Σχολείου για τον Καβάφη που οργανώνει η Στέγη τις διαφορετικές προσεγγίσεις και απόψεις για την περίπτωση του Αλεξανδρινού ποιητή, το αρχείο του οποίου ανήκει στο Ίδρυμα Ωνάση.
Σε αυτό συμμετείχαν Έλληνες και ξένοι μεταπτυχιακοί φοιτητές, μελετητές επίσης της ποίησης του Καβάφη. Ζητήσαμε από την καθηγήτρια Συγκριτικής Γραμματολογίας του Πρίνστον και μεταφράστρια Κάρεν Έμεριχ να μας μιλήσει με αφορμή την εναρκτήρια διάλεξή της με τίτλο «Διεκδικώντας τον Καβάφη: Ιθαγένεια, αλυτρωτρισμός, και η Αλεξάνδρεια των αυτοκρατοριών». Η κουβέντα εναλλασσόταν από τα αγγλικά στα ελληνικά.
— Πότε πρωτοανακαλύψατε τον Καβάφη;
Πρέπει να ήμουν δεκαεπτά ή δεκαοκτώ όταν πρωτοδιάβασα Καβάφη, στο λύκειο και πριν πάω στο κολέγιο. Παρακολουθούσα ένα πρόγραμμα στα Χανιά με τον Νίκο Γερμανάκο. Διαβάσαμε τον Καβάφη σε αγγλική μετάφραση των Keeley και Sherrard και ο Νίκος πολλές φορές σχολίασε τη μετάφραση ή ανέφερε παλιότερες μεταφράσεις των ίδιων μεταφραστών, επειδή προτιμούσε άλλες εκδοχές προγενέστερων εκδόσεων.
Τότε ήταν που σκέφτηκα για πρώτη φορά τη δύναμη της μετάφρασης και πώς αποδίδουμε το νόημα επιλέγοντας μια λέξη και απορρίπτοντας μια άλλη. Ήμουν ακόμα στην εφηβεία, δεν πολυκαταλάβαινα τον Καβάφη και μάλλον δεν μου άρεσε. Ομολογώ ότι δεν με συνεπήραν τα ποιήματά του και μόνο αφότου τα διάβασα ξανά και ξανά μέσα στα χρόνια άρχισα να τον βρίσκω συναρπαστικό.
Ο Καβάφης είχε ελληνική υπηκοότητα, αν και δεν ζούσε στην Ελλάδα, ήρθε μόνο περαστικός, για λίγο. Αλλά ως μέτοικος στην Αλεξάνδρεια μέτρησε, και συνεχίζει να μετράει, για τον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα, στον οποίο δεν έχει πρόσβαση, επειδή θεωρείται ξένος.
— Τι το συναρπαστικό βρήκατε στα ποιήματά του;
Πολλά για τα οποία μιλάμε στο πρόγραμμα αυτές τις μέρες. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ να καταλάβω με ποιον τρόπο πέρασε ο Καβάφης στον κόσμο. Τις πολλές διαφορετικές ερμηνείες που του αποδίδονται, κάτι που με απασχόλησε και στη διατριβή μου, όπου συμπεριέλαβα και έρευνα επάνω στην εργασία του Γιώργου Σαββίδη. Τον τρόπο που δόμησε τον κανόνα και τις κατηγοριοποιήσεις των ποιημάτων, την επιμελητική του πρακτική, αλλά επίσης και το πώς εξελίχθηκε Καβάφης. Σ’ αυτά δίνω έμφαση, στην ανακύκλωση του υλικού, στις πρακτικές που ακολουθήθηκαν.
— Και ο ίδιος, όσο ζούσε, είχε απόλυτη επίγνωση του έργου του, έβαζε σε τάξη τα ποιήματα και τον απασχολούσε η υστεροφημία του.
Ναι, πάντα. Έβγαζε μικρές χειροποίητες συλλογές και τις έδινε σε φίλους.
— Ο Καβάφης σας οδήγησε στα ελληνικά;
Όχι, έπρεπε να διαλέξω μια ξένη γλώσσα στο πανεπιστήμιο και επειδή ήξερα μερικές λέξεις στα ελληνικά είπα «ας επιλέξω ελληνικά», εντελώς τυχαία! Σπούδασα στο Πρίνστον, ένα από τα λίγα πανεπιστήμια που είχαν ως επιλογή τα ελληνικά. Διευθυντής του προγράμματος ήταν, και ακόμα είναι, ο Δημήτρης Γόντικας που με ενθάρρυνε και πάντα με βοηθούσε. Ο ίδιος με παρότρυνε να παρακολουθήσω κι άλλα μαθήματα. Η βασική μου κατεύθυνση ήταν Συγκριτική Γραμματολογία, στα αγγλικά Comparative Literature. Μετά πήγα στη Θεσσαλονίκη για το μεταπτυχιακό μου. Ο Μιχάλης Χρυσανθόπουλος και η Αλεξάνδρα Ρασιδάκη, που συμμετέχουν στο πρόγραμμα, ήταν επίσης καθηγητές μου.
— Κι έτσι, μέσα από τη Συγκριτική Γραμματολογία ο Καβάφης απέκτησε σημασία για εσάς;
Ναι, βεβαίως, και συνεχίζει. Έχω γράψει πολύ για τον Καβάφη, τώρα τον διαβάζω με άλλη οπτική. Έχει σημασία για μένα όχι μόνο ως ποιητής αλλά και ως θεσμός.
— Άκουσα τη διάλεξή σας, που ήταν και η εναρκτήρια για το φετινό πρόγραμμα. Πιστεύετε ότι ο Καβάφης όντως χρησιμοποιήθηκε εθνικιστικά;
Αυτό αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης έρευνας που κάνω για ένα βιβλίο που γράφω για τη σχέση υπηκοότητας και λογοτεχνικού κανόνα. Ασχολούμαι με ερωτήματα όπως ποιος είναι Έλληνας λογοτέχνης, Έλληνας ποιητής, ποιος μετράει, ποιος δεν μετράει. Ο Καβάφης είχε ελληνική υπηκοότητα, αν και δεν ζούσε στην Ελλάδα, ήρθε μόνο περαστικός, για λίγο. Αλλά ως μέτοικος στην Αλεξάνδρεια μέτρησε, και συνεχίζει να μετράει, για τον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα, στον οποίο δεν έχει πρόσβαση, επειδή θεωρείται ξένος. Πόσοι δυνάμει «Καβάφηδες» υπάρχουν γύρω μας που δεν τους αναγνωρίζουμε και δεν τους στηρίζουμε, δεν τους ενθαρρύνουμε, αντιθέτως τους βάζουμε εμπόδια;
— Στην περίπτωσή του πιστεύετε ότι βοήθησε ιδιαίτερα το ότι ζούσε εκτός Ελλάδας;
Ήταν ένας από τους τρόπους που ο Καβάφης εντάχθηκε στην ελληνική λογοτεχνική σφαίρα. Θεωρήθηκε ο κατεξοχήν ποιητής τη διασποράς.
— Είμαι ελληνικός, όχι Έλληνας, έλεγε. Ιστορικές και γεωγραφικές έννοιες που διαιωνίζουν το ελληνικό πνεύμα ανά τους αιώνες.
Δεν νιώθω άνετα με αυτό που αποκαλούμε «ελληνικό πνεύμα» μέσα στους αιώνες.
— Ωστόσο είναι κάτι που τον απασχολούσε. Τα ιστορικά του ποιήματα εμπεριέχουν τόσο την κλασική περίοδο όσο και την ελληνιστική και, φυσικά, οι πρωταγωνιστές του μιλάνε ελληνικά, τη lingua franca μιας εποχής.
Αλλά οι χαρακτήρες είναι ανάμεικτοι, δεν υπάρχει ελληνική καθαρότητα. Το μόνο σταθερό στα ποιήματα του Καβάφη που ασχολούνται με το «ελληνικό πνεύμα» είναι η ανάμειξη γλωσσών, ταυτοτήτων, θρησκειών κ.λπ. Επίσης, η εθνική ή θρησκευτική ταυτότητα στον Καβάφη πολλές φορές παίρνει τη μορφή μιας παράστασης. Μπορούμε να αναφέρουμε εδώ ποιήματα όπως τα «Επικίνδυνα», «Ιγνατίου τάφος», «Η αρρώστια του Κλείτου», «Επάνοδος από την Ελλάδα», «Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης», «Εις ιταλικήν παραλίαν», το ατελές ποίημα «Ζηνοβία» και πολλά άλλα.
— Πώς συνδέετε την ποίησή του με τον ελληνικό αλυτρωτισμό;
Δεν μπορώ να ξέρω τι σκεφτόταν και τι πίστευε ο ίδιος, αλλά ένα από τα επιχειρήματά μου είναι ότι μετά τις επιχειρήσεις αλυτρωτισμού και τη διάλυση της ελληνικής κοινότητας της Αλεξάνδρειας υπάρχει ένα είδος πολιτισμικού αλυτρωτισμού που συνεχίζει να αγκαλιάζει ορισμένους ποιητές και λογοτέχνες ως προέκταση του ελληνικού πολιτισμού. Με ενδιαφέρει αυτή η συμπερίληψη «Ελλήνων» του εξωτερικού, όπως με ενδιαφέρει ο αποκλεισμός «μη Ελλήνων» που ζουν μέσα στο ελληνικό κράτος.
— Δεν θα λέγαμε ότι αποτελούν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς;
Βρίσκω ότι αυτή η «κληρονομιά» είναι μια κατασκευή και όχι ένα φυσιολογικό αποτέλεσμα.
— Γιατί το χαρακτηρίζετε κατασκευή όμως;
Γιατί η επίσημη Ελλάδα διεκδίκησε μόνο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του Καβάφη, πλευρές του που μέσα στον χρόνο μεταβάλλονταν. Αρχικά γινόταν απόκρυψη της σεξουαλικότητάς του, τώρα επιτρέπεται να μιλήσεις ανοιχτά για την ομοφυλοφιλία του. Και ούτε θέλω να ξέρω τι είδους Καβάφη διδάσκουν τα σχολικά βιβλία.
— Είναι γνωστός ο Καβάφης στην Αμερική σήμερα;
Όχι, ελάχιστοι τον ξέρουν. Φυσικά η πλειοψηφία δεν ξέρει κανέναν ποιητή, αλλά στους ακαδημαϊκούς κύκλους, όπως και σε τραπέζια και κοκτέιλ πάρτι, αν κάποιος γνωρίζει έναν Έλληνα ποιητή αυτός θα είναι ο Καβάφης. Και πάλι όμως είναι πολύ λίγοι. Οπωσδήποτε στα ‘80s ήταν πολύ διαδεδομένος στην γκέι κοινότητα.
— Στη διάλεξή σας αναφερθήκατε στη σημασία της δημοσιοϋπαλληλικής του θέσης στην Υπηρεσία Αρδεύσεων.
Η Αίγυπτος εκείνο το διάστημα ήταν μια βρετανική αποικία και το υπουργείο Δημοσίων Έργων διοικούνταν από Άγγλους. Συχνά οι ακαδημαϊκοί, όταν αναφέρονται στη ζωή του Καβάφη, περιγράφουν απαξιωτικά τη δουλειά του, αλλά ξεχνάνε ότι η υπηρεσία αρδεύσεων ήταν ίσως το πιο σημαντικό κομμάτι της αποικιοκρατικής διοίκησης. Ότι ήταν βασικό κομμάτι της οικονομίας λόγω της καλλιέργειας βαμβακιού.
— Ο ίδιος ένιωθε και λίγο Άγγλος, είχε απορρίψει όμως τη βρετανική υπηκοότητα για την ελληνική.
Το ακούω και το διαβάζω συχνά, αλλά δεν έχω βρει στοιχεία που να πιστοποιούν ότι πράγματι είχε βρετανική υπηκοότητα, όπως ο πατέρας του. Αν όντως την είχε, γιατί να την απορρίψει; Είναι βέβαιο ότι θα πληρωνόταν καλύτερα στην υπηρεσία όπου εργαζόταν. Βέβαια, η ελληνική υπηκοότητα τού επέτρεπε να έχει κάποια προνόμια ως ξένος στην Αλεξάνδρεια.
— Καταλαβαίνω ότι προτιμάτε έναν οικουμενικό Καβάφη παρά έναν εθνικό. Από την άλλη, η γλώσσα είναι καίριο στοιχείο της ποίησης.
Γενικότερα με ενδιαφέρει ο τρόπος που ο ελληνικός πολιτισμός αντιμετωπίζει την ποίησή του και πώς ορισμένες εικόνες έχουν παγιωθεί μέσα στον χρόνο. Παράλληλα, με ενδιαφέρουν οι εναλλακτικές αναγνώσεις που τον παρουσιάζουν ως πολίτη της Αλεξάνδρειας, ενός τόπου εκτός εθνικής κυριαρχίας όπου συναντιόντουσαν πολλές αυτοκρατορίες. Ένας δια-αυτοκρατορικός τόπος.
— Η κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια της μεγάλης ευμάρειας και του υλικού πολιτισμού.
Ναι, αλλά συγχρόνως και μια πόλη εσωτερικής μετανάστευσης και ακραίας φτώχειας. Ας μην ξεχνάμε αυτή την πλευρά όταν μιλάμε με νοσταλγία.
— Ο ίδιος είχε συνείδηση του ταξικού του ξεπεσμού, καθόρισε και το έργο του.
Είχε συνείδηση του ξεπεσμού της οικογένειάς του. Μετέφρασα το μυθιστόρημα της Έρσης Σωτηροπούλου «Τι μένει από τη νύχτα» στα αγγλικά, μια φαντασιακή αναδόμηση της εποχής, και αυτό είναι ένα από τα βασικά του θέματα, ότι έπρεπε να αντιμετωπίσει αυτούς τους κύκλους όπου κάποτε ανήκε, ενώ δεν διαθέτει την οικονομική τους ευμάρεια.
— Κάνετε αναφορές σε αυτόν όταν διδάσκετε;
Μου αρέσει να διαβάζω ποιήματά του με τους φοιτητές, μου ανάλογα με το πλαίσιο του μαθήματος. Είναι από τους ποιητές που διαβάζω ασταμάτητα, βρίσκω συναρπαστικό τον τρόπο που χειρίζεται τα ιστορικά γεγονότα.
— Ποιο είναι το αγαπημένο σας;
Α, έχω πολλά. Αγαπώ ιδιαίτερα όμως το «Εν τω μηνί Αθύρ», ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της ποιητικής του αλλά και του πόσο δύσκολο είναι να μιλήσεις για τις ιστορικές αλήθειες.