Τον Απρίλιο του 2018 ο ακαδημαϊκός, κορυφαίος κλασικός αρχαιολόγος, καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και επί σαράντα ένα χρόνια διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, Άγγελος Δεληβορριάς, άφησε την τελευταία του πνοή. Ένας άνθρωπος που έζησε όπως ήθελε, κατάφερε να υλοποιήσει το προσωπικό του όραμα, παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες, και με το πολυδιάστατο μουσειολογικό του έργο άφησε το ανεξίτηλο αποτύπωμά του στον πολιτιστικό χάρτη της χώρας.
Χαρακτηρίστηκε, και όχι άδικα, ως ο αναμορφωτής του Μουσείου Μπενάκη, ενώ πάλεψε με όλες του τις δυνάμεις προκειμένου οι μουσειακοί οργανισμοί γενικά να απαλλαγούν από τα δεινά της νεοελληνικής γραφειοκρατίας. Αναντίρρητα ήταν μια τεράστια προσωπικότητα που σημάδεψε τα πολιτιστικά δρώμενα της Ελλάδας, κληροδοτώντας πρωτοπόρες αντιλήψεις όσον αφορά τα μουσεία, τις εκθέσεις και τις συλλογές.
Η πρόεδρος της διοικητικής επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, Ειρήνη Γερουλάνου, ανήκει στους ανθρώπους που τον έζησαν από κοντά επί πολλές δεκαετίες. Πέρα από την καθημερινή επαγγελματική συνεργασία (ο ίδιος μάλιστα έλεγε για εκείνην ότι είναι «η καρδιά του μουσείου»), τους συνέδεε και βαθιά προσωπική φιλία.
Τη συναντώ στο καφέ του Μουσείου Μπενάκη. Αφορμή για τη συνομιλία μας στάθηκε η σημερινή συναυλία της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ υπό τη διεύθυνση του συνθέτη Φίλιππου Τσαλαχούρη που θα πραγματοποιηθεί στο Μουσείο Μπενάκη, αποτίοντας φόρο τιμής στον Άγγελο Δεληβορριά για την ακάματη εργασία του για το Μουσείο Μπενάκη αλλά και για τη συμβολή του στην ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού. Το πρόγραμμα της συναυλίας περιλαμβάνει έργα Ελλήνων συνθετών που είναι συνδεδεμένοι με το μουσείο, ενώ θα ακουστούν και έργα των Καρρέρ, Σκαλκώτα, Σισιλιάνου και Τσαλαχούρη.
«Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πώς θα ήταν σήμερα το Μουσείο Μπενάκη αν δεν του είχε αφιερώσει ο Άγγελος την αγάπη και τη γνώση του, τον δυναμισμό και τη γενναιοδωρία του, τον ίδιο του τον εαυτό».
«Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πώς θα ήταν σήμερα το Μουσείο Μπενάκη αν δεν του είχε αφιερώσει ο Άγγελος την αγάπη και τη γνώση του, τον δυναμισμό και τη γενναιοδωρία του, τον ίδιο του τον εαυτό», μου λέει μ’ ένα μελαγχολικό χαμόγελο, καθώς ανάβει ένα τσιγάρο. Μιλά με τρυφερότητα και νοσταλγία για εκείνον, ενώ, καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας μας οι υπάλληλοι του μουσείου τη χαιρετούν με σεβασμό, μιλώντας της σχεδόν όλοι στον ενικό.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί ανατρέχει στο παρελθόν, αφηγείται σημαντικές στιγμές από τον Άγγελο Δεληβορριά και τη συνεργασία τους, μιλά για τη βαριά κληρονομιά και το πλούσιο έργο του αλλά και για την πολύτιμη προσφορά του στον πολιτισμό, η οποία παραμένει ζωντανή.
— Σας είναι δύσκολο να μιλάτε για τον Άγγελο Δεληβορριά;
Τώρα, μετά από τέσσερα χρόνια, νομίζω ότι είναι λίγο πιο εύκολο, αλλά αυτά τα τέσσερα χρόνια ήταν αρκετά δύσκολα. Η απώλειά του έμοιαζε για όλους μας αδύνατο να συμβεί.
— Πείτε μας λίγα λόγια για τη συναυλία που θα γίνει την ερχόμενη Δευτέρα.
Ο Φίλιππος Τσαλαχούρης είναι ένας άνθρωπος συνδεδεμένος με διάφορους τρόπους με το Μουσείο Μπενάκη. Όπως γνωρίζετε, ένα από τα χειρόγραφα των 36 ελληνικών χορών του Σκαλκώτα φυλάσσεται στο Μουσείο Μπενάκη.
Ο Άγγελος είχε ζητήσει από τον Φίλιππο Τσαλαχούρη ένα μουσικό έργο που να αποτελείται από 24 ελληνικούς χορούς και με αυτόν τον τρόπο προωθούσε στον 21ο αιώνα την ιδέα του Νίκου Σκαλκώτα για τον ελληνικό χορό. Ουσιαστικά ο Άγγελος επιθυμούσε, μέσω αυτής της ιδέας, να δει τη ματιά ενός νέου συνθέτη στην ελληνική παράδοση. Αυτό που θα δούμε σήμερα ήταν μια πρωτοβουλία του Φίλιππου και πιστεύω ότι θα είναι μια συγκινητική στιγμή.
— Τι άλλαξε όλο αυτό το διάστημα από το 2018;
Το κυριότερο είναι ότι το μουσείο μπόρεσε να σταθεί στα πόδια του, παρά τις αναρίθμητες δυσκολίες, κι αυτό το χρωστάμε κατά κύριο λόγο στο νέο σχήμα της διοίκησης και της διεύθυνσής του. Και επειδή αυτό «μεταφράζεται» σε ανθρώπους, οφείλεται στη διοικητική του επιτροπή (η οποία άλλαξε κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό με τη συμμετοχή νέων μελών), την καλύτερη που είχε ποτέ το μουσείο κατά τη γνώμη μου, και βέβαια στους εξαιρετικούς και ικανότατους ανθρώπους που ανέλαβαν να το τρέχουν, τον Χάρη Σιαμπάνη, διευθύνοντα σύμβουλο, τον Γιώργη Μαγγίνη, επιστημονικό διευθυντή, και τον Νίκο Τριβουλίδη, υπεύθυνο του Τμήματος Πόρων και Ανάπτυξης.
Εδώ, όμως, θα ήθελα να αναφέρω τη μαχητική, ακούραστη και ανιδιοτελή συμμετοχή όλων των ανθρώπων του μουσείου που, παρά τις δυσκολίες, τις τεράστιες περικοπές των απολαβών τους και τη δική τους μεγάλη αγωνία εξακολούθησαν, και εξακολουθούν, να βγάζουν το Μουσείο Μπενάκη ασπροπρόσωπο με κάθε ευκαιρία. Έτσι, το μουσείο μπόρεσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να συνεχίσει το έργο του.
— Ποια θεωρείται ότι ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που διαχειρίστηκε στη θητεία του ο Άγγελος Δεληβορριάς;
Νομίζω ότι ήταν η περίοδος της μεγάλης επέκτασης του κτιριακού συγκροτήματος του Μουσείου Μπενάκη στο οποίο βρισκόμαστε, επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας. Τότε, το μουσείο έμεινε για δύο χρόνια κλειστό επειδή η γειτονική πολυκατοικία είχε κάνει ασφαλιστικά μέτρα εξαιτίας των επεκτάσεων στο βόρειο τμήμα του οικοπέδου. Εκείνη η ιστορία όχι μόνο αύξησε κατά πολύ τον προϋπολογισμό αλλά κινδυνεύσαμε να μείνουμε χωρίς μουσείο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά το καθημερινό άγχος και την αγωνία του Άγγελου.
Τελικά όλα πήγαν καλά και το 1997 ολοκληρώθηκε το έργο επέκτασης, ενώ το 2000 άρχισε να λειτουργεί ξανά το μουσείο με τη νέα έκθεση Ελληνικών Συλλογών. Αρκετά αργότερα, το 2010, ακολούθησαν οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης, οι οποίες επίσης επηρέασαν καταλυτικά το μουσείο.
Ήταν άλλη μια κρίσιμη οικονομικά περίοδος για το μέλλον του μουσείου. Ξέρω πολύ καλά ότι ο Άγγελος θα ήθελε να είχε τελειώσει τη θητεία του διαφορετικά. Νομίζω ότι τον είχαν βαρύνει αφάνταστα τα τελευταία χρόνια, όταν το μουσείο αναγκάστηκε να περιορίσει το προσωπικό του και τις ώρες λειτουργίας του. Ευτυχώς, όλα αυτά τα εμπόδια τα ξεπεράσαμε και το μουσείο έχει μπει σε μια νέα εποχή.
— Ήταν ένας άνθρωπος που ανέλαβε τα ηνία του μουσείου σε ηλικία 36 ετών και επί 45 χρόνια ηγήθηκε του ιδρύματος από τις θέσεις του διευθυντή και του μέλους της διοικητικής του επιτροπής. Δύσκολο εγχείρημα για την εποχή μας.
Ο Άγγελος ήταν ταυτισμένος με το μουσείο. Η ευρύτητα του πνεύματος, η εμπιστοσύνη στον άνθρωπο, η ακατάπαυστη εργατικότητα και η αστείρευτη δημιουργικότητα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για όλους μας. Σπανίζουν στις μέρες μας τέτοιου είδους προσωπικότητες.
— Πώς θα τον περιγράφατε;
Ως έναν υπέροχο άνθρωπο. Αυθόρμητος, πολυπράγμων, γενναιόδωρος, ενεργητικός, χαρισματικός, ανοιχτόκαρδος, εκρηκτικός, με απερίγραπτο χιούμορ και απίστευτο πάθος για τη δουλειά του. Εμφύσησε σε όλους μας την αγάπη για το μουσείο και μια στάση ζωής η οποία στηριζόταν στην αφοσίωση και ήταν ισοδύναμη της χαράς και της αισιοδοξίας.
Αναμφίβολα, το μουσείο ήταν η ζωή του. Σχεδόν όλη τη μέρα βρισκόταν εδώ. Ακόμη και οι κοινωνικές υποχρεώσεις του ήταν συνδεδεμένες με το Μουσείο Μπενάκη. Οι περισσότεροι θα σας πουν για τον πλούτο των γνώσεών του, τη βαθιά σκέψη του και τον έντονο συναισθηματισμό του. Σκεφτόταν πάντα θετικά και τίποτα δεν μπορούσε να τον πτοήσει.
— Τι θυμάστε πιο έντονα από τη συνεργασία σας;
Αρχικά, ο Άγγελος ήταν ό,τι καλύτερο μου έχει τύχει. Είναι μεγάλη ευλογία να συναντάς τέτοιους ανθρώπους στη ζωή σου και να συνεργάζεσαι μαζί τους. Ήταν διαρκώς το παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους συνεργάτες και εργαζόμενους του μουσείου. Και το σημαντικότερο είναι ότι ποτέ δεν καλλιέργησε μια σχέση αφεντικού - υπαλλήλου.
— Ποια η παρακαταθήκη του στο Μουσείο Μπενάκη αλλά και τις νεότερες γενιές;
Καταρχάς, η μανία του για τον εμπλουτισμό των συλλογών του, η οποία είναι και μία από τις σημαντικότερες προσφορές του στο μουσείο. Η άνεση με την οποία κινούνταν επιστημονικά σε όλες τις περιόδους και τις μορφές των τεχνών, το αρχαιολογικό του «μάτι», η δυνατότητα να συγκρατεί αυτά που τον ενδιέφεραν και του άρεσαν.
Συγχρόνως, η ίδρυση πολλών νέων τμημάτων του μουσείου, όπως το τμήμα συντήρησης, εκδόσεων, του περιοδικού του μουσείου και άλλα πάρα πολλά. Πήρε ένα μουσείο που είχε τα χαρακτηριστικά μιας ιδιωτικής συλλογής και το μετέτρεψε σε έναν διεθνών προδιαγραφών πολιτιστικό οργανισμό. Του έδωσε πνοή, μέγεθος, περιεχόμενο, επιστημονική επάρκεια και μέλλον. Ήξερε καλά να χρησιμοποιεί τα κατάλληλα εργαλεία προκειμένου το μουσείο να επαναπροσδιορίζει συνεχώς τη θέση του.
— Τι σας λείπει περισσότερο από εκείνον;
Η συμβουλή και η αίσθηση της σιγουριάς που ενέπνεε. Ήταν πάντα ο άνθρωπος που ήξερες ότι θα έβαζε πλάτη για κάθε πρόβλημα που θα αντιμετώπιζες. Επίσης, μου λείπουν πολύ οι γιορτές που κάναμε. Ξέρετε, του Άγγελου του άρεσαν πάρα πολύ τα τραγούδια, τα γλέντια, οι χοροί, το ξεφάντωμα. Αγαπούσε υπερβολικά τους ανθρώπους και έλεγε χαρακτηριστικά: «Επιλέγω τις αυθόρμητες, καθημερινές εκτονώσεις μιας κοινωνικότητας η οποία εξακολουθεί να αντλεί τις καταβολές της από την εποχή του Αριστοφάνη, χωρίς να την καταβάλλουν τα ήθη των νέων καιρών και η αισθητική των τηλεοπτικών υποδειγμάτων».
— Ποια η συμβολή του στην ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού;
Άφησε μια τεράστια παρακαταθήκη και διακρίθηκε όχι μόνο για το πρωτοπόρο έργο του στο τιμόνι του μουσείου αλλά και για τη συμβολή του στη μουσειολογία και στην αρχαιολογία. Οραματίστηκε, σχεδίασε και δημιούργησε μια συνεκτική μουσειακή πολιτική αλλά και ένα μοναδικό μουσείο που αναδεικνύει όσο κανένα άλλο τη σαγηνευτική διαδρομή του ελληνικού πολιτισμού.
— Ποιες εμβληματικές στιγμές ξεχωρίζετε στη διάρκεια της πορείας του ως διευθυντή;
Τη θεμελίωση της πτέρυγας στο κτίριο της οδού Κουμπάρη, που σηματοδότησε την αρχή της υλοποίησης του οράματος του Άγγελου. Επίσης, την κατασκευή του νέου κτιρίου της οδού Πειραιώς, μια κοιτίδα τέχνης την οποία ποτέ δεν θεώρησε ως ένα απλό οικοδόμημα εικαστικών εκδηλώσεων.
Πάντοτε πίστευε σε ένα μουσείο ανοιχτό σε όλους τους ανθρώπους και την κοινωνία, γεμάτο κόσμο. Ένα μουσείο εύρωστο και στερεό, επιστημονικά παραγωγικό. Το έβλεπε ως έναν τόπο χαράς. Για όσα μας κληροδότησε θα μπορούσα να σας μιλάω για ώρες.
Για τις αμέτρητες δωρεές που δέχτηκε το μουσείο στα χρόνια του, για τον απερίγραπτο ρυθμό του εμπλουτισμού των συλλογών και των αρχείων που ακολούθησε, για την πρωτοφανή ευκολία πρόσβασης των ερευνητών στο υλικό του μουσείου, για τα κτίρια που του κληροδοτήθηκαν, γι' αυτά που αναπλάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν, για την ανάπτυξη του μουσείου, για την εξωστρέφεια και τη συνεχή του παρουσία του στο εξωτερικό, για την εμπιστοσύνη του κόσμου, για την αναγνώριση της επιστημονικής κοινότητας. Κάθε φορά που περπατούσες μαζί του αντιλαμβανόσουν απόλυτα τους λόγους που αυτός ο άνθρωπος είχε αφιερωθεί στο μουσείο με όλη του την ψυχή.
— Συμφωνείτε ότι ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τα μουσεία;
Χωρίς αμφιβολία. Το Μουσείο Μπενάκη ίσως να μην υπήρχε σήμερα αν δεν ήταν η πολυσχιδής προσωπικότητα του Άγγελου Δεληβορριά στη διεύθυνσή του για περισσότερο από σαράντα χρόνια. Ένας φάρος γνώσης που πρόσφερε όσο λίγοι στο δημόσιο αγαθό του πολιτισμού.
Όταν ο Αντώνης Μπενάκης ίδρυσε το μουσείο του, νομίζω ότι δεν μπορούσε καν να ονειρευτεί ότι θα είχε την τύχη να πέσει στα χέρια του Άγγελου. Ανέλαβε τη διεύθυνση το 1973 και δεν το αντιμετώπισε ποτέ ως ένα μικρό αθηναϊκό μουσείο. Με το όραμα και τη γνώση του το μετέτρεψε στο μουσείο των ονείρων του και το απογείωσε. Το σημερινό Μουσείο Μπενάκη χρωστάει στον Άγγελο σχεδόν τα πάντα γιατί του αφιέρωσε την αγάπη του και τη γνώση του, τον ίδιο του τον εαυτό.
Άλλωστε, όπως σας είπα, αυτός είναι και ο λόγος που η νέα πτέρυγα του νεοκλασικού κτιρίου της οδού Κουμπάρη έχει μετονομαστεί ήδη σε Πτέρυγα Άγγελου Δεληβορριά, δεδομένου ότι η ολοκλήρωσή της σηματοδότησε το πρώτο βήμα για την πραγμάτωση του οράματός του.
Πλέον, έχουμε τρία αυτόνομα και σημαντικότατα θεματικά μουσεία, τα οποία, μαζί με τα ολοζώντανα αρχεία του μουσείου και το κτίριο της Πειραιώς, συνθέτουν ένα αποκλειστικά δικής του σύλληψης δορυφορικό σύστημα. Επιμελήθηκε μέχρι και την τελευταία τους λεπτομέρεια και το σπουδαιότερο, τα υποστήριξε επιστημονικά. Γιατί και το επιστημονικό εύρος του Άγγελου δεν το συναντούσε κανείς εύκολα.
— Τι έχετε συγκρατήσει στη μνήμη σας από την τελευταία φορά που μιλήσατε;
Ξέρετε, όλα έγιναν αστραπιαία: στενοχώρια, πανικός, λύπη. Κανείς δεν πίστευε ότι ο Άγγελος θα πεθάνει. Ποτέ δεν είχαμε φανταστεί τις μέρες που ο ίδιος δεν θα ήταν παρών. Είναι αλήθεια ότι έπρεπε να περάσει πολύς καιρός για να συνειδητοποιήσω τι είχε συμβεί. Και πλέον δεν θέλω να τα θυμάμαι.
— Ο ίδιος έλεγε ότι ««ο χρόνος της μνήμης μας είναι ο χρόνος της ύπαρξής μας»». Συμφωνείτε;
Απόλυτα. Τον Άγγελο θα τον θυμάμαι ως τον άνθρωπο που είχε ένα μυαλό ανήσυχο και κοφτερό, ανεξάντλητη φαντασία και τόλμη. Ήταν αεικίνητος και ενθουσιώδης. Όλοι ομονοούν στο ότι υπήρξε μία από τις σημαντικότερες πνευματικές φυσιογνωμίες της χώρας. Και το κενό που άφησε πίσω του είναι δυσαναπλήρωτο. Μας λείπει αφάνταστα.
Ακόμη και σήμερα, επειδή τα σπίτια μας στο Κολωνάκι ήταν πολύ κοντά, νομίζω ότι θα βγω στο μπαλκόνι, ο ίδιος θα περνά από κάτω και θα πιάσουμε στα κλεφτά την κουβέντα. Ή, όταν έρχομαι στο μουσείο, πολλές φορές αισθάνομαι ότι θα ακούσω τη φωνή του και θα αντικρίσω την πληθωρική παρουσία του.
Η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ στο Μουσείο Μπενάκη
Συναυλία μνήμης για τον Άγγελο Δεληβορριά
19/09/22, 20:30