ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ διάλειμμα μερικών ετών, το brand name του Στίβεν Κινγκ επανήλθε δυναμικά στο κινηματογραφικό προσκήνιο χάρη στο πρώτο μέρος του «It», που αποτέλεσε εμπορική επιτυχία ανέλπιστου μεγέθους και πυροδότησε μια νέα έκρηξη από μεταφορές Κινγκ σε μεγάλη και μικρή οθόνη.
Από εκείνες που γεννήθηκαν για την πλατφόρμα του Netflix υπάρχει το «Gerald’s Game» του Μάικ Φλάναγκαν, που είναι η καλύτερη όλων, αλλά καταστρέφεται από τον ξεκάρφωτο επίλογό του –το πρωτογενές υλικό φταίει γι’ αυτό–, το «1922», που είναι μια ατμοσφαιρική απλή ιστορία και διαθέτει την καλύτερη ερμηνεία του Τόμας Τζέιν, και το «In the Tall Grass», που είναι και η μοναδική αστοχία της «συντροφιάς». Στην τελευταία έρχεται τώρα να προστεθεί το «Mr. Harrigan’s Phone».
Εμπνευσμένο από το ομώνυμο διήγημα της συλλογής «If it Bleeds», που κυκλοφόρησε προ διετίας, το φιλμ διαφέρει από τις προηγούμενες διασκευές Κινγκ της πλατφόρμας στο γεγονός ότι δεν πρόκειται για μια καθαρή ιστορία τρόμου.
Διαθέτει, βεβαίως, το στοιχείο του φανταστικού, δεν αποτελεί, όμως, κατάθεση στο είδος του τρόμου, παρά το ανατριχιαστικό εύρημα των τηλεφωνικών κλήσεων από τον άλλο κόσμο. Περισσότερο θυμίζει παραμύθι με μερικά μακάβρια στοιχεία – το για ακόμα μια φορά υπέροχο μουσικό score του Χαβιέ Ναβαρέτε προς αυτή την κατεύθυνση υποδεικνύει άλλωστε.
Εμπνευσμένο από το ομώνυμο διήγημα της συλλογής «If it Bleeds», που κυκλοφόρησε προ διετίας, το φιλμ διαφέρει από τις προηγούμενες διασκευές Κινγκ της πλατφόρμας στο γεγονός ότι δεν πρόκειται για μια καθαρή ιστορία τρόμου.
Στην ταινία o Κρεγκ, ένα νεαρό αγόρι που έχασε πρόσφατα τη μητέρα του, προσλαμβάνεται από τον κύριο Χάριγκαν, έναν ηλικιωμένο πολυεκατομμυριούχο που ζει απομονωμένος στην έπαυλή του και έχει μειωμένη όραση, ώστε να του διαβάζει τρεις φορές την εβδομάδα βιβλία. Σαν ανταμοιβή ο κύριος Χάριγκαν δίνει στον Κρεγκ χαρτζιλίκι καθώς και ένα δελτίο «ξυστό» τέσσερις φορές τον χρόνο, το οποίο μοιράζει στους νικητές μέχρι 3.000 δολάρια.
Καθώς τα χρόνια περνούν, ο Κρεγκ αναπτύσσει φιλική σχέση με τον κύριο Χάριγκαν. Όταν ο Κρεγκ κερδίσει 3.000 δολάρια ξύνοντας ένα από τα δελτία, θα αγοράσει ένα smartphone για τον κύριο Χάριγκαν ώστε να επικοινωνούν. Ο τελευταίος πεθαίνει κάποια στιγμή, μα η επικοινωνία τους συνεχίζεται και μετά θάνατον με σκοτεινές επιπτώσεις.
Διαβάζεις τη σύνοψη κι εκ πρώτης όψης περιμένεις μία από τις συνήθεις, ηθικές ιστορίες του Κινγκ όπου η τεχνολογική εφεύρεση είναι περισσότερο πηγή κινδύνου παρά μέσο διευκόλυνσης – απειλή στα γραπτά του έχουν αποτελέσει ακόμα και πρέσες σιδερώματος, χώρια που τα κινητά τηλέφωνα επανειλημμένα διευκολύνουν τη δράση του Κακού στις ιστορίες του.
Μερίδα της αμερικανικής κριτικής είδε στην ταινία το απλοϊκό (και υπαρκτό, για να είμαστε δίκαιοι) επιμύθιο ότι «τα smartphones μας κάνουν κακό» και αφόρισε το φιλμ. Κάποιοι πιο ευγενικοί στάθηκαν στο αγαπητικό σκέλος της ιστορίας – πιστεύουμε στα φαντάσματα και στη μεταθανάτια ζωή επειδή δυσκολευόμαστε να διαχειριστούμε την ολοκληρωτική απώλεια των αγαπημένων μας.
Υπάρχει, όμως, ένα δεύτερο επίπεδο στη διασκευή του Τζον Λι Χάνκοκ, σεναριογράφου, μεταξύ άλλων, των ιστγουντικών «Perfect World» και «Midnight in the Garden of Good and Evil», παρακαλώ. Mε μικρές, πλην καίριες αλλαγές, ο Χάνκοκ μετατρέπει την ηθική ιστορία του Κινγκ σε μια αντικαπιταλιστική παραβολή.
Ο κύριος Χάριγκαν –μια μειλίχια εκδοχή μεφιστοφελισμού με τη μορφή του Ντόναλντ Σάδερλαντ– είναι η προσωποποίηση του νεοφιλελεύθερου προτύπου πάνω στο οποίο δομήθηκε η αμερικανική και, κατ’ επέκταση, η δυτική κοινωνία κατά το τελευταίο τέταρτο του εικοστού αιώνα. Ο Χάριγκαν έχτισε την περιουσία του μέσω του αδυσώπητου, ανθρωποφαγικού ανταγωνισμού και παραμένει αμετανόητος μέχρι το τέλος της ζωής του – σκεφτείτε τη συμβουλή που δίνει στον Κρεγκ.
Παρά τη σημαίνουσα φύση της εργασίας του Κρεγκ, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος είναι ο μόνος του σύνδεσμος με τον έξω κόσμο, και εξελίσσεται με τα χρόνια στον μοναδικό του φίλο, η ανταμοιβή του είναι ένα αμελητέο ποσό και τα δελτία ξυστό – η ψευδαίσθηση της ευκαιρίας δηλαδή, ένας άλλος πυλώνας του καπιταλισμού.
Κι έπειτα, προσέξτε την ταφόπλακα του κυρίου Χάριγκαν στο φινάλε. Ως έτος θανάτου αναφέρεται το 2008, δηλαδή η χρονιά του κραχ, αυτής της δυστυχώς πρόσκαιρης πλην εμφατικής κατάρρευσης του συστήματος και της ιδεολογικής στάσης που ο κύριος Χάριγκαν πρεσβεύει. Στο διήγημα του Κινγκ, ο χαρακτήρας πεθαίνει απλά το καλοκαίρι του 2009, χωρίς η χρονολογία να παρουσιάζει κάποιο σημειολογικό ενδιαφέρον.
Kι έπειτα –εδώ ακολουθεί spoiler– ακόμα και το φινάλε, ενώ μοιάζει ίδιο, είναι διαφορετικό. Στο διήγημα ο Κρεγκ πετά το smartphone του στη λίμνη και κλείνει τον εσωτερικό του μονόλογο με ένα «όταν πεθάνω, θέλω να μη με αποτεφρώσουν και οι τσέπες μου να είναι άδειες». Πρακτικά ο Κινγκ εστιάζει στην αποδοχή του μεταφυσικού κόσμου και κηρύττει την ψηφιακή αποσύνδεση.
Στην ταινία του Χάνκοκ, ο ήρωας λέει απλά «όταν πεθάνω, θέλω να με θάψουν με άδειες τσέπες». Με όσα έχουν προηγηθεί, γίνεται σαφές ότι ο Kρεγκ της ταινίας αναφέρεται σε όσα εκπροσωπούσε ο κύριος Χάριγκαν, συμβολίζει την επόμενη γενιά που αποφασίζει να στρέψει την πλάτη της στην (ανύπαρκτη) Εδέμ που έταξαν ο Μίλτον Φρίντμαν και οι μαθητές του.
Ο ίδιος ο Κινγκ δήλωσε ενθουσιασμένος με τη μεταφορά του διηγήματός του. Υποθέτουμε ότι η διατήρηση της πρόζας του έπαιξε κάποιον ρόλο σ’ αυτό τον ενθουσιασμό, καθώς όταν μια ταινία παρεκκλίνει λίγο από τα γραπτά του, ο παραγωγικός συγγραφέας συνηθίζει να γκρινιάζει – το «The Mist» αποτελεί εξαίρεση.
Φυσικά, με δεδομένα τα κινηματογραφικά «τέρατα» που έχουμε δει κατά καιρούς με πρώτη ύλη τα γραπτά του Κινγκ, η ταινία του Χάνκοκ είναι τουλάχιστον αξιοπρεπής. Ταυτόχρονα, όμως είναι και κρίμα που ο τελευταίος δεν μπόρεσε να λύσει τον γόρδιο δεσμό της μετατροπής ενός διηγήματος επαρκούς για ένα επεισόδιο του «Twilight Zone» σε δραματουργία ικανή να στηρίξει μια ταινία μεγάλου μήκους, όπως είναι κρίμα που το μεταφυσικό εύρημα του διηγήματος είναι μάλλον τετριμμένο – ακόμα και στο προαναφερθέν «Twilight Zone υπάρχει ένα παρεμφερές επεισόδιο, σκηνοθετημένο από τον Ζακ Τουρνέρ.
Κι αν συνυπολογίσεις όσα σκαρφίστηκε ο Χάνκοκ για να εμπλουτίσει και να αναβαθμίσει νοηματικά την ιστορία του Κινγκ, ένα μέρος σου λογαριάζει την ταινία για χαμένη ευκαιρία.