Ψινάκης - Πάνια - Λοβέρδος: Τι αυτοταπείνωση!

«Έλεος» και στο βάθος να παίζει Βαβάτσικος Facebook Twitter
Κοιτώντας ξανά τη φωτογραφία -ο Ψινάκης, η Πάνια, ο Λοβέρδος και το λυκόσκυλο του η Μάγια (α, όλα κι όλα, τα ζώα δεν φταίνε ποτέ)-, σιγουρεύεσαι ότι ο σουρεαλισμός είναι ρεύμα απέθαντο και κάποτε πολύ πολύ εκδικητικό.
0

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΟΙ ΤΡΟΠΟΙ για να παρακολουθήσεις μια τηλεοπτική ετεροντροπή: ο πρώτος είναι να κάνεις στην άκρη και χωρίς κανένα συναίσθημα –χωρίς να ανακαλείς καμία πληροφορία από την εγκυκλοπαίδεια που όλοι έχουμε τσιπάρει για τηλεοπτικές και πολιτικές περσόνες της τελευταίας εικοσαετίας– να τη δεις να συμβαίνει. Εκείνη, έτσι κι αλλιώς, θα ξετυλιχθεί χωρίς να νοιάζεται για το τι σκέφτεσαι ή τι αισθάνεσαι. Το ταμείο θα γίνει μετά.

Ο δεύτερος τρόπος είναι να κρατάς σημειώσεις από αυτό που βλέπεις. Να κάνεις κατάπληκτα «ααα!» ή να μορφάζεις αθέλητα με θλίψη για όσα παρακολουθείς. Είναι ένας τρόπος που σε κάθε σημείωση και με κάθε αστερίσκο θα ανεβάζει σταδιακά την πίεση και τους παλμούς, ένας καθόλου σωστός τρόπος για να αξιολογηθεί κάτι χωρίς συναισθηματισμούς.

Ο τρίτος τρόπος είναι ο τρόπος των τεράτων. Τον ξέρουν όσοι είχαν την ατυχία να δειπνήσουν ή να συνδιαλλαγούν έστω και για λίγο με κτηνώδη λεφτά ή φορείς εξοντωτικής εξουσίας (αυτής της χώρας και γενικώς). Όλα φαίνονται κανονικά μέχρι να ξεκινήσει η (όποια) συνομιλία.

Τότε συμβαίνει ένα εσωτερικό mute. Μπορεί το μέσα σου να εξεγείρεται και να εντυπωσιάζεται σε ίσες δόσεις και από σοκ σε σοκ να περνά η ώρα, όμως, όταν τελειώσει το δείπνο, στην άκρη του πιρουνιού μένει η ακηδία. Ωστόσο, όχι απλώς έχεις καταλάβει, αλλά έχεις –έστω και λίγο– αφομοιώσει πως αυτά τα δύο –λεφτά και εξουσία– σε κάνουν τέρας. Ακόμα κι αν δεν έχεις μία.

Και υπάρχει και ο τρόπος των βιογραφικών.

Από την κουβέντα περί πολιτικών και πολιτικής μέχρι την επίδειξη επάρκειας στα ντραμς, από την κολλώδη περιγραφή των πεσιματικών στην Καϊλή όλων εκείνων των οχτρών που κάποτε την «έγλειφαν», μέχρι το αγέρωχο «όταν προσπάθησαν να με χρηματίσουν, έσκασα στα γέλια και έφυγαν», είναι σαφές ότι υπάρχει πλεόνασμα cringe.

Τη συνθήκη του «Ελέους» (διπλής) στο Mega το βράδυ της Τρίτης δεν μπορούσες να την αναγνώσεις με κανέναν άλλο τρόπο εκτός από τον τελευταίο. Γιατί, δυστυχώς, η παράξενη παρέα παρουσιαστών / καλεσμένου χωρίς να το καταλαβαίνει (ασχέτως που νομίζουμε ότι όλα ξεχνιούνται και όλα ο χρόνος τα βάζει κάτω από την αγκάθινη κουβέρτα του) υπενθύμιζε ότι πρακτικά αυτό που παρακολουθούσαμε ήταν 20-25 χρόνια μεγάλων αμαρτημάτων – στην πολιτική, στην τηλεόραση, στη δημόσια σφαίρα, σε συσκευασία combo.

Αυτή η όχι και τόσο ετερόκλητη παρέα των Ηλία Ψινάκη, Αννίτας Πάνια και Ανδρέα Λοβέρδου συζητούσε γενικώς (αλλά πολύ ειδικώς) για την πολιτική και το σκάνδαλο της Καϊλή, για το everyday life του πολιτικού και τετράκις υπουργού, που του αρέσει να τον αποκαλούν «υπουργό» (καμία έκπληξη) και για άλλα φαινομενικά αθώα, φαινομενικά χαλαρά πραγματάκια που είθισται να συζητούν στα late night shows.

«Έλεος» και στο βάθος να παίζει Βαβάτσικος Facebook Twitter
Δυστυχώς, η παράξενη παρέα παρουσιαστών / καλεσμένου χωρίς να το καταλαβαίνει (ασχέτως που νομίζουμε ότι όλα ξεχνιούνται και όλα ο χρόνος τα βάζει κάτω από την αγκάθινη κουβέρτα του) υπενθύμιζε ότι πρακτικά αυτό που παρακολουθούσαμε ήταν 20-25 χρόνια μεγάλων αμαρτημάτων.

Ένα ψυχρά υπολογιστικό μυαλό, που δεν θέλει να προκαλέσει ζημιά στον υπόλοιπο οργανισμό, για να εξηγήσει αυτό που έβλεπε θα έμπαινε στη διαδικασία να ανακαλέσει ένα μίνι βιογραφικό του καθενός από αυτή την άβολη παρέα.

Σε μια γρήγορη αναζήτηση στα τσιπαρισμένα στον εγκέφαλο data, δημοφιλέστερος θα έβγαινε ο Ψινάκης. Τι πρόσφερε στην τηλεόραση και τον lifestyle Τύπο όλα αυτά τα χρόνια; Το αμφίθυμο χιούμορ του. Τον υψηλής κατεργασίας αυτοσαρκασμό του. Το χάρισμά του να κάνει και να λέει χοντράδες, χωρίς να του κρατά κακία κανείς. Την αντικατάσταση των αρσενικών ονομάτων και άρθρων σε προσφωνήσεις αρρένων με θηλυκά και τανάπαλιν. Την κατοχύρωση μιας queer διάθεσης σε mainstream διαύλους before it was cool (αλλά μέχρι εκεί). Μια καταστροφική θητεία στην αυτοδιοίκηση που κηδεύτηκε μαζί με 103 αθώους στις πυρκαγιές του 2018 στο Μάτι.

Ο Ηλίας Ψινάκης εξαφανίστηκε για καιρό από αυτό το οποίο γνώριζε καλά –τη δημοσιότητα– κι όταν επανήλθε, όλα, μα όλα, είχαν αλλάξει. Η ορατότητα που της είχε μισανοίξει την πόρτα, αλλά δεν την υποδέχθηκε ποτέ, είχε πάει αρκετά μακριά χωρίς τη βοήθειά του. Το υπαινικτικό gayness είχε πάψει να είναι της μόδας. Καλημέρα, ξαστεριά.

Το «Γηροκομείο» με το οποίο επέστρεψε στα πράγματα (όποια κι αν ήταν αυτά) ήταν μια καλή, χαριτωμένη παραγωγή, χωρίς τις αγκυλώσεις της πολιτικής ορθότητας για τον επαγγελματία αθυρόστομο μάνατζερ, αλλά τι τα θες, η ζημιά είχε γίνει, η καταχώρισή του στο συλλογικό ασυνείδητο ως εγκληματικά ατζαμή πολιτικού επίσης, και μετά όλη αυτή η κλειδαρότρυπα στη χλίδα δεν ξεχνιέται. Μπλε σατέν πιτζάμες, βελούδινα loafers αντί παντόφλας, αναμνήσεις από τον Νιάρχο και τον Ωνάση και ταύτιση με το κοινό αίσθημα δεν γίνεται. Όποιος τον έπεισε ότι με το «Έλεος» το εύστροφο «Γηροκομείο» του YouTube θα γίνει mainstream σουξέ τον ξεγέλασε, αν και ο Ψινάκης δεν είναι από αυτούς που ξεγελιούνται.

Και μετά η Αννίτα Πάνια, η εθνική τηλεοπτική αμηχανία. Το αιώνιο «Χρυσό Κουφέτο». Τα ασυγχώρητα μοχθηρά «Παρατράγουδα». Το «Je T’ aime» που με το εξόφθαλμο bullying του κατάφερε ακόμα και το ΕΣΡ να ξυπνήσει. Δεν έχει νόημα να εξηγείς.

Οι Κυνηγοί Στίγματος πριν από 20 χρόνια γύρευαν ψύλλους στα άχυρα, καταγγέλλοντας τη γελοιοποίηση αδύναμων ανθρώπων, αλλά η παρουσιάστρια έκανε τότε κάτι σαν εισήγηση σε ένα είδος κακοποιητικής συμπεριφοράς που πολλούς είχε πείσει ότι είναι γνήσιο cult και ατόφια ελληνική μαγκιά, ενώ επρόκειτο για στεγνή βαρβαρότητα.

Κάποιοι, για τους δικούς τους λόγους, είχαν πειστεί για την τσαμπουκαλεμένη «Αννίτα, κοίτα». Για το γνήσιο, λαϊκό κορίτσι με τα μαύρα που όμως κρατούσε από τζάκι με γαλλικά και πιάνο και τα απαρνήθηκε γιατί ψαχνόταν κάπως εναλλακτικά με το γυαλί.

Κάτι η αψιά προσέγγιση ανθρώπων και θεμάτων, κάτι που κάποιοι έβρισκαν φοβερή αυτή την παλινδρόμηση από το luben στο εστέτ, το ανήκουστο και κακοποιητικό καθιερώθηκε ως διαφορετικό και ανατρεπτικό. Και κάπως έτσι, η παρουσιάστρια που όλα τα έσφαζε, όλα τα μαχαίρωνε και στο ενδιάμεσο έγραφε ποιητικές συλλογές (ναι! Ενδεικτικοί τίτλοι: «Η εκδίκηση του Κωλόχαρτου», «Τριάντα Τρόποι Εισόδου») πέρασε σχεδόν απ’ όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς που φλέρταραν ανοιχτά με το cult. Κολύμπησε σε τηλεοπτικά ναυάγια και λουκέτα, άλλαξε 500 εκπομπές με άλλους τόσους ευφάνταστους τίτλους, έκανε «δημοσιογραφικές επιτυχίες» (ποιος ξεχνά τη συνέντευξη με τον Πάσσαρη;), έγινε για λίγο διαδικτυακή εκδότρια και λεξιπλάστρια του λαϊκού και του παρακμιακού και εσχάτως βλέπει τον παλιό, ακουμαντάριστο εαυτό της να συνομιλεί –με εμφανές δέος– με το «υψηλό» και το «πολιτικό». Όπως την Τρίτη, ας πούμε, που συνομιλούσε με τον Ανδρέα Λοβέρδο για την αθωότητα –ή και όχι της Εύας Καϊλή– και τη φιλία του μαζί της. Καληνύχτα και καλή τύχη.

Όσο για τον κύριο Λοβέρδο, επίτιμο προσκεκλημένο του «Ελέους» (σ.σ.: πόσο περίεργα «γράφει» ο τίτλος της εκπομπής δίπλα στον εκάστοτε καλεσμένο), η επεξεργασία των δεδομένων του ίδιου μυαλού, που προσπαθεί να αποδελτιώσει τι –στα κομμάτια– είδε, «στομώνει» στο εξής απλό: στο ότι θα χρειαστούν άλλα 50 χρόνια ελληνικής τηλεόρασης, ώστε οι εκπομπές που λυσσούν να δείξουν την άλλη, (και καλά) προσιτή, καθημερινή πλευρά των πολιτικών, να μην καταλήγουν σε φιάσκο και αυτοταπείνωση.

Από την κουβέντα περί πολιτικών και πολιτικής μέχρι την επίδειξη επάρκειας στα ντραμς, από την κολλώδη περιγραφή των πεσιματικών στην Καϊλή όλων εκείνων των οχτρών που κάποτε την «έγλειφαν», μέχρι το αγέρωχο «όταν προσπάθησαν να με χρηματίσουν, έσκασα στα γέλια και έφυγαν», είναι σαφές ότι υπάρχει πλεόνασμα cringe.

Και φυσικά, αν είσαι Gen-Z, δεν σε νοιάζει τι είναι όλο αυτό το νέφος και γιατί συμβαίνει στην τηλεόρασή σου. Αν είσαι boomer πάλι (και λίγο πιο παλι@), είναι πολύ OK να το παρακολουθείς και να μην μπορείς να ξεχάσεις το «Ruins», εκείνο το ντοκιμαντέρ για το άγριο 2012. Τότε, τα social media κοιμούνταν ακόμη ύπνο λούτρινο σαν κουνελάκια στη φωλιά, όμως και χωρίς τη βοήθειά τους ο κόσμος ήξερε τι σημαίνει διασυρμός, ακόμα κι αν επρόκειτο για οροθετικές σεξεργάτριες.

Όμως, γιατί τα συζητάμε όλα αυτά; Είναι αρκετή η αφορμή ενός ακατάσχετου θεάματος για να θυμηθεί κανείς τα προ Χριστού; Δεν είναι άδικο και κάπως ύποπτο να σκαλίζει κανείς το παρελθόν για να κρίνει το παρόν; (Μα-πώς-αλλιώς;!). Εξαρτάται. Αν προσπαθείς να εξηγήσεις τις (καθόλου) εκλεκτικές σχέσεις ανάμεσα στην πολιτική, τις lifestyle χαλαρές εκπομπές, το easy come, easy go ξέπλυμα φίλων στη φυλακή και τη λειτουργία των μηχανισμών αμνησίας των media, ναι, έχει νόημα η συζήτηση. (Ειδικά αν θεωρείς ότι αυτό που είδες υποτιμά τη νοημοσύνη και την ανοχή σου, ως ανθρώπου και ως πολίτη).

Κοιτώντας ξανά τη φωτογραφία, αυτή που βγάζουν στις εκπομπές για να στείλουν μετά τα δελτία Τύπου στα λοιπά ΜΜΕ –ο Ψινάκης, η Πάνια, ο Λοβέρδος και το λυκόσκυλό του η Μάγια (α, όλα κι όλα, τα ζώα δεν φταίνε ποτέ)–, σιγουρεύεσαι ότι ο σουρεαλισμός είναι ρεύμα απέθαντο και κάποτε πολύ πολύ εκδικητικό.

Κι από εκεί που από αυτό το στιγμιότυπο θα ‘πρεπε σαν σε όνειρο να παίζει απ’ το βάθος λίγος σαρδόνιος Παγκανίνι, όλο και δυναμώνει εκείνο το ανεπανάληπτο του Βαβάτσικου: «Γάμος αλλόκοτος γινότανε (και οι καλεσμένοι ψεύτικα χαιρόντανε)»...

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Οπτική Γωνία / Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και βλέπει την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επαναφέρει τα σενάρια συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα. Πόσο ρεαλιστικά όμως είναι όλα αυτά; 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Πορνό

Οπτική Γωνία / «Δεν μου αρέσει να νιώθω ότι παίζω τον ρόλο που είδαν σε μια ταινία πορνό»

Τρεις γυναίκες μιλούν για το πώς αντιμετώπισαν το θέμα της συστηματικής παρακολούθησης πορνογραφίας από τον ή την σύντροφό τους και για τις επιπτώσεις που είχε στη σχέση τους.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Ρεπορτάζ / Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Η προκήρυξη διαγωνισμού για την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο έχει φέρει σε αντιπαράθεση την τοπική κοινωνία με την κυβέρνηση. Τι υποστηρίζει κάθε πλευρά και πόσο πιθανός είναι ο περιβαλλοντικός κίνδυνος;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Τις επόμενες μέρες Θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη / «Τις επόμενες μέρες θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ερντογάν εναντίον Ιμάμογλου: Η αρχή ή το τέλος μιας σκληρής σύγκρουσης; O διευθυντής της Milliyet, ο ανταποκριτής της «Süddeutsche Zeitung» και πολίτες περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη και το χάος που απειλεί τη χώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Eνηλικίωση, αυτή η αναπόφευκτη

Οπτική Γωνία / «Όταν, μεγάλος πια, χάνεις έναν γονιό, είσαι πολύ μεγάλος για να μεγαλώσεις»

Βγάζεις ταυτότητα στα 12, παίρνεις δίπλωμα οδήγησης μετά το λύκειο, έχεις δικαίωμα ψήφου στα 17. Όμως η αληθινή ενηλικίωση έρχεται όταν δεν είσαι πια το παιδί κάποιου.
ΛΙΝΑ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ
Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη» Ή «Δεν λείπει η άποψη αλλά η έρευνα και η νηφάλια σκέψη»

Συνέντευξη / Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη»

Ο διευθυντής σύνταξης της κυριακάτικης έκδοσης της «Καθημερινής» δίνει την πρώτη του συνέντευξη και μιλά για το μέλλον των εντύπων, την ποιοτική δημοσιογραφία, τα social media αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί κατά καιρούς το μέσο στο οποίο εργάζεται. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ