ΠΕΝΤΕ ΦΟΝΟΙ ΣΕ έξι χρόνια, μια πανίσχυρη οικογένεια στον Νότο της Αμερικής, ιστορίες συγκάλυψης, με τους δυνατούς και πλούσιους Μέρντοχ να είναι υπεράνω του νόμου. Και από την άλλη, η επιμονή απλών ανθρώπων, γονιών και παιδιών, να ξετυλίξουν το κουβάρι της αλήθειας. Αυτά τα περιστατικά ερευνά το νέο ντοκιμαντέρ του Netflix που σε τρία μέρη αναπτύσσει το χρονικό των εγκλημάτων παράλληλα με την άνοδο και την πτώση των Μέρντοχ στη Νότια Καρολίνα.
Αρχικά έχουμε την οικογένεια Μέρντοχ, που διατηρεί το μεγαλύτερο νομικό γραφείο στην πόλη για τέταρτη γενιά, με αρχηγό τον Άλεκ Μέρντοχ. Ήταν ο νόμος και η τάξη στην περιοχή, και κάποιες φορές ήταν πάνω από τον νόμο. Οι σχέσεις τους με τον σερίφη, την αστυνομία και τους λειτουργούς της δικαιοσύνης ήταν στενές. «Όλοι ήταν υποχείρια των Μέρντοχ» ακούγεται να λέει κάποια στιγμή ο δημοσιογράφος της τοπικής εφημερίδας.
Οι Μέρντοχ έκαναν μέχρι τότε ό,τι ήθελαν γιατί το σύστημα τους το επέτρεπε. Σήμερα είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Άλεκ συνδέεται με τις δυο δολοφονίες, της γυναίκας και του γιου του, γιατί αποδείχτηκε ότι ήταν στη σκηνή του εγκλήματος όταν συνέβησαν οι φόνοι.
Στο ντοκιμαντέρ οι Μέρντοχ πρωταγωνιστούν αλλά δεν εμφανίζονται παρά σε βίντεο και φωτογραφίες αρχείου. Παίρνουν όμως μέρος δημοσιογράφοι, φίλες και φίλοι του Μέρντοχ υιού, οι γονείς των παιδιών της παρέας του, ενώ απουσιάζουν πρόσωπα από την τοπική κοινωνία και είναι εύκολο να πούμε το γιατί. Η πόλη ζει σε ομερτά, με πολλούς ψιθύρους και φήμες, αλλά ποιος θα τολμούσε να τα βάλει με τους Μέρντοχ;
Ο Άλεκ και η Μάγκι Μέρντοχ έχουν δυο αγόρια, τον Μπάστερ και τον Πολ.
Ο Πολ, όπως και οι γονείς του, από ανήλικος αρχίζει να καταναλώνει πολύ αλκοόλ, κάτι που στην εφηβεία άλλαξε τη συμπεριφορά του. «Γινόταν άλλος με δυο ποτά» λένε οι τότε φίλοι του. «Ήταν τρομακτικός». Ωστόσο είχε δύναμη και χρήμα και μάλλον εντυπωσίαζε τους φίλους του, που αναρωτιούνται ακόμα και σήμερα αν ήξερε ότι δεν έπρεπε να πίνει ή αν είχε μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον μαθαίνοντας ότι δεν υπάρχουν συνέπειες γι’ αυτά που κάνει. Η οικογένεια δεν έδινε σημασία στη συμπεριφορά του ή έκανε τα στραβά μάτια, αντί να τον στείλει πακέτο σε ένα κέντρο αποτοξίνωσης.
Η ζωή ενός πλούσιου παιδιού που δεν είχε φροντίδα και επιμέλεια από το περιβάλλον του κυλούσε ανέμελα, με πολλά μεθύσια, ξεσπάσματα στην τότε επίσης έφηβη φίλη του Μόργκαν – με την οποία είχε μια σχέση σχεδόν νοσηρή, με καβγάδες, χωρισμούς και επανασυνδέσεις. Η Μόργκαν ήταν κολλητή με άλλα δυο κορίτσια, μέλη όλα της ίδιας παρέας, τη Μάιλι και τη Μάλορι, και με τα αγόρια τους. Όλα αυτά τα παιδιά γνωρίζονταν σχεδόν από μωρά, είχαν πάει στα ίδια σχολεία και ήταν μέλη μιας μικρής κλειστής κοινωνίας.
Για τον Πολ έτρεφαν ανάμεικτα συναισθήματα, αλλά η κολλητή τους ήταν το κορίτσι του, έτσι έκαναν όλοι παρέα. Ήταν στο γυμνάσιο όταν ο Πολ οδηγώντας υπό την επήρεια μέθης έριξε το αυτοκίνητό του, στο οποίο επέβαιναν τα κορίτσια, σε ένα χαντάκι. Το αυτοκίνητο της οικογένειας ήταν γεμάτο όπλα –είμαστε στον Νότο, όλοι έχουν πολλά όπλα είτε για κυνήγι είτε για «χόμπι»– και κουτάκια μπίρας. Η αστυνομία δεν έφτασε ποτέ στο ατύχημα, η οικογένεια Μέρντοχ φρόντισε να καθαρίσει τη σκηνή και το περιστατικό τέλειωσε.
Τον Φεβρουάριο του 2019, η παρέα των έξι αγοριών και κοριτσιών αποφάσισε να πάει σε ένα μπάρμπεκιου. Ο Πολ σχεδόν τους επέβαλε να πάνε με το σκάφος του, μέσα από τον ποταμό Μπιούφορντ. Τα παιδιά ακολούθησαν κάπως απρόθυμα, για να μην αφήσουν τη Μόργκαν μόνη μαζί του.
Τα βίντεο που υπάρχουν δείχνουν τον Πολ να πίνει μπίρες με ένα χωνί. Το ίδιο συνεχίστηκε και στο πάρτι και όλοι ήταν κάποια στιγμή πολύ μεθυσμένοι. Όσοι ήταν παρόντες στο πάρτι τούς προέτρεψαν να μην επιστρέψουν με το σκάφος γιατί έκανε κρύο, αλλά ο Πολ επέμενε, ήταν θυμωμένος και μάλιστα έγινε πολύ επιθετικός με τους υπόλοιπους, που πάλι υποχώρησαν για να μην αφήσουν τη Μόργκαν μόνη της μαζί του.
Όλοι φοβούνταν κάπως τον Πολ. Είχαν αφεθεί στη μοίρα τους, με εκείνον να οδηγεί τρελά το σκάφος μέσα στη νύχτα, με αποτέλεσμα να προσκρούσει σε μια γέφυρα. Ακούστηκε μια κραυγή και επικράτησε πανδαιμόνιο στα σκοτεινά νερά. Η Μάλορι έπεσε στο ποτάμι και οι υπόλοιποι τραυματίστηκαν.
Έφτασε η αστυνομία και αμέσως μετά ειδοποιήθηκαν οι Μέρντοχ για να τα «τακτοποιήσουν» όλα. Μέσα στην ομίχλη άρχισαν οι επιχειρήσεις διάσωσης. Τα ξημερώματα οι γονείς της Μάλορι ειδοποιήθηκαν ότι η κόρη τους αγνοείται, ενώ τα τραυματισμένα παιδιά μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο. Εκτός από τους Μέρντοχ, κανένας άλλος δεν πλησίασε το σκάφος.
Πατέρας και παππούς Μέρντοχ εμφανίστηκαν στο νοσοκομείο με σκοπό να γλιτώσουν τον Πολ και να ρίξουν τα βάρη σε άλλους. Το γεγονός ότι αγνοούνταν η Μάλορι δεν τους ενδιέφερε καθόλου. Η αστυνομία ανέφερε ότι οδηγούσε ο Πολ ή ο φίλος του, ο Κόνορ.
Όμως οι γονείς των παιδιών και τα ίδια τα παιδιά δεν δέχτηκαν αυτή την εκδοχή και αντέδρασαν στην πρόθεση του Μέρντοχ να «καθαρίσει» τον γιο του και να βεβαιωθεί ότι κανένας δεν θα μιλούσε. Οι Μέρντοχ κατά βάθος δεν ήθελαν να βρεθεί η Μάλορι γιατί ήξεραν, ως νομικοί, ότι χωρίς πτώμα δεν υπάρχει έγκλημα.
Τελικά η κοπέλα βρέθηκε μετά από επτά ημέρες. Οι γονείς της ήθελαν να αποδοθεί δικαιοσύνη και προσέλαβαν έναν έμπειρο δικηγόρο που άρχισε την έρευνα. Το αλκοόλ στο αίμα του Πολ ήταν τριπλάσιο από το επιτρεπόμενο. Κανένας αστυνομικός δεν τον είχε ανακρίνει. Όλη η αστυνομία είχε σχέση με τους Μέρντοχ. Ο αρχηγός της έρευνας ήταν υποχείριό τους. Χάθηκαν ηχογραφήσεις και πολύτιμα στοιχεία. Οι Μέρντοχ ήθελαν να δημιουργηθεί σύγχυση και να μη μιλήσει κανένας. Η οικογένεια της Μάλορι προσέλαβε βιοϊατρικό μηχανικό ο οποίος έκανε έρευνα και προσομοίωση της σύγκρουσης και απέδειξε ότι οδηγούσε ο Πολ. Κατά την πρόσκρουση, η Μάλορι πετάχτηκε έξω από το σκάφος, χτύπησε στο κεφάλι και πνίγηκε.
Όταν μετά από τρεις μήνες απαγγέλθηκαν κατηγορίες, οι μισοί δικαστές και αστυνομικοί εξαιρέθηκαν λόγω σχέσεων με τους Μέρντοχ. Ο Πολ αντιμετώπιζε ποινή 25 ετών. Δήλωσε αθώος στη δίκη, δεν φυλακίστηκε ούτε για μία ημέρα και δεν του πέρασαν χειροπέδες. Στα σόσιαλ έγινε χαμός, με τους χρήστες να γράφουν ότι στον Νότο η δικαιοσύνη δεν αποδίδεται ποτέ. Ο Πολ γύρισε με βραχιολάκι στο εξοχικό της οικογένειας και ανέβαζε στόρι στα σόσιαλ στα οποία φαινόταν να διασκεδάζει και να μεθοκοπά με φίλους του. Για τους Μέρντοχ η υπόθεση της Μάλορι διαγράφηκε, είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Ένα μπερδεμένο κουβάρι γεμάτο εγκλήματα
Το 2021, σύμφωνα με τη δημοσιογράφο της «Wall Street Journal» που καλύπτει τη Νότια Καρολίνα, είναι μια χρονιά δύσκολη για τους Μέρντοχ, με το ζευγάρι των γονιών του Πολ, τον Άλεκ και τη Μάγκι, να είναι στα πρόθυρα του διαζυγίου, ενώ ο πρωτότοκος γιος τους, ο Μπάστερ, αποβάλλεται από το πανεπιστήμιο για λογοκλοπή.
Το Ιούνιο του 2021 ακούγονται πυροβολισμοί από το κτήμα των Μέρντοχ και ο Άλεκ ενημερώνει την αστυνομία ότι έχει βρει τη γυναίκα του και τον Πολ νεκρούς. Πυκνό μυστήριο καλύπτει την υπόθεση και μεγάλη μυστικότητα από τις αρχές.
Η χαοτική, τρελή και σκοτεινή σκηνή της δολοφονίας φωτίζεται πολύ αργότερα, γιατί εκείνη την εποχή δεν έγινε καμία έρευνα για τα –πολλά– όπλα που είχαν οι Μέρντοχ στο σπίτι τους. Ανακρίθηκαν όλοι, αλλά τελικά δεν υπήρχαν ύποπτοι. Ο Άλεκ υποτίθεται ότι έλειπε από το σπίτι την ώρα των φόνων. Αν και φαινόταν άλυτη, αυτή η δολοφονία τα άλλαξε όλα.
Οι δημοσιογράφοι των τοπικών μέσων αρχίζουν να μιλούν ξανά για ένα δυστύχημα που είχε συμβεί το 2018 στο σπίτι των Μέρντοχ και είχε αποσιωπηθεί. Η επί είκοσι χρόνια οικονόμος τους υποτίθεται ότι μπερδεύτηκε με τα σκυλιά στη σκάλα, έπεσε και σκοτώθηκε. Δεν έγινε ποτέ νεκροψία. Ο θάνατός της θεωρήθηκε φυσιολογικός. Εκείνη την εποχή ο πατέρας, ο Άλεκ, είχε εθιστεί στα οπιούχα και την οξυκωδόνη. Επίσης, έναν μήνα πριν τον θάνατο της οικονόμου είχε ασφαλίσει το σπίτι και το προσωπικό –η λεγόμενη αστική ευθύνη– για πολλά εκατομμύρια. Εισέπραξε 4,3 εκατ. δολάρια για τον θάνατο της οικονόμου και στα παιδιά της δεν έδωσε μία. Ουσιαστικά, καταχράστηκε τα χρήματα.
Η υπόθεση ενός 15χρονου γκέι παιδιού και της δολοφονίας του
Το 2021, μετά τη δολοφονία της γυναίκας και του γιου του, ο Άλεκ Μέρντοχ απολύθηκε στην ουσία από το νομικό γραφείο που είχε ιδρύσει ο προπάππος του, για κατάχρηση εκατομμυρίων δολαρίων. Και ενώ έρχεται στην επιφάνεια η υπόθεση του θανάτου της οικονόμου, έρχεται και μια παλιότερη, από το 2015, η δολοφονία ενός εφήβου, του Στίβεν, που εξαφανίστηκε σχεδόν από τα αρχεία της τοπικής αστυνομίας. Ένα βράδυ, βρίσκεται στη μέση του δρόμου το πτώμα ενός δεκαπεντάχρονου γκέι μαθητή. Υποτίθεται ότι χτυπήθηκε από αυτοκίνητο, αλλά οι φήμες έλεγαν ότι νεαροί τον παρενόχλησαν και τον χτύπησαν. Ο θάνατος αυτός σχετίζεται με τους Μέρντοχ γιατί ο Μπάστερ είχε σχέση με τον Στίβεν, όπως έλεγαν οι φήμες. Όταν η υπόθεση έκλεισε βιαστικά από την αστυνομία, η μητέρα απηύθυνε έκκληση στην κοινότητα να μιλήσουν. Σύμφωνα με όσους μιλούν στο ντοκιμαντέρ, ο φόβος της αποκάλυψης της σχέσης του με τον Μπάστερ οδήγησε την παρέα του νεαρού Μέρντοχ να τον χτυπήσει μέχρι θανάτου. Το να είσαι γκέι δεν ήταν αποδεκτό από τους Μέρντοχ, προφανώς ούτε και από τη μικρή κοινωνία της Νότιας Καρολίνας.
Την ίδια χρονιά, το 2021, ο Άλεκ πυροβολείται στο κεφάλι αλλά τη γλιτώνει. Ήταν μια αποτυχημένη σκηνοθεσία απόπειρας αυτοκτονίας για την οποία κατηγορείται και ένας έμπορος ναρκωτικών, ο ντίλερ του Άλεκ, ο οποίος τελικά αφήνεται ελεύθερος, αφού πρώτα ο Άλεκ έχει αποπειραθεί να του φορτώσει τις δολοφονίες της γυναίκας και του γιου του. Μπαίνει σε κέντρο αποτοξίνωσης, ενώ αποκαλύπτεται ότι όχι μόνο είναι χρόνιος χρήστης αλλά είχε αγοράσει τεράστιες ποσότητες ναρκωτικών. «Είχε αγοράσει ποσότητες για 124 χρόνια» λέει ένας δικηγόρος.
Τον Οκτώβριο του 2021 ο Άλεκ Μέρντοχ –που στο ντοκιμαντέρ τον ακούμε να μιλάει από τη φυλακή με τον γιο του, τον Μπάστερ–, που είναι στο Λας Βέγκας και πουλάει ακριβά αντικείμενα της περιουσίας τους ή τζογάρει, συλλαμβάνεται επειδή καταχράστηκε τα 4,3 εκατ. δολάρια από την ασφάλεια της οικονόμου του. Όταν ακούστηκε η προδικαστική απόφαση, με τον δικαστή να μη δέχεται να τον αφήσει ελεύθερο με εγγύηση, κανένας δεν πίστευε ότι θα οδηγούνταν στη φυλακή.
Οι Μέρντοχ έκαναν μέχρι τότε ό,τι ήθελαν γιατί το σύστημα τους το επέτρεπε. Σήμερα είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Άλεκ συνδέεται με τις δυο δολοφονίες, της γυναίκας και του γιου του, γιατί αποδείχτηκε ότι ήταν στη σκηνή του εγκλήματος όταν συνέβησαν οι φόνοι. Στη δίκη του, που γίνεται αυτό το διάστημα, παραδέχτηκε ότι έπαιρνε έως και 3.000 mg. οπιούχων την ημέρα. Παραδέχτηκε ότι υπεξαίρεσε 3,6 εκατομμύρια δολάρια μέσα σε ένα μόνο έτος, για χρήση ναρκωτικών.
Οι Αμερικανοί εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι σκότωσε τη σύζυγο και τον γιο του στο πλαίσιο ενός οργανωμένου σχεδίου για να καλύψει τα εγκλήματά του.
Αντιμετωπίζει ποινή κάθειρξης από 30 χρόνια έως ισόβια σε πολιτειακή φυλακή αν καταδικαστεί για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει. Η καταδίκη του είναι σχεδόν βέβαιη και σημαίνει και το τέλος της οικογένειας Μέρντοχ και των ασύδοτων πρακτικών της απέναντι στην κοινωνία.
Murdaugh Murders: A Southern Scandal | Official Trailer | Netflix