ΗΤΑΝ ΜΕΓΑΛΟ ΧΤΕΣ και το πλήθος και το πάθος στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας που οργάνωσαν σωματεία, φορείς και συλλογικότητες στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις για το τραγικό –το δολοφονικό, για την ακρίβεια– δυστύχημα στα Τέμπη που στοίχισε 57 ζωές και τραυμάτισε βαριά πολλές άλλες, σωματικά και ψυχολογικά.
Ήδη από το πρωί στο Σύνταγμα, έξω από ένα ασφυκτικά ζωσμένο από αστυνομικές δυνάμεις Κοινοβούλιο, άρχισαν να συρρέουν χιλιάδες κόσμου – πολλοί οι νέοι άνθρωποι αλλά και οι μεγαλύτεροι, οικογένειες ακόμα με μικρά παιδιά στο χέρι.
Το ενθαρρυντικό μάλιστα για πολλούς παρατηρητές ήταν πως δεν επρόκειτο στην πλειοψηφία του για τον συνήθη κόσμο που κατεβαίνει σε πολιτικές εκδηλώσεις αλλά για ανθρώπους που μπορεί μεν να μην είναι ιδιαίτερα πολιτικοποιημένοι αλλά αντιλαμβάνονται πως αυτό όλο που ζούμε στην Ελλάδα κάθε τρεις και λίγο, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, να πληρώνουμε δηλαδή βαρύ κόστος σε ανθρώπινες ζωές εξαιτίας των ανύπαρκτων ή βαθιά προβληματικών υπηρεσιών και υποδομών που προσφέρει διαχρονικά στους πολίτες της αυτή η χώρα, απλώς δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Γιατί, επιτέλους, όπως ανέγραφε και το μεγάλο πανό που ξετυλίχτηκε μπροστά στον Άγνωστο, «Οι ζωές μας μετράνε»· πρέπει να μετράνε, δεν γίνεται να μη μετράνε ή να περνάνε σε δεύτερη μοίρα, με τα κέρδη συν την αφασία των διαφόρων ανευθυνοϋπεύθυνων στην πρώτη και καλύτερη.
Το πιο εξωφρενικό απ' όλα ήταν ότι δακρυγόνα και ασφυξιογόνα δέχτηκαν αναπόφευκτα και επιβιώσαντες του δυστυχήματος ή φίλοι και συγγενείς εκλιπόντων, που επίσης συμμετείχαν στη συγκέντρωση.
Η συγκέντρωση ήταν οργισμένη, δυναμική, αλλά ειρηνική, ωσότου κάποιοι «μπάχαλοι» –εξίσου αδιάφοροι, φοβάμαι, με τους ένστολους απέναντι στον «άμαχο πληθυσμό» ολόγυρα– θέλησαν να κάνουν το δικό τους «κομμάτι», ξεκινώντας λίγο μετά τις 12:30 τα σπασίματα και τα επεισόδια με τα ΜΑΤ. Τα οποία ήταν προκλητικά τοποθετημένα σε στρατηγικά σημεία με πλήρη εξάρτυση, για να θυμίζουν προφανώς ότι η μόνη ασφάλεια στην οποία έχουν επενδύσει, σε εμμονικό, μάλιστα, βαθμό, οι κυβερνώντες τα σχεδόν τέσσερα χρόνια που βρίσκονται στην εξουσία, συνοψίζεται στο «περισσότερη αστυνομία παντού», έστω ως ντεκόρ και με κατοχυρωμένο το ακαταλόγιστο για τις όποιες, εξαιτίας «υπερβάλλοντος ζήλου», παρεκτροπές της.
Με κύριο αντικείμενο, κιόλας, όχι την πάταξη του κοινού εγκλήματος που οργιάζει και τη διευκόλυνση της καθημερινότητας των πολιτών αλλά την προστασία της κυβερνώσας πολιτικοοικονομικής ελίτ αφενός, την άγρια καταστολή διαδηλώσεων, διαμαρτυριών, οποιασδήποτε δραστηριότητας αμαυρώνει τη μαγική εικόνα περί πρωτόγνωρης ευνομίας, τάξης και ασφάλειας που επετεύχθη χάρη στην καλύτερη κυβέρνηση που είχαμε μεταπολιτευτικά αφετέρου.
«Στρατηγική» που οι δυνάμεις καταστολής έσπευσαν να εφαρμόσουν και χτες στην πράξη, απαντώντας με υπέρμερτη βία στα μικροεπεισόδια που ξέσπασαν, χτυπώντας αδιάκριτα επί δικαίους και αδίκους, εντελώς αδιάφοροι για το γεγονός ότι ανάμεσα στους συγκεντρωμένους βρίσκονταν και πολλές οικογένειες με μικρά παιδιά, πνίγοντας στα χημικά και τις κρότου-λάμψης όλο το Σύνταγμα και τους γύρω δρόμους, με ανάλογο σκηνικό να επαναλαμβάνεται στην Ακαδημίας και στην Ομόνοια λίγο αργότερα. Με εμφανή στόχο, όπως καταγγέλλεται, όχι να απομονώσουν κάποιους τραραξίες αλλά να διαλύσουν τη συγκέντρωση καθαυτή.
Από κοντά και το... ιππικό, εποχούμενοι σε μηχανές αστυνομικοί της ομάδας Δίας να τραμπουκίζουν και να τρομοκρατούν κόσμο με ευθεία απειλή για τη σωματική του ακεραιότητα, παραπέμποντας στις αντίστοιχες πρακτικές της εν λόγω Ομάδας το ’11, πάλι στο Σύνταγμα, όταν και παρέσυραν, τραυματίζοντας σοβαρά, μια γυναίκα.
Τη φορά αυτή «ξεχώρισε» ο τραυματισμός φωτορεπόρτερ στην κοιλιά από χημικό που του έριξε σε ευθεία βολή αστυνομικός, ενώ αστυνομικές επιθέσεις κατά φωτορεπόρτερ και δημοσιογράφων καταγγέλθηκαν και στην πορεία της προηγούμενης Παρασκευής.
Το πιο εξωφρενικό απ' όλα ήταν ότι δακρυγόνα και ασφυξιογόνα δέχτηκαν αναπόφευκτα και επιβιώσαντες του δυστυχήματος ή φίλοι και συγγενείς εκλιπόντων που επίσης συμμετείχαν στη συγκέντρωση, και μάλιστα λίγες ώρες αφότου ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να προβεί σε μια καθυστερημένη, παρότι... πληθωρική δημόσια συγγνώμη εκ μέρους όχι μόνο της δικής του αλλά και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων – τόσο «large» αλλά και τόσο ανακόλουθος αν όχι υποκριτής, όπως έδειξαν τα νέα αστυνομικά κατορθώματα.
Γιατί, είπαμε, για το μακελειό των Τεμπών δεν έφταιγε η «κακιά η ώρα» αλλά η κακιά η χώρα...