ΚΑΜΙΑ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ δεν υπήρχε στα λόγια του Αλέξη Τσίπρα μετά την εκλογική συντριβή στην οποία οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ και παρά το πρωτοφανές γεγονός ότι στις χθεσινές εκλογές καταψηφίστηκε, αντί για την κυβέρνηση, όπως ζητούσε, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που βρέθηκε στο 17,8% από το 31,5%. Κι όλα αυτά έχοντας απέναντί του μια κυβέρνηση που ο ίδιος αποκαλούσε τη χειρότερη της Μεταπολίτευσης και επί τέσσερα χρόνια ζητούσε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη να κάνει εκλογές, αν τολμάει.
Το εκλογικό σώμα προφανώς δεν συμφώνησε με τον Αλέξη Τσίπρα ως προς το ποια είναι η χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, αφού η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να αυξήσει ελαφρώς το ποσοστό της, επιβάλλοντας την κυριαρχία της, οπωσδήποτε χάρη και στην αξιωματική αντιπολίτευση που είχε, και εδώ μάλλον επιβεβαιώνεται ο Νίκος Ανδρουλάκης που σε όλη την προεκλογική περίοδο χαρακτήριζε τον Αλέξη Τσίπρα ως τον μεγάλο χορηγό του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Οι αριθμοί είναι συντριπτικοί. Στη νέα Βουλή η Νέα Δημοκρατία θα έχει 158 βουλευτές που της εξασφαλίζουν μια ισχυρή αυτοδύναμη κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ μόλις 48, έναν αριθμό που καταδεικνύει την κατάρρευση και την αδύναμη παρουσία που θα έχει ως αξιωματική αντιπολίτευση. Στη νέα Βουλή δηλαδή δεν θα μπορεί να καταθέτει ούτε πρόταση δυσπιστίας μόνος του, αφού δεν θα διαθέτει ούτε καν τους 50 βουλευτές που απαιτούνται. Κι όμως ο Αλέξης Τσίπρας χθες αρνήθηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρρευσε, μίλησε απλώς για αρνητικό αποτέλεσμα και, όπως φαίνεται, πάλι στον ίδιο δρόμο ετοιμάζεται να βαδίσει.
Ο Τσίπρας πίστεψε ότι το να αποκαλέσει τον Μητσοτάκη Όρμπαν και τον Ανδρουλάκη, μετά το ναυάγιο της συνεργασίας, δεκανίκι της δεξιάς, ήταν αρκετό για να πείσει τον κόσμο για την αφήγησή του. Αυτό όμως δεν είναι ορθολογισμός αλλά κάποιου είδους μαγική σκέψη, η οποία, στα ευρωπαϊκά κράτη τουλάχιστον, δεν φέρνει αποτελέσματα.
Το πρώτο δείγμα γραφής κατέδειξε ότι ο Αλέξης Τσίπρας ούτε αυτήν τη φορά είναι σε θέση να αφουγκραστεί τον ελληνικό λαό και να ερμηνεύσει την εντολή του εκλογικού σώματος. Πάλι του φταίνε όλοι οι άλλοι και παρότι ασκεί διαρκώς κριτική στους άλλους, είναι πολύ φειδωλός στην αυτοκριτική, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι η επιμονή στην επανάληψη των ίδιων λαθών οδηγεί διαρκώς το κόμμα του σε περαιτέρω συρρίκνωση.
Το βράδυ μετά την ήττα των εθνικών εκλογών του 2019 (είχε προηγηθεί η ήττα των ευρωεκλογών) ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είχε δώσει, για πρώτη και τελευταία φορά, την εντύπωση ότι είχε πάρει το μήνυμα και ότι θα προχωρούσε σε αλλαγές. Στην πορεία, ωστόσο, τίποτα δεν άλλαξε και κυρίως τίποτα δεν διόρθωσε. Συνέχισε τα ίδια λάθη, με μεγαλύτερη ένταση, καταλήγοντας στην τωρινή διπλή ήττα. Άλλωστε αυτό έκανε και μετά την πρώτη ήττα της 21ης Ιουνίου. Είπε ότι θα διόρθωνε τα λάθη εν κινήσει, χωρίς να διορθώσει τίποτα, γι' αυτό και μεγάλωσε τις απώλειες, αποδεκατίζοντας την κοινοβουλευτική του ομάδα.
Όμως για ένα κόμμα που δεν κατάλαβε ποτέ γιατί κέρδισε τις εκλογές το 2015 και γιατί τις έχασε το 2019, είναι αναμενόμενο να αδυνατεί και σήμερα να διαβάσει σωστά το εκλογικό αποτέλεσμα. Όλα αυτά τα χρόνια, αντί να επενδύει στη δουλειά και στις πολιτικές του προτάσεις, επέλεγε την ένταση, τη μισαλλοδοξία και την επιθετικότητα, την ώρα που η πλειοψηφία, απογοητευμένη από την κατάληξη του δημοψηφίσματος και του αντιμνημονίου, ήθελε να τα αφήσει πίσω όλα αυτά και να πάει παρακάτω, αναζητώντας αξιόπιστες λύσεις, τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατούσε να προσφέρει και γι' αυτό επέμενε να συντηρεί την ένταση. Αυτός όμως είναι και ο λόγος που σταμάτησαν να τον ακούνε και αυτό εξακολουθεί να μην το αντιλαμβάνεται.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει όλα αυτά τα χρόνια, όπως και σήμερα, να παρουσιάζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη σαν Όρμπαν και να μιλά για ακροδεξιά πολιτική, ακόμα και χούντα, όταν κάποιες φωνές στο κόμμα, αν και λίγες (όπως αυτή του πρώην υποψήφιου βουλευτή του και διευθυντικού στελέχους της «Αυγής», Δημ. Στούμπου), διαπιστώνουν το προφανές, δηλαδή την κυριαρχία του Μητσοτάκη στον χώρο του κέντρου, προς το οποίο μετατόπισε τη Νέα Δημοκρατία. Όταν αρνείσαι όμως να αντικρίσεις την πραγματικότητα, δεν μπορείς και να την αντιμετωπίσεις.
Ο Τσίπρας πίστεψε ότι το να αποκαλέσει τον Μητσοτάκη Όρμπαν και τον Ανδρουλάκη, μετά το ναυάγιο της συνεργασίας, δεκανίκι της δεξιάς ήταν αρκετό για να πείσει τον κόσμο για την αφήγησή του. Αυτό όμως δεν είναι ορθολογισμός αλλά κάποιου είδους μαγική σκέψη, η οποία, στα ευρωπαϊκά κράτη τουλάχιστον, δεν φέρνει αποτελέσματα.
Από τη συνέντευξη που έδωσε πριν από λίγο καιρό στην «Καθημερινή» και στον Αλέξη Παπαχελά, καθίσταται προφανές ότι ο Αλέξης Τσίπρας βρισκόταν μέσα σε μια κομματική γυάλα η οποία τον εμπόδιζε να έρθει σε επαφή με τον πραγματικό κόσμο, εκλαμβάνοντας ακόμα και τις επιδοκιμασίες του κομματικού στρατού των social media ως αντιπροσωπευτικές της κοινωνίας: «Η αίσθηση που είχαμε όλο το τελευταίο διάστημα μέσα από τις περιοδείες μου, τις παρεμβάσεις μου, την κινητοποίηση του κόσμου, τη συσπείρωση των δικών μας ανθρώπων, τις τεράστιες συγκεντρώσεις που κάναμε αλλά και την ανταπόκριση στα social media ήταν τελικά μια αίσθηση πολύ διαφορετική από αυτή που έδειξαν οι κάλπες. Άρα, ναι, είναι γεγονός ότι δεν είχαμε την πλήρη εικόνα για τις κοινωνικές μετατοπίσεις και για τον τρόπο που το σύνολο του εκλογικού σώματος σκέφτεται και συμπεριφέρεται. Πολλές φορές σε ξεγελούν τα social media. Όπως επίσης σε ξεγελάει η εικόνα της συσπείρωσης των δικών σου ανθρώπων, που δεν είναι αντίστοιχη με αυτήν της ευρύτερης κοινωνίας».
Δεν πάει πουθενά
Χθες σε ένα πάνελ της τηλεόρασης του Σκάι ρώτησαν τον Ευκλείδη Τσακαλώτο εάν μετά την τεράστια ήττα τίθεται θέμα ηγεσίας για τον Αλέξη Τσίπρα και εκείνος, όσο πιο συγκρατημένα μπορούσε, τους είπε ότι εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δημοκρατικό κόμμα, ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να σκεφτεί τι θα κάνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, δεν είναι ένα κλασικό αστικό ευρωπαϊκό κόμμα, όπου όταν ο αρχηγός χάνει, φεύγει· επί Τσίπρα έχει εξελιχθεί σε ένα αρχηγοκεντρικό κόμμα με αρκετά χαρακτηριστικά από εκείνα που συναντάμε σε κάποια κόμματα της Λατινικής Αμερικής. Γι' αυτό, αν και είναι ο πιο παλιός αρχηγός κόμματος στην ελληνική Βουλή, δεν σκοπεύει να φύγει ούτε τώρα, μετά από ένα σερί εκλογικών αποτυχιών, τις οποίες μάλλον θα ακολουθήσουν κι άλλες, αν σκεφτεί κανείς ότι έρχονται σύντομα οι αυτοδιοικητικές εκλογές και οι Ευρωεκλογές.
Κάποιοι περίμεναν ότι ίσως ο Τσίπρας θα απέφευγε τον σκόπελο των αυτοδιοικητικών και των Ευρωεκλογών και θα αποχωρούσε για ένα διάστημα, ώστε να χρεωθεί άλλος το αποτέλεσμα, και ότι θα επέστρεφε πάλι μετά. Αυτή η κίνηση, ωστόσο, θα είχε σημαντικό ρίσκο και τελικά δεν μοιάζει να την προκρίνει, όπως φαίνεται από αυτά που λέει τελευταία.
Πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, σε μια τηλεοπτική συνέντευξη, είχε απαντήσει ότι αν έχανε με διαφορά μεγαλύτερη από έξι μονάδες, αυτό θα είχε συνέπειες και για την ηγεσία. Βεβαια, δεν περίμενε να χάσει με έξι μονάδες διαφορά. Τελικά, έχασε με είκοσι μονάδες και όταν ρωτήθηκε ξανά στη συνέντευξη από την «Καθημερινή», που έγινε μεταξύ των δύο εκλογών, για το τι θα κάνει είπε ότι δεν θα μείνει και μια ζωή σε αυτήν τη θέση, αλλά το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου δεν του έδινε το δικαίωμα της λιποταξίας: «Δεν θα λιποτακτήσω. Θα μείνω για να κρατήσω το κόμμα ζωντανό, να εγγυηθώ την ανανέωσή του, την ανασυγκρότησή του», είπε.
Εξηγώντας περαιτέρω γιατί δεν θα φύγει, ισχυρίστηκε πως το να αφήσει πίσω του μια παράταξη σε εσωστρέφεια, λέγοντάς τους «βγάλτε τα πέρα μόνοι σας», είναι πολύ εγωιστικό και δεν μπορεί να το κάνει.
Μετά τη νέα ήττα
Στις χθεσινές δηλώσεις του μετά το εκλογικό αποτέλεσμα ο Αλέξης Τσίπρας απέφυγε να μιλήσει για συντριβή, υποστηρίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατέρρευσε κιόλας, καθώς παραμένει ακόμα στην αξιωματική αντιπολίτευση. Με συσχετισμό εδρών 158-48, βέβαια, και το ΠΑΣΟΚ να απέχει λίγο πλέον από το να τον φτάσει. Οι ευρωεκλογές θα είναι το πρώτο μεγάλο ντέρμπι μεταξύ των δύο για την κυριαρχία στην κεντροαριστερά, η οποία εμφανίζεται συνολικά αποδυναμωμένη.
Κατά τ’ άλλα, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δεν είπε τίποτα καινούργιο. Χωρίς ουσιαστική ανάλυση του αποτελέσματος, μίλησε απλώς για αρνητική εξέλιξη και έριξε την ευθύνη για την είσοδο των τριών ακροδεξιών κομμάτων στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, παραβλέποντας ότι οι ΑΝ.ΕΛ. που επέλεξε το 2015 για κυβερνητικούς εταίρους είχαν παρόμοιο πολιτικό προφίλ και εξέφραζαν τον ίδιο πολιτικό χώρο με την Ελληνική Λύση και τη Νίκη.
Παρομοίως υποστήριξε ότι η νομοθετική παρέμβαση για το κόμμα Κασιδιάρη αποδείχθηκε κενό γράμμα και διόγκωσε την ακροδεξιά, ενώ η ακροδεξιά του Κασιδιάρη είχε και πριν την ίδια απήχηση, εξού και η κινητοποίηση για τον αποκλεισμό της, και ναι μεν η νομοθετική παρέμβαση δεν ήταν ό,τι καλύτερο, ωστόσο απέκλεισε τουλάχιστον το να εισέλθει στη Βουλή το κόμμα του ίδιου του Κασιδιάρη. Το να δώσει γραμμή για κάποιο άλλο ακροδεξιό κόμμα ήταν αναμενόμενο και δεν μπορούσε να αποκλειστεί με κανένα νόμιμο μέσο. Και, βέβαια, δεν έκανε καμία αυτοκριτική για το δικό του κάλεσμα στους ψηφοφόρους του Κασιδιάρη, για το οποίο δέχτηκε έντονη κριτική ειδικά από το ΠΑΣΟΚ που τον κατηγόρησε ότι αυτός ήταν ο λόγος που δεν ψήφισε το μπλόκο στο κόμμα Κασιδιάρη.
Ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε και για ανανέωση του στελεχικού δυναμικού του κόμματος «από την κορυφή μέχρι τη βάση, δείχνοντας εμπιστοσύνη σε νέους ανθρώπους», και ζήτησε να βάλουν τέλος σε νοοτροπίες που τους κόστισαν ακριβά. Με αυτό δεν εννοεί προφανώς ότι θα απομακρύνει άτομα όπως ο στενός του συνεργάτης και καταδικασμένος από το Ειδικό Δικαστήριο για παράβαση καθήκοντος Νίκος Παππάς. Εννοεί κάποια κομματικά στελέχη στα οποία θα ρίξει την ευθύνη. Οι νοοτροπίες που λέει ότι έβλαψαν άλλωστε είναι οι νοοτροπίες άλλων, όχι οι δικές του, αυτό εννοεί και είναι σαφές.
Όσο για τα νέα στελέχη που έφερε στον ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας, αυτοί ήταν ο Βαγγέλης Αντώναρος, η 'Ελενα Ακρίτα, η Πόπη Τσαπανίδου καθώς και κάποια νεότερα άτομα, αλλά άπειρα πολιτικά, που δεν προσέφεραν τίποτα, αντιθέτως συνέβαλαν στην ήττα, όπως φάνηκε. Σε κάποιους νεότερους, που αναδείχθηκαν σε αυτές τις εκλογές, όπως ο Διονύσης Τεμπονέρας, που απέκτησε προσωπικό κοινό, μένει να δούμε αν θα δώσει ουσιαστικό ρόλο.
Αυτό που φάνηκε να αντιλαμβάνεται ο Αλέξης Τσίπρας είναι ότι ο χρόνος που έχουν για να ανασυγκροτηθούν δεν είναι απεριόριστος. «Ο χρονικός ορίζοντας για την επιστροφή μας είναι οι ευρωπαϊκές εκλογές σε έναν περίπου χρόνο από σήμερα», είπε. Οι ευρωεκλογές θα είναι πράγματι το επόμενο ορόσημο και ίσως το καθοριστικό που θα κρίνει την επιβίωσή του. Και θα είναι μια δύσκολη μάχη, καθώς η Νέα Δημοκρατία είναι βέβαιο ότι θα υποστηρίξει πως ο ΣΥΡΙΖΑ στο Ευρωκοινοβούλιο δεν υπερασπίζεται τα ελληνικά συμφέροντα αλλά με τις παρεμβάσεις του εκθέτει τη χώρα. Αυτό θα είναι το πλαίσιο στο οποίο θα θέσει την προεκλογική της ατζέντα για τις Ευρωεκλογές.
Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είπε χθες ότι έκλεισε ένας μεγάλος και ιστορικός κύκλος «θετικής προσφοράς» για την κοινωνική πλειοψηφία και την πατρίδα, που θα πρέπει «να τον αποτιμήσουν με περηφάνια» και να ανοίξει ένας καινούργιος. Δήλωσε ότι τα μέλη του κόμματος θα κληθούν να τους κρίνουν όλους και να χαράξουν τη νέα στρατηγική για την ανασυγκρότηση και ότι πρώτος εκείνος θα θέσει τον εαυτό του στη κρίση των μελών του κόμματος. Το κόμμα βέβαια το ελέγχει απόλυτα και η μετάφραση των παραπάνω είναι «όποιος τολμάει ας με αμφισβητήσει», καθώς δεν υπάρχει κανείς για να το κάνει αυτό. Κριτική και γκρίνια υπάρχει άφθονη, αλλά κανένας δεν έχει να προτείνει κάτι ή κάποιον άλλον. Αν βρεθεί κάποιος, θα είναι έκπληξη.