Η ΕΙΔΗΣΗ ΟΤΙ ΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ Αττικόν και Απόλλων στη Σταδίου μπορούν να επαναλειτουργήσουν δημιούργησε στους σινεφίλ αλλά και στους κινηματογραφικούς κύκλους μάλλον συγκρατημένη αισιοδοξία.
Σε κάποιους ίσως και ανάμεικτα συναισθήματα ευφορίας και δυσπιστίας. Όχι μόνο γιατί «το νέο είναι πολύ καλό για να είναι αληθινό», αλλά και γιατί αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια ανακοινωνόταν το άνοιγμά τους, αλλά τα γεγονότα το διέψευδαν. Αυτήν τη φορά η επαναλειτουργία τους αποτελεί μέρος ενός φιλόδοξου επιχειρηματικού πρότζεκτ και οι άμεσα εμπλεκόμενοι διαβεβαιώνουν ότι τα φώτα των δύο ιστορικών κινηματογράφων είναι σίγουρο πως θα ανάψουν.
Η αποκατάσταση και η επαναλειτουργία τους είναι ζητούμενο πάνω από μια δεκαετία τώρα. Οι καλές ειδήσεις που έβλεπαν το φως της δημοσιότητας δεν καρποφορούσαν. Συνήθως, λίγο μετά την καλή είδηση που καταγραφόταν στα μέσα, με ένα πιθανό σενάριο για την επαναλειτουργία τους, ακολουθούσε μια αλληλουχία κακών ειδήσεων για το μέλλον τους. Σήμερα όμως το σχέδιο επαναλειτουργίας μοιάζει πραγματικό. Ας δούμε γιατί.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο που έβαζε φρένο στην προοπτική της αποκατάστασης και της επαναλειτουργίας των αιθουσών ήταν η κρίση που σοβούσε στο παρασκήνιο μεταξύ των δύο ιδρυμάτων, υπό τη σκέπη των οποίων βρίσκονται οι δύο κινηματογράφοι. Μια κρίση η οποία εξελίχθηκε σε δαιδαλώδη δικαστική διαμάχη. Πρόκειται για το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου, στο οποίο ανήκουν οι δύο αίθουσες, και το Μουσείο της Πόλης των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία.
Η πυρκαγιά και το παρασκήνιο ενός δικαστικού θρίλερ
Τα φώτα του ιστορικού κινηματογραφικού συγκροτήματος Αττικόν - Απόλλων έσβησαν βιαίως το 2012 από την πυρκαγιά που ξέσπασε μετά από ρίψεις μολότοφ κατά τη διάρκεια διαδήλωσης, τη 12η Φεβρουαρίου, ημέρα που στη Βουλή ψηφιζόταν το δεύτερο μνημόνιο. Οι κινηματογράφοι παρέμειναν άθικτοι χάρη στη μεγάλη προσπάθεια της Πυροσβεστικής αλλά και των διαχειριστών του κινηματογραφικού συγκροτήματος, των αδελφών Γιώργου και Παναγιώτη Τσακαλάκη. Η καταθλιπτική εικόνα καταστροφής που παρουσιάζει το κτίριο εξωτερικά όλα αυτά τα χρόνια δίνει τον τόνο σε όλη τη γειτονιά της Σταδίου, που έχει μαραζώσει.
Σήμερα η προοπτική της επαναλειτουργίας των δύο αιθουσών δημιουργεί μια νέα δυναμική πιθανότητα για την αναζωογόνηση μιας γειτονιάς πολιτισμού που εδώ και πολύ καιρό έχει χάσει τη ζωντάνια και τον παλμό της. Το μεγαλύτερο εμπόδιο που έβαζε φρένο στην προοπτική της αποκατάστασης και της επαναλειτουργίας των αιθουσών ήταν η κρίση που σοβούσε στο παρασκήνιο μεταξύ των δύο ιδρυμάτων, υπό τη σκέπη των οποίων βρίσκονται οι δύο κινηματογράφοι. Μια κρίση η οποία εξελίχθηκε σε μια δαιδαλώδη δικαστική διαμάχη. Πρόκειται για το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου, στο οποίο ανήκουν οι δύο αίθουσες, και το Μουσείο της Πόλης των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία. Το πρώτο ίδρυμα θα έπρεπε να αποδίδει μέρος των ετήσιων εσόδων από το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων στο δεύτερο, κάτι που δεν έκανε, με αποτέλεσμα να σωρεύσει χρέος προς το δεύτερο ίδρυμα ύψους 27 εκατ. ευρώ, όπως ανέφερε η διοίκηση του μουσείου στη LiFO.
Το νέο επιχειρηματικό πρότζεκτ
Έκτοτε υπήρξαν κατά καιρούς φήμες, πληροφορίες ή και ειδήσεις ότι επίκειται η επαναλειτουργία των αιθουσών. Τώρα είναι η πρώτη φορά που η προοπτική αυτή φαντάζει ρεαλιστικότερη από ποτέ. Τελεσίδικο χρονοδιάγραμμα δεν υπάρχει, αλλά το γεγονός αυτό είναι ίσως που προσδίδει και το άρωμα αλήθειας στο εγχείρημα.
Η αποκατάσταση και εν συνεχεία η λειτουργία των δύο κινηματογράφων, όπως και όλο το επιχειρηματικό σχέδιο, θα περάσει από μια βαριά κρατική διαδικασία αδειοδότησης, λόγω της διατηρητέας χρήσης των αιθουσών αλλά και της διατηρητέας όψης του κτιρίου. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι λογικό ακόμη και το πιο μελετημένο χρονοδιάγραμμα να παρουσιάσει αποκλίσεις. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι ο όμιλος που έχει αναλάβει το έργο δεν έχει θέσει έναν χρονικό στόχο για την αποκατάσταση των δύο αιθουσών, ο οποίος προσδιορίζεται στον έναν χρόνο. Τουλάχιστον αυτή είναι η προσπάθεια που θα γίνει, όπως λέει στη LiFO ο Γιάννης Περρωτής, διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Άτρια που δραστηριοποιείται στον κλάδο υπηρεσιών και ανάπτυξης ακινήτων. Πρόκειται για τον όμιλο που μίσθωσε το ακίνητο της Σταδίου από τη διοίκηση του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία.
Η επαναλειτουργία των δύο ιστορικών αιθουσών αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου επιχειρηματικού πρότζεκτ, το οποίο έχει αναλάβει ο όμιλος Άτρια. Το σχέδιο είναι φιλόδοξο όχι μόνο ως προς την εκτέλεσή του αλλά και ως προς τη στόχευσή του: «Η ανάπλαση θα έχει χαρακτήρα αναζωογόνησης του οικοδομικού τετραγώνου. Θα αναζητήσουμε δηλαδή τις συνέργειες με γειτονικά ακίνητα ώστε να μπορέσει αυτό το ζωντάνεμα να δημιουργήσει έναν ευρύτερο αντίκτυπο στην περιοχή», αναφέρει ο Γ. Περρωτής. Οποιαδήποτε αλλαγή χρήσης των δύο ιστορικών κινηματογραφικών αιθουσών δεν υπάρχει ως ενδεχόμενο, κάτι που ούτως ή άλλως δεν θα επιτρεπόταν, καθώς η χρήση των κινηματογράφων είναι διατηρητέα.
Οι τεχνικές προκλήσεις
Ο Γιάννης Περρωτής εξηγεί ότι ήδη έχει ξεκινήσει η διερεύνηση των τεχνικών προκλήσεων που μπορεί να έχει η αποκατάσταση. Όπως πολλές φορές έχει γραφτεί, οι δύο κινηματογραφικές αίθουσες είναι άθικτες στο εσωτερικό τους, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η επαναλειτουργία τους είναι εύκολη υπόθεση. «Για να λειτουργήσει ένας κινηματογράφος αυτής της κλίμακας χρειάζονται τρεις είσοδοι/έξοδοι σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς πυρασφάλειας και αυτήν τη στιγμή η βασική είσοδος της Σταδίου περνάει μέσα από χαλάσματα», λέει. Αυτή την περίοδο, όπως εξηγεί, «γίνεται τεχνική αξιολόγηση και διερεύνηση. Αν είναι τεχνικά εφικτό να αποκατασταθεί αυτή η τρίτη είσοδος χωριστά, πριν από το υπόλοιπο έργο, γιατί υπάρχουν σοβαρότατα θέματα ασφαλείας, τότε ναι, θα μπορέσουν οι κινηματογράφοι να λειτουργήσουν πριν από το συνολικό έργο».
Ξεκαθαρίζει, ωστόσο, για να μη δημιουργούνται ανεδαφικές προσδοκίες: «Θα προσπαθήσουμε να φέρουμε εις πέρας μια πολύ ειδική διαδικασία, της οποίας δεν ξέρουμε προς το παρόν ποιο θα είναι το αποτέλεσμα». Ο διευθύνων σύμβουλος της Άτρια εξηγεί ακόμη ότι δεν είναι καθόλου αμελητέος και ο χρόνος που θα χρειαστεί για τη διαδικασία αδειοδότησης από τα αρμόδια υπουργεία. Με λίγα λόγια, η απόπειρα της fast track διαδικασίας να επαναλειτουργήσουν οι κινηματογράφοι νωρίτερα, σε έναν χρόνο, πριν εκτελεστεί το συνολικό project, είναι μια προσπάθεια η οποία ακόμη δεν είναι σίγουρο ότι θα ευοδωθεί στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Δημιουργώντας ζωή στη Σταδίου
Ποιο θα είναι όμως το συνολικό project; Και αυτό ακόμη δεν έχει διασαφηνιστεί πλήρως, καθώς, από ό,τι φαίνεται, έχει αποφασιστεί η φιλοσοφία που θα διαπνέει το σχέδιο, χωρίς να έχει αποκρυσταλλωθεί η τελική παρέμβαση που θα γίνει: «Το σχέδιό μας είναι να προχωρήσουμε σε μια συνολική ανάπλαση όλου του ακινήτου. Οι χρήσεις που θα θέλαμε να βάλουμε στο ακίνητο, το οποίο δεν έχει εξαντλήσει τη δυνατότητα δόμησής του, σχεδιάζουμε να είναι κατά πρώτον δημόσιες, άρα να απευθύνονται σε πολύ κόσμο. Και κατά δεύτερον, να έχουν πολλές ώρες λειτουργίας. Θα θέλαμε δηλαδή να μην εντάξουμε χρήσεις όπως είναι οι γραφειακοί χώροι, που από τις 5 το απόγευμα και αργότερα το βράδυ νεκρώνουν. Τα γραφεία κλείνουν και δεν έχουν ζωή», λέει ο Γ. Περρωτής. Και προσθέτει: «Θεωρούμε ότι δημιουργώντας ζωή σε εκείνο το σημείο σε μεγάλη έκταση, τονώνουμε όλη τη ζωή του κέντρου. Κι αυτή είναι μια κατεύθυνση που πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να έχει το κέντρο γενικότερα». Σ' αυτές τις «ζωντανές» χρήσεις ο Γ. Περρωτής συγκαταλέγει τις κατοικίες και τα ξενοδοχεία, αλλά το σχέδιο φαίνεται να κλίνει προς τη δημιουργία ξενοδοχειακού συγκροτήματος, καθώς οι κατοικίες κρίθηκε ότι έχουν έναν ιδιωτικό χαρακτήρα, όπως μας είπε.
Η επιδίωξη είναι το όλο εγχείρημα να ενταχθεί στο καθεστώς των στρατηγικών επενδύσεων. Στις στρατηγικές επενδύσεις εντάσσονται επιχειρηματικά σχέδια τα οποία έχουν ισχυρό αναπτυξιακό αποτύπωμα για την εθνική οικονομία ή την τοπική κοινωνία. Το κράτος, με τον νόμο που έχει ψηφίσει, συνδράμει ούτως ώστε οι αδειοδοτικές διαδικασίες, οι οποίες είναι πολλές και περίπλοκες, σ' αυτές τις περιπτώσεις να προχωρήσουν με ταχύτερους ρυθμούς. Βάσει των υπαρχουσών συνθηκών, ο Γ. Περρωτής υποστηρίζει ότι το όλο επιχειρηματικό σχέδιο θα μπορέσει να υλοποιηθεί σε αδρές γραμμές σε τριάμισι με τέσσερα χρόνια: «Έχουμε μπροστά μας δύο χρόνια ωρίμανσης του έργου, δηλαδή την έρευνα, τις μελέτες και τις αδειοδοτήσεις, ενώ 18 έως 24 μήνες θα διαρκέσει πιθανότατα η κατασκευή», λέει.
Η λύση του γόρδιου δεσμού και η συμφωνία
Ο Γιάννης Περρωτής φαίνεται να βλέπει την αποκατάσταση των δύο κινηματογράφων και ως μια προσωπική μάχη, καθώς ο ίδιος συνέβαλε στη διαδικασία συγχώνευσης των δύο ιδρυμάτων, μπαίνοντας, όπως λέει, στο διοικητικό συμβούλιο του προς απορρόφηση ιδρύματος, το οποίο «είχε όλο υποχρεώσεις και βάρη». Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία, Αντώνης Βογιατζής, λέει στη LiFO ότι «η τελική λύση για την επαναλειτουργία των δύο κινηματογράφων ήταν από τις καλύτερες που μπορούσαν να δοθούν». Υποστηρίζει ότι υπήρξε μία ακόμη λύση που φάνταζε ιδανική, αλλά τελικώς δεν προχώρησε. Αναφέρεται στην επαφή που είχε κάνει η διοίκηση του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: «Είχαμε ζητήσει από το Ίδρυμα Νιάρχος να χρηματοδοτήσει την αποκατάσταση των κινηματογράφων, την οποία θα υλοποιούσαμε εμείς. Το Ίδρυμα Νιάρχος μάς είπε ότι δεν είχε χρήματα, γιατί είχε δώσει 1 δισ. ευρώ για την ανέγερση τριών νοσοκομείων. Επομένως δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα παρά να βρούμε έναν επιχειρηματία στον οποίο θα είχαμε απόλυτη εμπιστοσύνη. Αυτός είναι ο κ. Περρωτής, ένας άνθρωπος ακέραιος και ως επιχειρηματίας και ως προσωπικότητα», εξηγεί ο Αντώνης Βογιατζής.
Μας περιγράφει σύντομα την πολυτάραχη διαμάχη των δύο ιδρυμάτων, που αποτέλεσε έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι κινηματογράφοι δεν κατάφεραν να αποκατασταθούν και να λειτουργήσουν μετά την πυρκαγιά του 2012. Όπως μας εξήγησε, ιδιοκτήτης των δύο κινηματογράφων ήταν το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου. «Το ίδρυμα, ατυχώς, τα τελευταία χρόνια απέκτησε διοίκηση η οποία κάθε άλλο παρά σεβόταν τις επιθυμίες των ιδρυτών του, Αλέξανδρου Δεκόζη και Λάμπρου Ευταξία». Ο Αντώνης Βογιατζής μάς λέει ότι η διοίκηση αυτή δεν τήρησε τη δέσμευση να αποδίδει το 40% των ετήσιων εσόδων του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία. Η υποχρέωση αυτή ήταν απόρροια μιας πρόβλεψης του Λάμπρου Ευταξία, η οποία θα έπρεπε να τηρείται απαρέγκλιτα από το 1988 και μετά. Το Ίδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου τήρησε την υποχρέωσή του για έναν χρόνο. Τα χρέη που συσσωρεύτηκαν από τα μη καταβληθέντα έσοδα ανέρχονταν σε 27 εκατ. ευρώ. Το γεγονός αυτό οδήγησε τους δύο φορείς σε μια ατέρμονη δικαστική διαμάχη. Λίγο πριν οι κινηματογράφοι βγουν στο σφυρί, καθώς υπήρχαν πια αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, η λύση δόθηκε με νομοθετική ρύθμιση. «Στον νόμο αυτό που εψηφίσθη ήταν αμέριστη η βοήθεια του Κ. Μπακογιάννη, αν δεν υπήρχε αυτός δεν ξέρω αν θα καταφέρναμε να περάσουμε τον νόμο στη Βουλή. Μας βοήθησε πάρα πολύ, μέχρι και την τελευταία στιγμή», λέει ο κ. Βογιατζής. Η νομοθετική ρύθμιση που πέρασε σε άρθρο του νόμου 4714 όρισε τη συγχώνευση των δύο ιδρυμάτων χωρίς τη δημιουργία νέου οργανισμού. Η περιουσία του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη-Βούρου γίνεται «κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης για την εκτέλεση ίδιων σκοπών». Το ίδρυμα, δηλαδή, όπως μας λέει ο κ. Βογιατζής, «ενσωματώθηκε με δικό του πορτοφόλι».
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Εάν το επιχειρηματικό πλάνο του ομίλου που ανέλαβε την αποκατάσταση των δύο κινηματογράφων προχωρήσει απρόσκοπτα, σύμφωνα δηλαδή με τη fast track διαδικασία που προβλέπει πρώτα την αποκατάσταση των δύο αιθουσών, τότε οι δύο κινηματογράφοι είναι πολύ πιθανό να υποδεχτούν στις αίθουσές τους την επόμενη διοργάνωση του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας».
Ρωτήσαμε τον Λουκά Κατσίκα, διευθυντή του φεστιβάλ, πώς βλέπει την προοπτική αυτή. Μας είπε ότι «είναι συγκρατημένα αισιόδοξος»: «Η προοπτική να λειτουργήσουν οι δύο κινηματογράφοι είναι πέρα και πάνω από τις ανάγκες του φεστιβάλ. Το φεστιβάλ είναι αλήθεια ότι θέλει να ξαναβρεί τα δύο χαμένα του σπίτια. Επί πάρα πολλά χρόνια, με εξαίρεση τα τελευταία 11, το φεστιβάλ είχε το Αττικόν και τον Απόλλωνα ως βασική του έδρα, ως κεντρικές του αίθουσες. Κυρίως, όμως, για μένα η επαναλειτουργία τους θα βοηθήσει στο να μη συρρικνωθεί κινηματογραφικά περαιτέρω το κέντρο της Αθήνας», λέει.
Ο Λουκάς Κατσίκας πιστεύει ότι οι δύο κινηματογράφοι «θα βοηθήσουν να ζωντανέψει ξανά η ευρύτερη περιοχή, που είχε μαραζώσει μετά τον εμπρησμό. Μιλάω για τα πέριξ, τη Χρήστου Λαδά, την πλατεία Κλαυθμώνος, που κάποτε έσφυζαν από ζωή».
Αν και για τις «Νύχτες Πρεμιέρες» δημιουργείται πλέον μια σοβαρή πιθανότητα «να ξαναβρούν τα σπίτια τους», ο Λουκάς Κατσίκας παραμένει προβληματισμένος και μάλλον απαισιόδοξος για την κινηματογραφική πραγματικότητα της πόλης σε επίπεδο αιθουσών: «Το κέντρο της Αθήνας θα απομείνει χωρίς την ιστορικότερη αίθουσά του, που είναι το Ιντεάλ, η οποία θα κλείσει στις 31 Δεκεμβρίου. Για μένα αυτό είναι μια πληγή, την οποία δεν ξέρω πόσες υποσχέσεις για το Αττικόν και το Απόλλων μπορούν να επουλώσουν. Είναι κάτι το οποίο θα μείνει ως μαύρη καρδιά στο κέντρο της πόλης. Δεν είναι δυνατόν να κλείνει κάτι τόσο μεγάλο και να παρηγορηθούμε με μια είδηση και με μια πιθανότητα για την οποία 11 χρόνια περιμένουμε τι θα συμβεί. Σε κάθε περίπτωση, όμως, για να δούμε τι μέλλει γενέσθαι με τους δύο κινηματογράφους θα πρέπει να δώσουμε μια πίστωση χρόνου».
Πράγματι, η λειτουργία των δύο κινηματογραφικών αιθουσών θα χρειαστεί χρόνο. Εφόσον η επένδυση στο ακίνητο της Σταδίου προχωρήσει, οφείλουν και τα αρμόδια υπουργεία να τρέξουν χωρίς καθυστερήσεις τις αδειοδοτήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα πρέπει να παρακαμφθούν υποχρεώσεις και στάδια ελέγχου που είναι κρίσιμα για την ασφάλεια αλλά και για τη νομιμότητα της επένδυσης. Τους επόμενους μήνες θα φανεί ποτέ θα ανάψουν τα φώτα στο Αττικόν και το Απόλλων, πράγμα που προβάλλει ως αναγκαιότητα και για έναν επιπλέον λόγο. Τον τελευταίο χρόνο έχουν γίνει κλοπές και έχουν αφαιρεθεί, σύμφωνα με τους νέους μισθωτές του ακινήτου, καλώδια, εξοπλισμός ψύξης και θέρμανσης και ηχεία…