«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι;

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Οι φιόγκοι που κοσμούν τα σκυμμένα κεφαλάκια τους (των κοριτσιών) εκπέμπουν άμεσα το μήνυμα της άσπιλης αθωότητας που σύντομα θα θυσιαστεί στον βωμό των ακόλαστων ορέξεων των διαφθορέων. Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης
0

Είναι μάλλον γνωστή, ίσως και θρυλική, η ιστορία που αφηγείται πώς το χειρόγραφο των 120 ημερών των Σοδόμων χάθηκε τη 14η Ιουλίου 1789, τη μέρα που έπεσε η Βαστίλλη, για να εμφανιστεί ξανά γύρω στα 1900, στο κατάστημα ενός Γερμανού βιβλιοπώλη. Ο τελευταίος δήλωσε, μάλιστα, ότι έχυσε «δάκρυα από αίμα» αναλογιζόμενος την απώλεια που είχε υποστεί η ανθρωπότητα ∙ παρ’ όλα αυτά χρειάστηκε να χυθούν πολύ περισσότερα δάκρυα και ποταμοί από αίμα, στη διάρκεια δύο παγκοσμίων πολέμων, μέχρις ότου καταστεί φανερό ότι το έργο του Σαντ είχε ήδη προβλέψει τη φρίκη, είχε ήδη προσεγγίσει το απερινόητο, αυτό που δεν τολμούσαμε να διανοηθούμε. Ακόμα και τότε χρειάστηκαν διανοητές του επιπέδου του Πιερ Κλοσοφσκί, του Μορίς Μπλανσό, της Σιμόν ντε Μποβουάρ και του Ζορζ Μπατάιγ προκειμένου να στραφεί η προσοχή των ειδικών και του κοινού στην ιδιαίτερη αξία του έργου του Ντε Σαντ.

Το 1947, στο έργο του Σαντ, ο γείτονάς μου, ο Κλοσοφσκί ήταν ίσως ο πρώτος που αντιμετωπισε τον Μαρκήσιο ως σοβαρό στοχαστή. Στη μορφή του δεν είδε απλώς τον εκπρόσωπο μιας ξεπεσμένης αριστοκρατίας που εκστομίζει παραισθησιογόνες κραυγές θανάτου αλλά έναν μυστικιστή, ο οποίος, «πίσω από τη μάσκα του αθεϊσμού», εκφράζει σκοτεινές θεολογικές ανησυχίες στο πλαίσιο της Γαλλικής Επανάστασης, ταυτόσημες με τον θάνατο του Θεού.

Δύο χρόνια μετά, ο Μορίς Μπλανσό, κορυφαίος Γάλλος θεωρητικός της λογοτεχνίας, είδε στον ήρωα του Ντε Σαντ την «τερατώδη εξαίρεση», το τέρας που επιθυμεί παντί τρόπω να επικυρώσει την κυριαρχία του μέσα από μια απόλυτη, απεριόριστη άρνηση. Άρνηση των νόμων, της Φύσης, του Θεού, των ανθρώπων. Κατά τον Μπλανσό, «μέσω του προβλήματος που αντιπροσωπεύει το όνομα “Σαντ” ερχόμαστε αντιμέτωποι με όψεις της ζωής που θα έμεναν διαφορετικά άγνωστες και απρόσιτες, όψεις πολύ πιο σημαντικές από εκείνες που έχει συλλάβει ως τώρα η πιο διαυγής, οξυδερκής σκέψη».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά δουλεμένη και αισθητικά καλοσμιλεμένη δουλειά, που στέκεται εντυπωσιακά ως παραστασιακό θέαμα, προκαλώντας στον θεατή τις ίδιες περίπου αντιδράσεις (κυρίως την αίσθηση απώθησης) με την ταινία.

Αναλύοντας περαιτέρω αυτόν τον συλλογισμό, ο Μπατάιγ επικροτεί την επίθεση του Σαντ στον «φυσιολογικό» άνθρωπο: η ιλιγγιώδης υπερβολή του Μαρκησίου αποκαλύπτει τη βία που είναι η αλήθεια του ερωτισμού. Ζητούμενο είναι η έξοδος από τον Λόγο, η αποχαλίνωση, ο εκτροχιασμός από τη μετριότητα των φυσιολογικών ηδονών. «Εκείνο που μας εξεγείρει βιαιότατα βρίσκεται μέσα μας»: η σαδική ακρότητα ενσαρκώνει την κρυμμένη επιθυμία για καταστροφή, ανάλωση και πυρπόληση ακόμη και του ίδιου του σώματός μας, χωρίς την οποία θα βιώναμε αενάως την τυραννία του ωφέλιμου, του θετικού, του λογικού, του εύτακτου, του μη σπάταλου.  

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Χωρίς κανένα ιστορικό, χωροχρονικό πλαίσιο, το θέαμα ενώπιόν μας καταντάει μια αφαιρετική κατασκευή, μετέωρη και πασπαρτού. Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης

Ο κατάλογος των «θαυμαστών» του διαβόητου συγγραφέα είναι γεμάτος από εκτυφλωτικά ονόματα: για τον Φουκό ο Σαντ απελευθέρωσε την επιθυμία από την υποταγή της στην αλήθεια, ενώ για τον Ζιλ Ντελέζ είναι ένας «σπουδαίος ανθρωπολόγος» που επινόησε «νέους τρόπους αίσθησης και σκέψης... μια νέα γλώσσα», καλώντας την υπερβολή του ερωτισμού να καθρεφτίσει τις ακρότητες του κόσμου.

«Όλα τα πράγματα είναι καλά όταν οδηγούνται στην υπερβολή», λέει, άλλωστε, ένας από τους τέσσερις αρχισαδιστές στο Σαλό του Παζολίνι, όταν ακόμη δεν γνωρίζουμε την έννοια που αποδίδουν οι τελευταίοι στη λέξη «υπερβολή».

Η αριστουργηματική ταινία του 1975 είναι πράγματι μία από τις πιο διαχρονικές, διαπεραστικές και προκλητικές αναγνώσεις του μυθιστορήματος του Ντε Σαντ που έγιναν ποτέ. Η πρωτοτυπία του Παζολίνι, αυτό που κανένας ως τότε δεν είχε σκεφτεί, συνίσταται στη σύνδεση του «κυρίαρχου ανθρώπου του Σαντ» (φράση του Μπατάιγ) όχι μόνο με τον Μουσολίνι αλλά και με όλους τους φασίστες που ζούσαν και ζουν ανάμεσά μας, φωτίζοντας ταυτόχρονα την πιο σκοτεινή και τρομακτική πλευρά της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.

Ο Παζολίνι δημιουργεί ατελείωτες αντανακλάσεις μεταξύ του ιστορικού και του ψυχικού, του πολιτικού και του σεξουαλικού, του συλλογικού και του ατομικού. «Ξαφνικά, έχουμε όλοι γίνει μικροί Χίτλερ, μικροί κυνηγοί εξουσίας», είχε πει ο σκηνοθέτης στην τελευταία συνέντευξή του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Τα σώματα μετατρέπονται σε αντικείμενα που καταναλώνονται μηχανικά. Η επιθυμία δίνει τη θέση της στην απάθεια. Κάθε σκηνή επιτίθεται στην ευαισθησία του θεατή, κάθε ανθρωπιστική αξία συνθλίβεται, η γλώσσα συρρικνώνεται, οι βασανιστές μιλούν «φιλοσοφικά», η καπιταλιστική μηχανή μας ταΐζει κόπρανα, καμία ελπίδα δεν απομένει, ο Ρομαντισμός έχει πεθάνει, η Επανάσταση το ίδιο, όλες οι απόπειρες αντίστασης είναι καταδικασμένες, και ίσως μονάχα η Τέχνη στέκεται ικανή να εκστομίσει ένα «φτάνει πια».

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Αν ο θεατής έχει δει την ταινία, θα περιοριστεί στις αναπόφευκτες συγκρίσεις. Αν δεν την έχει δει, θα εντυπωσιαστεί από τον σκηνικό ρεαλισμό των βασανιστηρίων. Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης

Η ταινία λειτουργεί υποδειγματικά σε δύο χωροχρονικά επίπεδα: στο «τότε» και στο (εκάστοτε) «τώρα»∙ στη μεταπολεμική Ιταλία αλλά και στην κάθε «χώρα» (εκτός μας και εντός μας) που απειλείται από τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού. Έτσι, από το συγκεκριμένο αναδύεται το καθολικό (αυτό δεν είναι άλλωστε το στοίχημα της τέχνης;), επειδή ακριβώς η εσωτερική πυκνότητα και το νοηματικό βάθος του έργου κατορθώνει τόσο να υποδεικνύει το ιστορικό πλαίσιο όσο και να το διαρρηγνύει καθιστώντας το διαχρονικό. 

Στην ταινία, προτού κλειστούμε στον πύργο της κολάσεως, έχουμε αντιληφθεί πλήρως τι συμβαίνει έξω από αυτόν, έχουμε δει τις ανατριχιαστικές συλλήψεις των νέων αγοριών και κοριτσιών στα σπίτια και τις πλατείες των γύρω χωριών, έχουμε γνωρίσει τα τσιράκια των επιφανών που φρόντισαν για την περισυλλογή των νοστιμότερων «κομματιών», το τσουβάλιασμα αυτών στα φορτηγά από τους μελανοχίτωνες φρουρούς τους, το πέρασμα από το Μαρτζαμπότο (όπου πραγματοποιήθηκε μία από τις μεγαλύτερες σφαγές στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου), την εκτελεση των δραπετών κ.ο.κ.

Έτσι, ακόμα και όταν οι βαριές πόρτες της απομονωμένης έπαυλης των Σοδόμων κλείσουν πίσω μας, δεν ξεχνάμε ποτέ ότι βρισκόμαστε στο Σαλό, τη γενέτειρα του κόμματος του Μουσολίνι και κέντρο της κυβέρνησής του, με την οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι οι τέσσερις βασανιστές (ένας δούκας, ένας δικαστής, ένας επίσκοπος, κι ένας τραπεζίτης) και η αμετροέπεια της εξουσίας τους. Ανά πάσα στιγμή, και ενόσω η φρίκη κορυφώνεται, ο διάλογος με την Ιστορία –του «έξω» με το «μέσα»– παραμένει ενεργός.

Και αυτή ακριβώς η διάσταση είναι που απουσιάζει εκκωφαντικά από την παράσταση που σκηνοθέτησε ο Άρης Μπινιάρης στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά δουλεμένη και αισθητικά καλοσμιλεμένη δουλειά, που στέκεται εντυπωσιακά ως παραστασιακό θέαμα, προκαλώντας στον θεατή τις ίδιες περίπου αντιδράσεις (κυρίως την αίσθηση απώθησης) με την ταινία.

Το επιβλητικό σκηνικό με τους λευκούς μαρμάρινους τοίχους, τους όμορφους ερωτιδείς-φωτιστικά, τις αλυσίδες στους τοίχους και τα δύο μακρόστενα έπιπλα πολλαπλών «βασανιστικών» χρήσεων υποδέχεται γενναιόδωρα τους τρεις σαδιστές, τις δύο αφηγήτριες-τσατσάδες, τους τέσσερις φρουρούς και τα εννέα νεαρά θύματά τους, που εισέρχονται στον χώρο σαν φοβισμένο κοπάδι έτοιμο για σφαγή. Οι φιόγκοι που κοσμούν τα σκυμμένα κεφαλάκια τους (των κοριτσιών) εκπέμπουν άμεσα το μήνυμα της άσπιλης αθωότητας που σύντομα θα θυσιαστεί στον βωμό των ακόλαστων ορέξεων των διαφθορέων. Τις γαργαλιστικές πορνογραφικές ιστορίες (έξοχα ειρωνική η Ιωάννα Μαυρέα) θα ακολουθήσουν οι εξευτελιστικές σεξουαλικές πράξεις που θα εκτυλιχθούν στους κύκλους της μανίας, των κοπράνων και του αίματος, όπως και στην ταινία, αυξάνοντας το μέτρο της οδύνης (των θυμάτων) και της απόλαυσης (των εκτελεστών) από κύκλο σε κύκλο.

«Σαλό»: Τι έχει να πει σήμερα το φάντασμα της ταινίας του Παζολίνι; Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Καλκανίδης

Και, όπως προείπα, όλα αυτά εκτυλίσσονται στον σωστό ρυθμό, με τον κατάλληλο φωτισμό, και χάρη στην αφοσίωση των ηθοποιών που υπηρετούν με θέρμη μια τόσο απαιτητική και εξοντωτική συνθήκη (κι ας μην κατάφεραν οι δύο από τους τρεις «κορυφαίους», ο Γιάννης Κότσιφας και ο Ιερώνυμος Καλετσάνος, να πείσουν στους ρόλους των αδίστακτων σαδιστών).

803
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Χωρίς κανένα ιστορικό, χωροχρονικό πλαίσιο όμως (εκτός από μερικές νύξεις στα κοστούμια), το θέαμα ενώπιόν μας καταντάει μια αφηρημένη κατασκευή, μετέωρη και πασπαρτού. Ποιο είναι το ζητούμενο, αναρωτιέμαι: Μια επιλεκτική και, εν τέλει, αν-ιστορική πιστότητα στην ταινία; Μα αυτού του είδους η πιστότητα καταλήγει προβληματική, αν απουσιάζει ο προβληματισμός για τη σύγχρονη διάσταση του φασισμού, αν το μόνο που έχει να μας προσφέρει είναι ένα εστέτ δωμάτιο σεξουαλικών διαστροφών και εγκλημάτων, ασύνδετο με οποιαδήποτε κοινωνικοπολιτική παράμετρο του «τότε» ή του «τώρα». Ποιοι είναι αυτοί οι κοστουμαρισμένοι έκφυλοι τύποι που κακοποιούν παιδάκια με φιογκάκια; Ποια είναι τα παιδάκια; Πού λαμβάνει χώρα όλο αυτό; Αρκούν τα εθνικοπατριωτικά «συνθήματα» για να καλυφθεί το κενό;

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο θεατής να μένει στο τέλος αμήχανος: αν έχει δει την ταινία, θα περιοριστεί στις αναπόφευκτες συγκρίσεις. Αν δεν την έχει δει, θα εντυπωσιαστεί από τον σκηνικό ρεαλισμό των βασανιστηρίων (παραβλέποντας ίσως τα ψεύτικα πέη, που μάλλον αστεία φάνταζαν). Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και η αναπαράσταση της αναπαράστασης οφείλει να έχει έναν δικό της σκοπό, μια δική της ερμηνεία, έστω ένα μετα-σχόλιο. Ειδαλλιώς, συρρικνώνεται σε κούφιο ομοίωμα.

Το μόνο στοιχείο που δραπετεύει απ’ αυτήν τη λογική και μας ταξιδεύει σε νέους ορίζοντες είναι η μουσική του Τζεφ Βάγγερ: επεξεργασμένα συνθεσάιζερ, ήχοι εκκλησιαστικών οργάνων, χροιές από τσέλο και βιόλα, ανθρώπινες φωνές και ηλεκτρονικοί ρυθμοί (έτσι περιγράφει ο ίδιος τα βασικά συστατικά της σύνθεσής του) ενώνονται για να δημιουργήσουν ένα απόκοσμο ηχητικό τοπίο μέσα στο οποίο νιώθουμε περισσότερο ελεύθεροι να αναλογιστούμε τι σημαίνει το Σαλό για μας μετά από τόσα χρόνια...

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO. 

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο Παζολίνι και το Σαλό στην ΕΛΣ

Αφιέρωμα Σαλό / Ο Παζολίνι και το «Σαλό» στην ΕΛΣ

«Αν και δεν πρόκειτα για μια κλασική παράσταση μουσικού θεάτρου, που αποτελεί το βασικό δημιουργικό πεδίο της Εναλλακτικής Σκηνής, το κατά Μπινιάρη Σαλό φιλοδοξούμε να εγγραφεί στην ανήσυχη αναζήτηση της ΕΛΣ για επικοινωνία με ομάδες κοινού που δεν σχετίζονται παραδοσιακά με το έργο της».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ
Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού

Αφιέρωμα Σαλό / Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού

Σε ένα απαράμιλλο μπαράζ πορνικού τρόμου, ο Πιερ Πάολο Παζολίνι καταγγέλλει τον θηριώδη φασισμό και την απάνθρωπη βία σε τρεις θεματικούς κύκλους, προλαβαίνοντας τους εκτελεστές του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Υπόθεση Μαρκήσιος ντε Σαντ: Από το τυπογραφείο στις δικαστικές αίθουσες

Αφιέρωμα Σαλό / Οι περιπέτειες του Μαρκήσιου ντε Σαντ με την ελληνική δικαιοσύνη

Η δίωξη 47 Ελλήνων εκδοτών, οι κατασχέσεις και η απαγόρευσή των βιβλίων του διαβόητου Μαρκήσιου κατά τη Μεταπολίτευση, που εκτίναξαν τις πωλήσεις του και οδήγησαν στην αναμόρφωση του νόμου «περί ασέμνων», ενώ ο ντε Σαντ διδασκόταν ήδη στο εξωτερικό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ