Ο πρόσφατος θάνατος της πολύ αγαπητής και δημοφιλούς ηθοποιού Άννας Παναγιωτοπούλου, που από το Ελεύθερο Θέατρο και την Ελεύθερη Σκηνή των δεκαετιών 1970-1980 μεταπήδησε στην τηλεόραση και σε κωμικές σειρές που έγραψαν ιστορία, σκόρπισε θλίψη και συγκίνηση αλλά και μια νοσταλγία για τους χαρακτηριστικούς ρόλους που ερμήνευσε.
Χρήστες των σόσιαλ την αποχαιρέτησαν αναρτώντας μεταξύ άλλων και memes με ατάκες από πολλές αγαπημένες σειρές (όπως «Μαντάμ Σουσού», «Τρεις Χάριτες», «Ντόλτσε Βίτα») αλλά και ταινίες (όπως «Safe sex» και «Το κλάμα βγήκε από τον παράδεισο») στις οποίες είχε παίξει και οι οποίες είχαν σημειώσει μεγάλη επιτυχία.
Μία από τις πιο γνωστές ατάκες με την οποία την αποχαιρέτησε το κοινό ήταν και το «Τι είναι εδώ;» από τη σειρά «Ντόλτσε Βίτα» και τη σκηνή όπου η Χριστίνα Μαρκάτου καμουφλαρισμένη, με μαντίλι στο κεφάλι και γυαλιά ηλίου, μπαίνει σε ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής για να συναντήσει τον παράνομο εραστή της, τον Αντώνη (Θανάσης Ευθυμιάδης), και παριστάνοντας την απορημένη αναφωνεί με τη χαρακτηριστική βραχνή φωνή της: «Τι είναι εδώ;». Αυτό το «Τι είναι εδώ;» έχει γίνει meme και έχει αναπαραχθεί χιλιάδες φορές και εν τέλει θα ήταν και η μοιραία αποχαιρετιστήρια ατάκα που, αποκτώντας πλέον και μια σπαρακτική μεταφυσική διάσταση, θα τη συνόδευε και στον θάνατο.
Οι ελληνικές τηλεοπτικές κωμωδίες των ’90s, προϊόντος του χρόνου, απέκτησαν τεράστια δυναμική και είχαν μεγάλη διείσδυση στην ποπ κουλτούρα, κατακτώντας νέους φαν, δεκαετίες μετά την πρώτη προβολή τους.
Ως γνωστόν, η δύναμη της ποπ κουλτούρας να συμπυκνώνει και να συνοψίζει το συλλογικό αίσθημα της στιγμής αλλά και να διαδίδεται αστραπιαία είναι ακατανίκητη. Αλλά δεν χρειαζόταν η απώλεια της Παναγιωτόπουλου για να διαπιστώσουμε πως εδώ και πολλά χρόνια άπειρα stills, memes αλλά και βίντεο από παλιότερες πετυχημένες τηλεοπτικές κωμικές σειρές, ειδικά της δεκαετίας του ‘90, όπως ήταν άλλωστε και το «Ντόλτσε Βίτα», κατακλύζουν το ίντερνετ σε κάθε ευκαιρία.
Τι είναι εδώ; - Χριστίνα Μαρκάτου
Οι ελληνικές τηλεοπτικές κωμωδίες των ’90s, προϊόντος του χρόνου, απέκτησαν τεράστια δυναμική και είχαν μεγάλη διείσδυση στην ποπ κουλτούρα, κατακτώντας νέους φαν, δεκαετίες μετά την πρώτη προβολή τους. Με την έλευση των σόσιαλ κέρδισαν μια νέα ζωή, σαν ένας αναδρομικός φόρος τιμής σε μια εποχή χωρίς ίντερνετ. Ήταν η χρυσή δεκαετία, η πρώτη της ιδιωτικής τηλεόρασης, και μας χάρισε σειρές που συζητιούνται μέχρι και σήμερα:
Τις «Τρεις Χάριτες» (1990-1992), δημιουργία των Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου, τους «Απαράδεκτους» (1991-1993) της Δήμητρας Παπαδοπούλου, το «Ντόλτσε Βίτα» (1995-1997) των Αλέξανδρου Ρήγα και Λευτέρη Παπαπέτρου, τους «Δύο ξένους» (1997-1999) του Αλέξανδρου Ρήγα και του Δημήτρη Αποστόλου, όλες στο Mega, το «Της Ελλάδος τα παιδιά» (1993-1995) του Δημήτρη Βενιζέλου και του Δημήτρη Φραγκιόγλου, τα «Εγκλήματα» (1998-2000) του Λευτέρη Παπαπέτρου και το «Κωνσταντίνου και Ελένης» (1998-2000) από τον Χάρη Ρώμα και την Άννα Χατζησοφιά, που προβλήθηκαν από τον AΝΤ1.
Δηλητηριώδεις ατάκες που θα μείνουν αξέχαστες, απογειωτικά punchlines, ξεκαρδιστικές μέχρι δακρύων σεκάνς, χαρακτηριστικοί ρόλοι που θα αγαπηθούν πολύ και ανθρωπότυποι που μέχρι και σήμερα μνημονεύονται· μία κιβωτός αναρίθμητων αναφορών, ειδικά για τη γενιά που γεννήθηκε μετά το 1980 και έζησε την εφηβεία ή την παιδική ηλικία της στα ’90s.
Γιατί 30 χρόνια μετά οι ελληνικές κωμικές σειρές των ’90s είναι σημείο αναφοράς ακόμα και για ανθρώπους που δεν είχαν καν γεννηθεί όταν προβάλλονταν για πρώτη φορά; Γιατί αυτές οι σειρές παρέμειναν διαχρονικές ενώ άλλες τις κατάπιε η τηλεοπτική λήθη; Και γιατί δεν γράφονται πλέον τόσο επιδραστικές κωμωδίες σήμερα;
Τι κάνει ένα σενάριο διαχρονικό και μια ατάκα να μείνει; Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση. Γιατί μία ατάκα της Ντένης Μαρκορά, ερμηνευμένη από την αξέχαστη Ντίνα Κώνστα, που έφυγε από τη ζωή το 2022, ή της Κορίνας από τα «Εγκλήματα», διά στόματος Μαρίας Καβογιάννη, να σχολιάζει στο σήμερα μέσω ενός meme από την πολιτική επικαιρότητα μέχρι τη Eurovision, κι από ανάλαφρες πτυχές της καθημερινότητας μέχρι πολύπλοκα ζητήματα της δημόσιας σφαίρας; Γιατί το «Τι έγινε, ρε παιδιά;» του Σπύρου Παπαδόπουλου και τα «Μαρούσκα, το Evian!» και «Χριστέ μου, τι ακούω και δεν σωριάζομαι» της Ντένης κόλλησαν τόσο πολύ στα χείλη μας;
Μια πρώτη προφανής εξήγηση για την επιτυχία αυτών των σειρών είναι ότι στα ’90s η ιδιωτική τηλεόραση βρισκόταν στα πρώτα της βήματα, οπότε ήταν πιο ανοιχτή στο να εμπιστευτεί δημιουργούς και να επενδύσει σε πρωτότυπες ιδέες, ενώ το τηλεοπτικό τοπίο ήταν εντελώς διαφορετικό από το σημερινό και το τηλεοπτικό χρήμα έρεε. Η ίδια η Άννα Παναγιωτοπούλου είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή της πως για το «Ντόλτσε Βίτα» είχε ζητήσει ένα εκατομμύριο δραχμές για κάθε επεισόδιο και, μολονότι δεν το περίμενε, της το έδωσαν.
Ένας άλλος λόγος είναι ότι τότε είχαμε την τύχη μερικοί από τους πιο σημαντικούς και ευφυείς Έλληνες σεναριογράφους της κωμωδίας να βρίσκονται όλοι στην ακμή τους: το συγγραφικό δίδυμο των Ρέππα και Παπαθανασίου, με τις επιθεωρησιακές καταβολές, η Δήμητρα Παπαδοπούλου, που επίσης προερχόταν από την επιθεώρηση, το έτερο δίδυμο των Ρήγα - Αποστόλου και ο Λευτέρης Παπαπέτρου.
Δεν πρέπει, επίσης, να παραβλέψουμε και το γεγονός πως αρκετές από τις κωμωδίες που αναφέραμε ήταν αρκετά πρωτοποριακές για την εποχή τους. Οι «Απαράδεκτοι» είχαν απορριφθεί από τον AΝΤ1 πριν καταλήξουν στο Mega, καθώς το σενάριο είχε θεωρηθεί ακατάλληλο. Οι θεματικές που άγγιζαν και το ιδιότυπο χιούμορ τους ήταν εντελώς έξω από το κλίμα της εποχής. Τα dark «Εγκλήματα» είχαν απορριφθεί αρκετές φορές πριν βρουν τηλεοπτική στέγη, γιατί οι ιθύνοντες των καναλιών θεωρούσαν τη σειρά πολύ προχωρημένη για την ελληνική κοινωνία. Η τηλεθέασή τους στην αρχή ήταν πολύ χαμηλή, πράγμα που προκάλεσε την προσωρινή διακοπή τους. Και οι δύο σειρές, διόλου τυχαία, θα αποκτούσαν μια μυθολογία και θα γίνονταν cult με την πάροδο του χρόνου.
Η εύστοχη κοινωνική αλλά ενίοτε και πολιτική κριτική ήταν ένα από τα μεγάλα ατού της κωμωδίας στη δεκαετία του ’90. Ήταν 1991 και 17 χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση όταν ακούγαμε με έκπληξη από τον Σπύρο (Σπύρος Παπαδόπουλος) για τη διάψευση των οραμάτων του Πολυτεχνείου και για τις προσπάθειες κάποιων να καρπωθούν την αριστερά, με έναν εντελώς νέο τρόπο. Ο δε ομοφυλόφιλος Γιάννης (Γιάννης Μπέζος) μπορεί να παρουσιαζόταν ως καρικατούρα, αλλά ήταν η πρώτη φορά που οι θεατές έβλεπαν έναν ανοιχτά γκέι χαρακτήρα ως μέλος μιας έστω αντισυμβατικής οικογένειας. Η κλασική μικροαστική οικογένεια, πάλι, που σε άλλες σειρές ήταν απλώς το φόντο για να ξετυλιχτούν διάφορα κωμικά περιστατικά, στα «Εγκλήματα» ήταν το «ναρκοπέδιο» και το παιχνίδι εξουσίας για το ποιος θα «φαγωθεί» πρώτος που είναι και στην πραγματικότητα. Ενώ, στην ίδια σειρά, είδαμε για πρώτη φορά έναν bisexual χαρακτήρα και να σχολιάζεται το επάγγελμα της σεξεργάτριας μέσω ενός πρωταγωνιστικού ρόλου. Οι «Δύο ξένοι» καυτηρίαζαν και έσερναν τα εξ αμάξης στα τηλεοπτικά αλλά και πολιτικά κακώς κείμενα της εποχής και απεικόνιζαν τον αχαλίνωτο αριβισμό της εποχής του «ΚΛΙΚ». Η χήρα Χριστίνα Μαρκάτου που είχε σχέση με τον φίλο της κόρης της στο «Ντόλτσε Βίτα» δεν ήταν και μικρό σοκ για τα μικροαστικά ήθη της ελληνικής κοινωνίας, και σίγουρα σε ένα δραματικό σενάριο δύσκολα θα περνούσε ως ρόλος.
Απαράδεκτοι BEST OF: Γιάννης
Και βέβαια μεγάλη συμβολή είχε και μια πλειάδα ταλαντούχων ηθοποιών σε ανεπανάληπτες ερμηνείες, που κάνοντας δικούς τους όντως καλογραμμένους χαρακτήρες, τους εκτόξευσαν σε δημοφιλία. Η Άννα Παναγιωτοπούλου, που είχε το εξαιρετικό χάρισμα να ισορροπεί στην κόψη του ξυραφιού στους ρόλους της, ερμηνεύοντας τη Χριστίνα Μαρκάτου κρατά λεπτότατες ισορροπίες μεταξύ του καθωσπρεπισμού και των ενοχών της χήρας και εργοστασιάρχαινας και του μοιραίου πάθους που ζούσε, το οποίο το αντιμετώπιζε σαν μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Δύσκολα άλλη ηθοποιός θα μπορούσε να αποδώσει όπως η Ντίνα Κώνστα την Ντένη· μια πολύ πιο φαρμακερή «Πάστα Φλώρα», που συνδύαζε τα μεγαλοαστικά σουσούμια με τον αγοραίο κυνισμό. Ή πόσο εύκολα κάποια άλλη θα μπορούσε να ερμηνεύσει την αυθεντική villain και σατανική Σωσώ όπως η Καίτη Κωνσταντίνου;
Ντένη Μαρκορά - Δύο Ξένοι
Η σημερινή τηλεοπτική κωμωδία μοιάζει με χλωμή απομίμηση του παλιού εαυτού της, έστω κι αν υπάρχουν και στη δεκαετία που διανύουμε κωμικές σειρές που σημειώνουν μεγάλα νούμερα τηλεθέασης. Σειρές όπως «Το σόι σου» (2014-2019) και το «Μην αρχίζεις τη μουρμούρα» (2013-2024), στον Alpha TV και οι δύο, έκαναν μεν επιτυχία, πατώντας όμως πάνω σε πολυχρησιμοποιημένες συνταγές του παρελθόντος. Αλλά κι όταν ακόμα η κωμωδία επιχειρεί ξανά να γίνει επίκαιρη, όπως με την επιστροφή των Ρήγα - Αποστόλου με την «Τούρτα της μαμάς» (2020-2022) στην ΕΡΤ1, στο ύφος που μας έχουν συνηθίσει, με καυστικές ατάκες που πέφτουν βροχή και δηκτικό σχολιασμό της επικαιρότητας, δεν έχει το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Παρ’ όλο που ήταν μια πολύ καλή σειρά, φαίνεται να απαιτείται κάτι πολύ περισσότερο πλέον για να γίνει μια σειρά επιδραστική. Αλλά και το «Μαίρη Μαίρη Μαίρη» (2022-2023) των Ρέππα - Παπαθανασίου στο Mega δεν θύμιζε σε τίποτα παλιότερες επιτυχίες τους.
Ίσως στη νέα ψηφιακή εποχή το χιούμορ να εκκολάπτεται και να διαμοιράζεται αποκλειστικά στο διαδίκτυο και στα βιντεάκια και reels από γνωστούς stand-up comedians με εκατοντάδες χιλιάδες views ή από επίδοξους influencers του TikTok. Και παρόλο που θα συνεχίσουμε να αναπαράγουμε χιουμοριστικές ατάκες από μια πολύ παραγωγική και γόνιμη δημιουργικά αλλά και μακρινή για μας εποχή, ας ελπίσουμε αυτήν τη στιγμή να γράφονται οι ατάκες που θα γίνουν viral στο μέλλον.