Η Άσπα Καραγεωργίου έχει μεγαλώσει μέσα στα έπιπλα, αφού οι γονείς και οι παππούδες της ήταν επιπλοποιοί. Έτσι, από μικρή βρισκόταν ανάμεσα σε έπιπλα που είχαν ποιότητα και μεράκι. Έχει ακόμα μνήμες απ’ τη μυρωδιά του φρέσκου ξύλου και το βερνίκι, το παιδικό χεράκι της έχει ψηλαφήσει, με την καθοδήγηση του παππού, τις υφές και έχει από νωρίς καταλάβει τι θα πει έμφαση στη λεπτομέρεια. Αργότερα ο μπαμπάς της την έπαιρνε μαζί του σε διεθνείς εκθέσεις με interior «καλούδια» και έμαθε να ξεχωρίζει το ποιοτικό και το διαχρονικό. Οι σπουδές της στο Λονδίνο στο interior design ήταν κάτι σαν λογική συνέχεια, αφού ποτέ δεν σκέφτηκε να κάνει τίποτα διαφορετικό. Σαν να είναι στο DΝΑ της το να «ντύνει» τα σπίτια και να τα μεταμορφώνει.
Πώς είναι, όμως, το σπίτι ενός ανθρώπου που φτιάχνει ο ίδιος σπίτια; Χύμα ή θυμίζει εκθεσιακό χώρο; Ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Το σπίτι της Άσπας είναι ένα «συναισθηματικό σπίτι» που μοιάζει με την ίδια. Έχει πολλά επίπεδα, σίγουρα δεν είναι μόνο ένα πράγμα. Έχει καταφέρει μια ζηλευτή ισορροπία γιατί εκεί που πάει να γίνει «στιβαρή» η διακόσμηση την ίδια ώρα μοιάζει να βγάζει τη γλώσσα στους κανόνες, κρατώντας στον αφρό το συναίσθημα. «Τα σπίτια πρέπει να τα ζεις», λέει, «να τα τσαλακώνεις».
«Επειδή βάζω συναίσθημα, συχνά με εξουθενώνει να βλέπω να κάνουν σπίτια που είναι στημένα και θυμίζουν σελίδες περιοδικού. Πρέπει να φτιάχνουμε σπίτια που όχι μόνο αρέσουν αλλά που θα τα ζούμε κιόλας».
Θα μπορούσε το σαλόνι της να αποτελεί και ένα μάθημα σε φοιτητές εσωτερικής διακόσμησης. Είναι σαν το ίδιο το σπίτι να λέει: «Εδώ βάζουμε ένα έντονο χρωματικά χαλί και από πάνω μια πιο κλασική τραπεζαρία, εδώ μια λάμπα, ένα βάζο και ούτω καθεξής». Με γοητεύει το τζάκι της που είναι ντυμένο με καθρέφτη. Της λέω ότι θα αντιγράψω την ιδέα και μου δίνει το πράσινο φως: «Ελεύθερα. Είναι απλό, φωνάζεις έναν καθρεφτά και σου το φτιάχνει στο τσακ μπαμ».
Το διαμέρισμά της, ενώ έχει πολλά αντικείμενα, δεν δείχνει φορτωμένο αλλά απόλυτα αρμονικό. Καταλαβαίνεις ότι έχει κερδίσει ένα δύσκολο στοίχημα ισορροπίας γιατί τελικά το μάτι ξεκουράζεται. Τη ρωτάω πώς συνδέεται με τα έπιπλα.
Ο παππούς και η γιαγιά της, λέει, ήρθαν στην Ελλάδα πρόσφυγες απ’ τη Σμύρνη. Ο πάππους ήταν καλλιτεχνική φύση, «έπιαναν τα χέρια του», έτσι ξεκίνησε να φτιάχνει ωραία έπιπλα με μεράκι και φροντίδα. Ξεκίνησε με ένα μικρό μαγαζί στην Κυψέλη, αλλά αυτό γρήγορα μεγάλωσε και μετέφερε την επιχείρηση στο Νέο Ψυχικό που τότε ακόμα ήταν χωράφια με πρόβατα. Ωστόσο, έβλεπε μακριά. Έτσι, η επιχείρηση μεγάλωσε και το μαγαζάκι έγινε εργοστάσιο κατασκευής επίπλων. Τη σκυτάλη απ’ τον παππού πήρε ο πατέρας της που άνοιξε τα φτερά του στην Ιταλία, την πηγή του design και του σχεδιασμού. «Στην Ελλάδα, τη δεκαετία του ’70 και του ’80 τα πράγματα ήταν σε βρεφικό στάδιο στον σχεδιασμό», μου λέει.
Τη ρωτάω τι θυμάται από το πατρικό σπίτι.
«Στους γονείς μου άρεσαν οι αλλαγές. Έτσι, αλλάζαμε συχνά σπίτια και ήταν σαν να αλλάζαμε σελίδα. Το έκαναν να φαίνεται σαν κάτι απλό».
Μου λέει ότι έχει μάθει σε ζεστά σπίτια, που είχαν αρκετά πράγματα. «Μου αρέσουν τα αντικείμενα γιατί περιέχουν την ιστορία σου – καμιά ιστορία δεν είναι όμοια με κάποια άλλη. Δεν μπορώ να λειτουργήσω σε ένα μινιμαλιστικό περιβάλλον».
Τη ρωτάω αν η αισθητική είναι κληρονομική υπόθεση. «Νομίζω πως γεννιόμαστε με αυτό, άλλα, φυσικά, αν μελετήσουμε και ενημερωνόμαστε, μπορούμε σαφώς να το βελτιώσουμε. Όμως το στυλ δεν διδάσκεται, ή το ’χεις ή δεν το ’χεις».
Η Άσπα πιστεύει ότι το σπίτι δηλώνει πάντα ποιοι είμαστε. «Για μένα είναι το πιο ενδεικτικό όλων. Μπορεί να έχεις μια εικόνα χι και το σπίτι σου να δίνει μια εικόνα ψι. Αυτό που ισχύει όμως, τελικά, είναι η εικόνα του σπιτιού. Αυτή είναι η πραγματικότητά σου, όχι το άλλο. Μπορεί έξω το προσωπείο σου να λειτουργεί, αλλά το σπίτι θα τα “μαρτυρήσει” όλα για σένα. Κι αυτό γιατί τα σπίτια συνδέονται άμεσα με την ψυχοσύνθεσή μας.
Συχνά μου λένε “θα πάρω αυτόν τον καναπέ, είναι τέλειος”, και μπορεί πράγματι να είναι. Αλλά ο ίδιος καναπές σε ένα σπίτι μπορεί να με γοητεύσει και σε ένα άλλο να κλοτσάει.
Συχνά, όταν κάνεις interior, κάνεις και τον ψυχολόγο, λέει. «Αν θες να κάνει τη δουλειά σου σωστά, πρέπει να μπεις μέσα στο σπίτι, να φορέσεις σχεδόν τα ρούχα τους, για να βγει το αποτέλεσμα σωστό. Πρέπει να καταλάβεις τις ανάγκες τους, προκειμένου να φτιάξεις ένα λειτουργικό σπίτι.
Η δουλειά μας είναι να καθοδηγούμε, και πρέπει να σε εμπιστεύεται ο άλλος. Αν σε “μισο-εμπιστεύεται”, πάλι δεν θα προχωρήσει σωστά, θα μοιάζει με πασάλειμμα. Έχω πει “όχι” σε αρκετές συνεργασίες γιατί ήξερα ότι δεν θα συνεννοούμασταν. Εγώ δεν πουλάω τη δική μου αισθητική, είμαι όμως εκεί για να βελτιώσω αυτή του πελάτη, να τον καθοδηγήσω ώστε να κάνεις πιο σωστές επιλογές. Πώς θα γίνει αυτό, όμως, αν δεν μου δώσεις ψήφο εμπιστοσύνης;
Επειδή βάζω συναίσθημα, συχνά με εξουθενώνει να βλέπω να κάνουν σπίτια που είναι στημένα και θυμίζουν σελίδες περιοδικού. Πρέπει να φτιάχνουμε σπίτια που όχι μόνο αρέσουν αλλά που θα τα ζούμε κιόλας. Φέρ’ ειπείν, πρέπει να σκεφτώ ότι η Τζούλη έχει έναν γιο 12 χρονών, άρα θα θέλει το βράδυ να βάλει τα πόδια του στο τραπέζι και να παίξει PlayStation. Θέλω όμως να είναι ωραίο αυτό το τραπέζι, γιατί η Τζούλη καλεί και τους φίλους της. Άρα, έχω να λύσω μια δύσκολη εξίσωση, που όμως είναι και μια γοητευτική πρόκληση».
Τη ρωτάω αν της αρέσουν τα design έπιπλα. «Ναι, μου αρέσει να βάλω δίπλα σε μια Le Corbusier κάτι πολύ κλασικό. Δεν κυνηγάω την υπογραφή. Μου αρέσουν τα παλιά, καλά έπιπλα που μπορεί να τα πάρεις και να τους αλλάξεις τα πάντα, να τα ανακατασκευάσεις και να γίνουν “to die for”».
Τη ρωτάω αν υπάρχουν μόδες στο design.
«Όλα γυρίζουν στις ρίζες. Αν δίπλα σε ένα παλιό έπιπλο της γιαγιάς βάλεις κάτι πιο μοντέρνο, είναι σαν να δείχνεις το πέρασμα από γενιά σε γενιά».
Της Άσπας της αρέσουν τα «ντυμένα» σπίτια με ταπετσαρίες, υφάσματα, που έχουν τραπέζια, βάζα, ένα ωραίο κουτί και coffee table books. Της αρέσει να δημιουργεί διακοσμητικά παλίμψηστα.
Τη ρωτάω για τη φωτογραφία στον τοίχο· είναι του Todd Marshard, ενός εξαιρετικού φωτογράφου και κεραμίστα που ζει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Έχει και μια φιγούρα μοντέρνου Καραγκιόζη του Σπύρου Αγγελόπουλου, που δίνει μια εύθυμη νότα. Μου λέει ότι δεν έχει γεμίσει τους τοίχους έργα τέχνης γιατί δεν έχει πολλούς, αλλά, έτσι κι αλλιώς, η τέχνη πρέπει να συνδυάζεται με το interior σε μια ανάλαφρη χορογραφία. Ένα επιβλητικό έργο τέχνης μπορεί να σε καταπιεί και για να κρατήσεις το μέτρο, κανονικά πρέπει να προσαρμόσεις όλη τη διακόσμηση σε αυτό».
Φεύγω από το διαμέρισμά της με ένα σωρό ιδέες και έμπνευση για να κάνω και στο δικό μου σπίτι κάποιες αλλαγές αλά Άσπα. Εύγε!