«ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ», καταλήγει η Π., «πίστευα ότι αν πετύχω, θα είμαι ευτυχισμένη. Συγκεκριμένα, ότι αν αδυνατίσω και ισιώσω λίγο τη μύτη μου και λεπτύνουν λίγο τα δάχτυλά μου, θα είμαι έτοιμη να κάνω καριέρα, να βγάλω λεφτά και να γνωρίσω τον έρωτα. Και τώρα έκανα καριέρα, έβγαλα λεφτά, γνώρισα τον έρωτα, ταξιδεύω όσο θέλω και μ’ ενοχλεί που δεν έχω αδυνατίσει, δεν έχω ισιώσει αρκετά τη μύτη μου και δεν έχουν λεπτύνει τα δάχτυλά μου».
Πίσω απ’ τις διαφημίσεις πρωτοποριακών serum, πίσω απ’ τα καλαίσθητα βιντεάκια για το glass skin και τις θαυματουργές ιδιότητες της ρετινόλης, στις άκρες των φυλλαδίων για μεσοθεραπεία, laser και ραδιοσυχνότητες RF, θεωρώ δεδομένο ότι υπάρχει μια υπόσχεση. Κι αυτή η υπόσχεση δεν αφορά τόσο την εμφάνιση όσο μια γενικά «καλύτερη ζωή». Το να είσαι γυναίκα μερικές φορές έχει την αίσθηση προετοιμασίας.
Υπάρχει ένας μέλλοντας εαυτός, ένα αύριο που το βλέπουμε μπροστά μας ζωντανό, είναι η αλήθεια μας, απλώς ακόμη δεν την έχουμε ζήσει. Σ’ αυτή την αλήθεια το δέρμα είναι λαμπερότερο −όπως θα μπορούσε να είναι−, τα ρούχα είναι κομψότερα και εφαρμόζουν καλύτερα, τα μαλλιά κολακεύουν το πρόσωπο, η κινησιολογία είναι θηλυκότερη, αποπνέει «σιγουριά» και «αυτοπεποίθηση».
Η πίεση της ομορφιάς είναι μεγάλη και γι’ αυτό ένα απ’ τα κομμάτια της γυναικείας ωριμότητας είναι η ουδετεροποίηση της ασχήμιας. Όσο μας φοβίζει, τόσο μας κλέβει χρόνο και χρήματα.
Ο εαυτός αυτός αγοράζει ρούχα στα μέτρα του, δύο μεγέθη μικρότερα απ’ το υπάρχον κορμί, αγοράζει κοσμήματα, τσάντες και παπούτσια που δεν πάνε με τίποτα τώρα αλλά κάποτε θα πηγαίνουν με όλα και κάνει λίστες με δραστηριότητες, ταξίδια και δώρα που θα συμβούν όταν κάποια «γίνει αυτό που πρέπει να είναι». Και, αν έχω καταλάβει καλά, έτσι περνάει η ζωή.
Με αφορμή την περιγραφή της Π., θυμήθηκα την ατάκα μιας γνωστής μου δικηγόρου που θα βραβευόταν για το έργο της στα ανθρώπινα δικαιώματα από μια διεθνή επιτροπή. «Θα πήγαινα Βρυξέλλες σε δύο εβδομάδες για το βραβείο, και σκεφτόμουν ότι ήταν κακό το timing γιατί ήταν γιορτές κι είχα βάλει τέσσερα-πέντε κιλά. Αρρώστια, έτσι; Ούτε που σκέφτηκα να χαρώ, μ’ είχε πιάσει άγχος ότι θα το ανεβάσουν στην ιστοσελίδα της επιτροπής και θα μείνω για πάντα στο ίντερνετ μ’ αυτά τα μάγουλα».
Οπότε σήμερα σκέφτομαι: Μπορούμε να φανταστούμε έναν κόσμο στον οποίο η ασχήμια μπορεί να πάει πακέτο με το επίτευγμα;
Aπ’ τη νύφη που θέλει να χάσει κιλά για τον γάμο της μέχρι την επαγγελματία που θέλει να προλάβει την ίαση του δέρματος από κάποια μικροεπέμβαση πριν από ένα σημαντικό συνέδριο, κοιτάω γύρω μου και βλέπω τις γυναίκες να τρέχουν πίσω από ένα «δυνάμει» που βιώνεται ως «ο αληθινός μου εαυτός αν κοιμόμουν καλύτερα, έτρωγα καλύτερα, αθλούμουν περισσότερο, έκοβα το κάπνισμα και σταμάταγα τον καφέ και τη ζάχαρη». Στις γυναικοσυζητήσεις, η «αλήθεια» συζητιέται ως κάτι τόσο μελλοντικό όσο και σίγουρο, γι’ αυτό τα καινούργια ακριβά εσώρουχα προορίζονται για ένα σώμα είκοσι κιλά κάτω. Της παίρνουμε δώρα σαν να είναι ερωμένη και μιλάμε για κείνη σε άλλους και στον εαυτό μας.
Προετοιμαζόμαστε για να πέσει το πετσί του πρότερου εαυτού και ν’ ανοίξει εκείνη τα πεταλουδίσια της φτερά. Και πάνω σ’ αυτή την προετοιμασία συμβαίνει η ζωή, έρχονται οι έρωτες, οι μετακομίσεις, οι προαγωγές, οι επιχειρήσεις, τα παιδιά, χτίζεται ο χαρακτήρας της ενηλικίωσης και όλα είναι έτοιμα, θα έπρεπε να έχει ήδη έρθει. Και είμαστε ακόμη εμείς. Η εκδοχή του καλύτερου εαυτού την οποία πλάθουμε από παιδιά πιστεύοντας ότι μόνο αν την πετύχουμε θ’ αποκτήσουμε τη ζωή που θέλουμε ενίοτε δεν έρχεται. Και όμως, έχουμε πετύχει τη ζωή που πιστεύαμε πως θα ’χουμε μόνο αν γίνουμε εκείνη η άλλη. Εκεί, λοιπόν, τι γίνεται; Πώς αποδέχεται κάποια ότι πέτυχε όσα ήθελε χωρίς να μοιάζει με εκείνη που της αξίζουν όλα αυτά;
Aπ’ όσα βλέπω και ακούω, καταλήγω κάθε μέρα και με περισσότερη σιγουριά ότι χρειάζεται κάθε μία να επαναπροσδιορίσει τη σημασία της «ασχήμιας» στη ζωή της. Δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη πρακτική λύση στο ερώτημα «πώς ξεφεύγουμε από το να ταυτίζουμε την αξία μας με την εμφάνισή μας». Αυτό είπα στην Π. και μου απάντησε «άμα βρεις εσύ τον τρόπο, πες τον και σε μένα. Είναι μερικές φορές, ευτυχώς όχι τόσο συχνά, που ξυπνάω το πρωί και σκέφτομαι “τόσα έκανα, είναι δυνατόν να είμαι ακόμη έτσι;”».
Μπορεί μια γυναίκα να απολαύσει τη ζωή που έχτισε, αν δεν μοιάζει με μια γυναίκα που έχει μια καλή ζωή; Έχω την εντύπωση ότι ξεκινάμε θεωρώντας την καλή εμφάνιση μια προϋπόθεση για την επίτευξη στόχων και στην πορεία η εμφάνιση γίνεται ο στόχος. Και να θέλω να πιστέψω το αντίθετο, μια βόλτα στο Instagram ή στην Ερμού μ’ εμποδίζει να δω την άλλη πλευρά.
Πού θέλω να καταλήξω; Όσο μεγαλώνω, τόσο πιστεύω ότι ο δρόμος για την ικανοποίηση απ’ την πραγματικότητα είναι η δολοφονία της εξιδανικευμένης μορφής του εαυτού μας. Η γυναίκα αυτή παίρνει τα κύτταρα του τώρα για να χτίσει τη φαντασιακή της τελειότητα σ’ ένα αύριο που ποτέ δεν θα γίνει δικό μας. Η πίεση της ομορφιάς είναι μεγάλη και γι’ αυτό ένα απ’ τα κομμάτια της γυναικείας ωριμότητας είναι η ουδετεροποίηση της ασχήμιας. Όσο μας φοβίζει, τόσο μας κλέβει χρόνο και χρήματα.
Ως τώρα δεν έχω ορίσει την ασχήμια. Κι αυτό γιατί, όπως η ομορφιά είναι στα μάτια αυτού που κοιτάζει, έτσι κι η ασχήμια είναι στα μάτια αυτής που κοιτάζει. Μπορεί κάποια να κοιμάται και να ξυπνάει με την ιδέα ότι τα αυτιά της είναι μεγάλα, τα φρύδια της απαράδεκτα αραιά, ότι ο κορμός της είναι πολύ κοντός σε σχέση με τα πόδια της ή ότι τα μάτια της είναι κολλημένα το ένα με το άλλο.
Μπορεί να είναι τα κιλά που είναι πολλά ή λίγα, οι ώμοι που την κάνουν να μοιάζει αρρενωπή ή η περιφέρεια που είναι υπερβολικά φαρδιά. Μπορεί να είναι οτιδήποτε, έχω ακούσει τα πάντα. Αλλά ό,τι και να είναι, αν ήταν απλώς αυτό που είναι και όχι η αξία μας όλη συμπυκνωμένη σ’ ένα σημείο του κορμιού, είμαι σίγουρη ότι περισσότερες γυναίκες θα μπορούσαν να δουν τον εαυτό τους όπως τις βλέπει ο κόσμος: ικανές, άξιες, τολμηρές, αξιόπιστες, ενδιαφέρουσες, τραβηχτικές, ελκυστικές. Και όλ’ αυτά παράλληλα με τα χαρακτηριστικά που οι ίδιες αξιολογούν ως άσχημα.
Όπως έχει ευσύνοπτα ειπωθεί:
Δεν χρωστάς ομορφιά σε κανέναν. Ούτε στο αγόρι σου, ούτε στον σύντροφό σου, ούτε στους συναδέλφους σου, ούτε σε τυχαίους άντρες στον δρόμο. Δεν τη χρωστάς στη μάνα σου, δεν τη χρωστάς στα παιδιά σου, δεν τη χρωστάς γενικά στον πολιτισμό. Η ομορφιά δεν είναι το νοίκι που πληρώνεις για τον χώρο που πιάνεις ως «θηλυκό».
- Έριν Μακίν, λεξικογράφος