Η ΝΕΑ ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, η ανάδειξη του Σωκράτη Φάμελλου ως προέδρου στο κομμάτι που έχει απομείνει, η παρασκηνιακή προσέγγιση με κάποια στελέχη της Νέας Αριστεράς, η δημιουργία ενός νέου κόμματος με επικεφαλής τον Στέφανο Κασσελάκη και το παζάρι γύρω από τις έδρες κάποιων βουλευτών οι οποίοι ανεξαρτητοποιήθηκαν μεν, αλλά για την ώρα εξετάζουν πού θα πάνε, είναι οι άμεσες συνέπειες που προκάλεσαν η καθαίρεση του Κασσελάκη και η παρωδία συνεδρίου που πραγματοποίησε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ όμως, η επιστροφή του σε μονοψήφιο ποσοστό και η απώλεια εδρών συνέβαλαν επίσης στην άνοδο του ΠΑΣΟΚ και στο να καταλάβει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά την έκπτωσή τους.
Ταραχή προκλήθηκε και στα ήρεμα νερά της πολιτικά κυρίαρχης Νέας Δημοκρατίας μετά τη διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού και προέδρου του κόμματος, Αντώνη Σαμαρά, εξαιτίας της σκληρής κριτικής που ασκούσε στον πρωθυπουργό κυρίως στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και την οποία τώρα συνεχίζει σχεδόν ακάθεκτα ο έτερος πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόμματος Κώστας Καραμανλής. Πόσο επηρεάζουν όλα αυτά τα γεγονότα την πολιτική επιρροή των κομμάτων;
Το Μέγαρο Μαξίμου θεωρούσε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών ως μια συγκυριακή διαμαρτυρία των ψηφοφόρων για να κινηθεί γρηγορότερα και τα στελέχη του πρωθυπουργικού επιτελείου ευελπιστούσαν ότι μετά από αυτή την εκλογική εκτόνωση το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας θα επανερχόταν. Αυτή η προσδοκία δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται.
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις μάς έδωσαν μια εικόνα γι' αυτό, ενώ η κινητικότητα που θα διαμορφώσει το νέο πολιτικό τοπίο συνεχίζεται.
Η κοινή διαπίστωση όλων είναι ότι πρώτη φορά στα τελευταία πολλά χρόνια που έχουμε τόσο πολλά κόμματα να διεκδικούν την είσοδό τους στη Βουλή με αξιώσεις, καθώς τελευταία έχουν προστεθεί το κόμμα της Αφροδίτης Λατινοπούλου, η οποία εισήλθε ήδη στην Ευρωβουλή, και του Στέφανου Κασσελάκη, που κάνει τα πρώτα του βήματα.
Καταλληλότερος πρωθυπουργός εξακολουθεί να είναι ο «κανένας» (Metron Analysis για το MEGA) και η διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων, της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, είναι πλέον μονοψήφια, κάτι που δεν συνέβαινε την προηγούμενη περίοδο, όταν η διαφορά ήταν τεράστια και όλοι μιλούσαν όχι απλώς για κυριαρχία αλλά για παντοδυναμία του κυβερνώντος κόμματος.
Στην εκτίμηση ψήφου της δημοσκόπησης της Metron Analysis, η Νέα Δημοκρατία παραμένει στην πρώτη θέση με 28,2%, γεγονός που καταδεικνύει ότι παγιώνεται στο ποσοστό των ευρωεκλογών. Δεν κατάφερε δηλαδή να ανακάμψει αλλά η κάθοδος δεν συνεχίστηκε. Είναι θετική όμως αυτή η σταθεροποίηση; Το Μέγαρο Μαξίμου θεωρούσε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών ως μια συγκυριακή διαμαρτυρία των ψηφοφόρων για να κινηθεί γρηγορότερα και τα στελέχη του πρωθυπουργικού επιτελείου ευελπιστούσαν ότι μετά από αυτή την εκλογική εκτόνωση το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας θα επανερχόταν. Αυτή η προσδοκία δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται.
Το ΠΑΣΟΚ καταγράφεται στο 18,8% και στη Χαριλάου Τρικούπη είναι λογικό να χαίρονται. Αγωνιούν, ωστόσο, μέχρι να διαπιστώσουν αν τα ανοδικά αυτά βήματα θα είναι σταθερά, γι' αυτό η ηγεσία του δεν βιάζεται να πανηγυρίσει, αισθάνεται όμως δικαιωμένη για τη στρατηγική της αυτονομίας για την οποία επέμενε και επιδοκιμάστηκε. Το θετικό αποτέλεσμα κατέστησε σχεδόν απαγορευτική στην πράξη οποιαδήποτε δημόσια γκρίνια και σταμάτησε τις επιθέσεις εναντίον του προέδρου του από τους χαμένους των εκλογών, που πήγαν να ξεκινήσουν την επόμενη μέρα.
Η Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ καταγράφονται γύρω στο 10% και η σταθερότητα αυτή σε ένα υψηλό για μικρό κόμμα ποσοστό σε μια εποχή ρευστότητας θεωρείται, και είναι, επιτυχία. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πλέον αρκετά πίσω τους και έχει πέσει στην πέμπτη θέση με 7,1%.
Στους κερδισμένους της περιόδου είναι επίσης η Φωνή Λογικής (5,6%) και η Πλεύση Ελευθερίας (4,8%), ενώ και η Νίκη δείχνει να αντέχει (3,5%).
Στη δημοσκόπηση της Metron Analysis η Νέα Αριστερά παλεύει στο 3%, ενώ το κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη βρίσκεται στο 2,3%, κάτι που δεν συμφωνεί όμως με άλλες δημοσκοπήσεις, οι οποίες τον δείχνουν αρκετά ψηλότερα, ίσως επειδή είναι πολύ νωρίς ακόμα για μια αξιόπιστη εκτίμηση, λόγω του ότι είναι ακόμα στα σπάργανα.
Σε άλλη δημοσκόπηση που διενήργησε η εταιρεία Marc για το «ΘΕΜΑ» προκύπτει ότι αν γίνονταν εκλογές τώρα, στην επόμενη Βουλή θα έμπαιναν εννέα κόμματα, καθώς στην εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος καταγράφει να περνούν άνετα το όριο και το κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη (5,2%) και αυτό της Αφροδίτης Λατινοπούλου (4,5%), και στην εκτίμηση ψήφου 4,5% και 3,8% αντίστοιχα.
Το 71% των ψηφοφόρων του Ιουνίου της Νέας Δημοκρατίας συμφωνεί με τη διαγραφή Σαμαρά
Σε ερώτηση σχετικά με τη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά, με βάση τους ψηφοφόρους του Ιουνίου του 2023 σωστή και μάλλον σωστή τη βρίσκει το 71%, ενώ λάθος και μάλλον λάθος το 24,1%. Στην ανάλυση δηλαδή με βάση την ψήφο του Ιουνίου του 2023, όταν αρκετοί ψηφοφόροι των εθνικών εκλογών της Νέας Δημοκρατίας δεν την ψήφισαν για να στείλουν ένα μήνυμα διαμαρτυρίας, περίπου το ένα τέταρτο διαφωνεί με τη διαγραφή Σαμαρά. Το ποσοστό αυτό των διαφωνούντων γίνεται ακόμα μικρότερο (10,8%) όταν οι ερωτώμενοι είναι όσοι θα ψήφιζαν τώρα τη Νέα Δημοκρατία. Ένα κρίσιμο για το μέλλον του κόμματος του (και τη φυσιογνωμία του) ζήτημα στο οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κληθεί σύντομα να απαντήσει είναι εάν τους ψηφοφόρους που έχασε στις πρόσφατες ευρωεκλογές θα επιδιώξει ή όχι να τους πάρει πίσω. Η μέχρι τώρα στάση της ηγεσίας μοιάζει να θεωρεί τις απώλειες αυτές οριστικές και να εξετάζει άλλες προοπτικές και στρατηγικές.
Κασσελάκης και ΠΑΣΟΚ κερδίζουν τους ψηφοφόρους που χάνει ο ΣΥΡΙΖΑ
Ως προς τις μεγάλες διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ, έχει ενδιαφέρον ότι, σύμφωνα με τη Marc, τα μεγαλύτερα κέρδη έχουν με διαφορά το κόμμα του Κασσελάκη και το ΠΑΣΟΚ και ακολουθεί το ΚΚΕ. Εξίσου ενδεικτικό είναι ότι οι (μικρότερες) διαρροές που καταγράφονται στη Νέα Δημοκρατία κατευθύνονται ξεκάθαρα από τη μία πλευρά στο ΠΑΣΟΚ και από την άλλη στη Φωνή της Λογικής.
Αυτοδυναμία, σύμφωνα με τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, δεν προκύπτει και αυτό τροφοδοτεί ήδη διάφορα σενάρια, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ νωρίς για οποιοδήποτε συμπέρασμα, το οποίο μπορεί άνετα να ανατραπεί το επόμενο διάστημα, όταν το χαρακτηριστικό της φάσης αυτής είναι η πολιτική ρευστότητα που αλλάζει για άλλη μια φορά σχεδόν τα πάντα.