Το όνομα του Θανάση Τσιμπίνη έσκασε ηχηρά προπέρσι με την πρώτη απόπειρά του, το Dust (δείτε το εδώ), που βραβεύθηκε με ειδική μνεία στις Νύχτες Πρεμιέρας και ταξίδεψε σε πολλά διεθνή φεστιβάλ. H δεύτερη μικρού μήκους ταινία τους Fawns που προκάλεσε αίσθηση πέρσι τέτοια εποχή στις επετειακές 20ές Νύχτες Πρεμιέρας, είχε επιλεγεί ως Staff Pick στο Vimeo και κάνει σήμερα πρεμιέρα στην Αμερική, στο 20ο Lesbian & Gay Film Festival στο Σιάτλ.
Η συνέντευξη αυτή έγινε λίγο πριν την περσινή πρεμιέρα της ταινίας, με τον Θανάση και τον μόνιμο συνεργάτη του, τον παραγωγό Γιώργο Χορέβα.
— Έναν χρόνο μετά το Dust, τι μεσολάβησε;
Θανάσης Τσιμπίνης: Μόλις τελείωσε το Dust προέκυψε μια νέα ιδέα. Εγώ γενικά έχω αγάπη για τα ελάφια. Παλαιότερα είχα κάνει κι ένα σχετικό video art. Το Bambi δεν το είχα δει, το είδα πρόσφατα επειδή ήξερα ότι θα με ρωτήσουν! Εκτός από τα ελάφια, αγαπώ τα λουλούδια, είναι στοιχεία που ενθέτω με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο γενικά στη δουλειά μου. Το κάδρο που είναι πρωταγωνιστής σε αυτή την ταινία υπήρχε κάπου στο σετ του Dust χωρίς να παίζει κάποιο ρόλο.
— Είναι λίγο αυτοαναφορικό αυτό;
Θ.Τ.: Ναι, αλλά όχι ναρκισσιστικά. Είναι πράγματα που μου αρέσουν κι επειδή γουστάρω να τα βλέπω ως θεατής, τα πετάω μέσα στις ταινίες. Δεν είναι ότι θέλω κάποιος να τα ανακαλύψει ή ότι σημαίνουν κάτι.
Γιώργος Χορέβας: Ούτε προϋπήρχε η ιδέα στα γυρίσματα του Dust ώστε να ενθέσουμε ένα στοιχείο στο σετ που θα χρησιμοποιήσουμε αργότερα. Τελείωσε το ένα πρότζεκτ κι άφησε χώρο στο άλλο να εξελιχθεί.
Θ.Τ.: Έψαχνα λοιπόν διάφορα references, πράγματα για τα ελάφια. Πού ζουν, ανάμεσα σε ποια φυτά, σε ποια λουλούδια. Ένα κυρίαρχο στοιχείο του περιβάλλοντός τους είναι οι φτέρες. Η αφίσα της ταινίας με την καρδιά μοιάζει πολύ με τον ιστό από τον οποίο διαφοροποιούνται τα φύλλα της φτέρης. Αυτό μου έκανε πολύ ως συμβολισμός, ένα δεύτερο επίπεδο, μια καρδιά που είναι το βασικό μήνυμα αλλά παράλληλα σημαίνει και κάτι για τα μέρη όπου ζουν τα ελάφια. Είναι κάτι που κυκλώνει γραφιστικά με διαφορετικό τρόπο την ταινία.
Γ.Χ.: Θα σου πω μια ιστορία που αποτέλεσε ουσιαστικά την αρχή του Fawns. Είχαμε πάει στα Κύθηρα πέρσι το καλοκαίρι. Ένα βράδυ γυρνούσαμε από ένα χωριό. Σκοτάδι, ερημιά, το τίποτα στη διαδρομή. Βλέπουμε στη μέση του δρόμου ένα κουνέλι. Στην αρχή νομίσαμε ότι κάποιος το έχει πατήσει. Σταματήσαμε και είδαμε ότι απλά ήταν ένα τρομαγμένο πλάσμα στη μέση του δρόμου που είχε μείνει εκεί χωρίς να κουνιέται. Εγώ ήμουν σε φάση «Αχ, θέλω να το πάρουμε στο δωμάτιο, να το ταΐσουμε και να το προσέξουμε». Ο Θανάσης είχε ενδοιασμούς, ότι κάπου εκεί γύρω θα βρισκόταν η μάνα του κι επέμενε να το αφήσουμε εκεί. Αρχικά το πήραμε στο αυτοκίνητο. Ο Θανάσης γκρίνιαζε σε όλη τη διαδρομή, ότι αυτό το κουνέλι δεν ήταν μόνο του και ότι το είχαμε απομακρύνει από τη φωλιά του. Τελικά το επιστρέψαμε εκεί που το βρήκαμε και το αφήσαμε σε ένα χωράφι. Είναι ένα βασικό hint για την ταινία αυτό, όποιος τη δει θα καταλάβει.
— Τι ήθελες να βγάλεις με το Fawns; Είναι κάποιο δικό σου βίωμα που κρύβεται από πίσω; Θες να συνδέσεις μια ερωτική ιστορία σε fast forward με τις προσωπικές σου ευαισθησίες;
Θ.Τ.: Στην πολύ μικρή διάρκεια της ταινίας (μόλις 3 λεπτά), υπάρχει χρόνος για να απλωθεί η αίσθηση που ήθελα να μεταφέρω. Αυτό με ενδιέφερε. Δεν ήθελα να πω μια ολοκληρωμένη ιστορία με ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Το έχω βιώσει, όχι ακριβώς έτσι, ωστόσο δε νομίζω ότι αφορά μόνο ερωτικές σχέσεις. Φιλικές, κοινωνικές, οικογενειακές, οποιαδήποτε μορφή σχέσης που απαιτεί κάποια θυσία.
— Πειραματίστηκες αρκετά με τη φόρμα και τα κάδρα σου στο Fawns. Θεωρώ ότι βρέθηκες σε τελείως άλλο δρόμο με τη δεύτερη κιόλας ταινία σου. Γιατί επέλεξες ασπρόμαυρη φωτογραφία και voice over για την αφήγηση της ιστορίας;
Θ.Τ.: Εγώ αγαπώ πολύ το χρώμα. Αν μου έλεγες μετά το Dust, που ήταν μια ταινία κατεξοχήν βασισμένη στο ποπ χρώμα, ότι η επόμενη θα ήταν ασπρόμαυρη θα σου έλεγα ότι δεν θα το κάνω. Τελικά όμως, αυτό το ρίσκο με απελευθέρωσε. Δεν θεωρώ το Fawns ιδιαίτερα πειραματικό. Εμένα με ενδιέφερε να βγει περισσότερο η ομορφιά από τα κάδρα, κι ας ήταν αφαιρετικά. Στην ουσία αυτό που βλέπουμε είναι προσωπικές στιγμές ενός ζευγαριού οι οποίες δεν έχουν σχέση με την ιστορία που ακούμε στο voice over. Ο συνδυασμός τους είναι που βγάζει κάτι. Οι εικόνες ενέχουν μια αλληγορία οπότε δεν χρειαζόταν αυτό που ακούμε να το βλέπουμε κιόλας. Αυτή η επιλογή μου έδωσε μεγάλη ελευθερία, και στο γύρισμα και στο τελικό cut. Ωστόσο, δεν είχα οδηγό για να τοποθετήσω τις σκηνές, πράγμα που με ζόρισε αρκετά. Διέθετα πολύ υλικό που μου έδινε διαφορετικούς συνδυασμούς στο μοντάζ. Εκεί κάηκα!
Γ.Χ.: Το μόνο κοινό που μπορείς να πεις ότι υπάρχει στις δύο ταινίες είναι το γεγονός ότι βγαίνει πολύ δυνατά η σύνδεση δύο ανθρώπων. Χωρίς να την έχεις εξηγήσει, μελετήσει ή αποδομήσει. Και στην έκφραση και στο συναίσθημα και στην αφήγηση του λόγου, καταλαβαίνεις απόλυτα πώς αυτοί οι δύο άνθρωποι υπάρχουν μεταξύ τους.
— Όταν είδα το τίζερ μου ήρθε στο μυαλό το Ωραίο Μου Πλυντήριο του Φρίαρς. Το έχετε δει;
Δεν έχουμε καν ιδέα ότι υπάρχει κάτι τέτοιο!
— Πώς επέλεξες τους δύο ηθοποιούς σου;
Θ.Τ.: Τον Ορέστη (Καρύδα) τον είδα σε μια συνέντευξη στο ΓΚΡΕΚΑ. Γενικότερα δεν προλαβαίνω να ασχοληθώ όσο θα ήθελα με το θέατρο, οπότε δεν ξέρω ιδιαίτερα τι παίζει από πρόσωπα. Λειτουργώ τελείως ενστικτωδώς, με βάση τι πετυχαίνω στο facebook ή σε κάποια βίντεο που κυκλοφορούν. Ως τώρα έχω σταθεί τυχερός. Για το Fawns ήθελα δύο ωραίες φάτσες, δύο ωραία κορμιά, γιατί η ταινία είναι αρκετά εικαστική. Ήθελα να αποδώσω ομορφιά. Εξάλλου τα ελάφια είναι πλάσματα όμορφα, καλλίγραμμα και με χάρη.
Γ.Χ.: Φυσικά οι ηθοποιοί έπρεπε να έχουν τη διάθεση να συμμετέχουν σε μια ταινία που θα χαρακτηριστεί γκέι.
Θ.Τ.: Μεταξύ τους δεν έχουν καμία σχέση. Ο Ορέστης είναι φουλ κοινωνικός κι εξωστρεφής, ο Αλέξης (Φουσέκης) είναι πιο κλειστός και χαμηλών τόνων. Αρχικά προσέγγισα τον Ορέστη, άκουσα και τη φωνή του σε ένα backstage βίντεο, χρειαζόμουν φωνή για το voice over. Τον Αλέξη τον πρότεινε ο Ορέστης, είχαν συνεργαστεί θεατρικά σε περιοδεία για τον Πλούτο του Αριστοφάνη. Λειτούργησαν λίγο και ως yin-yang, αφού ο ένας είναι ξανθός και κυρίως ηθοποιός ενώ ο άλλος είναι μελαχρινός και κατά βάση χορευτής. Στην έκφραση του λόγου, στην ηχογράφηση τραβούσε ο Ορέστης τον Αλέξη και στις χορογραφίες των σκηνών γινόταν το αντίθετο – πολύ σημαντικό κι αυτό γιατί στην ουσία πρόκειται για μια χορογραφία πάνω σε ένα κρεβάτι.
— Το γυμνό πώς το διαχειρίστηκες; Είχε προηγηθεί το Naked City βίντεο για το LIFO.gr
Θ.Τ.: Και οι δύο είναι ηθοποιοί. Είχαν εμπειρία στο γυμνό αλλά όχι στην εγγραφή του. Οι αρχικές αναφορές που είχα ήταν σαφώς πιο προκλητικές. Την ώρα του γυρίσματος στο δωμάτιο του χόστελ Athens City Circus έπαιζε αυτή η πλέιλιστ που είχα ετοιμάσει:
Τους βοήθησε πολύ, η ατμόσφαιρα έγινε πιο βαριά και συναισθηματική. Τελικά, καναδυό σκηνές όπου φαίνονταν περισσότερα τις έκοψα γιατί αποτελούσαν παραφωνία. Όχι από διάθεση για συντηρητισμό, το γυμνό πια το βρίσκεις παντού. Απλά δεν ήταν σκοπός μου ούτε να καυλώσει ο γκέι ούτε να «κολλήσει» ο στρέιτ.
— Πέρσι είχαμε κατατάξει άτυπα το Dust στο ρεύμα του weird σινεμά. Στο Fawns πιστεύω ότι ταιριάζει η ταμπέλα του queer. Το “χετε γενικά με τον ακτιβισμό;
Θ.Τ.: Θα το στείλουμε και σε αντίστοιχα φεστιβάλ! Γενικά δεν θεωρώ τον εαυτό μου ακτιβιστή. Είχα κάνει ένα βίντεο για το Pride πριν τρία χρόνια, ήθελα να δείξω τι ακριβώς είναι και γιατί πρέπει να το στηρίξουμε. Από εκεί και πέρα το να κάνουμε κάποια share στα social media για το αντιρατσιστικό και τα σχετικά θέματα το θεωρώ τουλάχιστον αυτονόητο.
Γ.Χ.: Γενικότερα, μόνο στην Ελλάδα ή σε άλλες υπανάπτυκτες χώρες γίνεται συζήτηση για τόσο αυτονόητα πράγματα και καταστάσεις. Η συμβίωση είναι στις περισσότερες δυτικές χώρες δεδομένη, αναγνωρίσιμη και υποστηρίζεται από το κράτος νομοθετικά. Εδώ είμαστε ίσοι μόνο απέναντι στη φορολογία κι όχι απέναντι στα συναισθήματά μας και στον τρόπο που θέλουμε να ζούμε τη ζωή μας. Γι” αυτό κι ετοιμάζουμε με την ομάδα μου στο άμεσο μέλλον μια καμπάνια που θα αφορά τη «διαφορετική» συμβίωση, στην οποία θα προσπαθήσουμε να δείξουμε στο κοινό την ανάγκη ισότητας απέναντι στον νόμο, ίσης αντιμετώπισης και νομικής κατοχύρωσης, πράγματα που δεν μπορεί να φανταστεί ο πολύς κόσμος.
— Πιστεύετε ότι με αυτή τη δουλειά δίνετε μια ώθηση στην κατάκτηση των κεκτημένων;
Γ.Χ.: Είναι μια γλυκιά ταινία που διεγείρει συναισθήματα τα οποία μπορούν να υπάρξουν ακόμα και σε ένα ομόφυλο ζευγάρι. Από εκεί και πέρα, αν αυτό μπορέσει να το αντιληφθεί κάποιος που έχει διαφορετικές απόψεις, αυτό για εμάς θα είναι plus. Απευθύνεται φυσικά σε όλο τον κόσμο. Έχουμε βάλει δύο αγόρια να βιώνουν μια κατάσταση, θα μπορούσε άνετα να είναι οποιοσδήποτε άλλος συνδυασμός.
Θ.Τ.: Όταν ξεκινούσαμε, δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε κάποιο γκέι μανιφέστο. Δεν είναι ταινία ακτιβισμού το Fawns. Απλά, μπορεί να προκύψει κι αυτό το θετικό. Πιστεύω ότι πετύχαμε τη λεπτή ισορροπία του να μην προκαλούμε με αυτό που δείχνουμε, να αφορά όλους χωρίς ωστόσο να σημαίνει ότι «κωλώσαμε». Όχι πρόκληση για την πρόκληση, ένα ήρεμο και γλυκό μήνυμα.
— Γιώργο, γιατί είσαι ο παραγωγός του Θανάση; Εκτός από τις ταινίες, έχετε συνεργαστεί πολύ και στον χώρο της διαφήμισης. Τι έχεις δει σε αυτόν;
Γ.Χ.: Έχει πολύ αναπτυγμένη την αισθητική, ακόμα και στην καθημερινότητά του. Αυτό λείπει στα διαφημιστικά δρώμενα. Η διαφήμιση θεωρείται πολύ εμπορική κι απευθύνεται στις μάζες, οπότε στις περισσότερες δουλειές η αισθητική είναι ανύπαρκτη. Το να καταφέρεις να τη συνδυάσεις με την εμπορικότητα είναι πολύ σημαντικό, και για τους δημιουργούς και για τους πελάτες και για το brand το ίδιο. Μπορεί να το απογειώσει και μπορεί να το καταστρέψει. Εγώ γενικά ψάχνομαι στη δουλειά μου και μετά από πολλά χρόνια στον χώρο πιστεύω ότι μπορώ να ξεχωρίσω ανθρώπους. Στον Θανάση είδα κάτι από την αρχή, όταν ακόμα δεν ήξερε πού τοποθετούσε τον εαυτό του επαγγελματικά. Είμαστε πολύ διαφορετικοί κι αυτό λειτουργεί σε δημιουργικό επίπεδο. Έχουμε πολλές αδυναμίες και οι δύο, κι ο καλλιτεχνικός συνδυασμός δένει καλά.
Θ.Τ.: Πάντως, στις ταινίες εννοείται ότι μας αφορά και η εμπορικότητα. Δεν τις κάνουμε για να τις βλέπουμε οι ίδιοι, αυτό που λέμε «τέχνη για την τέχνη». Εν προκειμένω, στις μικρού μήκους μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα views. Δημιουργικά με τον Γιώργο υπάρχει πάντα αλληλεπίδραση. Στο Fawns, για παράδειγμα, ήταν δική του ιδέα η αφήγηση να σπάσει σε διάλογο και να μην είναι μονόλογος, όπως και πολλά άλλα στοιχεία της ταινίας φυσικά.
— Η μουσική παίζει κι εδώ πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως και στο Dust.
Θ.Τ.: Η μουσική είναι original. Συνθέτης είναι ο Ρένος Παπασταύρος, ενώ τα vocals τα έχει κάνει η Μαριέττα Φαφούτη. Ο ίδιος θεωρεί ότι πρόκειται περισσότερο για sound design, υπό την έννοια ότι δεν ακούς κάποιο score που μπορεί να σταθεί αυτούσιο. Είναι ένα μπλέξιμο ήχων με νότες και φωνητικά, κομμένο και ραμμένο πάνω στην ταινία.
Γ.Χ.: Μέσα από τη μουσική, απογειώνεται το συναίσθημα. Ήταν δύσκολη η επιλογή, το τι θα μπορούσε να «κολλήσει» ήταν πολύ αόριστο. Πραγματικά εμπιστευτήκαμε την αισθητική του Ρένου και νομίζω ότι τα καταφέραμε.
— Μου κάνεις πολύ ψυχαναγκαστικός στη δουλειά σου, Θανάση.
Θ.Τ.: Είμαι! Αλλά νομίζω ότι βοηθάει. Οι συνεργάτες μου ξέρουν ότι γνωρίζω ακριβώς τι θέλω. Τα «κουτάκια» δεν είναι πάντα τόσο καλά ωστόσο λειτουργούν πρωτίστως στο να πείσουν τον άλλο ότι έχεις ένα συγκεκριμένο όραμα.
σχόλια