ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΤΟ 4ο κύμα της πανδημίας κορυφώνεται, με τεράστιο αριθμό απωλειών σε όλη την Ευρώπη, η επιστημονική κοινότητα αναθεωρεί την εκτίμησή της για το τέλος της πανδημίας αλλά και για τη λεγόμενη «αναμνηστική δόση».
Η νέα εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) είναι ότι η πανδημία θα είναι εδώ και το 2022. Τίποτα όμως δεν είναι απόλυτα βέβαιο για τη λήξη της, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν αχαρτογράφητα τοπία και άγνωστοι παράγοντες.
Για παράδειγμα, δεν γνωρίζουμε ακόμα πόσο διαρκεί η ανοσία των εμβολίων, κάτι που είναι πολύ βασικό για την αντιμετώπισή της, ούτε αν θα εμφανιστούν καινούργιες μεταλλάξεις. Όσο για τη χορήγηση της τρίτης δόσης, σύμφωνα με τις νέες συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η νέα οδηγία λέει ότι αυτή θα πρέπει να εξεταστεί για όλους τους ενήλικες, με προτεραιότητα στους άνω των σαράντα ετών.
Η Ελλάδα, με εμβολιαστική κάλυψη στο 61,1% του πληθυσμού της, εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που είναι στο 65,5%. Σε χειρότερη θέση είναι κυρίως οι χώρες των Βαλκανίων. Η Ελλάδα, όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις, βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα Βαλκάνια, στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και στον ευρωπαϊκό Βορρά, καθώς και οι χώρες του Νότου είναι σε καλύτερη κατάσταση αυτήν τη στιγμή.
Το πρόγραμμα του εμβολιασμού μπορεί να οργανώθηκε καλά στην Ελλάδα, αλλά δεν υπάρχει ο στρατηγικός νους για να σχεδιάσει και να υλοποιήσει την εμβολιαστική εκστρατεία, να καθοδηγεί και να εμπνέει εμπιστοσύνη σε εκείνους που τη χρειάζονται για να πειστούν, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του τείχους της ανοσίας, αφού, μετά την εμφάνιση της μετάλλαξης Δέλτα, ο πήχης ανέβηκε πολύ ψηλότερα. Η έλλειψη αυτή είναι μια βασική διαφορά σχέση με την πρώτη φάση της πανδημίας, εκείνη της προφύλαξης του πληθυσμού, κατά την οποία τον ηγετικό ρόλο είχε αναλάβει ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Alcο, η πλειοψηφία των πολιτών σήμερα (53%) δεν είναι ικανοποιημένη από την αντιμετώπιση της πανδημίας και θα ήθελε πιο αυστηρά μέτρα.
Στη φάση που βρισκόμαστε σήμερα, κατά την οποία προτεραιότητα παραμένει ο εμβολιασμός του πληθυσμού, δεν υπάρχει κάποιο πρόσωπο, ούτε από την κυβέρνηση ούτε από τον επιστημονικό τομέα, που να έχει οριστεί ως υπεύθυνο συνολικά για το εμβολιαστικό πρότζεκτ. Υπάρχουν πολλοί και δεν υπάρχει κανένας, με συνέπεια την εμφάνιση σοβαρών παραλείψεων και αδυναμιών και αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του εμβολιασμού, η οποία έχει κόστος.
Η παραπληροφόρηση εξακολουθεί να επηρεάζει τις αποφάσεις σημαντικής μερίδας πολιτών, ενώ δεν υπάρχει σοβαρή επικοινωνιακή υποστήριξη από το κράτος με καμπάνιες που θα απαντούν στα ερωτήματα και στους φόβους των πολιτών που διστάζουν. Οι πολίτες παρατηρούν την αλλαγή των δεδομένων, π.χ. τις ανακοινώσεις για τη διάρκεια της πανδημίας, τη χρήση μάσκας, την αναγκαιότητα της αναμνηστικής δόσης κ.ά., και επειδή δεν εξηγούνται επαρκώς οι λόγοι γι’ αυτή, αρκετοί την εκλαμβάνουν ως επιστημονική ασυνέπεια.
Όπως όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, έτσι και η ελληνική στηρίζεται στις εκτιμήσεις του ΠΟΥ και του ECDC. Εκεί στηρίχθηκαν και οι παλιότερες εκτιμήσεις, που προέβλεπαν συντομότερα το τέλος της πανδημίας.
Η έλευση της μετάλλαξης Δέλτα, όμως, άλλαξε πάλι τα δεδομένα, οπότε άλλαξαν ξανά και οι εκτιμήσεις για τη λήξη. Οι αρμόδιες Αρχές δεν φρόντισαν να αντιληφθεί κάθε πολίτης ότι η μετάλλαξη Δέλτα είναι πολύ πιο μεταδοτική και ότι ο προηγούμενος στόχος για την εμβολιαστική κάλυψη δεν αντιστοιχούσε στην υψηλή μεταδοτικότητά της. Αυτό, προφανώς, δεν έγινε κατανοητό απ’ όλους, με αποτέλεσμα κάποιοι να αισθάνονται ότι κυβέρνηση και Επιστημονική Επιτροπή τούς εμπαίζουν, ενισχύοντας την αμφισβήτηση. Ακόμα και πολιτικός αρχηγός στη Βουλή κατηγόρησε τον πρωθυπουργό ότι πανηγύριζε κάθε τόσο πως τελείωσε η πανδημία.
Οι ανεμβολίαστοι πολίτες ίσως αδυνατούν να αντιληφθούν –και η πολιτεία δεν βοήθησε να το καταλάβουν– ότι ο νέος κορωνοϊός και η ασθένεια που προκαλεί είναι πολύ καινούργια ακόμα για να έχει παραχθεί πλήρης και απόλυτα στέρεη επιστημονική γνώση, παρά τα τεράστια βήματα και τα επιστημονικά επιτεύγματα που έγιναν μέσα σε δύο χρόνια.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε η Γερμανίδα γιατρός Άντρεα Άμον, διευθύντρια του ECDC, σε συνέντευξή της στην «Καθημερινή», όταν ρωτήθηκε ποια είναι η πρόβλεψη του Κέντρου για τα επόμενα δύο χρόνια: «Για τα επόμενα δύο χρόνια είναι πολύ δύσκολο να πούμε, τώρα φτιάχνουμε τις προβλέψεις για τους επόμενους δύο μήνες».
Λεφτά δεν υπάρχουν για lockdown
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι υπουργοί του επέμειναν και αυτή την εβδομάδα ότι στη χώρα δεν θα ξαναεπιβληθεί lockdown. Οι λόγοι είναι αρκετοί. Δεν θεωρούν σωστό να περιορίσουν τους εμβολιασμένους «που έκαναν το καθήκον τους». Θεωρούν σημαντικό να συνεχίσει να λειτουργεί η αγορά και η οικονομία και, το κυριότερο, λεφτά για lockdown αλά Αυστρία δεν υπάρχουν.
Ήδη τα ελλείμματα που έχουν δημιουργηθεί από την περσινή χρονιά είναι μεγάλα. Οι υπουργοί υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν χρήματα για άλλα επιδόματα και ενισχύσεις, γι’ αυτό δεν πρόκειται να ξανακλείσουν η εστίαση και το λιανεμπόριο.
Είναι γεγονός ότι η ελληνική οικονομία, ειδικά μετά από δέκα χρόνια κρίσης, δεν μπορεί να συγκριθεί με την οικονομία άλλων ευρωπαϊκών κρατών, όταν το συνολικό έλλειμμά της έχει φτάσει στο 10% και το δημόσιο χρέος είναι πάνω από 200%. Αυτός όμως είναι ένας λόγος παραπάνω για να ληφθούν όλα τα άλλα μέτρα και να αυξηθεί γρήγορα η εμβολιαστική κάλυψη.
Οι μετρήσεις κοινής γνώμης που έγιναν αυτή την εβδομάδα έδειξαν σημαντική υποχώρηση της ικανοποίησης των πολιτών από τους κυβερνητικούς χειρισμούς της πανδημίας σε σχέση με την πρώτη περίοδο, οπότε είχε ξεπεράσει ακόμα και το 80% η αποδοχή πολλών κυβερνητικών μέτρων.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Alcο, η πλειοψηφία των πολιτών σήμερα (53%) δεν είναι ικανοποιημένη από την αντιμετώπιση της πανδημίας και θα ήθελε πιο αυστηρά μέτρα. Παρ’ όλα αυτά, το 57% επιθυμεί να εξαντλήσει η κυβέρνηση την τετραετία και στην πρόθεση ψήφου η Νέα Δημοκρατία προηγείται κατά 9,7 μονάδες. Τόσο το κυβερνών κόμμα όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζουν πτώση στα ποσοστά τους, σε αντίθεση με το ΚΙΝ.ΑΛ., που εμφανίζεται να ενισχύει τις δυνάμεις του.
Αυτό, όπως αναφέρουν αναλυτές, οφείλεται στη δυναμική και το ενδιαφέρον που έχει δημιουργηθεί λόγω της διαδικασίας εκλογής νέου αρχηγού και της επιστροφής στο προσκήνιο του Γιώργου Παπανδρέου. Τις προηγούμενες μέρες όλοι οι υποψήφιοι όργωσαν –και συνεχίζουν να οργώνουν– όλη την Ελλάδα, από τον Έβρο ως την Κρήτη, γεγονός που συνιστά μια σημαντική κινητοποίηση, η οποία, όπως φαίνεται, αποδίδει.
Η ενίσχυση του ΚΙΝ.ΑΛ. όχι μόνο δεν περνά απαρατήρητη από τον ΣΥΡΙΖΑ, αντιθέτως τους ανησυχεί πολύ τελευταία. Ήδη κάποια στελέχη του, που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ, τις προηγούμενες μέρες άρχισαν να εργάζονται δημόσια υπέρ της καμπάνιας υποψηφίων για την αρχηγία στο ΚΙΝ.ΑΛ. Ανάλογα με το ποιος θα επικρατήσει, το αποτέλεσμα μπορεί να σημάνει και την επιστροφή πολλών σημερινών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ στην παλιά κομματική τους εστία.
Οι δημοσκοπήσεις σχετικά με το ποιος υποψήφιος θα κερδίσει δεν κρίνονται αξιόπιστες, πάντως, από τους περισσότερους πολιτικούς επιστήμονες και αναλυτές λόγω αντικειμενικών δυσκολιών και προϋποθέσεων που καθιστά αδύνατη την ακριβή πρόβλεψη σε μια εσωκομματική διαδικασία.
Το άλλο που ανησυχεί τον ΣΥΡΙΖΑ και επίσης δεν πέρασε απαρατήρητο είναι η επίθεση που δέχτηκε από πολλούς υποψηφίους. Δεν ήταν ο Ανδρέας Λοβέρδος αυτήν τη φορά, που είναι γνωστός για τα αντισυριζαϊκά του συναισθήματα, αλλά ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Νίκος Ανδρουλάκης, γεγονός που προβλημάτισε την ηγεσία.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, από τον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας πήρε το αφήγημα της προοδευτικής κυβέρνησης, κατέστησε σαφές ότι κάτι τέτοιο δεν θα το αποδεχόταν χωρίς όρους και πρόγραμμα καθώς και ότι αυτό που εκείνος εννοεί είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που έχει στο μυαλό του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης κατηγόρησε τον Αλέξη Τσίπρα ότι η επιλογή του ήταν ο Πάνος Καμμένος και τώρα, επειδή κατάλαβε ότι δεν θα ξαναγίνει πρωθυπουργός, ανακάλυψε το αφήγημα της προοδευτικής κυβέρνησης.
Ο Αλέξης Τσίπρας, ωστόσο, δεν κρύβει ότι στην «προοδευτική κυβέρνηση» που προτείνει (στο ΚΙΝ.ΑΛ., στην ουσία) βλέπει τον ίδιο ως πρωθυπουργό. Το είπε, άλλωστε, στη Βουλή πρόσφατα, δηλώνοντας ότι θα είναι ο αυριανός πρωθυπουργός, προκαλώντας αρκετά σχόλια. Οι εκλογές, όμως, αν πιστέψουμε την κυβέρνηση, αργούν ακόμα και ο πρωθυπουργός τελευταία διαβεβαιώνει τους βουλευτές του ότι αυτές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, γι’ αυτό δεν πρέπει να αγχώνονται και να συνεχίσουν κανονικά το πρόγραμμά τους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.