Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΔΕΞΙΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες συνεχίζει να αιφνιδιάζει κάποιους και να «επιβεβαιώνει» τις ζοφερές προφητείες άλλων. Η ουσία είναι ότι σημαντικό μέρος του χώρου της διαμαρτυρίας και της εξέγερσης δεν μιλάει πια τη γλώσσα της αριστεράς αλλά συντονίζεται με πρόσωπα και κόμματα που κινούνται μεταξύ εθνικισμού και ριζοσπαστικού συντηρητισμού.
Στις πολλές και αναλυτικές έρευνες για το θέμα πολλοί έχουν εντοπίσει, και επιμένουν, σωστά, σε μία από τις αιτίες: την αύξηση του χάους και της αστάθειας στη διεθνή ζωή και τις εθνικές κοινωνίες, καθώς συνδυάζονται οι συνέπειες πολλών κρίσεων, από την οικονομία μέχρι το κλίμα, από την ψυχική ζωή της GenZ μέχρι την ακρίβεια των τροφίμων. Απλουστεύοντας κάπως, ας πούμε ότι οι πιέσεις του ύστερου καπιταλισμού παράγουν άγχος και υψηλό βαθμό απροσδιοριστίας και σύγχυσης σε άτομα και κοινότητες.
Πριν από κάποια χρόνια μπορούσαμε να δούμε στην άρση κάποιων βεβαιοτήτων μια δημιουργική και θετική ώθηση για το δημοκρατικό βίωμα. Πέρα από τις παγιωμένες και απολιθωμένες βεβαιότητες των ολοκληρωτισμών, η ασάφεια και η σύγχυση εμφανίζονταν ως κομμάτι μιας βιωμένης και δημιουργικής ελευθερίας. Αυτή ήταν η ατμόσφαιρα που αντανακλούσε το τέλος του 20ού αιώνα και τις υποσχέσεις μιας νέας, μετα-αυταρχικής εποχής. Τώρα, ωστόσο, αυτή η υπόσχεση έχει υποχωρήσει, αν δεν έχει καταρρεύσει.
Οι πύραυλοι των Χούθι, οι βόμβες του Πούτιν στην Ουκρανία, η καταστροφική εξέλιξη και η τραγωδία στη Γάζα και η διάχυση στη Μέση Ανατολή, όλα αυτά δεν είναι στατιστικώς αμελητέα για να αισθάνονται δικαιωμένοι οι χαζοχαρούμενοι ιδεολόγοι στις ομιλίες του Νταβός.
Η παραπάνω διαπίστωση γίνεται πια από πολλούς· ελάχιστοι δημόσιοι στοχαστές δεν θα αναγνώριζαν τις δυναμικές αποσύνθεσης εκεί που κάποτε έβλεπαν τον θρίαμβο της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Πολύ λιγότεροι είναι όμως όσοι θα συμφωνούσαν ότι οι δόσεις αστάθειας, περιδίνησης και απρόβλεπτων δυναμικών έχουν γίνει υπερβολικά μεγάλες για να τις αντέξουν οι κοινωνίες και να τις αφομοιώσουν οι δημοκρατικοί θεσμοί· και ότι χρειαζόμαστε μια μεγάλη στροφή και μια νέα πολιτική σκέψη. Ας πούμε, πολλοί παρατηρητές που αγανακτούν ή τρέμουν τον παγκόσμιο τραμπισμό επιμένουν, παρ’ όλα αυτά, ότι πρέπει να προχωρήσουν οι πειραματισμοί του μεσσιανικού τεχνολογικού καπιταλισμού και οι βαθιές κοινωνικές και ψυχικές αναδιαρθρώσεις που τις συνοδεύουν.
Παρά τις κριτικές και ηθικές τους παρατηρήσεις, θεωρούν αναπόφευκτη και ανεπίστροφη μια πορεία που παρουσιάζεται ως νόμος της Ιστορίας. Τι συμβαίνει όμως στις κοινωνίες; Εκατομμύρια «απλοί πολίτες» (να ένας απαίσιος όρος) ακούνε καθημερινά πως τελειώνουν, πως θα αντικατασταθούν και πως η όλη ύφανση της πραγματικότητας θα αλλάξει σε τέτοιο βαθμό που στην ουσία σε πέντε ή δέκα χρόνια (στη ζωή και των ίδιων και σίγουρα των παιδιών τους) θα έχουν όλα μεταμορφωθεί εκ βάθρων. Επαγγέλματα και ολόκληροι τομείς της παραγωγικής ζωής ακούνε για τον επικείμενο θάνατό τους δίχως καμία σοβαρή εναλλακτική, πέρα από φουτουριστικές ανοησίες που αφορούν πολύ λιγότερους απασχολούμενους.
Την ίδια στιγμή, οι ίδιοι άνθρωποι που διαβάζουν και ακούνε την είδηση του θανάτου τους ξέρουν πως, παρά τη ρητορική της μεταμόρφωσης και τις μελλοντολογικές της πιένες, θα συνεχίσουν να συναντούν τον σκληρό πυρήνα της υλικής απαίτησης: να έχουν επαρκές εισόδημα για την πληρωμή υποχρεώσεων σε μια ακριβή αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Ξέρουν πως πρέπει να εξοφλούν υλικές υποχρεώσεις σε δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς, τράπεζες, ταμεία, σε ιατρικές και εκπαιδευτικές ανάγκες.
Η αστάθεια και ο μεταμορφισμός εμφανίζονται έτσι «προς τα κάτω» ως μια εμπειρία αποδόμησης που διατηρεί συγχρόνως ακλόνητους τους καταναγκασμούς και την προσταγή της προσαρμογής. Με αυτόν τον τρόπο, ο πλούτος εμπειριών που απελευθερώνονται ή αφηγούνται επικείμενες επαναστάσεις συνδυάζεται κατά βάση με απώλεια θέσεων και εισοδημάτων. Και μάλιστα, παρά τις προβλέψεις, αυτό δεν απειλεί μόνο τους παλαιούς κόσμους της εργασίας – τον αγρότη, τον ανειδίκευτο, τον boomer που δεν μπόρεσε να μπει στην εποχή της τεχνικής. Ο κλονισμός θέσης και ταυτότητας αγγίζει δυνητικά και εντονότερα ένα πολύ μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης: εκπαιδευτικούς, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες και πολλούς άλλους της λεγόμενης δημιουργικής οικονομίας.
Ο μετα-αυταρχικός αιώνας διαψεύδεται έτσι και στις δυο του υποσχέσεις. Πρώτον, επειδή ο αυταρχικός και δυναστικός τρόμος έχει διαχυθεί σε μεγάλο μέρος του πλανήτη. Μικροί και μεγάλοι πόλεμοι –παρά τις στατιστικές των φιλελεύθερων οπτιμιστών που βλέπουν την παγκόσμια μείωσή τους– έχουν ποιοτικά σοβαρό αντίκτυπο και μπορεί να επηρεάζουν το παγκόσμιο σύστημα. Οι πύραυλοι των Χούθι, οι βόμβες του Πούτιν στην Ουκρανία, η καταστροφική εξέλιξη και η τραγωδία στη Γάζα και η διάχυση στη Μέση Ανατολή, όλα αυτά δεν είναι στατιστικώς αμελητέα για να αισθάνονται δικαιωμένοι οι χαζοχαρούμενοι ιδεολόγοι στις ομιλίες του Νταβός. Ακόμα και αν οι συγκρούσεις μειώνονται ποσοτικά, η άμορφη, διάχυτη και σποραδικά επικίνδυνη βία δηλητηριάζει τις κοινωνίες μας, ενώ η ανομία και οι μισθοφορικοί και μαφιόζικοι «στρατοί» έχουν καταλάβει την εξουσία σε ολόκληρες περιοχές του πλανήτη.
Εκτός, όμως, από τα καθεστώτα ή τα κινήματα του αυταρχικού τρόμου (διότι ο αυταρχισμός μοιράζεται τόσο σε κρατικούς και επίσημους δρώντες όσο και σε «αντάρτικες» ή τρομοκρατικές δυνάμεις που οι εναλλακτικές τους στα καθεστώτα είναι πολιτικά άθλιες), η εποχή διαψεύδεται και ως προς την άλλη μεγάλη της υπόσχεση, την εμπέδωση μιας ασφαλέστερης και πιο δίκαιης ζωής. Αυτό που κερδίζει συνεχώς έδαφος είναι μια τοξική ανασφάλεια ή, για να το πω αλλιώς, μια διαρκής ανισορροπία. Από τα διατροφικά πρότυπα, τα ιατρικά πρωτόκολλα και τις κατασταλτικές λειτουργίες των κρατών μέχρι τις ατομικές συμπεριφορές βλέπει κανείς απορρύθμιση και αλληλοϋπονόμευση.
Χωρίς να υποτιμώ, λοιπόν, τις άλλες διαστάσεις, την πολιτική αφλογιστία των κεντρώων ή αριστερών κομμάτων ή τον ρόλο που μπορεί να παίζουν οι δημαγωγικές καμπάνιες, νομίζω ότι η «άνοδος των ακραίων» (κατά τη δημοσιογραφική αργκό) ακουμπάει κυρίως σε έναν παράγοντα: στο ότι ο φιλελευθερισμός γίνεται αισθητός ως εμπειρία ανισορροπίας και περιδίνησης που απελευθερώνει απερίσκεπτες και τυχοδιωκτικές δυνάμεις, ενώ την ίδια στιγμή διατηρεί τη ζωή πολύ στενά εξαρτημένη από παραδοσιακές και ανελαστικές χρεώσεις (για παραγωγή εισοδημάτων και αποτελεσμάτων).
Ξέρουμε ότι η ακροδεξιά είναι συνήθως και μια ψευδής και ρηχή υπόσχεση ασφάλειας για τους ανθρώπους. Όσο, λοιπόν, οι άλλες κοινωνικές-πολιτικές δυνάμεις θα είναι ανίκανες ή λίγες για ουσιαστική ρύθμιση του χάους και μείωση των ανισοτήτων τόσο η ακροδεξιά ιστορία θα γνωρίζει μεν εκλογικές υφέσεις και εντάσεις, θα συνεχίζει όμως να κατατρώει τους λεγόμενους «παραδοσιακούς πυλώνες» της πολιτικής.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.