ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ, τις επόμενες δύο εβδομάδες δηλαδή, αναμένεται να πεθάνουν περίπου ακόμα 700 άνθρωποι στη χώρα μας από Covid, σύμφωνα με τον καθηγητή Νίκο Τζανάκη, πρόβλεψη με την οποία συμφωνούν και άλλοι επιστήμονες, αλλά ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης εμφανίζεται σχετικά χαλαρός, λέγοντας ότι δεν αποκλείει κανένα μέτρο για τους ανεμβολίαστους, εφόσον χρειαστεί. Δεν κρίνει, δηλαδή, ότι χρειάζεται ακόμα.
Στις 12/11 ανακοινώθηκαν 55 νεκροί, στις 13/11 70, στις 14/11 80 και στις 15/11 72. «Σαν να πέφτει ένα αεροπλάνο κάθε μέρα» πάλι, όπως επισημαίνουν πολλοί επιστήμονες. Μέχρι το τέλος του μήνα αναμένεται να καταγραφούν 100-120 χιλιάδες κρούσματα, αλλά παρά την αυξημένη κυκλοφορία του ιού στην κοινότητα και τις απώλειες, ο υπουργός Υγείας δεν αισθάνεται το επείγον της αναχαίτισης.
Η κυβέρνηση ξορκίζει το lockdown γιατί η προτεραιότητά της είναι να κρατηθεί ανοιχτή η χώρα και η οικονομία. Γνωρίζει από τις μετρήσεις που έχει στη διάθεσή της ότι και η πλειοψηφία των πολιτών δεν το θέλει, παραβλέποντας όμως την ηθική υποχρέωση της πολιτείας να προστατεύει και αυτόν που δεν μπορεί ή δεν θέλει να προστατευθεί.
Η κυβέρνηση, όπως κατέστησε σαφές, θα αποφύγει όσο μπορεί το ενδεχόμενο του lockdown και για την ώρα δεν φαίνεται να τρομοκρατείται από τον συγκλονιστικό αριθμό των καθημερινών απωλειών.
Ο νέος πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Θεοκλής Ζαούτης, εμφανίστηκε κι αυτός στα ΜΜΕ επιχειρώντας να περάσει ένα κλίμα καθησυχασμού: «Τα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν σταθεροποίηση της κατάστασης τις τελευταίες μέρες, αν και το σύστημα υγείας πιέζεται ακόμα» δήλωσε, καθιστώντας κι εκείνος σαφές ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει ότι θα πορευτούν με τον ιό και το κόστος του.
Στο ίδιο κλίμα και ο υπουργός Άκης Σκέρτσος, ο οποίος έχει την εποπτεία της πολιτικής για την πανδημία από το Μέγαρο Μαξίμου: «Η χώρα δεν αντέχει ούτε άλλο lockdown, ούτε άλλες επιδοματικές πολιτικές που δεν έχουν και κανένα νόημα να εφαρμοστούν σε αυτή τη φάση» είπε, επιβεβαιώνοντας την κυβερνητική γραμμή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην απάντησή του ο Θάνος Πλεύρης, όταν ρωτήθηκε αν σκοπεύουν να πάρουν μέτρα αντίστοιχα με αυτά της Αυστρίας, τόνισε ότι «η πίεση στο ΕΣΥ προκύπτει από ασθενείς που δεν έχουν εμβολιαστεί», δείχνοντας τους ανεμβολίαστους.
Παρόλα αυτά, ανέφερε ότι «η κυβέρνηση συζητά αν χρειάζονται περισσότερα μέτρα στους ανεμβολίαστους». Δεν το έχει αποφασίσει αν χρειάζονται δηλαδή, και αυτό θα τους απασχολήσει αφού συζητηθεί πρώτα στην επιτροπή των ειδικών, η οποία θα συνεδριάσει την Τρίτη ή την Τετάρτη.
Η κυβέρνηση συνεχίζει να ρίχνει το φταίξιμο στους ανεμβολίαστους και προσπαθεί να μη γίνεται δυσάρεστη με μέτρα, αλλά το κόστος σε ανθρώπινες ζωές είναι πλέον τεράστιο. Όπως επισημαίνουν αρκετοί επιστήμονες, μπορεί να οργάνωσε καλά την εμβολιαστική διανομή, όμως δεν κατάφερε να πιάσει τον στόχο του απαραίτητου αριθμού εμβολιασμών για το τείχος της ανοσίας και τα μηνύματα που εξέπεμπε δεν ήταν πάντα σαφή. Επιπλέον δεν έχει αντιμετωπίσει επιτυχώς την παραπληροφόρηση.
Ο γνωστός ιατρός (και) από το «Ημερολόγιο κορωνοϊού», Γιώργος Παππάς, στηλίτευσε πρόσφατα τη «δημιουργική λογιστική» της υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως, η οποία προσπαθεί κι αυτή να καθησυχάσει την κοινή γνώμη. Ο κ. Παππάς επισήμανε ότι η υπουργός επιχειρώντας να πείσει ότι τα κρούσματα στα σχολεία μειώνονται, είπε ότι από το 29% έπεσαν στο 25%, αγνοώντας, ότι «το 29% στα 3.000 είναι πολύ λιγότερο από το 25% των 7.000». Τόνισε μάλιστα ότι υπάρχει μεγάλη διασπορά προς ανεμβολίαστους γονείς, σχολιάζοντας πως ο ίδιος τρέμει για τους ανεμβολίστους γονείς που έχουν παιδιά στο σχολείο. Και αυτή είναι άλλη μια κατηγορία για την οποία η πολιτεία δεν έχει κάποια ειδική μέριμνα.
Η κυβέρνηση, όπως κατέστησε σαφές, θα αποφύγει όσο μπορεί το ενδεχόμενο του lockdown και για την ώρα δεν φαίνεται να τρομοκρατείται από τον συγκλονιστικό αριθμό των καθημερινών απωλειών. Οι χώρες που δεν θέλουν να κλείσουν όμως έχουν καθήκον να προστατεύσουν τον πληθυσμό τους. Και η επιτυχία τους θα κριθεί εν πολλοίς –και κρίνεται ήδη– από το ποσοστό των εμβολιασμένων.
Δεν έχει σημασία αυτήν τη στιγμή αν ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει ή δεν βάζει πλάτη, αν η Εκκλησία δεν επιμένει παραπάνω και αν οι συνωμοσιολόγοι επηρεάζουν τους ανορθολογιστές. Η ευθύνη της διαχείρισης είναι της εκλεγμένης κυβέρνησης.
Είναι δική της υποχρέωση να προσπεράσει τα εμπόδια και να προστατεύσει τους πολίτες. Να βρει τρόπο να προφυλάξει ακόμα και εκείνους που δεν το επιθυμούν. Όπως έκανε όταν ακολούθησε τη γραμμή Τσιόδρα, στην πρώτη φάση της πανδημίας και επιδοκιμάστηκε από όλους, με ένα αποτέλεσμα που προστάτευε τους πολίτες, προσέδωσε κύρος και αναγνώριση στη χώρα, το οποίο εν τέλει την ωφέλησε και στην οικονομία.