ΜΙΑ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ των τελευταίων εβδομάδων οφείλει να ξεκινά από μια καταδίκη των κρατικών εγκλημάτων. Των εγκλημάτων της Χαμάς, καθώς οι επιθέσεις της στις 7 Οκτωβρίου συνιστούν δείγματα κρατικής κτηνωδίας. Η εισβολή σε φεστιβάλ και σε κιμπούτς, οι φόνοι, η περιφορά των πτωμάτων, η βιντεοσκόπηση αυτών των πράξεων και το ποστάρισμα online αφήνουν ασυγκίνητους μόνο τους πιο αιμοδιψείς. Δεν είναι απελευθερωτικός αγώνας να μακελεύεις αμάχους∙ είναι φρίκη.
Αλλά και των εγκλημάτων του Ισραήλ, αφού, αν θέλουμε να ονοματίζουμε τη φρίκη, πρέπει να το κάνουμε απ’ όπου κι αν προέρχεται. Θα πρέπει να καταδικάσουμε την κτηνωδία του Ισραήλ – τόσο αυτή των τελευταίων εβδομάδων, όσο κι αυτή των τελευταίων δεκαετιών.
Η απάντηση του Ισραήλ στα χτυπήματα της Χαμάς λαμβάνει, σύμφωνα με πολλούς, διαστάσεις γενοκτονίας¹. Στο πνεύμα του δόγματος Νταχίγια –που ασπάζεται απροκάλυπτα εγκλήματα πολέμου προάγοντας τη χρήση «δυσανάλογης» βίας σε «ύποπτες» κατοικημένες περιοχές– το Ισραήλ έχει εξαπολύσει πάνω από 8.000 βόμβες σε μια έκταση μικρότερη απ’ την Αθήνα, σκοτώνοντας χιλιάδες αμάχους.
«Ντροπή». Είναι μια κραυγή ελευθερίας. Είναι ένας τρόπος για να πεις: Ποτέ ξανά γενοκτονία – Κάτω η κάθε τυραννία – Λευτεριά στην Παλαιστίνη.
Η πολεμική στρατηγική του Ισραήλ δεν είναι μόνο εγκληματική· είναι κοντόφθαλμη και καταστροφική, προωθώντας τον κύκλο της βίας που τη γεννά. Σκοτώνοντας αμάχους, το Ισραήλ δεν καταδικάζει μόνο Παλαιστίνιους, αλλά και δικούς του πολίτες. Αφού, ακόμα κι αν εξαϋλωθεί η Χαμάς, κάποιο μικρό παιδί της Γάζας θα επιβιώσει, θα μεγαλώσει στα συντρίμμια, με παραμάνα την οργή. Αυτό το παιδί «ίσως γίνει στρατιώτης, [ίσως βρεθεί] ζωσμένο με φυσίγγια δυναμίτη», ίσως εισβάλει σε φεστιβάλ και μακελέψει αμάχους, «και τότε [θα γράφουν πάλι] για τη βίαιη φύση των Παλαιστινίων [και] τότε κανείς δεν πρόκειται να ρωτήσει ποιος έσπειρε αυτό που πια θερίζει».²
Αλλά μια συνολική εκτίμηση της φρίκης δεν μπορεί να μείνει στις τελευταίες εβδομάδες. Οφείλει να καταδικάσει όσα επιβάλλει η κατοχή του Ισραήλ στους Παλαιστίνιους τις τελευταίες δεκαετίες. Διαχωρισμός, απαγόρευση κυκλοφορίας, checkpoints και παρακολούθηση∙ εποικισμοί και απαλλοτριώσεις∙ τακτικές λιμοκτονίας∙ αυθαίρετες συλλήψεις, συστηματικοί βομβαρδισμοί, δολοφονίες∙ τέλος, η θεσμοποίηση των παραπάνω σε νόμους και διατάγματα – πράγματα με ένα συγκεκριμένο όνομα: «Απαρτχάιντ».³
Στο πλαίσιο αυτό, Ισραηλινοί στρατιώτες και έποικοι έχουν σκοτώσει πάνω από 3.500 Παλαιστίνιους από το 2008 έως σήμερα. Χιλιάδες άλλοι έχουν πεθάνει λόγω του αποκλεισμού από υπηρεσίες υγείας. Αυτό μάς δείχνει κάτι ουσιαστικό: Η βία, η δολοφονία, ακόμα και ο πόλεμος δεν περιορίζονται σε όπλα και σε βόμβες. Η μάχη δεν ξεκινά με την πρώτη βολή. Μορφές «διοικητικής» ή «αναίμακτης» (συγκαλυμμένης δηλαδή) βίας ενδέχεται να είναι πιο αιματηρές από ένοπλες επιθέσεις.
Οι φιλοϊσραηλινοί θα σπεύσουν να δικαιολογήσουν τις κτηνωδίες κραδαίνοντας το λάβαρο του αντισημιτισμού. Πράγματι, ο αντισημιτισμός –που κρατάει 2.500 χιλιάδες χρόνια– συνεχίζει να εκφράζεται μέσα από την υποστήριξη Δυτικών στις επιθέσεις της Χαμάς. Συμπληρώνεται από τον αντι-αραβισμό και την ισλαμοφοβία, αποδεικνύοντας πως και τα δύο είναι ειδοποιά στοιχεία του προνομιακού «φορτίου του λευκού ανθρώπου», του ρατσισμού που εξορίζει σώματα από την επικράτεια του «πενθίσιμου». Μόνο η διπλή άρθρωση μιας (μύχιας) ισλαμοφοβίας κι ενός (καθωσπρέπει) αντισημιτισμού επιτρέπει σε μεγάλες μερίδες ανθρώπων στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ να αγνοούν επιδεικτικά τους νεκρούς της Παλαιστίνης ενώ πενθούν δακρύβρεχτα τους νεκρούς του Ισραήλ[4] – και το αντίστροφο.
Φυσικά, δεν ξεχνάμε. Το Ισραήλ γεννήθηκε από τη μεγαλύτερη φρικαλεότητα της ανθρώπινης ιστορίας κι από ένα πελώριο συλλογικό τραύμα: τη Σοά. Όμως ένα τραύμα –κι ο φόβος μήπως ξαναβιωθεί– δεν δικαιολογεί τη διάπραξη εγκλημάτων που μπορούν να το επαναλαμβάνουν σαν κύκλο. Η Σοά δεν μπορεί να οδηγεί στη Νάκμπα («καταστροφή» και στις δυο γλώσσες), ούτε στον θερισμό αθώων Παλαιστινίων. Τη στιγμή που παραδίδω αυτό το άρθρο, το Ισραήλ έχει σκοτώσει πάνω από 9.500 Παλαιστίνιους, εκ των οποίων τουλάχιστον οι 4.000 είναι παιδιά. Όχι μαχητές της Χαμάς. Παιδιά. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, Παλαιστίνιοι γονείς γράφουν τα ονόματα των παιδιών τους στα χέρια, ώστε να ταυτοποιηθούν τα διαμελισμένα σώματα μετά τους βομβαρδισμούς. Αμέτρητα ισραηλινά αεροσκάφη σχίζουνε τους αιθέρες. Δεν είναι αντιτρομοκρατική δράση. Είναι τρομοκρατία. Δεν συνιστά «ανθρωπιστική κρίση», αλλά μαζική και οργανωμένη σφαγή.
Μετά από τη Σοά, το Ισραήλ γεννήθηκε με μια ξεκάθαρη υπόσχεση: «Ποτέ ξανά». Αλλά το «ποτέ ξανά» δεν ισχύει για έναν μόνο λαό, δεν έχει σημασία μόνο για τον δικό μας. Ένα απ’ τα πανό των Αμερικανοεβραίων διαδηλωτών υπέρ της Παλαιστίνης στο Grand Central έγραφε: «Never again for anyone». «Ποτέ ξανά γενοκτονία» σημαίνει ποτέ ξανά για οποιονδήποτε λαό – κάτι που το Ισραήλ φαίνεται να ξεχνά.
Ο Πρίμο Λέβι, επιζών της Σοά, έγραφε το ’47 για την «ντροπή του να είσαι άνθρωπος».[5] Αυτό γεννά η εθνοκάθαρση: Μια βαθιά ντροπή που ανήκεις στο είδος που τη διαπράττει. Τριανταπέντε χρόνια μετά, ο Γιάσερ Αραφάτ –που ουδεμία σχέση είχε με τη Χαμάς και τον αντισημιτισμό της– ανακάλυψε το ίδιο αίσθημα μπροστά στις σφαγές Παλαιστινίων που υποκινούσε το Ισραήλ: «Ντροπή», ήταν το μόνο που μπορούσε να πει, «ντροπή».[6] Είναι το ίδιο αίσθημα που επιστρέφει σήμερα με τις νεότερες κτηνωδίες: Η βαθύτατη ντροπή τού να ανήκεις στο γένος των ανθρώπων.
«Ντροπή». Είναι μια κραυγή ελευθερίας. Είναι ένας τρόπος για να πεις: Ποτέ ξανά γενοκτονία – Κάτω η κάθε τυραννία – Λευτεριά στην Παλαιστίνη.
[1] Center for Constitutional Rights, Israel’s Unfolding Crime of Genocide of the Palestinian People, 18/10/2023.
[2] Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μάρκος, Περί σποράς και θερισμού. 2023 [2009].
[3] Διεθνής Αμνηστία, Israel’s Apartheid Against Palestine, 2022.
[4] Τζ. Μπάτλερ, Παλαιστίνη: Ο στοχασμός δεν σημαίνει σχετικοποίηση, μτφρ. Nomadic Universality. 13/10/2023.
[5] Ζ. Ντελέζ, Κριτικά και Κλινικά, μτφρ. Χ. Κολύρη-Γ. Ρήγας, Κέδρος (υπό έκδοση).
[6] G. Deleuze, The Grandeur of Yasser Arafat. 1983.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.