Υπάρχει ένας εύκολος τρόπος να καταλάβεις αν κάποιος είναι υποχόνδριος. Είναι αυτός που μόλις τον ενημερώσεις συντετριμμένος ότι έχασες ξαφνικά κάποιον φίλο ή γνωστό, σου κάνει δεκάδες ερωτήσεις που αφορούν την υγεία του εκλιπόντα. Εκεί πρέπει να προσέξεις: οι απαντήσεις σου θα χρησιμοποιηθούν ως παρακαταθήκη. Ο υποχόνδριος αποθηκεύει πληροφορίες για την επόμενη φορά που θα νιώσει μια ενόχληση στο στήθος ή θα βγάλει ένα σπυράκι στο αριστερό μάγουλο.
Βουτηγμένος στο πένθος σου, με τα μάτια τούμπανα από το κλάμα, δέχεσαι αγωνιώδη ερωτήματα. «Τι συμπτώματα είχε;» (δεν με ενημέρωσε πριν καταρρεύσει), «πονούσε στην πλάτη δηλαδή;» (να τον ρωτήσουμε στο διαγαλαξιακό υπερπέραν αν είχε κάποιον σφάχτη).
Οι υποχόνδριοι δεν έχουν κάποιο κοινό χαρακτηριστικό, συνήθως τους ενώνει μόνο η αγωνία τους. Λουσμένοι στον ιδρώτα από τον φόβο τους, με την καρδιά να χτυπάει δυνατά, αναπτύσσουν απίθανες θεωρίες: κάθε πόνος στο στομάχι σκωληκοειδίτιδα, κάθε σπυράκι μελάνωμα, κάθε βήχας και μια πιθανή πνευμονία.
Στ’ αλήθεια όμως ο υποχόνδριος υποφέρει, νιώθει ευάλωτος, θέλει να βάλει μια τάξη στο χάος, έχει πράγματι ανάγκη από βοήθεια.
Συνήθως χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: η πρώτη είναι οι άνθρωποι που ξημεροβραδιάζονται σε ιατρικά ραντεβού και μιλάνε ακατάπαυστα για τα ιατρικά τους προβλήματα, ζητώντας συμβουλές απ’ όποιον είναι διατεθειμένος να ακούσει. («Δεν έχουμε πει να μη με ξαναπάρεις τηλέφωνο;», είπε κάποια στιγμή μια απαυδισμένη παθολόγος σε μια φίλη μου που την έπαιρνε σχεδόν δύο φορές την εβδομάδα «να της κάνει μια ερώτηση». «Είναι σαν να με χώρισε» μου είπε η φίλη μου, κοιτάζοντάς με με μάτια προδομένου κουταβιού). Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτοί που υποφέρουν σιωπηλά στο γραφείο τους σαν τους οσιομάρτυρες, πεπεισμένοι ότι πεθαίνουν από κάποια ανίατη αρρώστια και ότι ο πόνος στα γόνατά τους είναι το τελευταίο στάδιο πριν καταρρεύσουν στον δρόμο ένα φωτεινό πρωινό.
O πιο διάσημος υποχόνδριος χαρακτήρας του θεάτρου, ο Αργκάν στον Κατά φαντασίαν ασθενή του Μολιέρου, παρουσιάζεται σαν καρικατούρα – ένας μελοδραματικός γέρος που ταλαιπωρεί την οικογένειά του κάνοντας κούρες για αρρώστιες που δεν έχει. Στ’ αλήθεια όμως ο υποχόνδριος υποφέρει, νιώθει ευάλωτος, θέλει να βάλει μια τάξη στο χάος, έχει πράγματι ανάγκη από βοήθεια.
Μετά την πανδημία, μοιάζει να υπάρχει μια έξαρση σε αυτού του είδους τη συμπεριφορά - πράγμα φυσικό, καθώς, μαζί με την υποχονδρία, παρουσίασαν αύξηση όλες οι αγχώδεις διαταραχές. Πέρα από την πανδημία όμως, ο βασικός λόγος που παρουσιάζουμε όλοι συμπτώματα υποχονδρίας είναι το ίντερνετ, εκεί που όλοι γκουγκλάρουμε εναγωνίως τα συμπτώματά μας, προχωρώντας σε όποια αυτοδιάγνωση μας βολεύει. Ψάχνοντας βρήκα πως το φαινόμενο αυτό ονομάζεται cyberchondria - κυβερνοχονδρία (επίσημος ορισμός: ένα συναισθηματικo-συμπεριφορικό μοτίβο όπου οι υπερβολικές διαδικτυακές αναζητήσεις οδηγούν σε αυξημένο άγχος για την κατάσταση της υγείας του ατόμου. Έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με γενικευμένο άγχος και μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την υγεία και την ευημερία).
Όλοι πια επιδεικνύουμε συμπεριφορά υποχόνδριου. Στο «ελληνικό» ίντερνετ, εκεί όπου τα ιατρικά websites μετριούνται στα δάχτυλα ενός χεριού, είναι τρομακτικό το πού μπορεί να φτάσει κανείς, απλώς πατώντας ένα link κι άλλο ένα link κι άλλο ένα link. Και φυσικά υπάρχει και το απόλυτο εισιτήριο για την κόλαση αν είσαι Έλληνας γονιός: τα «ιατρικά» φόρουμ γονέων, εκεί που μπαίνεις απελπισμένος και ψάχνεις τη λέξη «στρεπτόκοκκος» στις 3 το πρωί.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.