ΠΑΝΕ ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΡΑ που, διαβάζοντας διάφορους πολιτισμικούς «τρομοκράτες» συγγραφείς, είχαμε αντιτάξει στις σκέψεις τους την επιθυμία για ορθολογικές και βάσιμες ελπίδες. Στις περιγραφές ενός κόσμου εκτροπών και ακραίων φαινομένων, αντιπαραβάλαμε τους στέρεους θεσμούς, τα συστήματα διεθνούς συνεργασίας, τα κεκτημένα της δημοκρατικής νεωτερικότητας. Στις προφητείες ενός μέλλοντος με πανικόβλητες μητροπόλεις και ανεξέλεγκτους παράγοντες τοποθετούσαμε τους ελέγχους και τα αντίβαρα της δημοκρατικής ζωής με τη βοήθεια νέων επιστημονικών και κοινωνικών εργαλείων. Και ο λόγος γι’ αυτό ήταν γιατί πιστεύαμε στην προτεραιότητα της πολιτικής, θεωρώντας, ας πούμε, ότι όλη αυτή η ρητορεία των ανιχνευτών του πολιτισμικού και βιολογικού κινδύνου ήταν μια χαριτωμένη εκκεντρικότητα ή μια αντανάκλαση ενός νεοφιλελεύθερου no future.
Από μια άποψη είχαμε δίκιο. Ο απαισιόδοξος τόνος και ένας σχετικός μηδενιστικός οίστρος στη διανόηση φάνηκε ενίοτε ως βαρετή, αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η έλξη προς τις σκοτεινές προγνώσεις έγινε συχνά μια απόλυτα προβλέψιμη πανεπιστημιακή φρασεολογία που στηρίζεται στην επιδεικτική κατανάλωση των κρίσεων και στην αδυναμία πραγματικής εξήγησης των καινούργιων κοινωνικών συνθηκών. Στο κάτω-κάτω, μάθαμε πως οι κοινωνίες μας είναι πάντα άξιες υπεράσπισης από τους ολοκληρωτικούς εχθρούς τους ή από εκείνους που υποτιμούν περιφρονητικά όσα ευεργετικά έχουμε κατακτήσει μέσα στον χρόνο.
Ο «κορεσμός» του σεξ γέννησε ως ειρωνική και καταστροφική απόκριση έναν ιό που έκανε επίφοβο και τρομακτικό το σεξ, μέχρι που η επιστήμη βρήκε τα εργαλεία και τις φαρμακευτικές απαντήσεις που άλλαξαν τον χαρακτήρα της ασθένειας.
Όμως, από μια άλλη άποψη, φαίνεται πως αυτό που ο μακαρίτης ο Ζαν Μποντριγιάρ ονόμαζε λογική του ιού (viral) είναι εδώ και παράγει μια σειρά παγκόσμιων απειλών. Δεν ξέρουμε αν θα έχουμε –πριν καν «τελειώσει» ο Covid– μια νέα πανδημία. Οι επιστήμονες αμφιβάλλουν προς το παρόν για το ενδεχόμενο η «ευλογιά των πιθήκων» να αποτελέσει ένα αντίστοιχης έκτασης και έντασης πρόβλημα. Το γεγονός όμως πως αυτή η νέα ασθένεια συνδέθηκε ήδη με τη σεξουαλικότητα και κάποιες ερωτικές πρακτικές μάς ταξιδεύει πίσω στον χρόνο, στην περίοδο των μέσων της δεκαετίας του ’80 και στο ΑIDS. Τότε, για τη γενεαλογία του AIDS είχε προβληθεί η ένταση και η ακρότητα της σεξουαλικής απελευθέρωσης της δεκαετίας του ’70: ο «κορεσμός» του σεξ γέννησε ως ειρωνική και καταστροφική απόκριση έναν ιό που έκανε επίφοβο και τρομακτικό το σεξ, μέχρι που η επιστήμη βρήκε τα εργαλεία και τις φαρμακευτικές απαντήσεις που άλλαξαν τον χαρακτήρα της ασθένειας.
Σήμερα, και αφού προηγήθηκαν οι εμπειρίες των περιορισμών και των lockdowns για δυο χρόνια, αναρωτιόμαστε μήπως η επιστροφή στην εμπύρετη κοινωνικότητα και στις σεξουαλικές της εκδοχές γεννούν μια νέα επιδημία. Φυσικά, απ’ όσα λέγονται, η συγκεκριμένη ευλογιά υπάρχει ήδη από δεκαετίες, επομένως δεν είναι πρόσφατη υπόθεση. Ο ιός έχει ανιχνευθεί σε πιθήκους στη Δανία το 1958 και σε ανθρώπους στην περιοχή του Κονγκό ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70. Οι ηλικίες των πενήντα και άνω, όσοι/-ες έχουμε το σημάδι της «βατσίνας» ψηλά στο μπράτσο, θα έχουμε έναν βαθμό προστασίας. Φαίνεται όμως πως πάλι ένας ιός «εκμεταλλεύεται» την κινητικότητα, τις ελευθερίες και τους παγκοσμιοποιημένους τρόπους ζωής. Ενώ υπήρχε σε στάσιμη μορφή και γεωγραφικά καθηλωμένος στην υποσαχάρια Αφρική, γίνεται ευρωπαϊκός και παγκόσμιος με ταχύτατους ρυθμούς. Όσο και αν οι κρίσεις –και η ενεργειακή–ευνόησαν την αναστροφή της παγκοσμιοποίησης, αυτή η τελευταία έχει πάντα με το μέρος της τις επιθυμίες και τις δυνατότητες των συγχρόνων. Η οικονομική καθήλωση δεν εμποδίζει την οργιαστική εκτίναξη των τουριστικών ρευμάτων, πράγμα που δείχνει πως τα συστήματα ενέργειας των παθών βρίσκουν τρόπο να ξεγελούν την υλική μιζέρια που επιστρέφει άλλοτε ως κατάσταση και άλλοτε ως ανησυχία.
Η Σούζαν Σόνταγκ στο δοκίμιό της Η νόσος ως μεταφορά έλεγε ότι δεν μπορούμε να έχουμε συγχρόνως δύο νόσους ως οχήματα του κινδύνου και του κακού. Οι ασθένειες διαδέχονται η μία την άλλη και μαζί τους ένα φορτίο νοημάτων, φαντασίας και φόβων που κι αυτοί αλλάζουν ανάλογα με το αν η ασθένεια είναι «μυστηριώδης» ή πιο εξηγήσιμη, αν διαθέτουμε εμβόλιο γι’ αυτήν ή όχι.
Το ερώτημα είναι αν αυτή η διαδοχή θα γίνει πραγματικά μια διαρκής, δίχως χρονικά κενά παρουσία πλανητικών απειλών. Αυτό δείχνει να είναι το καινούργιο της τωρινής κατάστασης: η μια κρίση έρχεται κολλητά και μέσα στην άλλη, ο καινούργιος συναγερμός ηχεί μέσα στο ενεργοποιημένο σύστημα συναγερμού για κάτι άλλο, πριν αυτό το άλλο παλιώσει ή περάσει. Η ροή αγωνιωδών συμβάντων μοιάζει να αντιγράφει πιστά τους κύκλους των τηλεοπτικών σειρών, όπου ο ένας κύκλος έρχεται αμέσως μετά τον άλλον, παρουσιάζοντας νέα πρόσωπα του κακού.
Εμείς, λοιπόν, που πριν από δεκαετίες σκεφτόμασταν τον κόσμο ως διαδοχή ιστορικών σταδίων, βλέπουμε τώρα μια παγκοσμιότητα με πολλούς σε έξαρση ιούς: όχι μόνο τον κορωνοϊό και τον ανερχόμενο monkeypox αλλά και τον ιό του ακραίου, φονικού αναθεωρητισμού και τον ιό της δημοκρατικής κόπωσης ή τον ιό των fake news και της δικής τους ανεμπόδιστης υπερμεταδοτικότητας.
Βεβαίως, ο Μποντριγιάρ είχε μαζί του τη δύναμη της κοινωνιολογικής του φαντασίας. Επειδή ως μηδενιστής αδιαφορούσε για την πολιτική του δικαίωση ως χρήσιμου δημόσιου διανοούμενου, μπορούσε να υπερβάλλει ελεύθερα δίχως καμιά έγνοια μην και απογοητεύσει ή τρομάξει τον αναγνώστη του. Άλλωστε μάλλον απολάμβανε το σπλάτερ της θεωρίας, ενώ οι δημοκράτες και πολιτικοί διανοούμενοι το σιχαίνονται. Στη δική μας συγκυρία, όπου ξανασκεφτόμαστε ηθικά –και συχνά ηθικολογώντας σαν τους νεότερους–, φοβόμαστε να παραδεχτούμε ότι τελικά εκείνος μιλούσε για τους τωρινούς και αυριανούς κόσμους: για τις εποχές όπου, έχοντας αφήσει πίσω την ελεγχόμενη αβεβαιότητα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη και πιο άγρια αβεβαιότητα. Κάθε πολιτική προϋποθέτει ότι κρατούμε υπό έλεγχο τις απειλές, ότι η συνείδηση είναι πιο δυνατή από το σώμα, ότι τα σχέδια έχουν την ικανότητα να ισοσταθμίσουν το χάος. Ας ελπίσουμε, λοιπόν, ότι οι εναλλαγές ιών και κρίσεων που μιμούνται τα κύματα μιας επιδημίας θα ανακόπτονται και θα αναχαιτίζονται. Έχει εν τέλει σημασία να μη δικαιωθεί ο Μποντριγιάρ, ακόμα και αν είχε περιγράψει με έξυπνα τρομακτικό τρόπο πολλά από τα αδιέξοδά μας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.