«ΟΛΟΙ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ» ήταν η απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη, όταν ρωτήθηκε για το αν ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης εξακολουθεί να χαίρει της εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού. Δηλαδή, τι περιμένει να δει ο πρωθυπουργός, εκτός από την πρόσφατη κατακραυγή, για να αξιολογήσει έναν υπουργό ο οποίος από όπου και αν πέρασε –και πέρασε από πολλά πόστα– πουθενά δεν άφησε αξιόλογο έργο;
Η σύνθεση της τελευταίας κυβέρνησης απογοήτευσε ακόμα και τους ψηφοφόρους της με το που ανακοινώθηκε, καθώς θεωρήθηκε χειρότερη από τις προηγούμενες. Ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης ήταν μία από τις επιλογές για τις οποίες πολλοί αναρωτήθηκαν με τι κριτήρια βρέθηκε σε αυτήν και μάλιστα αναβαθμισμένος.
Με τη μεταναστευτική κρίση σε εξέλιξη, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, αλλά και την κριτική που δέχεται κατά καιρούς η χώρα, το υπουργείο Ναυτιλίας αποτελεί ένα εξαιρετικά κρίσιμο υπουργείο. Για αυτό χρειάζεται κάποιον αποδεδειγμένα ικανό, σοβαρό και έντιμο για να το διοικήσει. Οπωσδήποτε όχι κάποιον κομματικό βαρόνο που βρίσκεται στην πολιτική λόγω του επιθέτου του, απασχολεί συχνά τις κοσμικές και παραπολιτικές στήλες με ελαφρότητες και δεν έχει να επιδείξει σε κανέναν τομέα έργο.
Με τη μεταναστευτική κρίση σε εξέλιξη, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, αλλά και την κριτική που δέχεται κατά καιρούς η χώρα, το υπουργείο Ναυτιλίας αποτελεί ένα εξαιρετικά κρίσιμο υπουργείο. Για αυτό χρειάζεται κάποιον αποδεδειγμένα ικανό, σοβαρό και έντιμο για να το διοικήσει.
Ακόμα και οι καταγγελίες επί προσωπικού που δέχθηκε λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, έδωσαν την εντύπωση ενός ευάλωτου προσώπου και άφησαν σκιές. Ούτε αυτό όμως στάθηκε ικανό να τον κάνει πιο προσεκτικό, όπως διαπιστώσαμε με τις πρόσφατες δηλώσεις του, με τις οποίες εξίσωσε τον θύτη με το θύμα, αλλά και τις υπόλοιπες που ακολούθησαν, κλιμακώνοντας την επίδειξη απουσίας ενσυναίσθησης και απρονοησίας.
Ήταν όμως μόνο οι δηλώσεις το πρόβλημα; Υπήρξε συνεπής στα καθήκοντά του και ήταν απλώς ένα λεκτικό ατόπημα; Προφανώς όχι. Διότι ως πολιτικός προϊστάμενος έχει πολιτική ευθύνη και για την απουσία του λιμενικού και για την ανοχή στη μη τήρηση κανονισμών και διαδικασιών που αφορούν στην ασφάλεια των επιβατών στα λιμάνια.
Οπως επισήμανε ο καθηγητής της Νομικής Αντώνης Καραμπατζός: «Το πόσοι λιμενικοί βρίσκονταν στο λιμάνι εκείνη την ώρα, πού έπρεπε να βρίσκονται, καθώς και αν τηρήθηκαν ή όχι οι προβλεπόμενοι κανόνες ασφαλείας είναι ζητήματα που θα διαλευκάνουν με ακρίβεια οι αρμόδιες αρχές. Η μέχρι στιγμής εικόνα, όμως, δεν είναι διόλου κολακευτική για το υπουργείο και τους εποπτευόμενους φορείς (βλ. κυρίως Λιμενικό), ούτε ασφαλώς για την πατρίδα μας – μέχρι στιγμής λ.χ. πληροφορίες αναφέρουν ότι μόνον ένας λιμενικός είχε βάρδια σε όλο το λιμάνι του Πειραιά(!)».
Πράγματι, όπως αποκαλύφθηκε, οι κανονισμοί δεν τηρήθηκαν και δεν ήταν η πρώτη φορά. Μετά το τραγικό περιστατικό και τον αποτρόπαιο θάνατο του 36χρονου στον Πειραιά, πολλοί επιβάτες κατήγγειλαν δημόσια ότι όλο το καλοκαίρι τα περισσότερα πλοία έφευγαν χωρίς να σηκώνουν τον καταπέλτη, παρότι αυτό απαγορεύεται. Είναι προφανές ότι κανείς στη διοικητική αλυσίδα του λιμενικού δεν έκανε σωστά τη δουλειά του, όπως καταδεικνύουν και όσα μετά την κατακραυγή έπραξε ο υπουργός προκειμένου να καλύψει τις μοιραίες παραλείψεις.
Ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, όπως μας ενημέρωσε με ανακοίνωση του, έδωσε –εκ των υστέρων– εντολή για την «άμεση επιστροφή αποσπασμένων στελεχών του λιμενικού σώματος από υπηρεσίες του υπουργείου Ναυτιλίας στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά, ώστε να ενισχυθεί η επιτήρηση του λιμανιού του Πειραιά». Κίνηση που αποτελεί έμμεση παραδοχή πως η επιτήρηση δεν ήταν επαρκής και ότι στελέχη του λιμενικού σώματος είχαν αποσπαστεί σε άλλες υπηρεσίες αφήνοντας κενά.
Οταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζητούσε την ψήφο των πολιτών το 2019, δεσμευόταν ότι θα έφτιαχνε μία κυβέρνηση «τεχνοκρατών και αρίστων» και αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους ψηφίστηκε. Είναι ωστόσο γεγονός ότι στις πρόσφατες εκλογές η δέσμευση εκείνη ξεχάστηκε και δεν επαναλήφθηκε. Ο κόσμος έμεινε με την εντύπωση πως κάθε επόμενη κυβέρνηση αντί να βελτιώνεται, ήταν χειρότερη, με αποκορύφωμα την τελευταία.
Αντί ο πρωθυπουργός με το περίφημο 41% να έχει λυμένα τα χέρια για να σχηματίσει μία μεταρρυθμιστική κυβέρνηση (όπως επαγγελόταν), χωρίς άγχος για τις ισορροπίες και κομματικούς συμβιβασμούς, εκείνος σχημάτισε μία κυβέρνηση στην οποία προσπάθησε να χωρέσει, μεταξύ άλλων, κομματικούς βαρόνους, αυλικούς και διαφόρων ειδών «βύσματα». Οπωσδήποτε δεν έπεισε κανέναν ότι αυτή ήταν μία κυβέρνηση τεχνοκρατών και αρίστων και ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, μαζί με μερικά πρόσωπα ακόμα, ήταν ένας από τους βασικούς λόγους.
Υπενθυμίζουμε τι έλεγε ο πρωθυπουργός το 2019: «Δεν έκρυψα προεκλογικά τη φιλοδοξία μου η κυβέρνηση να λειτουργήσει ως καλοκουρδισμένη μηχανή. Ο πρώτος ο οποίος αξιολογείται διαρκώς από τους πολίτες είμαι εγώ. Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις και τα λόγια. Ο κόσμος περιμένει έργα και πράξεις. Δεν ασκούμε πολιτική μόνο με το έργο, αλλά και με τη συμπεριφορά μας. Κρινόμαστε όχι μόνο για όσα λέμε, αλλά και για όσα εκπέμπουμε».
Ο πρωθυπουργός έχει κάνει ένα ξεκίνημα κατώτερο των προσδοκιών που καλλιέργησε και μοιάζει να αδυνατεί να αφουγκραστεί την κοινωνία. Αν η κυβέρνηση του ήταν συνεπής σε όσα εξήγγειλε, ακόμα και αν το αποτέλεσμα δεν ήταν ικανό για να αντιμετωπίσει τις κρίσεις που πλήττουν τη χώρα το τελευταίο διάστημα, δεν θα υπήρχε αυτή η απογοήτευση, η οποία θα αυξάνεται διαρκώς αν δεν αλλάξει ρότα. Η εξουσία κάθε κυβέρνησης πηγάζει από τον λαό και δεν μπορεί να παραμένει ισχυρή αν λαός σταματήσει να την εμπιστεύεται.