ΕΝΑΣ ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ από τα παλιά, ο οποίος με τη χθεσινή εκδήλωση και ομιλία του θέλησε να υπενθυμίσει ότι είναι και αυτός εδώ. Αυτό ήταν το κύριο συμπέρασμα, το οποίο για άλλους ήταν θετικό (π.χ. για τη Γεροβασίλη και άλλα στελέχη του κύκλου του) και για άλλους αρνητικό (για όσους περίμεναν κάτι παραπάνω).
Η χθεσινή εκδήλωση προετοιμαζόταν εδώ και πολύ καιρό από τους συνεργάτες του. Εκτός από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που παραβρέθηκαν, με έκδηλη την αγωνία για το πολιτικό μέλλον τους, είχαν προσκληθεί και εκπρόσωποι επαγγελματικών φορέων και της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν με τη θεσμική ιδιότητά τους στο κάλεσμα του πρώην πρωθυπουργού.
Διαψεύστηκαν, όμως, όσοι είχαν προβλέψει ότι ο Αλέξης Τσίπρας χθες θα παρουσίαζε κάποια πολιτική πλατφόρμα και θα μιλούσε για όσα ταλανίζουν το κόμμα του. Αναφορές στο πρόβλημα που καίει τον εξατμιζόμενο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχαν, παρά μόνο κάποιες πολύ έμμεσες και γενικές περί ενότητας, όπως το «να μάθουμε πρόσθεση και πολλαπλασιασμό και να αφήσουμε τη διαίρεση και την αφαίρεση».
Για άλλη μια φορά δεν ακούστηκε αυτοκριτική για τις παραλείψεις και τα λάθη της κυβέρνησής του, για τους λόγους για τους οποίους αποδοκιμάστηκε στις εκλογές του 2019 και για τη συνεχιζόμενη καθοδική πορεία.
Η ομιλία του για την οικονομία κινήθηκε στη γραμμή του Γιάννη Δραγασάκη, ο οποίος είχε μιλήσει νωρίτερα. Μια αλλαγή που παρατηρήθηκε και σχολιάστηκε ιδιαίτερα ήταν η έντονη προσπάθεια εξευμενισμού του ΠΑΣΟΚ, με θετικές αναφορές ακόμα και στον Κώστα Σημίτη, ο οποίος ήταν μόνιμος στόχος για τις επιθέσεις του Α. Τσίπρα όταν ήταν πρωθυπουργός και για μια περίοδο τον παρουσίαζε περίπου ως τον μοναδικό υπεύθυνο για τα προβλήματα της χώρας. Τότε που απέφευγε κάθε αναφορά για την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Όπως έλεγαν, όμως, κάποιοι από το ΠΑΣΟΚ που παραβρέθηκαν με τη θεσμική τους ιδιότητα, η στροφή στη στάση του για το ΠΑΣΟΚ δεν συνοδεύτηκε από κάποια εξήγηση για τους λόγους για τους οποίους άλλαξε γνώμη και σήμερα λέει άλλα από αυτά που έλεγε στο παρελθόν.
Η δεξιά μετατόπιση προς το κέντρο χθες ήταν σαφής στον λόγο του. Κάποια από όσα είπε δεν διέφεραν ακόμα και από αυτά που λέει η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη για την ανάπτυξη, αλλά ούτε αυτό είναι κάτι καινούργιο, καθώς η στροφή αυτή συντελείται εδώ και καιρό.
Ως πολιτική πρόταση ανέδειξε την αναστροφή της φτωχοποίησης και μίλησε για «ένα περίγραμμα που το διατρέχουν 4 άλφα, που το ένα συμπληρώνει το άλλο», η ανάπτυξη, η αναδιανομή, η ανθεκτικότητα και η ασφάλεια – για την οποία είπε «ας μην το χαρίσουμε αυτό στη δεξιά». Η ασφάλεια ήταν, πράγματι, κάτι που το κόμμα του για χρόνια περιφρονούσε, αλλά τώρα για τον Αλέξη Τσίπρα είναι ένα από τα 4 άλφα, τα βασικότερα σημεία της πρότασής του, όπως είπε.
Άλλη μία αναφορά η οποία δείχνει τον νέο Τσίπρα που θέλει να παρουσιάσει, μέσω του rebranding που επιχειρεί, ήταν όταν είπε πως «η χώρα χρειάζεται άμεσα ένα μεγάλο αναπτυξιακό σοκ, εφάμιλλο των αντίστοιχων της περιόδου Τρικούπη και Βενιζέλου, για να μη χάσει οριστικά το τρένο της σύγκλισης». Ο Τρικούπης και ο Βενιζέλος, βεβαίως, δεν ήταν ποτέ πρόσωπα τα οποία είχε ως πολιτικά πρότυπα η ριζοσπαστική αριστερά.
Ανέφερε πως το μόνο παρήγορο και ελπιδοφόρο είναι ότι κάτι αρχίζει να κινείται στον χώρο της κοινωνικής αντιπολίτευσης, έχοντας μάλλον στον νου του την πρόσφατη συναυλία για τα Τέμπη. Με την απόσταση που κρατά δημοσίως από τις πολιτικές εξελίξεις (αν και παραμένει βουλευτής, αλλά δεν αναφέρεται πια στην ιδιότητά του αυτή), δήλωσε: «Η σημερινή ανισορροπία του πολιτικού συστήματος, ξέρετε, αν δεν αποκατασταθεί από τα αριστερά, ο κίνδυνος είναι να αποκατασταθεί ακόμα δεξιότερα, από την άνοδο της ακροδεξιάς».
Μίλησε επίσης για ό,τι θεωρεί πως χρειάζεται να γίνει και γι' αυτά που θα μπορούσε και η δική του κυβέρνηση να είχε κάνει, αλλά δεν έκανε, όπως «βαθιά μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και του κράτους, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μεγάλου έργου του παραγωγικού μετασχηματισμού της χώρας».
Για άλλη μια φορά δεν ακούστηκε αυτοκριτική για τις παραλείψεις και τα λάθη της κυβέρνησής του, για τους λόγους για τους οποίους αποδοκιμάστηκε στις εκλογές του 2019 και για τη συνεχιζόμενη καθοδική πορεία. «Μιλούσε σαν να τα είχε κάνει όλα σωστά», σχολίαζε ένας από τους θεσμικούς εκπροσώπους. Η απουσία αυτοκριτικής, ωστόσο, ναρκοθετεί τη δαπανηρή επιχείρηση rebranding που κάνει και την καθιστά άνευ ουσίας, αφού κάποιος που αδυνατεί να αντιληφθεί σε τι έφταιξε δεν μπορεί να αλλάξει.
Η αγωνία του να σβήσει, αντί να εξηγήσει, τους λόγους για τους οποίους αποδοκιμάστηκε εκλογικά δύο φορές διπλά και να ξαναγράψει την ιστορία του ήταν εμφανής, σε αντίθεση με την αγωνία για το κόμμα του, που δεν ήταν ορατή, παρότι στις τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφανίζεται με ποσοστό λίγο πάνω από 6%. Για την κατάληξη της πορείας του κόμματος, που η αγανάκτηση για την κρίση και τα μνημόνια το πήγαν στο 36% το 2015 και έκτοτε η πορεία του είναι μόνο καθοδική, δεν έχει δώσει καμία εξήγηση ακόμα, κι ας βιώνουν τις δραματικές της συνέπειες όσοι έχουν απομείνει.