ΣΤΑ ΠΑΡΚΑ ΠΑΝΤΑ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ αυτό το είδος ιδιοκτήτη σκύλου που δε συμβιβάζεται με το ενδεχόμενο να δέσει το ζωντανό του. Σαν να πρόκειται να φορέσει ο ίδιος λουράκι, σού πετάει κάποια χαριτωμένη φράση του στυλ «σε μυρίζει δεν δαγκώνει», ενώ σε σκανάρει με το βλέμμα κι ενώ το σκυλάκι έχει πιο πολλά δόντια κι απ' τα σαγόνια του καρχαρία.
Με ίδιες δόσεις αρρενωπής υπερηφάνειας υπερασπίζονται εδώ και καιρό τα «δικαιώματά» τους οι κυνηγοί. Δεν πρόκειται για δικαιώματα, αλλά για αίτημα συντήρησης μιας δυσλειτουργικής κατάστασης που παράγει αδέσποτα. Το ενδεχόμενο να επιβληθεί υποχρεωτική στείρωση (κάτι που οι φιλοζωικές οργανώσεις θέλουν πάρα πολύ) έχει αντιμετωπιστεί από τους ιδιοκτήτες κυνηγόσκυλων με τρόπο κάπως φρουδικό: δεν θέλουν να «ευνουχιστεί» το «εργαλείο» τους, αυτό δηλαδή που χρησιμοποιούν όταν εισέρχονται ανέλεγκτοι στο περιβάλλον άλλων έμβιων όντων κι από ευχαρίστηση σκοτώνουν μερικά.
Στη χώρα μας τα καταφύγια ζώων είναι γεμάτα κυνηγόσκυλα και τσοπανόσκυλα. Είναι τα «εργαλεία» που δεν δούλεψαν. Πρόκειται για σκυλιά που φοβούνται τον κρότο του όπλου ή για άλλα που «περίσσεψαν». Ίσως δεν τρέχανε καλά, ίσως κουράσανε, ίσως δεν άντεχαν το ξύλο. Καταλήγουν σε γκρεμούς, σκουπίδια ή με μια σφαίρα στο κούτελο.
Αυτό επιχειρείται ν' αλλάξει τώρα με νόμο και οι επιδραστικές προσπάθειες ψαράδων, κυνηγών κι άλλων ισχυρών ανδρών να μείνουν τα πράγματα όπως είναι, αποδεικνύει πόσο πολύ χρειαζόμαστε πολίτες με οικολογική συνείδηση που θα ασκούν πιέσεις και θα ελέγχουν τα κόμματα για την «πρασινότητά» τους, που θα διαδηλώνουν, θα γράφουν και θα φωνάζουν προκειμένου ν' ακουστούν τα ζώα, τα φυτά και οι επόμενες γενιές-όσα, δηλαδή, στερούνται δικής τους φωνής.
Η οικολογία είναι δύσκολη πολιτικά, προϋποθέτει μια μετατόπιση προς τα εμπρός κι από τους ψηφοφόρους κι απ' τους πολιτικούς-κάνεις κάτι τώρα, για να διαφυλάξεις ότι θα υπάρχει μέλλον.
Υπάρχει εδώ και καιρό μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση για το εάν τα ζώα έχουν δικαιώματα. Η σχετική βιβλιογραφία είναι ήδη εκτενής και υψηλού επιπέδου. Όμως, παρά την έντονη ακαδημαϊκή συζήτηση και την ελπιδοφόρα εκδοτική παραγωγή γύρω από οικολογικά θέματα και παρά τα βίγκαν μαγαζιά που ξεπηδούν με επιτυχία στην πόλη, το περιβάλλον δεν είναι κεντρικό θέμα στη χώρα μας, η οποία καταπίνει αμάσητο ό,τι έρχεται απ' την ΕΕ σε οικολογική συσκευασία, αφού δική της πολιτική δεν έχει.
Είναι εντυπωσιακό πόσο απουσιάζουν απ' την Ελλάδα ισχυρά, υπολογίσιμα οικολογικά κινήματα. Αυτό ίσως αλλάξει, καθώς όλο και περισσότεροι νέοι ξεσηκώνονται για το περιβάλλον (υπήρξαν και σχετικές διαδηλώσεις, μακάρι να προκύψουν οργανώσεις). Για την ώρα η χώρα είναι καθηλωμένη σε παρωχημένες ιδεολογίες για την ανάπτυξη, έχει μια προβληματικά πολωτική προσέγγιση για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ή τέλειες ή επικίνδυνος, καπιταλιστικός δούρειος ίππος σε πράσινο περιτύλιγμα) ενώ οι βίγκαν κι οι φιλόζωοι θεωρούνται περίεργες περσόνες που υποκύπτουν στην κάθε είδους «μόδα».
Κι ενώ η διεθνής συζήτηση φουντώνει για την ενέργεια, το κλίμα και την παγκόσμια απειλή που θέτει η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, τα γνωστά μας πολιτικά κόμματα φαίνεται να μην έχουν βρει τρόπο να ενσωματώσουν πειστικά, ειλικρινείς «πράσινες» προοπτικές στα προγράμματά τους. Δεν εκπλήσσομαι μ' αυτήν την καθυστέρηση. Η προστασία του περιβάλλοντος είναι κάτι που κάνεις τώρα, για να ωφεληθούν οι μελλοντικές γενιές.
Αυτή η χώρα έχει αποδείξει εμπράκτως πόσο ενδιαφέρεται για τις επόμενες γενιές. Νόμοι για το περιβάλλον πέρασαν μες στην περίοδο της πανδημίας και της βίαιης, διαρκούς καταστολής μεταθέτοντας τον δημοκρατικό διάλογο από τον κοινό δημόσιο χώρο στα σόσιαλ (με όλα τα προβλήματά τους), ενώ τα προοδευτικά κόμματα της χώρας είναι τόσο γελοιωδώς πίσω στα πράσινα θέματα σε σχέση με τις αντίστοιχες παρατάξεις άλλων χωρών που η σύγκριση φέρνει αμηχανία και λύπη. Η οικολογία είναι δύσκολη πολιτικά, προϋποθέτει μια μετατόπιση προς τα εμπρός κι από τους ψηφοφόρους κι απ' τους πολιτικούς-κάνεις κάτι τώρα, για να διαφυλάξεις ότι θα υπάρχει μέλλον.
Όμως, μετά την εμπειρία της πανδημίας (σπουδαίο παράδειγμα κοινού, παγκόσμιου κινδύνου), μετά τις φονικές φωτιές στη χώρα μας κι αλλού, σχεδόν κάθε καλοκαίρι, μετά τη γενική συνειδητοποίηση ότι το κλίμα διαλύεται και γινόμαστε μια πύρινη κόλαση με τοξικό αέρα, πλαστικό και μολυσμένα νερά, δεν νομίζω ότι είναι τόσο δύσκολο να βρει κανείς έναν πειστικό τρόπο να μιλήσει στους πολίτες για την οικολογική καταστροφή. Τα κόμματα θα έπρεπε να ανταγωνίζονται μεταξύ τους ποιο είναι πιο πράσινο, ενώ σε επίπεδο πολιτών χρειαζόμαστε μια ουσιώδη συζήτηση για το τι είδους οικολογία θέλουμε. Αλλά τι λέω; Οι πράσινες φλυαρίες φέρνουν πλήξη και για την ώρα είμαστε προσκολλημένοι σ' ένα άλλο στάδιο, όπου κενολογίες όπως «φιλόζωος» ή «πράσινη ανάπτυξη» μπορεί να υπονοούν υπερβολικά πολλά πράγματα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.