ΤΟ ΝΕΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ το οποίο διαμορφώθηκε μετά τις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις (Μαΐου και Ιουνίου) και τις βαριές ήττες ήταν αναμενόμενο ότι θα πυροδοτούσε εξελίξεις και σενάρια διαδοχής στον ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ήταν οφθαλμοφανές ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχε εξαντλήσει το πολιτικό του κεφάλαιο. Το σκληρό λεξιλόγιο δεν έφερε πόντους, οι συνεχείς επιθέσεις εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είχαν αντίκρισμα και οι αναχρονιστικές πρακτικές αποδοκιμάστηκαν μεγαλοπρεπώς.
Τι θα φέρει η επόμενη μέρα; Και πώς σε αυτήν τη νέα πολιτική περίοδο μπορεί να αυξήσει ξανά την εκλογική του επιρροή; Νομίζω ότι θα είναι αρκετά χρήσιμο για τον ΣΥΡΙΖΑ να αντλήσει έμπνευση από τον εσωκομματικό μαραθώνιο της Νέας Δημοκρατίας και την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία του κόμματος. Τότε ο σημερινός πρωθυπουργός πρότασσε ως κινητήριο δύναμή του την ιδέα ότι η Νέα Δημοκρατία θα αποτελούσε τη ναυαρχίδα έκφρασης του «μετώπου της κοινής λογικής» και ότι αυτό «δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με λογικές "ώριμου φρούτου"». Και δήλωνε: «Το πρώτο βήμα είναι η δημιουργική ανανέωση της ΝΔ. Η διεύρυνσή της θα είναι το αποτέλεσμα».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικράτησε τότε επί του αντιπάλου του, Βαγγέλη Μεϊμαράκη, ανατρέποντας όλα τα προγνωστικά. Η Ιστορία τον δικαίωσε και σήμερα είναι ένας από τους πιο ισχυρούς πρωθυπουργούς της μεταπολιτευτικής περιόδου. Η Νέα Δημοκρατία επί των ημερών του εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο, κεντροδεξιό και φιλοευρωπαϊκό κόμμα. Παρ' όλη την αναπόφευκτη κυβερνητική φθορά, όχι μόνο διεκδίκησε αλλά κυριάρχησε πλήρως στον μεσαίο χώρο, ενώ η τακτική της κυβέρνησης απέναντι στην αξιωματική αντιπολίτευση κρίθηκε ολικά αποτελεσματική.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτήν τη στιγμή έχει ανάγκη από ένα ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα ώστε να εξελιχθεί σε βασικό εκφραστή μιας σύγχρονης αριστεράς, ακόμη και να ανοιχτεί στο ευρύτερο τοπίο της σοσιαλδημοκρατίας.
Σε αυτό συνετέλεσε και το άνοιγμα σε πρόσωπα του κέντρου και του σημιτικού μπλοκ. Η διεύρυνση αποτελεί για τη Νέα Δημοκρατία πάγια αντίληψη όσον αφορά τον σχηματισμό κυβέρνησης, με προσθήκες στους κόλπους του κόμματος προσωπικοτήτων που δεν προέρχονται από τον «γαλάζιο» μηχανισμό. Ας μην εστιάσουμε στις πολιτικές μεταγραφές που επιχείρησε ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια, γιατί προκαλούν θλίψη και απορίες. Οπότε, εν ολίγοις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποδείχθηκε ο κατάλληλος άνθρωπος για τη Νέα Δημοκρατία, σε μια κρίσιμη συγκυρία για το μέλλον του κόμματος.
Επιστρέφοντας, λοιπόν, στη μάχη της ηγεσίας για τον ΣΥΡΙΖΑ, νομίζω ότι χρειάζεται άμεσα να κινηθεί σε διαφορετικό πλαίσιο. Η καινούργια σελίδα του κόμματος στο συνέδριο ανασυγκρότησης που θα ακολουθήσει χρειάζεται να εμπλουτιστεί από την επιχείρηση μετριοπάθειας του Κυριάκου Μητσοτάκη, αντί της συνταγής πόλωσης του Αλέξη Τσίπρα και της στενής του ομάδας. Ρεύματα, τάσεις, «ομπρέλες» απέτυχαν παταγωδώς να εκφράσουν μια ξεκάθαρη εικόνα που θα έδειχνε ότι έχουν λύσεις στα προβλήματα των πολιτών.
Η υπερβολική επιθετικότητα, η εμμονική και αδιέξοδη καταστροφολογία, ο κυνισμός και η υποδόρια ενίσχυση μιας χυδαίας συνθηματολογίας που είχε αποδέκτη τον σημερινό πρωθυπουργό, το τεχνοκρατικό έλλειμμα και το αποτυχημένο σκεπτικό ότι είχαμε «τη χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης» κόστισαν στο κόμμα της αριστεράς. Ο Αλέξης Τσίπρας ηττήθηκε πανηγυρικά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και οι αιτίες πρέπει να απασχολήσουν τους υποψήφιους αρχηγούς, τα μέλη και τους πιστούς οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλείται σήμερα να βγει από τη δίνη στην οποία έχει βρεθεί και να δώσει την πιο κρίσιμη υπαρξιακή του μάχη, παρόλο που μέχρι στιγμής δεν έχουμε ακούσει ούτε μια λέξη και δεν έχουμε δει ίχνος αυτοκριτικής για τα αλλεπάλληλα λάθη, τις τακτικές επιλογές και τις παραφωνίες που τον οδήγησαν στο 17%. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτήν τη στιγμή έχει ανάγκη από ένα ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα ώστε να εξελιχθεί σε βασικό εκφραστή μιας σύγχρονης αριστεράς, ακόμη και να ανοιχτεί στο ευρύτερο τοπίο της σοσιαλδημοκρατίας.
Απαιτείται να αφήσει πίσω του τον αντιφατικό τοξικό λόγο, να κάνει έναν ολικό απολογισμό, να εγκαταλείψει την υπερφίαλη και τυχοδιωκτική πολιτική, λες και βρισκόμαστε ακόμη στην περίοδο του 2015. Αν δεν κατανοήσει ότι η πολιτική του φυσιογνωμία είναι άκρως γερασμένη και ότι οι πολίτες δεν έχουν ανάγκη από διαπιστώσεις γενικού περιεχομένου, συνθήματα, φωνές, άκρατο λαϊκισμό, κλισέ και κύματα αγανάκτησης, δεν υπάρχει ελπίδα παρουσίας του στον πολιτικό στίβο.
Οι εποχές έχουν αλλάξει. Ο κόσμος ελκύεται από ιδέες που απαντούν σε σύγχρονες προκλήσεις και προβληματισμούς. Τα ακανθώδη ζητήματα που απασχολούν όλους αφορούν την κλιματική αλλαγή, τις τεχνολογικές εξελίξεις, την ενεργειακή κρίση, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε τίποτα να πει για όλα αυτά. Είναι ενδεικτικά όσα είπε ο επικεφαλής της εκλογικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, Διονύσης Τεμπονέρας, για τη σχέση κόμματος και κοινωνίας στην Πολιτική Γραμματεία, σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Η ανυπαρξία στον συνδικαλιστικό χώρο, στη νεολαία, στην αυτοδιοίκηση, είναι εκκωφαντική. Δεν υπήρξαμε ποτέ κόμμα των εργατών, της νεολαίας, των επιστημόνων, των αγροτών και της διανόησης».
Είναι προφανές ότι οι απαιτήσεις της κοινωνίας επιβάλλουν έναν ήπιο, ορθό και πειστικό λόγο. Χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα πλέγμα προτάσεων και να προχωρήσουν σε μια γρήγορη επανεκκίνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τεράστιο μέρος των ψηφοφόρων του όχι μόνο επειδή κυριάρχησε ο «πολακισμός» αλλά και επειδή απέτυχε να εκφράσει έναν μοντέρνο προγραμματικό λόγο.
Ωστόσο, το ζήτημα που προκύπτει από τις εκλογικές επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι αυτές δεν αφορούν μόνο το θέμα της πολιτικής του επιβίωσης. Η αποκατάσταση της πολιτικής ισορροπίας και η επαναφορά στο σύστημα του κραταιού δικομματισμού συγκροτούν ένα απαραίτητο θεσμικό αντίβαρο.
Οι προβολείς είναι στραμμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ. Και οι επόμενοι μήνες θα αποδειχθούν καθοριστικοί για το πολιτικό του μέλλον. Επομένως, ένα ακόμη στρατηγικό λάθος και τα φώτα στο γήπεδο είναι πολύ πιθανόν να σβήσουν οριστικά. Η ομάδα όχι μόνο θα μείνει χωρίς προπονητή και παίκτες αλλά και χωρίς φιλάθλους. Γιατί το έργο «ΣΥΡΙΖΑ στα κάγκελα» δεν θα κόβει πλέον εισιτήρια. Και είναι εντελώς απαράδεκτο για ένα κόμμα που κυβέρνησε για πέντε ολόκληρα χρόνια να μην μπορεί να παράγει καινοτόμες ιδέες.
Οπότε, στις κομματικές διεργασίες που θα ακολουθήσουν και στις συζητήσεις που θα διεξαχθούν για την ταυτοτική κρίση, καλό θα είναι να αναζητήσουν για ηγέτη έναν αντι-Μητσοτάκη και όχι «δέκα μικρούς Τσίπρες».