Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ θεωρεί μονόδρομο την αυτοδυναμία. Ο Αλέξης Τσίπρας θέλει συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργό τον ίδιο. Ο Νίκος Ανδρουλάκης πηγαίνει «βλέποντας και κάνοντας».
Μετά την ανακοίνωση της ημερομηνίας των εκλογών από τον πρωθυπουργό για τις 21 Μαΐου ξεκινάει ένα ταξίδι περίπου πενήντα ημερών κυριολεκτικά «στο άγνωστο» με βάρκα την ελπίδα. Κανένα κόμμα δεν έχει ρεύμα στην κοινωνία αυτήν τη στιγμή και πλην των κομματικών οπαδών, οι περισσότεροι πολίτες που θα πάνε στην κάλπη φαίνεται ότι θα ψηφίσουν με τη λογική του μικρότερου κακού.
Εκφράζονται ωστόσο σοβαρές ανησυχίες για το πόσοι θα πάνε στις κάλπες στις 21 Μαΐου, καθώς υπάρχουν εκτιμήσεις για μεγάλη αποχή ως εκδήλωση διαμαρτυρίας απέναντι στις «διαχρονικές παθογένειες του πολιτικού συστήματος», που παραμένουν ακόμα και όταν οι κυβερνήσεις αλλάζουν.
Κανένα κόμμα δεν έχει ρεύμα στην κοινωνία αυτήν τη στιγμή και πλην των κομματικών οπαδών, οι περισσότεροι πολίτες που θα πάνε στην κάλπη φαίνεται ότι θα ψηφίσουν με τη λογική του μικρότερου κακού.
Οι περισσότεροι εκλογολόγοι επισημαίνουν ότι καμία πρόβλεψη δεν είναι ασφαλής αυτή την περίοδο. Το μόνο που ξέρουμε είναι οι στόχοι των δύο κομμάτων, της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε καν του ΠΑΣΟΚ δεν γνωρίζουμε, που ίσως παίξει καθοριστικό ρόλο, αν κανένας από τους δύο δεν καταφέρει να πετύχει μια σαφή νίκη, ενδεχόμενο που δεν μπορεί να αποκλειστεί. Κι αυτό διότι το ΠΑΣΟΚ με τον νέο πρόεδρό του, σύμφωνα με όσα έλεγαν αρχικά, δεν σκόπευαν να συμμετάσχουν στην επόμενη κυβέρνηση, αλλά τώρα το αφήνουν ανοιχτό, χωρίς να είναι και πάλι βέβαιο ότι το θέλουν.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρά τις ασφυκτικές πιέσεις που δέχεται για να διαλέξει πλευρά, προτιμά να πηγαίνει «βλέποντας και κάνοντας», σταθμίζοντας τα δεδομένα και μετρώντας τις αντιδράσεις. Είναι άλλωστε κοινό μυστικό ότι, εκτός από κάποιους που πράγματι δεν θέλουν να συμμετέχει το ΠΑΣΟΚ στην επόμενη κυβέρνηση, το υπόλοιπο κόμμα είναι μοιρασμένο ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να συμμαχήσουν με τον Κ. Μητσοτάκη και σε αυτούς που θέλουν να συμμαχήσουν με τον Αλ. Τσίπρα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά τη ρητή άρνηση του Ανδρουλάκη να συναινέσει σε μια νέα θητεία με τον ίδιο πρωθυπουργό, έχει στόχο την αυτοδυναμία που ελπίζει να πετύχει σε δεύτερες εκλογές. Για να πάει η χώρα σε δεύτερες εκλογές, όμως, δεν πρέπει ούτε οι αντίπαλοί του να καταφέρουν να σχηματίσουν κυβέρνηση στις πρώτες, πράγμα που δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο.
Ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκει τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργό τον ίδιο. Για να συμβεί αυτό, πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να βγει πρώτο κόμμα στις 21 Μαΐου, κάτι που θεωρεί πιθανότερο μετά τα Τέμπη και τη διαμαρτυρία που εύχεται να εισπράξει η κυβέρνηση στην πρώτη κάλπη, έστω και με την αποχή των απογοητευμένων ψηφοφόρων της.
Το «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» του Νίκου Ανδρουλάκη εκνευρίζει σε έναν βαθμό και τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά έχει αποφασίσει να το αγνοεί, πιστεύοντας ότι δεν το εννοεί και το λέει μόνο για να ανεβάσει τις μετοχές του προεκλογικά. Στον ΣΥΡΙΖΑ οι προεδρικοί θεωρούν δεδομένο ότι αν βγουν πρώτο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ θα συνεργαστεί μαζί τους, «ας κάνουν προεκλογικά τους δύσκολους», και δεν συζητούν καν το ενδεχόμενο να μην είναι πρωθυπουργός ο Τσίπρας.
Αν υπάρχει ένα σημείο σύγκλισης μεταξύ των τριών παικτών, αυτό είναι ότι θεωρούν καθοριστικής σημασίας το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου, κάτι που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συμμεριστούν και οι ψηφοφόροι.
Στη Νέα Δημοκρατία κυρίως, αλλά σε έναν βαθμό και στον ΣΥΡΙΖΑ, φοβούνται την ψήφο διαμαρτυρίας που θα κατευθυνθεί σε μικρότερα κόμματα ή και την αποχή στις επερχόμενες εκλογές από ψηφοφόρους που θα θεωρήσουν ως δεδομένο ότι θα υπάρξουν και δεύτερες, οι οποίες θα είναι εκείνες που θα κρίνουν την κυβέρνηση.
Αν η ψήφος τιμωρίας όμως ή η αποχή οδηγήσει τη Νέα Δημοκρατία σε μεγάλες απώλειες την Κυριακή της 21ης Μαΐου, ή ακόμα κι αν «έρθει ισοπαλία» με τον ΣΥΡΙΖΑ, γνωρίζει ότι κινδυνεύει να μην υπάρξει καν δεύτερος γύρος. Οπότε αυτές τις πένηντα μέρες θα ρίξει όλες τις δυνάμεις του για να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους της να πάνε στις κάλπες την 21η Μαΐου, έστω και με βαριά καρδιά.
Στον ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνουν από τις δημοσκοπήσεις ότι ούτε αυτοί έχουν κάποιο ρεύμα στην κοινωνία. Γνωρίζουν ότι πρέπει να αντιμετωπίσουν το «όλοι ίδιοι είναι» και το «γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θα τα έκανε καλύτερα;» μαζί με την αποχή και την ψήφο διαμαρτυρίας που θα διοχετευθεί σε μικρότερα κόμματα. Από την άλλη, θεωρούν μοναδική ευκαιρία τις απώλειες της κυβέρνησης σε αυτήν τη συγκυρία, που δεν πρέπει να χαθεί. Άρα και το δικό τους στοίχημα είναι να κερδίσουν όσο το δυνατόν περισσότερους ψηφοφόρους στις πρώτες κάλπες, και για να μην υπάρξουν δεύτερες.
Ακριβώς το ίδιο επιθυμεί και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ., για τους δικούς του λόγους. Η απογοήτευση, μετά τις υποκλοπές και τα Τέμπη, αρκετών κεντρώων και εκσυγχρονιστών ψηφοφόρων του Κ. Μητσοτάκη (σημαντικό μέρος τους προέρχεται από το παλιό «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ) αλλά και κεντροαριστερών που ψήφισαν τον Αλ. Τσίπρα, ελπίζοντας σε μια αλλαγή που δεν ήρθε, είναι η ευκαιρία του Νίκου Ανδρουλάκη, σύμφωνα με στελέχη κόμματος. Γι' αυτό και ο στόχος της προεκλογικής του καμπάνιας είναι να κερδίσει όσους έχουν θυμώσει με τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ και πιστεύει ότι την 21η Μαΐου μπορεί να πετύχει ένα καλό ποσοστό.
Αντιλαμβάνεται, όμως, ότι αν η χώρα οδηγηθεί σε δεύτερες εκλογές, το κλίμα μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ θα πολωθεί σε ακραίο βαθμό και εκεί δύσκολα θα καταφέρει να διατηρήσει τα ποσοστά που θα έχει κερδίσει στον πρώτο γύρο. Γι' αυτό και δεν έχει κανένα λόγο να επιθυμεί τη διενέργεια δεύτερων εκλογών.
Στο μεταξύ, αν και ανακοινώθηκε η ημερομηνία των εκλογών, ο πρωθυπουργός πρέπει να επικαλεστεί τώρα και κάποιον σοβαρό εθνικό λόγο, αφού, αν και μένει ένα μικρό διάστημα, η θητεία της κυβέρνησης δεν έχει ολοκληρωθεί. Η πρόωρη διάλυση της Βουλής προβλέπεται μόνο για σοβαρό εθνικό λόγο, η επίκληση του οποίου δεν ανταποκρίνεται στο κλίμα των χαμηλών τόνων που επιδιώκεται τελευταία στα ελληνοτουρκικά.