Πριν από 40 χρόνια το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, που σφράγισε την περίοδο της μεταπολίτευσης, κέρδιζε τις εκλογές με 48,07%, για να σχηματίσει την πρώτη κυβέρνηση σοσιαλιστών στην Ελλάδα. Σήμερα, συρρικνωμένο καθώς είναι πια και υπό την ομπρέλα του ΚΙΝΑΛ, η εκλογική του δύναμη έχει πέσει στο 8,10%, όπως αυτή καταγράφηκε στις τελευταίες εκλογές. Έκτοτε η ηγεσία του, δηλαδή η Φώφη Γεννηματά, βρίσκεται υπό συνεχή αμφισβήτηση, παρότι κατάφερε να ανεβάσει τα εκλογικά ποσοστά από εκεί που είχαν πέσει με τον Ευάγγελο Βενιζέλο (4,68%) και να κρατήσει το κόμμα ενωμένο.
Η ανάδειξη της νέας ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής γίνεται για να βάλει τέλος στην εσωστρέφεια και την αμφισβήτηση, ώστε να επιχειρηθεί η ανασυγκρότηση του.
Εύκολο; Όχι, γιατί υπάρχουν αρκετές και σοβαρές αντιθέσεις μεταξύ των διεκδικητών της ηγεσίας και όσους τους ακολουθούν. Οι υποψήφιοι ως τώρα είναι τέσσερις: η σημερινή πρόεδρος, Φώφη Γεννηματά, ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Χάρης Καστανίδης.
Στο ΚΙΝΑΛ τόσα χρόνια αποφεύγουν να κάνουν μια γενναία αυτοκριτική προκειμένου να εξευμενίσουν όσους με οργή τους εγκατέλειψαν το 2012. Και παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει στάσιμος και δυσκολεύεται να αυξήσει τις δυνάμεις του, παρά την κυβερνητική φθορά, ούτε το ΚΙΝΑΛ καταφέρνει να πάρει τον κόσμο του πίσω.
Από την ακμή στην παρακμή και η χαμένη ευκαιρία
Το ΠΑΣΟΚ είναι το κόμμα που πλήρωσε την οικονομική κρίση ακριβότερα από όλα, καθώς ήταν η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου στης οποίας τα χέρια έσκασε η χρεοκοπία της χώρας. Ο γιος του ιδρυτή και τελευταίος πρωθυπουργός του ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να αποφύγει ούτε την προσφυγή στο ΔΝΤ, ούτε τους εξωπραγματικούς –όπως τους είχε χαρακτηρίσει ο Κώστας Σημίτης– στόχους της δανειακής σύμβασης που περιείχε το μνημόνιο που τη συνόδευε και το οποίο συνέβαλε στην όξυνση της κρίσης και στη βαθιά ύφεση που ακολούθησε. Όλα αυτά, μαζί με ατυχείς πολιτικούς χειρισμούς, είχαν ως αποτέλεσμα την καθίζησή του.
Το 2012, μετά από ένα έντονο παρασκήνιο που είχε προηγηθεί όλο το προηγούμενο διάστημα και την παραίτηση του Γιώργου Παπανδρέου, ο Βαγγέλης Βενιζέλος έγινε ο 4ος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος το οδήγησε στα χαμηλότερα ποσοστά που είχε λάβει ποτέ. Από πρώτο κόμμα με 43,92% που είχε πάρει το ΠΑΣΟΚ στις βουλευτικές εκλογές του 2009, έφτασε το 2015 να γίνει το 7ο κόμμα της Βουλής με 4,68%.
Τον Βαγγέλη Βενιζέλο διαδέχθηκε στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ η Φώφη Γεννηματά που έγινε η 5η πρόεδρος στην εποχή της πολιτικής του παρακμής. Κατάφερε όμως να φέρει αρκετούς ψηφοφόρους πίσω, αυξάνοντας σημαντικά τα εκλογικά ποσοστά, αν και παραμένοντας πολύ μακριά από τα παλαιά του μεγέθη.
Όταν κάποιοι έβλεπαν ως υποψήφιο διάδοχο του ΠΑΣΟΚ τον Πιερρακάκη
Ένα ενδιαφέρον παραλειπόμενο από τη διαδοχή του Βαγγέλη Βενιζέλου, που σήμερα δεν θυμούνται πολλοί, είναι ότι σε πολλά ρεπορτάζ της εποχής μεταξύ των ενδιαφερόμενων για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ συμπεριλαμβανόταν και το όνομα του νυν υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Κυριάκου Πιερρακάκη, που τότε μόλις είχε αρχίσει να ακούγεται.
Την εποχή εκείνη η ηγεσία είχε ανοίξει συζήτηση για το αν το ΠΑΣΟΚ θα προχωρούσε σε εκλογή προέδρου από τη βάση ή θα οργάνωνε εκλογικό συνέδριο, αφού πρώτα άλλαζε το καταστατικό του για να καταστεί εφικτό. «Το τελευταίο θα βοηθούσε τα λιγότερο γνωστά στελέχη, όπως ήταν τότε ο Πιερρακάκης, ειδικά αν είχαν και την εύνοια της απερχόμενης ηγεσίας που ήταν σε θέση να ελέγξει σε ένα βαθμό τους μηχανισμούς του κόμματος» αναφέρει ένα από τα λεγόμενα ιστορικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, που σήμερα έχει αποστασιοποιηθεί.
Δημοσιεύματα του 2012 ανέφεραν τον Κυριάκο Πιερρακάκη ως έναν από τους πιο στενούς συνεργάτες του Βενιζέλου. Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είχε πει ότι θα ήθελε να τον διαδεχθεί κάποιος από τη νεότερη γενιά, ωστόσο δεν είχε προβεί σε ονομαστική αναφορά. Ο ίδιος ο Κυριάκος Πιερρακάκης έχει δηλώσει ότι «εκείνοι που του άνοιξαν τον δρόμο ήταν η Άννα Διαμαντοπούλου και ο Ευάγγελος Βενιζέλος».
Η υποψηφιότητά του πάντως δεν προχώρησε και η εκλογή προέδρου έγινε πάλι από τη βάση. Λίγους μήνες μετά την αποχώρηση του Βαγγέλη Βενιζέλου από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ο Κυριάκος Πιερρακάκης πήγε στη Νέα Δημοκρατία για να συνεχίσει εκεί την πολιτική του καριέρα.
Η ΦΩΦΗ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ αύξησε τους ψηφοφόρους από 289.469, που είχε προσελκύσει τον Ιανουάριο του 2015 ο Βαγγέλης Βενιζέλος, σε 457.527 που καταμετρήθηκαν στις τελευταίες εκλογές του 2019, όπου το ΠΑΣΟΚ συμμετείχε ως «Κίνημα Αλλαγής». Παρότι πολλοί την αμφισβητούσαν, κατάφερε να κρατήσει το κόμμα της ζωντανό και να το ενισχύσει, όταν όλοι στοιχημάτιζαν στη διάλυσή του, και οδήγησε πολλούς στο να διαπιστώσουν ότι η συνέχιση της καθοδικής πορείας δεν ήταν τελικά αναπόφευκτη.
Οι πιο απαισιόδοξοι σήμερα αναρωτιούνται «για πόσο ακόμα». Οι αισιόδοξοι ελπίζουν ότι μια μέρα το ΚΙΝΑΛ μπορεί να ξαναγίνει το ισχυρό ΠΑΣΟΚ που ήταν κάποτε. Θα έχει όμως άλλη ευκαιρία;
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές η μεγάλη ευκαιρία που έχασε το ΠΑΣΟΚ να επανέλθει ήταν μετά το φιάσκο του δημοψηφίσματος το 2015 και την ψήφιση του τρίτου μνημονίου που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ το εγκατέλειψαν το 2012 επειδή αισθάνθηκαν ότι τους πρόδωσε φέρνοντας τα μνημόνια και κατευθύνθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ που υποσχόταν ότι θα τα σκίσει.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ όμως πήρε την εξουσία και δεν τήρησε τις δεσμεύσεις του, αποδεχόμενος πλήρως τα προηγούμενα δύο μνημόνια και φέρνοντας ένα τρίτο, ήταν η μεγάλη ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ για να επαναπατρίσει τους ψηφοφόρους που τον είχαν εγκαταλείψει ακολουθώντας τις «αυταπάτες» του Αλέξη Τσίπρα.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ εκμεταλλεύτηκε τον θυμό των απογοητευμένων ψηφοφόρων μας και “καβάλησε” το κύμα της οργής που τον οδήγησε στην εξουσία, αλλά ούτε αυτός κατάφερε να ανατρέψει την πολιτική που επέβαλαν οι Βρυξέλλες και το ΔΝΤ. Απέσπασαν τις ψήφους των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ με την πλάνη ότι εκείνοι θα τα κατάφερναν και αποδείχθηκε ότι ήταν οι πιο ανίδεοι και επικίνδυνοι για τη χώρα» αναφέρει στέλεχος του ΚΙΝΑΛ.
Η ηγεσία του κόμματος όμως δεν είχε συνέλθει ακόμα τότε από το σοκ της συντριβής, την κατέτρωγαν οι εσωτερικές έριδες και δεν διέθετε κανένα σχεδιασμό, προκειμένου να διεκδικήσει τη χαμένη της ισχύ.
Επιπλέον, στο ΚΙΝΑΛ τόσα χρόνια αποφεύγουν να κάνουν μια γενναία αυτοκριτική προκειμένου να εξευμενίσουν όσους με οργή τους εγκατέλειψαν το 2012. Και παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει στάσιμος και δυσκολεύεται να αυξήσει τις δυνάμεις του, παρά την κυβερνητική φθορά, ούτε το ΚΙΝΑΛ καταφέρνει να πάρει τον κόσμο του πίσω.
«Αν κάναμε λάθη, θα το κρίνει η ιστορία» μας είπε ένας από τους υποψήφιους, δικαιολογώντας την έλλειψη αυτοκριτικής για τα λάθη. Ίσως γιατί τελικά όσοι έμειναν στο ΚΙΝΑΛ να πιστεύουν ότι δεν έγιναν λάθη. «Τον Ελευθέριο Βενιζέλο τον αποκαλούσαν προδότη για χρόνια, αλλά η ιστορία τον δικαίωσε» υποστήριξε το στέλεχος του ΚΙΝΑΛ, εκτιμώντας προφανώς ότι έτσι θα τους δικαιώσει κι εκείνους.
Η αναζήτηση νέας ταυτότητας και το φάντασμα του ΠΑΣΟΚ
Σαράντα χρόνια μετά την πρώτη ιστορική νίκη του Ανδρέα Παπανδρέου τον Οκτώβριο του 1981 και δέκα χρόνια μετά την παραίτηση του τελευταίου πρωθυπουργού του ΠΑΣΟΚ, Γιώργου Παπανδρέου, τον Νοέμβριο του 2011, το Κίνημα Αλλαγής επιχειρεί να επανακαθοριστεί για άλλη μια φορά και να εκλέξει νέα ηγεσία.
Πριν από το σχήμα του Κινήματος Αλλαγής, το ΠΑΣΟΚ είχε κατέβει σε ευρωεκλογές επί ηγεσίας Βενιζέλου ως «ΕΛΙΑ», επειδή τότε θεωρούσαν ότι το brandname του ΠΑΣΟΚ είχε αρνητική απήχηση, ενώ στις πρώτες εκλογές με τη Φώφη Γεννηματά το ΠΑΣΟΚ συμμετείχε ως «Δημοκρατική Συμπαράταξη».
Τον Ιούλιο του 2017 η Φώφη Γεννηματά ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός νέου κεντροαριστερού φορέα με εκλογή προέδρου από τη βάση, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο και ανέδειξε ξανά εκείνη, ενώ λίγο αργότερα ανακοινώθηκε το όνομα του «Κινήματος Αλλαγής» και το εξαμελές Πολιτικό Συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχαν ο Σταύρος Θεοδωράκης και ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος, που έφυγαν, ο Νίκος Ανδρουλάκης που ήταν ο αντίπαλός της για την προεδρία, ο Γιώργος Καμίνης και ο Γιώργος Παπανδρέου που είχε φύγει επί ηγεσίας Βενιζέλου ιδρύοντας δικό του νέο κόμμα, αλλά γύρισε πίσω.
Σήμερα, βλέποντας κάποιοι από το ΚΙΝΑΛ τον Αλέξη Τσίπρα να εμφανίζεται ως ΠΑΣΟΚ και να παρουσιάζει τον ΣΥΡΙΖΑ σαν συνέχεια του, αλλά και τη νοσταλγία που εκφράζεται από τους παλαιότερους, όλο και περισσότεροι ζητούν την επιστροφή στην ταυτότητα και στα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ, παρότι υπάρχει σοβαρή διαφωνία από εκείνους που το θεωρούν πλέον ρετρό. Το ζήτημα αυτό τίθεται πάντως ως κεντρικό από τον Ανδρέα Λοβέρδο, ο οποίος έχει δηλώσει ότι αν εκλεγεί, θα επαναφέρει το όνομα και τα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ.
Η Φώφη Γεννηματά έχει καταστήσει σαφές ότι δεν συμφωνεί με αυτό, υποστηρίζοντας ότι το ΠΑΣΟΚ δεν χάθηκε, αλλά υπάρχει και είναι η ψυχή του ΚΙΝΑΛ, ενώ έχει υπονοήσει ότι ήταν τα οικονομικά προβλήματα εκείνα που δημιούργησαν την ανάγκη για έναν νέο φορέα, προκειμένου να ξεπεραστούν.
Τα οικονομικά ζητήματα του παρελθόντος, πάντως, εξακολουθούν να αποτελούν ταμπού και δεν γίνεται καμία ανοιχτή συζήτηση για αυτά. Σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, έχουν διαπιστωθεί πολλές μαύρες τρύπες και σκανδαλώδεις δαπάνες και ενώ θα έπρεπε να λογοδοτήσουν κάποιες από τις προηγούμενες ηγεσίες για αυτά, η ανάγκη να ξεχαστεί το κακό παρελθόν τα έχει σκεπάσει και ποτέ δεν απολογήθηκε κανένας από τους υπεύθυνους για την οικονομική καταστροφή του ΠΑΣΟΚ. Η δε έλλειψη διαφάνειας περί των οικονομικών εξακολουθεί να υπάρχει.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος, που ζητάει την επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ, έχει δηλώσει ότι θα αναλάβει την ευθύνη και για την επίλυση των οικονομικών του ζητημάτων. Κανένας ωστόσο δεν γνωρίζει αν διαθέτει τα πραγματικά στοιχεία και κάποιο σχέδιο για να το κάνει αυτό.
Οι διεκδικητές
Η 56χρονη Φώφη Γεννηματά, που θέτει για τρίτη φορά υποψηφιότητα για την ηγεσία, έχει επικρατήσει ήδη δύο φορές επί των αντιπάλων που θα κληθεί να αντιμετωπίσει και τώρα, πλην του Χάρη Καστανίδη, ο οποίος θεωρείται το αουτσάιντερ. Η νυν πρόεδρος έχει κερδίσει από μία φορά και τον Ανδρέα Λοβέρδο και τον Νίκο Ανδρουλάκη. Τον πρώτο το 2015 και τον δεύτερο το 2017. Τώρα θα τους αντιμετωπίσει και τους δύο μαζί και οι συνεργάτες της πιστεύουν ότι μπορεί να τους κερδίσει πάλι.
Το βέβαιο είναι ότι η Φώφη Γεννηματά αποδεικνύεται σκληρή παίκτρια και δεν προτίθεται να αποχωρήσει, παρά τις πιέσεις που έχει δεχθεί για να κάνει στην άκρη. Όταν εξελέγη πρόεδρος για πρώτη φορά, υποτιμήθηκε από πολλούς, αλλά κατάφερε να κρατήσει ενωμένο το κόμμα της και να ανεβάσει τα ποσοστά του, παρότι ήταν έτοιμο να διαλυθεί. Βασικό στήριγμά της είναι ο μηχανισμός των «γεννηματικών» (η παλιά ομάδα του πατέρα της, Γιώργου Γεννηματά), και είναι μάλλον ο μοναδικός μηχανισμός που έμεινε αλώβητος μετά την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και συνέχισε να διαθέτει ισχύ και να παίζει καθοριστικό ρόλο, κινώντας πολλές φορές τα νήματα από το παρασκήνιο χωρίς να φαίνεται.
Οι περισσότεροι στο κόμμα της σήμερα αποτιμούν θετικά την 6ετή θητεία της ως προέδρου, αλλά θεωρούν ότι δεν μπορεί να προσφέρει κάτι παραπάνω ούτε να οδηγήσει το ΚΙΝΑΛ πιο ψηλά. Αυτοί που της καταλογίζουν ότι «δεν τραβάει» επικαλούνται δημοσκοπήσεις, αλλά οι υποστηρικτές της τονίζουν διαρκώς ότι κράτησε τον χώρο ενωμένο και αύξησε τα ποσοστά, καθώς και ότι αποκατέστησε το όνομα του ΠΑΣΟΚ «με δεδομένο ότι μέχρι πριν από δύο χρόνια έλεγες ΠΑΣΟΚ και σε βρίζανε, δεν τολμούσες να το πεις». Στα πλεονεκτήματα της Φώφης Γεννηματά συγκαταλέγεται ότι συσπειρώνει μεγάλο τμήμα από το παραδοσιακό ΠΑΣΟΚ.
Οι άλλοι τρεις, Ανδρέας Λοβέρδος, Νίκος Ανδρουλάκης και Χάρης Καστανίδης, ελπίζουν ότι θα καταφέρουν αυτό που δεν μπόρεσαν ο Βενιζέλος και η Γεννηματά: την εκτόπιση του ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση στην οποία βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ και την ανάδειξη του ΚΙΝΑΛ ως τον άλλο πόλο, ώστε να να διεκδικήσουν και πάλι την εξουσία.
Οι αντικειμενικές συνθήκες δεν είναι αρνητικές, καθώς έχει πλέον αποδειχθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να γίνει ΠΑΣΟΚ και αδυνατεί να εκφράσει τον ευρύ χώρο που αυτό εξέφραζε κάποτε. Οι υποκειμενικές συνθήκες όμως δεν μοιάζουν εξίσου ευνοϊκές, καθώς οι δυνάμεις που βρίσκονται σήμερα στο ΚΙΝΑΛ είναι αμφίβολο αν μπορούν και αν διαθέτουν στρατηγική για να το πετύχουν αυτό.
Ο 42χρονος Νίκος Ανδρουλάκης είναι ο νεότερος υποψήφιος. Σήμερα είναι ευρωβουλευτής στη δεύτερη θητεία του, ενώ το 2013 στο 9ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ είχε εκλεγεί πρώτος σε σταυρούς για την Κεντρική Επιτροπή και στη συνέχεια εξελέγη και γραμματέας του κόμματος. Τον συνοδεύει η φήμη ότι διαθέτει έναν τρομερό μηχανισμό, ενώ όσοι τον γνωρίζουν υποστηρίζουν ότι αυτό δεν ισχύει και ότι η αλήθεια είναι πως ο ίδιος διαθέτει πολύ μεγάλες οργανωτικές ικανότητες. «Αυτό είναι το μεγάλο του ταλέντο. Δεν διαθέτει κανένα πολυπληθές επιτελείο. Είναι πολύ οργανωτικός και εργατικός. Τα περισσότερα πράγματα τα κάνει μόνος του» λένε.
Αυτό το τελευταίο κάποιοι στο ΚΙΝΑΛ το επισημαίνουν ως ένα από τα μειονεκτήματά του, καθώς τον θεωρούν εσωστρεφή. Το άλλο που του αποδίδουν ως μειονέκτημα είναι ότι βρίσκεται στην Ευρωβουλή και αν γίνει αρχηγός, δεν θα έχει παρουσία στο ελληνικό κοινοβούλιο. «Αυτό δεν αποτελεί για κανέναν λόγο πρόβλημα. Ούτε ο Τσίπρας ήταν βουλευτής όταν έγινε αρχηγός του κόμματος του» απαντάει συνεργάτης του, ενώ αναφέρει και άλλα παραδείγματα ευρωβουλευτών που ήταν αρχηγοί κομμάτων.
Οι υποστηρικτές του στοιχηματίζουν ότι θα κερδίσει και τον πρώτο και τον δεύτερο γύρο. «Ο Ανδρουλάκης είναι μια ευκαιρία για την παράταξη» αναφέρει ένας από αυτούς, ο οποίος την προηγούμενη φορά είχε στηρίξει τη νυν πρόεδρο. «Η Φώφη έκανε μια μεγάλη προσπάθεια και έφτασε εδώ που έφτασε. Κράτησε το κόμμα με όλες τις δυσκολίες, αλλά δεν μπορεί να πάει παραπάνω» υποστηρίζει, ενώ για τον Ανδρέα Λοβέρδο ισχυρίζεται πως είναι η επιλογή που προτιμάει ο ΣΥΡΙΖΑ. «Τον Ανδρέα τον ψηφίζει στο ΠΑΣΟΚ ένα τμήμα αντιΣΥΡΙΖΑ σκληρό. Εμείς θέλουμε κάποιον που να μας φέρει ψηφοφόρους και από τις δύο πλευρές. Δεν θέλουμε απλώς κάποιον αντιΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος τώρα απογοητεύεται από τον Τσίπρα και θέλει να βρει έναν πολιτικό ελκυστικό για να πάει να τον ψηφίσει. Και από τη Νέα Δημοκρατία απογοητεύεται επίσης κόσμος που θέλουμε να έρθει σε εμάς».
Στο στρατόπεδο του Νίκου Ανδρουλάκη εκτιμούν ότι στις επόμενες εκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιθανότατα θα κερδίσει ξανά τον Αλέξη Τσίπρα. «Στη νέα μεγάλη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχουμε έναν νέο αρχηγό για να μπορέσουμε να πάρουμε κεφάλι. Εμείς δεν θέλουμε να μπούμε στη λογική ενός ηγέτη που να είναι απλώς αντιΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν μας εκφράζει. Ο Νίκος είναι σοσιαλδημοκράτης, είναι άφθαρτος, ήταν πάντα σταθερός, συνεπής και ήπιος, δεν έφυγε από την παράταξη ποτέ και εκφράζει το καινούργιο».
Ο 65χρονος πανεπιστημιακός, πρώην υπουργός και νυν βουλευτής του ΚΙΝΑΛ, Ανδρέας Λοβέρδος, έχει κάνει την πιο δυναμική εκκίνηση, αλλά οι αντίπαλοι του πιστεύουν ότι δεν θα έχει την αντίστοιχη συνέχεια. Θεωρείται πάντως από πολλούς φαβορί κατά την εκκίνηση, αλλά βέβαια ο τερματισμός είναι που έχει σημασία. Στη Χαριλάου Τρικούπη λέγεται ότι ο Ανδρέας Λοβέρδος θα υποστηριχθεί από τους σημιτικούς, οι οποίοι μάλλον θα μοιραστούν μεταξύ της υποψηφιότητας του και του Νίκου Ανδρουλάκη, ενώ ακούγεται ότι κάποιοι πρώην υποστηρικτές του τελευταίου μεταπήδησαν στο στρατόπεδό του. Μία από τις γνωστές περιπτώσεις είναι η ευρωβουλευτής του ΚΙΝΑΛ, Εύα Καϊλή.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος μιλάει για «πράσινη επανάσταση» και δεσμεύεται ότι θα ξανακάνει το ΚΙΝΑΛ, του οποίου το όνομα «δεν είπε τίποτα στον πολύ κόσμο», ΠΑΣΟΚ και θα βρει τρόπο να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματα. «Θα επαναφέρω το ΠΑΣΟΚ και τον πράσινο ήλιο» λέει και δηλώνει ότι μετά τις εσωκομματικές εκλογές θα είναι πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και θα διπλασιάσει το ποσοστό του κόμματος. Το άλλο χαρτί που παίζει είναι αυτό των εθνικών θεμάτων, καθώς κατεβαίνει με μια «πατριωτική» ατζέντα που θυμίζει τους παλιούς κεντρώους και το πατριωτικό ΠΑΣΟΚ, ενώ στο μεταναστευτικό εκφράζει σαφώς πιο συντηρητικές θέσεις από αυτές του ΚΙΝΑΛ.
Η βασική κατηγορία των αντιπάλων του είναι ότι αν εκλεγεί, θα συνεργαστεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενώ άλλοι φτάνουν να πουν για τον Ανδρέα Λοβέρδο ότι «είναι σαν να ψηφίζεις τον Μητσοτάκη». Ο ίδιος ενοχλείται ιδιαίτερα με αυτό και προκαλεί συχνά τους αντιπάλους του να τον κατηγορήσουν ανοιχτά για να τους δώσει μια δημόσια απάντηση.
Ο 65χρονος Θεσσαλονικιός βουλευτής του ΚΙΝΑΛ και πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, Χάρης Καστανίδης, θεωρείται από όλους ως το αουτσάιντερ και κανένας δεν τον υπολογίζει στον δεύτερο γύρο. Αν συμβεί, θα είναι έκπληξη.
Η υποψηφιότητα του είναι η πιο αριστερή, μιλάει για την ανάγκη ιδεολογικής ταυτότητας και τονίζει διαρκώς ότι η κριτική δεν πρέπει να γίνεται μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και –κυρίως– στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
«Ο Καστανίδης είναι συμπαθής, αλλά τι δουλειά έχει τώρα να είναι υποψήφιος;» σχολίαζε στη Χαριλάου Τρικούπη ένας από τους συνεργάτες των αντιπάλων του. Άλλοι αντίπαλοι του πάλι τον χαρακτηρίζουν ως «έναν μικρό Βενιζέλο» που «νομίζει ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια και τα ξέρει όλα».
Σχετικά με το ενδεχόμενο στις επόμενες εκλογές, που θα γίνουν με την απλή αναλογική, να μην προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση, ο Χάρης Καστανίδης από αυτά που λέει φαίνεται να συμφωνεί με το σκεπτικό της πρότασης Τσίπρα για προοδευτική κυβέρνηση, αν και εκείνος μιλάει για κυβέρνηση εθνικής ενότητας: «Ο κ. Μητσοτάκης δηλώνει ότι δεν πρόκειται να σπεύσει σε οποιαδήποτε μετεκλογική συνεργασία. Αν για λόγους εθνικής διακινδύνευσης, η χώρα δεν πρέπει να πάει σε δεύτερη εκλογική διαδικασία και πρέπει να έχει σχηματισμένη κυβέρνηση, η θέση μου είναι μία κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τη συμμετοχή όλων».
Βέβαια αν ο Μητσοτάκης αρνηθεί να συνεργαστεί σε αυτό, όπως κι ο ίδιος το αναφέρει, τότε δεν θα πρόκειται για κυβέρνηση εθνικής ενότητας, αλλά για αυτό που προτείνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Ασκεί ωστόσο κριτική και στον τελευταίο, αν και πιο ήπια, υποστηρίζοντας ότι ο Αλέξης Τσίπρας στερείται της «ηθικής της ευθύνης» και τον κατηγορεί επειδή δεν έχει πάρει πίσω τη δήλωση ότι «τα μνημόνια έφεραν την κρίση και όχι η κρίση τα μνημόνια, για να καλύψει τον κ. Καραμανλή».
Υποστηρικτές του Χάρη Καστανίδη εκτιμούν ότι ο βασικότερος παράγοντας που θα επηρεάσει το αποτέλεσμα της εκλογής είναι η προσέλευση των πολιτών στην διαδικασία. «Αν προσέλθουν μαζικά οι πολίτες, θα εκφραστεί η κοινωνία και ο πολιτικός μας χώρος. Αν δεν έρθουν όμως, το αποτέλεσμα θα το κρίνουν οι κομματικοί μηχανισμοί και το παρασκήνιο» λένε.
Η αλήθεια είναι ότι ο ρόλος του ΚΙΝΑΛ στις επόμενες εκλογές, που θα γίνουν με απλή αναλογική και δεν αναμένεται να κερδίσει κανείς την αυτοδυναμία, μπορεί να είναι ιδιαίτερα κρίσιμος στην περίπτωση που θα χρειαστεί να γίνουν μετεκλογικές συνεργασίες. Κάτι τέτοιο μπορεί να χρειαστεί να γίνει ακόμα και μετά από δεύτερες εκλογές όμως, οι οποίες θα γίνουν χωρίς την απλή αναλογική, καθώς ούτε σε αυτή την περίπτωση μπορεί να θεωρείται εξασφαλισμένη η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος. Οπότε το ποιος θα εκλεγεί στην ηγεσία και σε ποια κατεύθυνση θα στρίψει το ΚΙΝΑΛ έχει μεγάλη σημασία, γι' αυτό και τη διαδικασία ανάδειξης νέας ηγεσίας παρακολουθούν με ενδιαφέρον και αγωνία, τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην αξιωματική αντιπολίτευση.
* * *
Όταν το ΠΑΣΟΚ διαχύθηκε παντού
Μετά την κρίση που πέρασε το 1989, πολλοί πίστεψαν ότι το ΠΑΣΟΚ θα έκλεινε τον κύκλο του, όμως αυτό δεν συνέβη. Το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε ισχυρό ξανακερδίζοντας την εξουσία το 1993 και όταν κατάφερε να πετύχει την ομαλή αλλαγή ηγεσίας από τον χαρισματικό ιδρυτή του Ανδρέα Παπανδρέου στον πραγματιστή Κώστα Σημίτη και να κερδίσει τις εκλογές του 1996, πίστεψαν ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν επτάψυχο και θα κυριαρχούσε για πάντα. Πάλι έπεσαν έξω όμως, όπως έπεσε έξω και ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν εκφωνούσε την περίφημη φράση του: «Το ΠΑΣΟΚ ούτε χαρίζεται, ούτε κληρονομείται, ούτε τεμαχίζεται σε τιμάρια».
Η αρχή έγινε όταν η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ πέρασε στον κληρονόμο του ονόματος Παπανδρέου. Όταν ο Κώστας Σημίτης το 2004 είδε την ήττα που πλησίαζε, συνάντησε στις 6 Ιανουαρίου στο σπίτι του στην οδό Αναγνωστοπούλου τον Γιώργο Παπανδρέου για να του παραδώσει το «δαχτυλίδι της διαδοχής», όπως έγραφε ο τύπος την επόμενη μέρα. Οι εκλογές έγιναν τότε για πρώτη φορά από τη βάση, παρότι δεν υπήρχε άλλος υποψήφιος και συμμετείχαν περίπου 1.000.000 φίλοι και μέλη του κόμματος.
Οι ψηφοφόροι που ψήφισαν το ΠΑΣΟΚ το 2012 ήταν λιγότεροι από όσους είχαν ψηφίσει τον Γιώργο Παπανδρέου για να γίνει πρόεδρος. Από το 2012 και μετά άρχισε ο τεμαχισμός και τα τιμάρια.
Στελέχη του έφευγαν για να πάνε στον ΣΥΡΙΖΑ, στη ΔΗΜΑΡ, στο Ποτάμι και στη Νέα Δημοκρατία, ενώ κάθε τόσο ξεπηδούσαν και νέα κόμματα και κινήσεις από αυτούς που αποχωρούσαν: Άρμα Πολιτών (Γιάννης Δημαράς), Ενωτική Κίνηση (Παναγιώτης Κουρουμπλής), Κοινωνική Συμφωνία (Χάρης Καστανίδης), Ριζοσπαστική Κίνηση Σοσιαλδημοκρατικής Συμμαχίας και Συμφωνία για τη Νέα Ελλάδα (Ανδρέας Λοβέρδος), Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών (Γιώργος Παπανδρέου) κ.ά.
Σήμερα, τα περισσότερα από τα λεγόμενα ιστορικά στελέχη έχουν απομακρυνθεί, ενώ πολλοί –κυρίως από τον πάγκο– του ΠΑΣΟΚ πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ και στη Νέα Δημοκρατία, προκειμένου να επιβιώσουν πολιτικά κι επαγγελματικά (ενώ στο παρελθόν πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ είχαν τροφοδοτήσει και μικρότερα θνησιγενή κόμματα όπως τη ΔΗΜΑΡ, το Ποτάμι, ακόμα και το κόμμα του Καμμένου). Πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ βρίσκονται επίσης και στο ΜέΡΑ25 (Σοφία Σακοράφα, Κρίτων Αρσένης κ.ά.).
Στον ΣΥΡΙΖΑ ο κατάλογος των πασοκογενών είναι πολύ μεγάλος: Λούκα Κατσέλη, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, Γιάννης Ραγκούσης, Χρήστος Σπίρτζης, Παναγιώτης Κουρουμπλής, Θεοδώρα Τζάκρη, Μάρκος Μπόλαρης, Αντώνης Κοτσακάς, Δημήτρης Μάρδας, Μυρσίνη Ζορμπά, Άννα Βαγενά, Νίκος Τόσκας, Γιώργος Πάντζας, Γιάννης Ρουμπάτης, Θάνος Μωραΐτης, Ρεγγίνα Βάρτζελη κ.ά. Στον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία που ακολούθησε έχουν προστεθεί κι άλλα στελέχη όπως ο Στέφανος Τζουμάκας, ο Δημήτρης Πιπεργιάς, ο Γιάννης Μαντζουράκης και πολλοί άλλοι.
Αλλά και στη Νέα Δημοκρατία και την κυβέρνησή της δεν είναι λίγοι όσοι βρέθηκαν εκεί από το ΠΑΣΟΚ: Βασίλης Οικονόμου, Άντζελα Γκερέκου, Λίνα Μενδώνη, Κυριάκος Πιερρακάκης, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, Άκης Σκέρτσος, Θανάσης Κοντογεώργης, Άννα Στρατινάκη, Πάνος Σταμπουλίδης κ.ά. Επίσης τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου Γεραπετρίτης, Λιβάνιος και Τσακλόγλου υπήρξαν συνεργάτες των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, από το οποίο προέρχονται και πολλοί γενικοί γραμματείς της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Διαδικασία και ημερομηνία
Οι διαδικασίες ανάδειξης νέου προέδρου ορίζονται από το καταστατικό του Κινήματος Αλλαγής που προβλέπει ότι στην εκλογική διαδικασία συμμετέχουν τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος, ενώ τα πρακτικά ζητήματα που προκύπτουν τα επιλύει η Κεντρική Επιτροπή. Με τα άλλα διαδικαστικά ζητήματα, όπως το στήσιμο των καλπών και το θέμα των υπογραφών, ασχολείται η Επιτροπή Δεοντολογίας. Για την κατάθεση κάθε υποψηφιότητας απαιτούνται υπογραφές από το 15% των μελών της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής ή 5.000 υπογραφές απλών μελών.
Η ημερομηνία της εκλογής θα ανακοινωθεί τις επόμενες μέρες και αναμένεται να είναι μέσα στον Νοέμβριο ή στις αρχές Δεκεμβρίου, σύμφωνα με όσα συζητούσαν τελευταία, καθώς οι περισσότεροι συμφωνούν να μην υπάρξει καθυστέρηση.