Θάνος Σαμαράς: Μοναξιές, με το Ποτρέτο μιας Κυρίας στη μεγάλη οθόνη.
Πάντα αισθανόμουν πως έπρεπε να εκβιάσω μέσα μου και να επιδείξω τον απαιτούμενο ενθουσιασμό για τη βραδιά της Πρωτοχρονιάς, κάνοντας μόνο υπομονή μέχρι να τελειώσει αυτή η βίαιη έξαρση για το τίποτα. Πάντα μου φαινόταν σαν μια μέρα όπως όλες, όπως και τα γενέθλια, τα δικά μου και άλλων. Κάθε πρωί μοιάζει σαν η πρώτη μέρα, κάθε μέρα μοιάζει ότι ξεκινάω από την αρχή και κάθε μέρα ελπίζω να είναι η αρχή για κάτι.
Το 1996 σπούδαζα στη Νέα Υόρκη και το βράδυ της παραμονής, μην έχοντας φίλους ή οικογένεια εκεί, πήγα σινεμά στο «Portrait of a lady» που μόλις είχε βγει. Αισθανόμουν ενοχή πως κάνω κάτι ανήθικο και λάθος γιατί ήμουν μόνος μου και δεν έκανα εορταστικά πράγματα, αλλά το σινεμά ήταν γεμάτο κόσμο. Στις 11:59 κοιτούσα μια το ρολόι μου και μια τους ανθρώπους γύρω. 12:00. 1997. 12:01. Κανείς δεν κουνήθηκε, δεν φιλήθηκε, ούτε κοίταξε το ρολόι. Γύρισα στην οθόνη και σύντομα ξεχάστηκα.
Ο Θάνος Σαμαράς είαι ηθοποιός-σκηνοθέτης
Ρουπέν Καλφαγιάν: Κουκουλωμένος στο κρεβάτι της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής χωρίς θέρμανση!
Ήταν 31 Δεκεμβρίου 1984. Ήμουν 21 χρονών και πρώτη φορά δούλευα ως ειδικευόμενος αρχαιολόγος στην Ιορδανία, καθώς σπούδαζα Προϊστορική Αρχαιολογία της Μ. Ανατολής στο Institute of Archaeology του University of London. Αποφάσισα να ταξιδέψω την Παραμονή από την πρωτεύουσα Αμμάν στην Πέτρα για να «ζήσω» την εμπειρία της Πέτρας ως μεγάλης αρχαιολογικής σημασίας τοποθεσία, για την οποία τόσα είχα ακούσει, αλλά δεν είχα δει ακόμα.
Είκοσι χρονών παλικαράκι και μόνος, ξεκίνησα νωρίς, γύρω στις 5 το πρωί, για το 4ωρο ταξίδι από την πρωτεύουσα της Ιορδανίας με κατεύθυνση νότια. Ο αρχαιολογικός χώρος τότε δεν ήταν περιφραγμένος, όπως τώρα. Όταν έφτασα, με οδηγό έναν Βεδουίνο στην αρχή, και μόνος αργότερα, σκαρφάλωσα μέχρι ψηλά στην τοποθεσία Deir, το λεγόμενο Μοναστήρι, για να αγναντέψω την κοιλάδα της Νεκρής Θάλλασας. Δέκα χρόνια αργότερα έκανα την ίδια διαδρομή μαζί με τη μητέρα μου, πάνω σε μουλάρια και όχι περπατώντας! Η θέα από αυτό το σημείο είναι μοναδική και αξεπέραστη.
Στη συνέχεια, κατέβηκα γρήγορα τη βουνοπλαγιά για να προλάβω το λεωφορείο για το Αμμάν. Έπρεπε να φτάσω στη βρετανική σχολή στην πρωτεύουσα της Ιορδανίας όπου έμενα, γιατί λίγο πριν από τα μεσάνυχτα είχα τηλεφωνικό ραντεβού με τους γονείς και τον αδελφό μου. Τότε δεν υπήρχαν κινητά κ.λπ. Τα τηλέφωνα ήταν σπάνια και αραιά, μία φορά την εβδομάδα! Ήθελα να ακούσω τη φωνή τους και να ανταλλάξουμε ευχές.
1984. Αναρωτιέμαι αν ήμουν εγώ που τα έζησα όλα αυτά! Ο ερχομός του νέου χρόνου, του 1985, με βρήκε κουκουλωμένο στο κρεβάτι της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής χωρίς θέρμανση! Ο χειμώνας στο οροπέδιο του Αμμάν είναι αρκετά τσουχτερός!
Καλές γιορτές και καλή χρονιά σε όλους σας το 2019!
Ο Ρουπέν Καλφαγιάν είναι γκαλερίστας, έμπορος τέχνης
Αμάντα Μιχαλοπούλου: Ένα δώρο εξ ουρανού και ένας παπαγάλος στο Σέντραλ Παρκ
Περάσαμε την Πρωτοχρονιά του 2011 στη Νέα Υόρκη. Ήταν δώρο εξ ουρανού κυριολεκτικά – δώρο της αεροπορικής εταιρείας. Λίγους μήνες πριν, σε μια υπερατλαντική πτήση με υπεράριθμες κρατήσεις, η Delta μας ζήτησε να περάσουμε ένα βράδυ στο αεροδρόμιο του Βερολίνου με αντάλλαγμα ένα δωρεάν οικογενειακό ταξίδι για τους τρεις μας. Δεχτήκαμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Είχε σφοδρή κακοκαιρία εκείνα τα Χριστούγεννα, το χιόνι μάς έφτανε ως το γόνατο. Το Μανχάταν ήταν τυλιγμένο σε έναν αέρα κατάξερο, ακίνητο – η ποσότητα του χιονιού απορροφούσε τους κραδασμούς και τους ήχους.
Την παραμονή γλύκανε ο καιρός, οι πάγοι έλιωσαν, γκρι γλίτσα απλώθηκε παντού. Ήταν σαν να πατινάρουμε όλη μέρα σε μια χιονοδρομική πίστα. Για ρεβεγιόν πήγαμε στην Αλίκη, κοντά στο Σέντραλ Παρκ. Όλο το βράδυ η εννιάχρονη κόρη μας μιλούσε σε έναν παπαγάλο που έκανε κούνια σε ένα εντυπωσιακό κλουβί, πάνω στο τραπέζι της Αλίκης. «Μαμά, στ' αλήθεια μιλάμε με τον παπαγάλο;» έλεγε. Κόψαμε την πίτα, δεν θυμάμαι σε ποιον έπεσε το νόμισμα. Βγήκαμε να δούμε τα πυροτεχνήματα στην Πέμπτη Λεωφόρο. Είχε πυρώσει ο ουρανός. Αποφασίσαμε να κατέβουμε με τα πόδια ως ένα σημείο και μετά να πάρουμε ταξί. Η πόλη είχε παραλύσει, όλοι ήταν μεθυσμένοι και χαρούμενοι. Ταξί, ούτε για δείγμα. Φτάσαμε στην Times Square. Έκαιγαν οι πατούσες μας από το κρύο. Βρήκαμε ένα ταξί, μια κοπέλα έτρεχε από την αντίθετη κατεύθυνση, ήμασταν σίγουροι πως ο ταξιτζής θα μας λυπηθεί επειδή είχαμε μαζί μας μικρό παιδί. Αλλά η κοπέλα αγκάλιασε το αυτοκίνητο, σκαρφάλωσε στο καπό με τα στρας και τις μπότες της, σαν να έπαιζε σε ταινία καταδίωξης.
Γυρίσαμε ξημερώματα, ξεθεωμένοι, στο διαμέρισμα που είχαμε νοικιάσει στο Τσέλσι. Λέγαμε «η χειρότερη Πρωτοχρονιά». Σήμερα λέμε «τι ωραία που ήταν να ξημερώνει στο Μανχάταν και να γυρνάμε σπίτι με τα πόδια...».
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου είναι συγγραφέας