Hostomel, 24 Φεβρουαρίου 2022: η μάχη που άλλαξε τον ρου του πολέμου στην Ουκρανία
Ήταν μια αποφασιστική μάχη που άλλαξε τον ρου του πολέμου από τις πρώτες κιόλας ώρες. Μία μάχη που κράτησε τρεις μέρες και έπνιξε το ρωσικό όνειρο ενός blitzkrieg. 24 Φεβρουαρίου 2022, 4.15 π.μ. τοπική ώρα: Τα στρατεύματα της Μόσχας, που είχαν συγκεντρωθεί επί μήνες γύρω από την Ουκρανία, περνούν τα σύνορα της χώρας. Οι πύραυλοι πλήττουν την αεράμυνα. Αλλά το πιο σημαντικό συμβαίνει αλλού: νωρίς το απόγευμα, μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από το Κίεβο, ρωσικά ελικοπτέρα, οι εικόνες των οποίων πλημμυρίζουν τα τηλεοπτικά κανάλια όλου του κόσμου, πετούν ξυστά πάνω από τα νερά του Δνείπερου. Μεταφέροντας μία δύναμη κρούσης - επίλεκτους αλεξιπτωτιστές του ρωσικού στρατού - τα αεροσκάφη αυτά πετούν με πλήρη ταχύτητα προς το αεροδρόμιο του Χοστομέλ.
Ο στόχος των Ρώσων ήταν απλός: να καταλάβουν αυτό το αεροδρόμιο, το οποίο επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά φορτηγών αεροσκαφών από τη Λευκορωσία τη νύχτα της 24ης προς την 25η Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με τα ρωσικά σχέδια, αυτά τα αεροσκάφη IL-76 έχουν αποστολή να μεταφέρουν αρκετούς άνδρες και τεθωρακισμένα για να καταλάβουν την ουκρανική πρωτεύουσα μέσα σε λίγες ημέρες. Το στοίχημα της Μόσχας; Να ποντάρει στον αιφνιδιασμό. Να αποκεφαλίσει την ουκρανική δύναμη πριν φτάσουν οι ενισχύσεις από το Ντονμπάς. Και πριν η διεθνής κοινότητα μπορέσει να αντιδράσει. Ένας αγώνας δρόμου με τον χρόνο που το ουκρανικό γενικό επιτελείο συνειδητοποίησε γρήγορα, ρίχνοντας όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις του σε αυτή την αντιπαράθεση.
Η έκβαση αυτής της μάχης θα σφραγιστεί ήδη από τις πρώτες ημέρες της σύγκρουσης. [...]
Alexandre Horn, Libération -22.02.2023
Destination Disaster. Χοστομέλ: η αποτυχία της Ρωσίας στο αεροδρόμιο
Stijn Mitzer και Joost Oliemans
Oryx - 13.04.2022
'Εξι εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχει αποκαλυφθεί το σύνολο των ζητημάτων που επηρεάζουν τον ρωσικό στρατό και τον επιχειρησιακό σχεδιασμό του. Ξεκινώντας να καταλάβει πρώτα το Κίεβο μέσα σε λίγες ημέρες, προκειμένου να έχει μια ισχυρή θέση στις διαπραγματεύσεις με τη Δύση για το μελλοντικό καθεστώς της Ουκρανίας με αντάλλαγμα τη μείωση των κυρώσεων, η Ρωσία βρέθηκε ξαφνικά ένα μήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας αυτής με πενιχρά εδαφικά κέρδη, έναν διαλυμένο στρατό και σοβαρή ζημιά στο γόητρο του, για να μην αναφέρουμε μια οικονομία που υποφέρει από τις βαρύτερες κυρώσεις που έχουν επιβληθεί ποτέ σε ένα έθνος.
Έχοντας χάσει περισσότερα από 2.800 στρατιωτικά οχήματα και βαρύ στρατιωτικό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον 500 αρμάτων μάχης, η Ρωσία αναγκάστηκε εν τω μεταξύ να προσαρμόσει τις φιλοδοξίες της στην κατάκτηση μόνο των εδαφών του Ντονμπάς, του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, με τη βοήθεια των εκεί τοποτηρητών της, εκτός από το νοτιοανατολικό τμήμα της Ουκρανίας που είχε ήδη κατακτηθεί σε μεγάλο βαθμό. Αν και η Ρωσία υποστηρίζει ότι η επίθεσή της στο Κίεβο ήταν απλώς ένα τέχνασμα για να κρατήσει τις ουκρανικές δυνάμεις απασχολημένες, καθώς παράλληλα υποβάθμιζε τις πολεμικές τους ικανότητες και τις ανακατεύθυνε αλλού, και ότι η υποχώρηση από την επιχειρησιακή ζώνη του Κιέβου έγινε για να δοθεί χώρος για διαπραγματεύσεις, δεν χρειάζεται να είναι κανείς σκεπτικιστής για να επισημάνει ότι πρόκειται απλώς για δικαιολογίες που σώζουν τα προσχήματα για να καλύψουν σοβαρές στρατιωτικές αποτυχίες.
Το αεροδρόμιο Χοστομέλ, που βρίσκεται 10 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Κιέβου, έπαιξε σημαντικό ρόλο στα σχέδια της Ρωσίας να αποκόψει το Κίεβο. Στο Χοστομέλ εδρεύει η Antonov Airlines, το τμήμα εμπορευματικών μεταφορών του σχεδιαστικού γραφείου Antonov, όπου σημειωτέον φιλοξενήθηκε και το An-225, το μεγαλύτερο αεροσκάφος στον κόσμο, κατά τη διάρκεια της ρωσικής επίθεσης στην πόλη. Δυστυχώς, αυτό το αεροσκάφος που προκαλούσε δέος δεν μπόρεσε να εκκενωθεί εγκαίρως και καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των μαχών. Το ρωσικό σχέδιο περιελάμβανε την ταχεία κατάληψη του αεροδρομίου Χοστομέλ (ευρέως γνωστό ως αεροδρόμιο Antonov), ώστε να χρησιμοποιηθεί ως ορμητήριο για την επακόλουθη περικύκλωση και κατάληψη του Κιέβου. Λόγω του σημαντικού του ρόλου, το Χοστομέλ καταλήφθηκε με πολλές φανφάρες μετά από μια επίθεση με ελικόπτερα όπου χρησιμοποιήθηκαν δυνάμεις των VDV [Ρωσικές Αερομεταφερόμενες Δυνάμεις -σ.σ.] στις 24 Φεβρουαρίου. Παρόλο που η Ουκρανία είχε ενημερωθεί ότι το Χοστομέλ ήταν στόχος από τον διευθυντή της CIA William J. Burns τον Ιανουάριο του 2022, η ταχύτητα με την οποία διεξήχθη η επιχείρηση των ρωσικών ελικοπτέρων φαίνεται ότι αιφνιδίασε τα ουκρανικά στρατεύματα.
Κατά τη διάρκεια της επίθεσης, μαχητικά ελικόπτερα Mi-35 και Ka-52 που επιχειρούσαν από τη Λευκορωσία αποδυνάμωσαν την άμυνα του αεροδρομίου, ώστε τα ελικόπτερα Mi-8 που μετέφεραν αερομεταφερόμενα στρατεύματα VDV να μπορούν να προσγειωθούν με ασφάλεια. Κατά τη διάρκεια αυτών των ελιγμών, ένα Ka-52 χτυπήθηκε από MANPADS προτού πραγματοποιήσει αναγκαστική προσγείωση λίγο έξω από την περίμετρο του αεροδρομίου. Ωστόσο, οι ουκρανικές αμυντικές δυνάμεις έμειναν σε μεγάλο βαθμό άθικτες, παρότι χωρίς ουσιαστική αεροπορική υποστήριξη, και οι VDV αντιμετώπισαν σύντομα αντεπιθέσεις από τις ουκρανικές δυνάμεις.
Καθώς τα στρατεύματα των VDV έδιναν μάχη με τις ουκρανικές δυνάμεις για τον έλεγχο του αεροδρομίου, η χερσαία έφοδος της Ρωσίας από τη Λευκορωσία κατάφερε να διασπάσει τις άμυνες της Ουκρανίας κοντά στο Ivankiv και να κατευθυνθεί προς το Χοστομέλ, πέφτοντας καθ' οδόν σε αρκετές ουκρανικές ενέδρες. Παρ' όλα αυτά, τα ρωσικά στρατεύματα κατάφεραν να εξασφαλίσουν έναν πλήρη έλεγχο του αεροδρομίου του Χοστόμελ στις 25 Φεβρουαρίου. Ο ρωσικός στρατός και οι VDV ξεκίνησαν στη συνέχεια να μετατρέψουν το Χοστομέλ σε μια προωθημένη επιχειρησιακή βάση από την οποία θα μπορούσε να ξεκινήσει η προέλαση προς το Κίεβο. Εκείνη τη στιγμή, ωστόσο, η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία άρχισε να βαλτώνει, με αποτέλεσμα να σχηματιστεί η περιβόητη φάλαγγα των 40 μιλίων με τις ολοκληρωμένες μονάδες που αναγκάστηκαν να σταματήσουν την προώθησή τους λόγω έλλειψης καυσίμων.
Χωρίς να πτοηθούν από τις αποτυχίες τους αλλού, οι νεοαφιχθείσες μονάδες των VDV και του ρωσικού στρατού επιχείρησαν να περάσουν από το αεροδρόμιο του Χοστομέλ στην κοντινή πόλη και να προχωρήσουν προς την Μπούτσα και το Ιρπίν. Ωστόσο, αυτές οι κακώς συντονισμένες προωθήσεις έπεσαν σε ενέδρες στο Χοστομέλ και την Μπούτσα με αποτέλεσμα να σημειωθούν σημαντικές απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό. Ο ρωσικός στρατός είχε προετοιμαστεί για μια εύκολη και αστραπιαία κατάληψη της Ουκρανίας, αλλά τώρα βρέθηκε σε μια κατάσταση που δεν είχε προβλέψει, με τις ρωσικές δυνάμεις να μην ξέρουν πού να περιμένουν τους εχθρούς τους και πώς να τους καταπολεμήσουν καλύτερα. Οι ενέδρες στο Χοστομέλ και την Μπούτσα όχι μόνο προκάλεσαν σημαντικές απώλειες, αλλά και έδειξαν ξεκάθαρα τι θα επακολουθούσε αν συνεχιζόταν η προέλαση προς το Κίεβο.
Οι επόμενες εξελίξεις αποδείχθηκαν κρίσιμες. Αντί να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα και να αναζητήσουν τρόπους αντιμετώπισής της, οι VDV και ο ρωσικός στρατός γύρω από το Κίεβο έγιναν σε μεγάλο βαθμό μια στατική δύναμη, περιμένοντας πρόσθετες ενισχύσεις και την προέλαση της φάλαγγας μήκους 40 μιλίων για να ολοκληρωθεί η περικύκλωση του Κιέβου (κάτι που δεν θα συνέβαινε ποτέ). Αντιμέτωποι με την κακή ή την απούσα ηγεσία, την έλλειψη εφοδιασμού, τους καθημερινούς βομβαρδισμούς, τις σημαντικές απώλειες και το χαμηλό ηθικό, οι VDV και ο ρωσικός στρατός αναγκάστηκαν για να αμυνθούν απέναντι στο ουκρανικό πυροβολικό και τα χτυπήματα από μη επανδρωμένα αεροσκάφη, να σκάψουν χαρακώματα στις άκρες των δρόμων. Όλο και περισσότερο άρχισαν να τους πολιορκούν τέτοια μη επανδρωμένα αεροσκάφη (συχνά ανιχνεύοντας στόχους για το πυροβολικό), καθώς και οι SOF [Special Operations Forces -σ.σ.], προκαλώντας βαριές απώλειες κατά τη διάρκεια της νύχτας, για τις οποίες η Ρωσία ήταν πολύ λίγο προετοιμασμένη, έχοντας επενδύσει ελάχιστα σε νυχτερινό εξοπλισμό για τους στρατιώτες της. Όλοι οι σπόροι για έναν στρατό που σύντομα θα έστρεφε τα όπλα του κατά των αμάχων και θα άρχιζε τις λεηλασίες είχαν σπαρθεί.
Η κατάσταση ήταν εντελώς ανάλογη στο Χοστομέλ, όπου οι VDV και ένα σημαντικό τμήμα του ρωσικού στρατού περίμεναν καθηλωμένοι στο ίδιο σημείο τη διαταγή για μια έφοδο στο Κίεβο, η οποία δεν ήρθε ποτέ, ενώ βρίσκονταν υπό συνεχή βομβαρδισμό. Στις 4 Μαρτίου, το ρωσικό κρατικό τηλεοπτικό κανάλι Channel One Russia μετέδωσε πλάνα που έδειχναν ήδη μεγάλες ποσότητες κατεστραμμένου ρωσικού εξοπλισμού που χτυπήθηκε από το ουκρανικό πυροβολικό, διάσπαρτες γύρω από τη βάση. Οι ρωσικές δυνάμεις που είχαν σταθμεύσει εκεί είχαν ουσιαστικά μετατραπεί σε καθιστές πάπιες, χωρίς να δίνεται καμία εντολή για προέλαση και καμία εντολή για υποχώρηση.
Η ανακούφιση ήρθε μόνο όταν τελικά δόθηκε μια τέτοια διαταγή στις 29 Μαρτίου, και άρχισαν τα ρωσικά στρατεύματα στο Χοστομέλ την υποχώρησή τους από την περιοχή του Κιέβου. Ο εξοπλισμός που είχε πάθει ζημιές και που δεν μπορούσαν να πάρουν μαζί τους ανατινάχθηκε, ενώ οι βολές του ουκρανικού πυροβολικού συνόδευαν τη φυγή. Στο Χοστομέλ, ο εξοπλισμός αυτός περιελάμβανε 16 από τα πιο σύγχρονα ΤΟΜΑ [άρματα μάχης -σ.σ.] των VDV, το BMD-4M, και ένα σύστημα EW 1L262E Rtut-BM [προηγμένο σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου -σ.σ.]. Η θέση τους υποδεικνύει ότι είτε καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για υποχώρηση είτε ανατινάχθηκαν από τους ίδιους τους Ρώσους. 'Οταν τα ουκρανικά στρατεύματα ξαναμπήκαν στο Χοστομέλ, συνάντησαν παντού αποδείξεις της βιαστικής φυγής των Ρώσων, από τα κλειστά πακέτα με τρόφιμα, τα διαβατήρια, τις τραπεζικές κάρτες, μέχρι και τα αιχμαλωτισμένα ουκρανικά τεθωρακισμένα οχήματα που δεν μπορούσαν να πάρουν πίσω.
Η Oryx, ή Oryxspioenkop, είναι ένας ολλανδικός ιστότοπος ανάλυσης αμυντικών πληροφοριών ανοικτού κώδικα. Η ομάδα διευρεύνησης πολεμικών επιχειρήσεων που σχετίζεται με αυτό διευθύνεται από τους Stijn Mitzer και Joost Oliemans. Και οι δύο έχουν προηγουμένως εργαστεί για το Bellingcat [ομάδα ερευνητικής δημοσιογραφίας με έδρα τις Κάτω Χώρες που ειδικεύεται στον έλεγχο των γεγονότων και στις πληροφορίες ανοικτής πηγής -σ.σ.].
Η Oryx ξεκίνησε το 2013 και αρχικά επικεντρώθηκε στη Συρία. Σύμφωνα με την Oryx, ο όρος spionkop ("λόφος κατασκόπων" στα Afrikaans) "αναφέρεται σε ένα μέρος από όπου μπορεί κανείς να παρακολουθεί τα γεγονότα που εκτυλίσσονται σε όλο τον κόσμο".
Το σάιτ απέκτησε διεθνή δημοσιότητα μέσω της εργασίας του κατά τη διάρκεια της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία το 2022, μετρώντας και παρακολουθώντας τις υλικές απώλειες με βάση οπτικά στοιχεία και πληροφορίες ανοικτής πηγής από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μεγάλα μέσα ενημέρωσης, όπως το Reuters, το BBC News, η Guardian, το The Economist, το Newsweek, το CNN, και το CBS New, αναφέρονται τακτικά σε αυτό. Το Forbes έχει αποκαλέσει την Oryx "την πιο αξιόπιστη πηγή στη σύγκρουση μέχρι στιγμής".
Η υλικοτεχνική αποτυχία της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία
Slate Whitmore
The Colloquial Magazine - 25.04.2022
[...] Για τους ειδικούς, αυτή η ρωσική αποτυχία δεν εκπλήσσει. Κατά τη διάρκεια του σοβιετοαφγανικού πολέμου της δεκαετίας του 1980, η κακή υλικοτεχνική υποστήριξη αναφέρεται συχνά ως ένας από τους κύριους λόγους για την αποτυχία της ΕΣΣΔ όσον αφορά στους στόχους της. Σύμφωνα με όσους ασχολούνται με θέματα τακτικής, οι δυνάμεις τους για την υλικοτεχνική υποστήριξη ήταν "άκαμπτες και ανεπαρκώς εξοπλισμένες". Κάντε ένα άλμα περίπου σαράντα χρόνων και τα ίδια προβλήματα εξακολουθούν να υφίστανται.
Περίπου τριάντα χιλιάδες άτομα υπηρετούν στα ρωσικά σιδηροδρομικά στρατεύματα, τα καθήκοντα των οποίων περιλαμβάνουν την άμυνα, τη χρήση και την κατασκευή σιδηροδρόμων για στρατιωτικούς σκοπούς. Το μέγεθος αυτής της δύναμης είναι ενδεικτικό του πόσο ζωτικής σημασίας είναι μία τέτοια υποδομή για ολόκληρη τη στρατιωτική τους μηχανή. Αλλά αυτή η δύναμη αποτελεί ταυτόχρονα και μια αχίλλειο πτέρνα όταν οι συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα εκτός των συνόρων και των σιδηροδρόμων τους, με αποτέλεσμα να βασίζονται αποκλειστικά στα φορτηγά, και με απλά λόγια, η Ρωσία δεν έχει αρκετά φορτηγά.
Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, οι δυνάμεις της Ρωσίας δεν είναι σε θέση να υποστηρίξουν σωστά μια μάχη σε απόσταση μεγαλύτερη των 90 μιλίων από αποθήκες ανεφοδιασμού ή, στην προκειμένη περίπτωση, από σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις. Εκείνες τις πρώτες ημέρες, η ρωσική επίθεση στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό σε πυρά πυραυλικού πυροβολικού, τα οποία ήταν πολύ απαιτητικά σε μέσα για τις δυνάμεις υλικοτεχνικής υποστήριξης, επειδή κάθε μεμονωμένος πύραυλος απαιτούσε ένα ειδικό φορτηγό για τη μεταφορά του στον εκτοξευτή. Ένα μεγάλο μέρος των δυνατοτήτων υποστήριξης της Ρωσίας ήταν δεσμευμένο με την προμήθεια πυρομαχικών στις θέσεις εκτόξευσης, αφήνοντας άλλα κρίσιμα εφόδια στο περιθώριο.
Ενώ οι περισσότεροι δυτικοί στρατοί λειτουργούν με το λεγόμενο "pull" σύστημα εφοδιασμού, όπου οι δυνάμεις ζητούν ανεφοδιασμό όταν χρειάζεται με βάση τις τρέχουσες μεταβαλλόμενες συνθήκες εδάφους, ο ρωσικός στρατός λειτουργεί με ένα σύστημα "push", όπου οι προμήθειες διανέμονται με βάση τα εκτιμώμενα χρονικά περιθώρια που καθορίζονται από την ηγεσία. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μεγαλύτερη στρατηγική λήψη αποφάσεων και ιεράρχηση σχετικά με το ποιες δυνάμεις χρειάζονται περισσότερο ανεφοδιασμό και ποια υλικά περιλαμβάνονται σε αυτόν. Έτσι, είναι πιθανό τα πυρομαχικά να είχαν προτεραιότητα σε σχέση με τα καύσιμα για τα άρματα μάχης ή τα τρόφιμα για τους στρατιώτες σε λιγότερο σημαντικά στρατηγικά μέτωπα.
Η Ρωσία πίστευε ότι μέσω ενός συνδυασμού έντονων αεροπορικών και χερσαίων επιθέσεων τις πρώτες ώρες, οι Ουκρανοί θα παραδίδονταν γρήγορα, επιτρέποντας στις ρωσικές δυνάμεις να φτάσουν στο Κίεβο και να ανατρέψουν την κυβέρνηση. Η ανάλυση μετά την εισβολή δείχνει ότι όταν εισβάλλουν, οι ρωσικές δυνάμεις μπορούν να επιχειρούν με αυτάρκεια, χωρίς υλικοτεχνική υποστήριξη, για τρεις-πέντε ημέρες. Έτσι, καθώς η σύγκρουση προφανώς δεν ολοκληρώθηκε σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, οι Ρώσοι πάσχισαν να ανασυνταχθούν και να ανεφοδιαστούν.
Η Ρωσία έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί wazones για πιο παρατεταμένη σύγκρουση, αλλά μια μακροπρόθεσμη εκστρατεία απλώς δεν ήταν αυτό που η Ρωσία ήθελε ή θεωρούσε απαραίτητο. Το γεγονός ότι η Ρωσία απέτυχε τόσο παταγωδώς τόσο κοντά στα σύνορά της, εκθέτει μια αχίλλειο πτέρνα σε κάθε μελλοντικό αντίπαλο. Τουλάχιστον, έδειξε ότι οι αδυναμίες του πρώην σοβιετικού στρατού εξακολουθούν να υπάρχουν. Δυστυχώς, η απελπισία της Ρωσίας απλώς επιδεινώνει τις κολασμένες συνθήκες που αναγκάζεται να υπομείνει ο ουκρανικός λαός.