Francesco Piccioni
Η Super League και η συγκέντρωση του κεφαλαίου στο ποδόσφαιρο
Το απόλυτο φιάσκο ενός πραξικοπήματος που κράτησε 48 ώρες
FRANCESCO PICCIONI
Contropiano, 20.04.2021
Θα πρέπει σχεδόν να ευχαριστήσουμε όσους είχαν την ιδέα να προωθήσουν μία "Super League" του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Αστειευόμαστε, φυσικά, αλλά έτσι είναι.
Είναι πάντοτε δύσκολο, μερικές φορές "άχαρο" να εξηγούμε με απλούς, λαϊκούς όρους, και με άμεσα διαφωτιστικά παραδείγματα, τι σημαίνει "συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου", την εγγενή αυτή διαδικασία της καπιταλιστικής συσσώρευσης που οδηγεί στα μονοπώλια.
Και να που μια ωραία μέρα ένας Agnelli δεύτερης κατηγορίας - αυτός που τέθηκε επικεφαλής της Juventus, και όχι της Fiat και των μεταγενέστερων εξελίξεών της - φέρνει την ξεκάθαρη απόδειξη, το φωτεινό γεγονός, πυροδοτώντας την αντίδραση των "ήσσονων" κεφαλαίων (αυτών των επίσης δισεκατομμυριούχων που διαχειρίστηκαν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο μέχρι σήμερα) και την οργή, πολύ λιγότερο αποφασιστική, των οπαδών όλων των ομάδων.
Εδώ επίσης, η πανδημία επιτάχυνε μια κρίση που σοβούσε εδώ και χρόνια. Πολλοί σύλλογοι, σε όλες τις βαθμίδες, πνίγονταν στα χρέη. Οι αλλαγές ιδιοκτησίας ήταν συχνές, και με κάθε πέρασμα της σκυτάλης, μεγάλες πολυεθνικές ομάδες (για τους πιο επιτυχημένους συλλόγους) ή τυχοδιώκτες με αβέβαιο βιογραφικό έκαναν την εμφάνισή τους.
Τόσο οι πρώτοι όσο και οι δεύτεροι αναζήτησαν και αναζητούν ακόμη έναν τρόπο να σπάσουν την παράδοση ("η διαχείριση μιας ομάδας σε κάνει διάσημο, αλλά σε κάνει και να χάνεις χρήματα"), "αξιοποιώντας" κατασκευαστικά έργα ("ένα νέο γήπεδο!"), αμφίβολες ανταλλαγές (εξαιρέσεις από το ρυθμιστικό σχέδιο, κατασκευή εμπορικών κέντρων, "αντισταθμιστική κατασκευή ακινήτων", κ.λπ.).
Αλλά, τελικά, σε έναν κόσμο όπου μεταβάλλονται οι θεμελιώδεις συντεταγμένες, πραγματικό business είναι τα δικαιώματα τηλεοπτικής μετάδοσης. Από εδώ προέρχονται τα δισεκατομμύρια για επενδύσεις σε εγκαταστάσεις, προπονητές, παίκτες, κ.λπ.
Ωστόσο, εάν η καρδιά της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας - η κύρια πηγή εισοδήματός της, με όρους μεγέθους και προβλέψεων (οι συμβάσεις υπογράφονται στην αρχή της σεζόν) - είναι η τηλεόραση, βλέπουμε να διαρρηγνύονται όλοι οι αταβιστικοί σύνδεσμοι, οι εδαφικοί, οι πολιτιστικοί, οι οικονομικοί, οι κοινωνικοί, αν όχι και οι πολιτικοί (Do you remember Berlusconi?, από πρόεδρος της AC Milan, "νέος ηγέτης της κοινωνίας των πολιτών").
'Ενα απλό παράδειγμα για να καταλαβαινόμαστε. Πριν από μερικά χρόνια, παρακολουθούσαν το τηλέφωνο του προέδρου της Lazio, του Claudio Lotito, ο οποίος σε μία τηλεφωνική συνομιλία εξέθεσε - κατά λάθος - το πρόβλημα: "Είπα στον Abodi (πρόεδρο της Lega B): αν μου ανεβάσεις την Carpi, αν μου φέρεις ομάδες που δεν αξίζουν τίποτα, σε δύο ή τρία χρόνια δεν θα έχουμε ούτε ένα ευρώ. Εάν καταλήξουμε να είμαστε μαζί με την Frosinone, τη Latina, ποιος θα αγοράσει τα δικαιώματα;"
Για να το θέσουμε πιο ευγενικά, η μαζική τηλεοπτική αγορά θα πρέπει να είναι γεμάτη με αστέρες και όχι με sparring-partners. Όλοι γνωρίζουν και παρακολουθούν τα παιχνίδια με τις πιο δυνατές ομάδες, τους καλύτερους ποδοσφαιριστές, αυτούς που παρέχουν το πιο διασκεδαστικό θέαμα (σήμερα δεν θα είχε προσληφθεί κανένας Nereo Rocco ή Helenio Herrera).
Οι "τοπικές" ομάδες, οι οποίες είναι η έκφραση μικρών ή μεγάλων κοινοτήτων, μπορούν να έχουν ό, τι θέλουν: καλούς ποδοσφαιριστές που ανακαλύπτονται από ανιχνευτές ταλέντων που φροντίζουν να ξοδεύουν πολύ λίγα, λαμπρούς προπονητές που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στις χαμηλότερες κατηγορίες, μερικές χιλιάδες πιστούς οπαδούς κάθε Κυριακή που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν ένα υψηλό τίμημα μόνο και μόνο για να δουν "τα παιδιά μας" να παίζουν στα πιο σημαντικά στάδια.
Αλλά δεν εγγυώνται ένα κοινό εκατομμυρίων - ή μάλλον δεκάδων εκατομμυρίων - τηλεθεατών.
Ας το δούμε κι αλλιώς. Όταν η Giuliana Sgrena, δημοσιογράφος του Il Manifesto, απήχθη στο Ιράκ, πολλοί σταρ φωτογραφήθηκαν φορώντας το μπλουζάκι "Free Giuliana". Μεταξύ αυτών ήταν και ο Francesco Totti, που δεν ήταν ακόμη παγκόσμιος πρωταθλητής. Οι φωτογραφίες έκαναν το γύρο του κόσμου, σε σημείο, όπως έγραψε αργότερα η Sgrena, "να έρθει να την δει, γεμάτος απορία, ένας από τους δύο τερματοφύλακες, ο πιο θρησκευόμενος, επειδή η τηλεόραση έδειχνε τα πορτρέτα μου που κρέμονταν σε ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά και εξαιτίας του Totti. Ναι, του Totti. Μου εξήγησε ότι υποστήριζε τη Roma και ότι έμεινε κατάπληκτος που ο αγαπημένος του παίκτης μπήκε στο γήπεδο με τις λέξεις "ελευθερώστε την Giuliana" τυπωμένες στη φανέλα του."
Είναι αρκετά ξεκάθαρο;
Η πανδημία, όπως λένε, επέβαλλε να γίνονται οι αγώνες σε άδεια γήπεδα για πάνω από ένα χρόνο. Οι εισπράξεις από τα εισιτήρια και το merchandising, που αδυνατούσαν ήδη να καλύψουν ακόμη και ένα μικρό μέρος του λειτουργικού κόστους, εξαφανίστηκαν. Τα δικαιώματα τηλεοπτικής μετάδοσης και η διαφήμιση παρέμειναν οι μόνες πηγές εμπορικού κέρδους.
Αλλά αν η απολύτως φυσική και χωρίς εναλλακτική λύση "επιλογή" αποτελεί την υπάρχουσα δυναμική - έχουμε την τάση να αναζητούμε το καλύτερο θέαμα - τότε αυτή η πίτα των δικαιωμάτων τηλεοπτικής μετάδοσης δεν μπορεί πλέον να μοιραστεί "μεταξύ όλων", μεταξύ των συλλόγων με τους σταρ και των ομάδων με τους έντιμους παίκτες που θέλουν κι αυτές να πετύχουν.
Εξ ου και η απόπειρα του μικρού Agnelli και έντεκα άλλων "διοικητικών συμβουλίων" ευρωπαϊκών ποδοσφαιρικών πολυεθνικών. "Όλη η πίτα δική μας".
Για να κατανοήσουμε αυτήν τη διαδικασία συρρίκνωσης του κεφαλαίου και συγκεντροποίησης της business, δεν πρέπει να κοιτάμε την ιστορία των συλλόγων, το μέγεθος και τις παραδόσεις της βάσης των οπαδών, το "βάρος" της ταυτότητας. Χρειάζεται να εξετάσουμε την ιδιοκτησία και τους χρηματοοικονομικούς επενδυτές.
Οι άλλοι χρηματοδότες είναι ακόμη άγνωστοι, αλλά οι "φήμες της αγοράς" επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον αμερικανικών και σαουδαραβικών κεφαλαίων.
'Οσο για τις ιδιοκτησίες:
Από τα τρία ιταλικά μέλη της νέας Super League, τα δύο εξαρτώνται από κινεζικούς χρηματοοικονομικούς ομίλους και το τρίτο - η Juventus - είναι τμήμα της νέας πολυεθνικής Stellantis, η οποία συγκεντρώνει τις γαλλικές μάρκες Peugeot και Citroën, τις ιταλικές Fiat και Lancia (μεταξύ άλλων), την αμερικανική Chrysler (με Jeep, Dodge, κ.λπ.). Επιπλέον, είναι το μόνο τμήμα που ελέγχεται από έναν Agnelli και φέτος δυσκολεύεται να προκριθεί στο Champions League.
Έχει μια μεγάλη αθλητική ιστορία, θαυμαστές και τηλεθεατές σε όλο τον κόσμο, οπότε μπορεί "νόμιμα" (οικονομικά) να μην χρειάζεται να προκρίνεται κάθε χρόνο. Καλύτερα να συμμετέχει στο "Πρωτάθλημα των καλύτερων" και να αρχίζει να μετράει τα χρήματα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα.
Η αγγλική Chelsea ανήκει στον Ρώσο "αντιφρονούντα" Roman Abramovich. Η Arsenal ανήκει στην Kroenke Sports & Entertainment, ένα αμερικανικό holding αθλητικών και ψυχαγωγικών υπηρεσιών που εδρεύει στο Ντένβερ. Η Manchester United είναι μια βρετανική εταιρεία που ελέγχεται από την οικογένεια του Αμερικανού επιχειρηματία Malcolm Glazer, η οποία δραστηριοποιείται σε διάφορους τομείς μέσω της εταιρείας επενδύσεων First Allied Corporation.
Η ξαδέρφη της Manchester City,που έχει τώρα προπονητή τον Pep Guardiola, ανήκει στο Abu Dhabi United Group for Development and Investments (ADUG), μια εταιρεία που κατέχει 100% ο σεΐχης Mansour bin Zayed Al Nahyan, μέλος της βασιλικής οικογένειας του Αμπού Ντάμπι.
Η Liverpool, η οποία συγκινεί ακόμη και τους μη οπαδούς με τον υπέροχο και αλληλέγγυο ύμνο της (You Never Never Walk Alone), ελέγχεται από την UKSV Holdings Company Limited, η οποία με τη σειρά της ελέγχεται από την UKSV I LLC με έδρα την Πολιτεία του Delaware (ένας φορολογικός παράδεισος made in USA). Η τελευταία αυτή εταιρεία είναι μέρος του Fenway Sports Group, μιας αμερικανικής εταιρείας που συγκεντρώνει διάφορες επενδύσεις στον αθλητικό τομέα, όπως η ομάδα μπέιζμπολ Boston Red Sox. Ο κύριος μέτοχος του Fenway Sports Group είναι ο Αμερικανός επιχειρηματίας John W. Henry.
Η Tottenham Hotspur Limited ελέγχεται από την Enic International Limited, μια εταιρεία καταχωρημένη στις Μπαχάμες. Ο κύριος μέτοχός της, με ποσοστό 70,59%, είναι ο Άγγλος επιχειρηματίας (που διαμένει στο New Providence, στις Μπαχάμες) Joe Lewis.
Η ιδιοκτησιακή δομή της Real Madrid είναι φαινομενικά διαφορετική. Η Real Madrid είναι ένας πολυαθλητικός σύλλογος που ιδρύθηκε ως "μη κερδοσκοπική" ένωση ιδιωτών. Αλλά είναι δύσκολο να συσχετίσουμε τον Florentino Perez με κάτι "μη κερδοσκοπικό".
'Ιδια κατάσταση για την Barcelona, η οποία διαθέτει μία διάχυτη βάση μετόχων που αριθμεί περίπου 200.000 μέλη.
Πιο παραδοσιακή, τέλος, είναι η δομή της Atletico Madrid, που αγοράστηκε το 1987 από τον Jesus Gil. Σήμερα, ο πλειοψηφικός μέτοχος της εταιρείας είναι ο Miguel Angel Gil Marin.
Οι δώδεκα αυτές εταιρείες είναι αυτές - συν μερικές άλλες - που έχουν τη μεγαλύτερη οικονομική αξία στην Ευρώπη (χωρίς να υπολογίζονται οι γαλλικές και γερμανικές εταιρείες, οι οποίες προς το παρόν δεν συμμετέχουν στην "υπόθεση").
Πρόκειται για τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου σε έναν πολύ ειδικό "βιομηχανικό" τομέα. Αλλά λειτουργεί ακριβώς όπως και στην αυτοκινητοβιομηχανία (το παράδειγμα της Stellantis μπορεί να αρκεί) και σε οποιαδήποτε άλλη βιομηχανία.
Ας πούμε ότι οι "ανισότητες" γίνονται το πραγματικό σήμα κατατεθέν του κεφαλαίου που έχει φτάσει σε αυτό το στάδιο. Και δεν μιλάμε μόνο για τις τεράστιες διαφορές εισοδήματος μεταξύ εργαζομένων και "μετόχων αναφοράς", μεταξύ επισφαλών εργαζομένων και μεγάλων διευθυντών, αλλά και εντός του ίδιου του κεφαλαίου.
'Οσοι έχουν τη δύναμη να γίνουν "πολυεθνικές" προχωρούν, εκείνοι που μπορούν να διευθύνουν μόνο μια τοπική επιχείρηση μένουν πίσω, και πιθανότατα, αργά ή γρήγορα, θα αναγκαστούν να την κλείσουν.
Στον κόσμο του ποδοσφαίρου, η πραγματική (ενδεχόμενη) δημιουργία της Super League έχει (θα είχε) εκρηκτικά αποτελέσματα. Η συγκέντρωση των επενδύσεων, που ευνοείται από τα δικαιώματα τηλεοπτικής μετάδοσης, θα δημιουργούσε έναν "κόσμο χωριστά", με 15 "ισόβια μέλη» και πέντε "καλεσμένους", που θα επιλέγονταν κάθε χρόνο μεταξύ των καλύτερων μέσα από τα διάφορα εθνικά πρωταθλήματα.
Εκτός από τον κόσμο αυτόν των υπέρ πλουσίων, όλοι οι άλλοι σύλλογοι θα κατέληγαν με πολύ συρρικνωμένα εισοδήματα (τα τηλεοπτικά δικαιώματα συμπαρασέρνουν και εκείνα της διαφήμισης) και επομένως θα αδυνατούσαν πλήρως (αν δεν βρίσκονταν και "μαικήνες") να συγκροτήσουν μεγάλες και ανταγωνιστικές ομάδες.
Αυτό θα σήμαινε μεγάλη κρίση για τις σχολές ποδοσφαίρου, που χρηματοδοτούνται από τις πολύ υψηλές εισφορές των μαθητευόμενων ποδοσφαιριστών (αυτών των οικογενειών που κυνηγούν το όνειρο να έχουν έναν γιο πρωταθλητή ή τουλάχιστον έναν "τίμιο επαγγελματία ποδοσφαιριστή") και από τις υπεραξίες που σχετίζονται με την πώληση α λα καρτ των καλύτερων "προϊόντων" τους.
Αλλά κυρίως, θα απέκοβε τον κοινωνικό και πολιτικό δεσμό μεταξύ του ποδοσφαίρου και των λαών. Και αυτό είναι το συνηθισμένο πρόβλημα με οποιαδήποτε συγκέντρωση του κεφαλαίου. Κάθε ομάδα της περιορισμένης ευρωπαϊκής ελίτ δεν θα ήταν πλέον (ή πολύ λιγότερο) το σύμβολο με το οποίο θα ταυτιζόταν μια περιοχή και ένας "τρόπος ύπαρξης" (ρωτήστε τους οπαδούς της Inter ...).
Κάθε μελλοντικός ιδιοκτήτης, όπως συμβαίνει μερικές φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες με το NBA, θα μπορούσε να "αλλάζει franchise" και να συνδέει την ομάδα με άλλη πόλη. Ίσως ακόμη και με άλλη χώρα.
Μεταξύ των "θυμάτων", θα συγκαταλέγονται επίσης οι αρχηγοί των "πετάλων", οι διαχειριστές του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, οι χειραγωγοί της πολιτικής συναίνεσης, κλπ.
Είναι ο καπιταλισμός, ομορφιά μου.
Ενδέχεται η "πρωτοβουλία" αυτή να μην στεφθεί προς το παρόν με επιτυχία. Η απουσία γερμανικών και γαλλικών ομάδων (ιδίως η Paris Saint Germain και η Bayern) υπονομεύει σε μεγάλο βαθμό την αξίωση μίας πραγματικής εκπροσώπησης της αναλλοίωτης ελίτ του ποδοσφαίρου, εκτός κι αν οι τρεις σύλλογοι που δεν έχουν ακόμη "αποκαλυφθεί" προέρχονται ακριβώς από αυτές τις ίδιες χώρες.
Η αντίδραση της "ευρωπαϊκής πολιτικής" απειλεί επίσης σοβαρά τη βιωσιμότητα του σχεδίου. Ο αποκλεισμός των ομάδων από εθνικά πρωταθλήματα, και συνεπώς των παικτών από τις αντίστοιχες εθνικές ομάδες, θα καταντούσε τη Super League πολύ λιγότερο ελκυστική. Και η "ανταγωνιστικότητα" θα μειωνόταν σημαντικά (οι Los Angeles Lakers είναι ένα πράγμα, οι Harlem Globe Trotters είναι ένα άλλο).
Αλλά μεσοπρόθεσμα η τάση φαίνεται ξεκάθαρη. Εκείνοι που θέλουν πραγματικά να βγάλουν λεφτά από το ποδόσφαιρο πιέζουν προς την κατεύθυνση της συγκέντρωσης και της συγκεντροποίησης ενός θεάματος ανάμεσα σε μερικά χέρια.
Και δεν υπάρχει λόγος να θλιβόμαστε για τους απειλούμενους ή / και χαμένους μύθους μας. Πριν από 165 χρόνια, οι δύο σοφοί είχαν προειδοποιήσει:
Παντού όπου η αστική τάξη ήρθε στην εξουσία, κατέστρεψε όλες τις φεουδαρχικές, πατριαρχικές και ειδυλλιακές σχέσεις. Διέρρηξε χωρίς οίκτο τους πολυποίκιλους και πολυσύνθετους δεσμούς που συνδέανε τον φεουδαρχικό άνθρωπο με τους "φυσικούς ανώτερούς" του και δεν άφησε κανέναν άλλο δεσμό ανάμεσα στον άνθρωπο και τον άνθρωπο, εκτός από το ψυχρό συμφέρον, τη σκληρή απαίτηση της "πληρωμή τοις μετρητοίς". Έπνιξε στα παγωμένα νερά του εγωιστικού υπολογισμού τα ιερά ρίγη της θρησκευτικής έκστασης, του ιπποτικού ενθουσιασμού, του μικροαστικού συναισθηματισμού. Μετέτρεψε την προσωπική αξιοπρέπεια σε απλή ανταλλακτική αξία και στη θέση των έντιμα αποκτημένων ελευθεριών έβαλε την αποκλειστική και αδυσώπητη ελευθερία του εμπορίου. Με μια λέξη, στη θέση της καλυμμένης με θρησκευτικές και πολιτικές αυταπάτες εκμετάλλευσης, έβαλε την ανοιχτή, ξεδιάντροπη, άμεση, σκληρή εκμετάλλευση. Η αστική τάξη αφαίρεσε το φωτοστέφανο απ' όλες τις ως τότε αξιοσέβαστες δραστηριότητες που αντιμετωπίζονταν με θρησκευτική ευλάβεια. Μετέτρεψε τον γιατρό, τoν νομικό, τov παπά, τον ποιητή, τον επιστήμονα σε μισθωτούς εργάτες της. Η αστική τάξη ξέσχισε τον πέπλο του συναισθηματισμού που σκέπαζε τις οικογενειακές σχέσεις και τις μετέβαλλε σε ξεκάθαρες χρηματικές σχέσεις."
Καρλ Μαρξ, Φρίντριχ Ένγκελς, Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.
Πιστεύατε πως το ποδόσφαιρο μπορούσε να γνωρίσει μία άλλη τύχη;