Με τον θάνατο των Straub, οι γάμοι της επανάστασης και της τέχνης έμειναν στη μέση
Μέσα από την ποικιλομορφία και την πρωτοτυπία των μορφών του, ο κινηματογράφος της Danièle Huillet και του Jean-Marie Straub, ο οποίος πέθανε την περασμένη Κυριακή, θα παραμείνει ένα έργο αντίστασης, σκέψης και απόλαυσης, μια τέχνη κλεμμένη από την υψηλή κουλτούρα.
Luc Chessel
Libération - 20 Νοεμβρίου 2022
Ο Straub πέθανε, ο κινηματογράφος και η επανάσταση πενθούν - αυτές οι δύο δυνάμεις, οι πάντα πιθανές, μερικές φορές πραγματικές, και κάποτε, σπάνια, ενωμένες. Λίγες εβδομάδες μετά τον Γκοντάρ, σαν να κλείνει οριστικά μια εποχή ή πολλές εποχές, σαν να τις κλείνουν στα μούτρα μας - η σιωπή, ο χρόνος για να μετρήσουμε το μέγεθος της απώλειας. Straub, δηλαδή οι Straub, δηλαδή οι Huillet και Straub: η Danièle Huillet και ο Jean-Marie Straub, ένα δίδυμο και ζευγάρι κινηματογραφιστών που δημιουργήθηκε το 1954 όταν αυτή ήταν 18 και εκείνος 21 ετών, αχώριστοι μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος αυτής, το 2006, αφήνοντας τον άλλον να συνεχίζει, παρ' όλα αυτά, να γυρίζει ταινίες. Οι 30 ταινίες, διαφόρων μορφών και διάρκειας, που έκαναν μαζί, ως τεχνίτες της ύλης και της σκέψης, ως αγωνιστές της ευαισθησίας, όπως και οι άλλες 18 που εκείνος απέσπασε στη συνέχεια από την απουσία της, έχουν όλες ως αφετηρία ένα ή περισσότερα κείμενα κάποιου άλλου - κείμενα του Μπρεχτ, του Κάφκα, του Κορνέιγ, του Χαίλντερλιν ή του Βιτορίνι, του Σεζάν και του Παβέζε - που επαναφέρονται, κατανοούνται, ανακατακτούνται, ερμηνεύονται με νέο και άμεσο τρόπο, με τα όπλα του κλασικού ντεκουπάζ και του σύγχρονου μοντάζ, άμεσα και ριζοσπαστικά κληρονομημένα από τον κινηματογράφο, από την ιστορία του.
Έτσι, πλάνο με το πλάνο, πρόταση με την πρόταση, επινόησαν έναν κινηματογράφο οπλισμένο με τη δική του ιστορία και την ιστορία του κόσμου, οπλισμένο με τη γραφή και τις ζωές των άλλων, οπλισμένο, ή μάλλον συμμαχώντας με τα σώματα εκείνων που ήρθαν, απ' έξω, από το εξωτερικό του κινηματογράφου, στο κάδρο των πλάνων τους, για να ερμηνεύσουν αυτές τις ιστορίες μαζί τους και γι' αυτούς. Ένας κινηματογράφος όχι του περιθωρίου, αλλά της μειονότητας, όπως το χαρακτήριζε σε αυτές τις σελίδες, το 1984, ο Serge Daney, ακολουθώντας το σκεπτικό των ίδιων των δημιουργών του, και επικαλούμενος τη "Στραουμπική Διεθνή" των πιστών θεατών και οπαδών τους. Ένας κινηματογράφος της αντίστασης, της (ακριβούς) σκέψης και της (σωματικής) απόλαυσης, μια τέχνη που εκλάπη από την υψηλή κουλτούρα για να την επιστρέψει σε όλους, δηλαδή σε εκείνους στους οποίους θα μιλούσε, που θα συγκινούσε για πάντα, μόλις θα είχε περάσει το αρχικό σάστισμα - ότι ο κινηματογράφος μπορεί να είναι αυτό: η σκληρότητα και η τρυφερότητα μαζί, η μακροχρόνια και αργή υπομονή, αλλά και η έκλαμψη συνάμα, αυτή η τέχνη του εδώ και τώρα που εφαρμόζει πάνω στη συνείδηση ολόκληρης της ιστορίας, ανθρώπινης και άλλης, με την έννοια της απελευθέρωσής της (έργο μεγαλόπνοο).
Ο Straub πέθανε, δεν είναι ώρα για ωραία λόγια, να ρίχνουμε "σάλτσα στις πέτρες", όπως αποκαλούσε την αφηρημένη και αστική φλυαρία, καταγγέλλοντας αδιάκοπα τη μόνιμη τεμπελιά που ταιριάζει, για να τον δικαιολογήσει, σε έναν κόσμο που συνθλίβεται από την κυριαρχία - σε συνεντεύξεις, παρουσιάσεις πριν από προβολές ή σε εκείνη την απίστευτη ταινία μιας συνάντησης των δύο τους, μια ρομαντική κωμωδία που παίρνει αφορμή από τη δουλειά του μοντάζ, το Où gît votre sourire enfoui ? (Πού κείτεται το θαμμένο χαμόγελό σας;) του Pedro Costa, η οποία διατηρεί το ίχνος ενός πάθους. Θα ξαναδούμε όμως αντί γι' αυτήν, το Non Réconciliés (Μη συμφιλιωμένοι) και το Trop tôt trop tard (Πολύ νωρίς, πολύ αργά), το De la nuée à la résistance (Από τη νεφέλη στην Αντίσταση) ή το Amerika-Rapports de classe (Αμέρικα - Ταξικές σχέσεις), οι τίτλοι των Straub είναι όλοι όμορφοι, το Toute révolution est un coup de dés (Κάθε επανάσταση είναι μια ζαριά), και ακόμη και το περίφημο Les Yeux ne veulent pas en tout temps se fermer ou Peut-être qu'un jour Rome se permettra de choisir à son tour (λέει ο 'Οθων, εμπνευσμένος από τον Κορνέιγ, στη Ρώμη, με τήβεννο, πάνω από ένα αυτοκινητόδρομο). Αλλά θα ξαναθυμηθούμε και το πλάνο με την ίδια την Danièle Huillet, μια καθιστή οπτασία στην πλαγιά ενός λόφου, στο Θάνατο του Εμπεδοκλή, ταινία βασισμένη στην ημιτελή, αδιανόητη τραγωδία του ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν. Προφέρει, σαν ερώτημα, σαν το ένα και μοναδικό ερώτημα, αυτές τις επαναστατημένες, αποσπασματικές λέξεις, γεμάτες ελπίδα, αμφιβολία και μουσική: Neue Welt? Νέος Κόσμος; Απομένει να έρθει. Επιμένει.
Où gît votre sourire enfoui ? (Πού κείτεται το θαμμένο χαμόγελό σας;), ταινία του Pedro Costa (2003).
"Μια μέρα, ο Luis Buñuel συναντάει τον Nicholas Ray. Οι δύο άνδρες δειπνούν μαζί και ο Ray λέει ότι στο Χόλιγουντ ήταν αδιανόητο να γυριστεί μια νέα ταινία που να είναι φθηνότερη από την προηγούμενη. Ο Buñuel το ακούει αυτό και γι' αυτόν είναι πραγματικά το τέλος του κόσμου.
Ο Jean-Marie Straub θυμίζει αυτό το ανέκδοτο σε μια από τις σκηνές του Où gît votre sourire enfoui ?, ένα πορτρέτο του ζεύγους Straub-Huillet που σκηνοθέτησε ο Pedro Costa από τη Λισαβόνα για τη σειρά "Κινηματογράφος της εποχής μας", μια σύντομη 50λεπτη εκδοχή του οποίου έχει ήδη μεταδοθεί στο Arte. Το ζήτημα του κόστους των ταινιών και της αλλοτρίωσης που αυτό συνεπάγεται θα επανέλθει αργότερα, όταν ο Straub θα αναφερθεί στις δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά τη χρηματοδότηση της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας τους, το Χρονικό της Anna Magdalena Bach. Ένας παραγωγός πρότεινε τον Herbert von Karajan. Είχε τα λεφτά, ήταν έτοιμος να πληρώσει τον μαέστρο και να χρηματοδοτήσει γενναία τους Straub, ώστε να μπορέσουν να φτιάξουν την ταινία. Ο Jean-Marie Straub και η Danièle Huillet προφανώς δεν εκτιμούν ιδιαίτερα τον Karajan και θέλουν τον Gustav Leonard, "αλλά έχει κάνει μόνο δύο δίσκους, οπότε δεν είναι πολύ κερδοφόρος, ούτε για τη μουσική βιομηχανία ούτε για το box office. Είπα στον τύπο να πάει να γαμηθεί". Θα τους πάρει δέκα χρόνια για να ολοκληρώσουν το Χρονικό, απαλλαγμένοι ωστόσο από τις ιδεολογικές επιταγές του χρήματος.
Ο Pedro Costa, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, είναι μάλλον ευαίσθητος σε αυτήν τη συλλογιστική, αυτός που σηκώνεται κάθε πρωί για να πάει να κινηματογραφήσει την εξαθλίωση της πιο υποβαθμισμένης συνοικίας της πόλης του, που το κάνει χωρίς να νοιάζεται καθόλου για οποιαδήποτε αποδοτικότητα, αλλά από πίστη σε μια ιδέα, σε ένα ήθος, απέναντι σε απροστάτευτους ανθρώπους που έχει δει και που αποκλείεται πλέον να μην βλέπει. Και τότε ο Costa ανακάλυψε τους Straub την ίδια εποχή με το punk rock. Στο μυαλό του, ήταν και παραμένει το ίδιο πράγμα." [...]
Didier Péron (Libération 15.01.2003)