Ο Χέμινγουεϊ και η Αντριάνα στη Βενετία
"Όποιος τη δει μια φορά, την ερωτεύεται για μια ζωή και δεν την αφήνει ποτέ ξανά,
ή αν την αφήσει, είναι για να τη βρει πάλι σύντομα,
και αν δεν τη βρει, θλίβεται που δεν θα την ξαναδεί.
Από την επιθυμία αυτή της επιστροφής, η οποία βαραίνει όλους εκείνους που την άφησαν
πήρε το όνομα "Βενετία",
σαν να θέλει να πει σε όσους την αφήνουν, σαν μια γλυκιά προσευχή:
"Veni etiam", "έλα ξανά".
Απόσπασμα από την ομιλία του Δόγη Αλβίζε Α΄ Μοτσενίγκο, κατά την ενθρόνισή του στις 23 Αυγούστου 1570
Viktor Kirtov
Pileface - 13.11.2014
Ας ανοίξουμε το Ερωτικό Λεξικό της Βενετίας [του Philippe Sollers -σ.σ.] στο γράμμα H: Hemingway Ernest (1899-1961)
Αγαπάμε τον Χέμινγουεϊ, γιατί είπε κάποτε: "Και πάντα η Ιταλία, καλύτερη από κάθε βιβλίο."
Το Πέρα από το ποτάμι και κάτω από τα δέντρα, το "βενετσιάνικο" μυθιστόρημά του, είναι το πιο παράξενο βιβλίο του, το οποίο έτυχε πολύ κακής υποδοχής από τους Αμερικανούς κριτικούς όταν εκδόθηκε το 1950. Είναι χειμώνας, φυσάει, η λιμνοθάλασσα είναι λίγο-πολύ παγωμένη για ένα τελευταίο κυνήγι πάπιας, και προτιμούν όλοι να περνούν την ώρα τους στο Harry's Bar και στο Gritti Hotel. Ο συνταγματάρχης Ρίτσαρντ Κάντγουελ, πενήντα ενός ετών (όπως και ο Χέμινγουεϊ εκείνη την εποχή), πρόκειται να πεθάνει από καρδιακή προσβολή, αλλά προς το παρόν είναι πολύ ερωτευμένος με μια νεαρή δεκαεννιάχρονη Ιταλίδα κόμισσα, τη Ρενάτα. Πίνουν, τρώνε, φιλιούνται και συζητούν πολύ (πάρα πολύ). Ο συνταγματάρχης διηγείται τους δύο παγκόσμιους πολέμους του, αισθάνεται γέρος και άδειος, κι η περιπέτεια αυτή είναι η τελευταία του. Στην πραγματικότητα, η Ρενάτα ονομάζεται Adriana Ivancich, ζωγραφίζει και γράφει ποίηση. Πρέπει να αγάπησε αυτόν τον "πατερούλη", που κατέφθασε στη Βενετία με ένα περίεργο κράμα ωμότητας και λεπτότητας (όλη η τέχνη του Χέμινγουεϊ βρίσκεται εδώ). Αντιπαράθεση ανάμεσα στην πολύ παλιά και ωστόσο πολύ νεαρή Αμερική (οι παρατηρήσεις του υπασπιστή του συνταγματάρχη, σχετικά με τη βασιλική του Αγίου Μάρκου για παράδειγμα, και η παρομοίωσή του με ένα "σινέ-παλάς") και της πολύ νεαρής και πολύ παλιάς Ευρώπης (Renata-Adriana).
Ο Χέμινγουεϊ περνούσε μια περίοδο δημιουργικής στειρότητας. Η Αντριάνα τον επανέφερε. "Μου ξαναέδωσες τη δυνατότητα να γράφω", της είπε. Αυτό δεν είναι λίγο. Και γι' αυτό "είσαι η τελευταία και μοναδική αληθινή μου αγάπη".
Βενετία; "Η πόλη μου. Θεέ μου, τι αξιολάτρευτη πόλη!"
Εμφάνιση της νεαρής κόμισσας στο Harry’s Bar:
"Μπήκε τότε στην αίθουσα, ακτινοβολώντας νιότη και στητή, περήφανη ομορφιά, αλλά και με μια ανεμελιά που της προσέδιδαν τα ανακατεμένα από τον άνεμο μαλλιά της. Η επιδερμίδα της ήταν χλωμή, σχεδόν στο χρώμα του λαδιού, το προφίλ της θα ράγιζε την καρδιά οποιουδήποτε, ακόμη και της δικής σας, και τα σκούρα μαλλιά της σχημάτιζαν μια ζωντανή μάζα που κάλυπτε τους ώμους της".
Η Βενετία, η Γαληνοτάτη, ταυτίζεται με αυτή τη νεαρή κοπέλα.
Το χέρι του συνταγματάρχη είναι τραυματισμένο. Θα ξέρει πάντως πως να το χρησιμοποιήσει. Αλλά αυτή η πληγή, φυσικά, έλκει τη σύντροφό του.
Ο Χέμινγουεϊ, στο μυθιστόρημά του και στις επιστολές του, τονίζει την "αιμομικτική" διάσταση αυτής της συνάντησης. Η έκφραση "η κόρη μου" επανέρχεται συνέχεια, γι' αυτό και οι Αμερικανοί κριτικοί, χωρίς αμφιβολία, αντέδρασαν αρνητικά: ενώ ο πόλεμος είναι ακόμα πολύ κοντά, ένας συνταγματάρχης του αμερικανικού στρατού περνάει τον χρόνο του πίνοντας και φλερτάροντας με μια δεκαεννιάχρονη κόμισσα στη Βενετία.
Αυτό δεν εμποδίζει τον Κάντγουελ-Χέμινγουεϊ να της προτείνει πολύ γρήγορα, σαν παιχνίδι, να την παντρευτεί και να της κάνει "πέντε αγόρια". Εδώ, λίγο χοντρό στρατιωτικό χιούμορ. Βεβιασμένη ευθυμία, αγχωμένη γιορτή.
Ειδικά το Κεφάλαιο 13 ήταν ωστόσο αυτό που πρέπει να σόκαρε τους πουριτανούς της παλιάς Αμερικής:
"Πέρασαν μέσα στη γόνδολα, και ήταν πάλι η ίδια μαγεία: το ελαφρύ κύτος και η ξαφνική ταλάντωση καθώς ανεβαίνεις, και η ισορροπία των σωμάτων στη σκοτεινή οικειότητα μια πρώτη και μετά μια δεύτερη φορά, όταν ο gondoliere άρχισε να κωπηλατεί, δίνοντας στη γόνδολα μία μικρή κλίση στο πλάι, για να την κουμαντάρει καλύτερα.
"Ορίστε", είπε το κορίτσι. Είμαστε σπίτι μας τώρα και σε αγαπώ. Φίλησέ με και βάλε σε αυτό όλη σου την αγάπη."
Τίποτα όμως δεν λέγεται με άμεσο τρόπο, το ύφος παραμένει γλαφυρό, και γι' αυτό ίσως μοιάζει ακόμη πιο πρόστυχο:
"Ο άνεμος ήταν πολύ κρύος και τους μαστίγωνε τα πρόσωπα, αλλά κάτω από την κουβέρτα δεν υπήρχε ούτε άνεμος ούτε τίποτα- τίποτα άλλο παρά μόνο εκείνο το μισοδιαλυμένο χέρι που έψαχνε το νησί στο μεγάλο ποτάμι με τις ψηλές, απότομες όχθες.
"Ναι", είπε εκείνη, έτσι είναι ωραία".
"Τη φίλησε, τότε, και αναζητώντας το νησί, πότε το έβρισκε, πότε το έχανε, ώσπου το βρήκε στο τέλος μια και καλή. Για το καλό και για το κακό, σκέφτηκε, και για το καλό και για όλα".
Μια δεκαεννιάχρονη κόμισσα δεν έχει κλειτορίδα αλλά ένα "νησί". Ομοίως, το να έχεις οργασμό συγκρίνεται με ένα "πουλί που πετάει μακριά":
"Εκείνη δεν είπε τίποτα, ούτε κι εκείνος, και όταν το μεγάλο πουλί πέταξε μακριά μέσα από το κλειστό παράθυρο της γόνδολας και χάθηκε, εξαφανίστηκε, παρέμειναν σιωπηλοί. Στήριξε απαλά το κεφάλι της, με το γερό του χέρι, και με το άλλο κρατούσε τώρα τα ύψη".
Τα "ύψη" της "δροσερής και ταυτόχρονα χλιαρής" κοπέλας είναι τα "στητά της στήθη".
Ο Χέμινγουεϊ διασκεδάζει όπως ένας τροβαδούρος. Αλλά για την Αμερική της εποχής εκείνης (και ακόμη και σήμερα), δεν νοείται ένα νεαρό κορίτσι καλής οικογενείας να την χαϊδεύει με αυτόν τον τρόπο ένας αηδιαστικός γέρος μέσα σε μια γόνδολα, πόσο μάλλον όταν εκείνη του το ζητάει.
Πίνουν και σαμπάνια, ένα ακόμη επιβαρυντικό στοιχείο, ενώ ακούγεται ο σιχαμένος γέρος να λέει:
"Θα σου κάνει καλό, κοριτσάκι. Είναι εξαιρετικό για όλα τα κακά που όλοι μας σέρνουμε, και για την αναποφασιστικότητα γενικά και για τη θλίψη.
Η Μαίρη Γουέλς, η τελευταία σύζυγος του Χέμινγουεϊ, φαίνεται ότι ανέχθηκε τη σχέση Χέμινγουεϊ-Αντριάνα στο βαθμό που παρουσιάστηκε ως "πλατωνική" και χρήσιμη για το έργο του. Αλλά στο Πέρα από το ποτάμι..., ο Χέμινγουεϊ βρίσκει αφορμή να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του και με την τρίτη του σύζυγο, τη δημοσιογράφο Μάρθα Γκέλχορν:
"Έχει λησμονηθεί, της λέει ο συνταγματάρχης. Ίσως κρεμαστεί μια από αυτές τις μέρες, αφού κοιταχτεί καλά στον καθρέφτη."
Ένα φαινομενικά ανάλαφρο σχόλιο, το οποίο όμως ηχεί δραματικά καθώς γνωρίζουμε ότι η Αντριάνα Ιβάνσιτς, πολύ μετά το θάνατο του Χέμινγουεϊ (και αφού παντρεύτηκε κ.λπ.), αυτοκτόνησε κρεμασμένη από ένα δέντρο.
Για άλλη μια φορά τραγική, επομένως, η Βενετία.