Lieux
Οι "Τόποι" του Ζωρζ Περέκ
"Κοίτα με όλα σου τα μάτια, κοίτα!
Ιούλιος Βερν, Μιχαήλ Στρογκόφ, (1876)
Denis Seel
Diacritik Magazine - 20.06.2022
"Κι όταν ήταν να γεννήσει, υπήρχαν στην κοιλιά της δίδυμα. Στη διάρκεια του τοκετού, το ένα πρόβαλε ένα χέρι που το έπιασε η μαμή· του έδεσε μια κόκκινη κλωστή, λέγοντας: "Αυτός βγήκε πρώτος." Τότε αυτό τράβηξε το χέρι του μέσα και βγήκε ο αδελφός του. "Είπε: "Τι μέλλει να σου συμβεί για τη ρωγμή που προκάλεσες; Το ονόμασαν Pèrèç - δηλαδή, η Ρωγμή." (Γένεση 38:27-29)
Η συγγραφική ζωή του Ζωρζ Περέκ υπήρξε μια αδιάκοπη αναζήτηση μιας ρωγμής στο χώρο και το χρόνο, που απειλούνται με φραγή. Καλύπτοντας με λέξεις το εξαφανισμένο παρελθόν, το παρόν που φεύγει την ίδια στιγμή που εμφανίζεται, καλύπτοντας με λέξεις την αρχική Εξαφάνιση: εκείνη του πατέρα, που πήγε εθελοντής στον πόλεμο και τραυματίστηκε θανάσιμα από μια οβίδα το 1940 (ο μικρός Ζωρζ ήταν τεσσάρων ετών), και εκείνη της μητέρας, που δολοφονήθηκε στο Άουσβιτς τρία χρόνια αργότερα. Με την παράλογη ελπίδα να τους σώσει, να σωθεί ο ίδιος.
Τον Ιούλιο του 1969, ο Ζωρζ Περέκ, σε μια επιστολή-πρόγραμμα (που μπορούμε να διαβάσουμε στο Je suis né - Γεννήθηκα), ανέφερε στον Maurice Nadeau το σχέδιό του για ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο "που ξεκίνησε από μια μάλλον τερατώδη ιδέα, αλλά και συναρπαστική νομίζω: Επέλεξα δώδεκα μέρη στο Παρίσι, δρόμους, πλατείες, σταυροδρόμια, που σχετίζονται με αναμνήσεις, γεγονότα ή σημαντικές στιγμές της ζωής μου. Κάθε μήνα, περιγράφω δύο από αυτά τα μέρη· την πρώτη φορά, επί τόπου (σε ένα καφέ ή στον ίδιο το δρόμο) περιγράφω "αυτό που βλέπω" με τον πιο ουδέτερο δυνατό τρόπο, απαριθμώ τα καταστήματα, μερικές αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, μερικά μικρο-γεγονότα (ένα διερχόμενο πυροσβεστικό όχημα, μια κυρία που δένει το σκύλο της πριν μπει σε ένα μαγαζί με αλλαντικά, μια μετακόμιση, αφίσες, άνθρωποι κ.λπ.)· τη δεύτερη φορά, οπουδήποτε (σπίτι μου, στο καφέ, στο γραφείο), περιγράφω το μέρος από μνήμης, ανακαλώ τις αναμνήσεις που συνδέονται με αυτό, τους ανθρώπους που γνώρισα εκεί κ.λπ. Κάθε κείμενο (το οποίο μπορεί να είναι λίγων γραμμών ή πέντε-έξι σελίδων, ή και περισσότερο), μόλις τελειώσει, σφραγίζεται σε έναν φάκελο με βουλοκέρι. Μέσα σε ένα χρόνο, θα έχω περιγράψει καθένα από τα μέρη μου αυτά δύο φορές, τη μία με τη βοήθεια της μνήμης, και την άλλη επί τόπου με πραγματική περιγραφή. Το ίδιο θα κάνω για τα επόμενα δώδεκα χρόνια, εναλλάσσοντας τα ζεύγη των τοποθεσιών σύμφωνα με έναν πίνακα (ορθογώνια διπλά λατινικά τετράγωνα τάξης 12) που μου παρείχε ένας Ινδός μαθηματικός που εργάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ξεκίνησα τον Ιανουάριο του 1969· θα έχω τελειώσει τον Δεκέμβριο του 1980! Θα ανοίξω τότε τους 288 σφραγισμένους φακέλους, θα τους ξαναδιαβάσω προσεκτικά, θα τους αντιγράψω, θα φτιάξω τα απαραίτητα ευρετήρια. Δεν έχω πολύ σαφή εικόνα του τελικού αποτελέσματος, αλλά νομίζω ότι θα δούμε σε αυτό το γέρασμα των τόπων, το γέρασμα της γραφής μου, το γέρασμα των αναμνήσεών μου: ο χρόνος που ανακτήθηκε συγχέεται με τον χαμένο χρόνο· ο χρόνος συνδέεται άρρηκτα με αυτό το έργο, αποτελεί τη δομή και τον περιορισμό του· το βιβλίο δεν είναι πλέον η αποκατάσταση ενός περασμένου χρόνου, αλλά ένα μέτρο του χρόνου που κυλάει· ο χρόνος της γραφής, που μέχρι τώρα ήταν ένας χρόνος για το τίποτα, ένας νεκρός χρόνος, τον οποίο προσποιούμασταν ότι αγνοούσαμε ή τον αποκαθιστούσαμε αυθαίρετα (L'Emploi du temps - Το ημερίσιο πρόγραμμα), που παρέμενε πάντα στο περιθώριο του βιβλίου (ακόμη και στον Προυστ), θα γίνει εδώ ο βασικός άξονας. Δεν έχω ακόμη τίτλο για αυτό το έργο- θα μπορούσε να είναι Loci Soli (ή Soli Loci) ή, πιο απλά, Lieux).
Ο Περέκ θα εγκαταλείψει το Lieux μετά από έξι χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 1975, στον εκατόν τριάντα τρίτο φάκελο. Τα επόμενα χρόνια άνοιξε μερικούς φακέλους και δημοσίευσε μερικά "réels " ["πραγματικά" - σ.σ.] σε περιοδικά. Το 1988 και το 1989, η Ela Bienenfeld, δικαιούχος του Ζωρζ Περέκ και ο Philippe Lejeune άνοιξαν τους φακέλους που ήταν ακόμη κλειστοί και τους αρίθμησαν. Σήμερα δημοσιεύεται το σύνολο αυτών των Lieux .
Ποια είναι αυτά τα μέρη;
Η rue Vilin, ο δρόμος των πρώτων παιδικών του χρόνων· η rue de l'Assomption, όπου έμενε η οικογένεια Bienenfeld που τον φιλοξένησε μετά τον πόλεμο· ο κυκλικός κόμβος Franklin-Roosevelt, όπου το έσκασε το 1948 ή το 1949· η avenue Junot, όπου ζούσαν τα ξαδέρφια του· η rue Saint-Honoré, όπου έμεινε ως "φοιτητής"· η place d'Italie, που συνδέεται με έναν παλιό φίλο του· η rue de la Gaîté, που συνδέεται κι αυτή με έναν φίλο· το carrefour Mabillon, που σχετίζεται αρχικά με τη ζωή του με την P. ; το passage Choiseul, κοντά στο οποίο εργαζόταν η P.· η place de la Contrescarpe και η place Jussieu, κοντά στην rue de Quatrefages, όπου έζησε στις αρχές της δεκαετίας του '60· τέλος η Ile Saint-Louis, όπου η S.L., από την οποία μόλις είχε χωρίσει, είχε ένα διαμέρισμα.
Βρίσκουμε σε αυτούς τους εκατόν τριάντα τρεις φακέλους, εκτός από τα κείμενα, αποδείξεις από καφενεία, συσκευασίες ζάχαρης, διαφημιστικά φυλλάδια, επιστολές, τηλεγραφήματα, φωτογραφίες... Τα κείμενα αυτά είναι χειρόγραφα, με διαφορετικά χρώματα, ανάλογα με το μελάνι, το στυλό ή το μαρκαδόρο που χρησιμοποιήθηκαν, σε σελίδες σημειωματαρίων, απλές σελίδες, καρτέλες από χαρτόνι, ή δακτυλογραφημένες, συχνά συνοδευόμενες από μουτζούρες, γκράφιτι, σκίτσα.
Τα κείμενα;
Πράγματα ιδωμένα, ξαναιδωμένα, επαναλαμβανόμενα, αναμασημένα, μέρη ιδωμένα, ξαναιδωμένα, επαναλαμβανόμενα, αναμασημένα, άνθρωποι περαστικοί, γνωστοί, άγνωστοι, φιλικές, συναισθηματικές, ερωτικές, σεξουαλικές, λογοτεχνικές, πνευματικές συναντήσεις, κεράσματα, τραπεζώματα, γιορτές, αλκοόλ, κινηματογράφοι, θέατρα, μουσικές, αναγνώσεις, γραφές, αναμνήσεις (αληθινές; ψεύτικες;) της παιδικής ηλικίας, της εφηβείας, της νεότητας, της ενηλικίωσης, προβλήματα, πλήξη, χαρές, αμφιβολίες, θλίψη, απόγνωση, νύχτες, μέρες, και... και... ("Δεν θέλω να ξεχάσω. Ίσως αυτός να είναι ο πυρήνας όλου αυτού του βιβλίου: να κρατήσω ανέπαφες, να επαναλαμβάνω κάθε χρόνο τις ίδιες αναμνήσεις, να ανακαλώ τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια απειροελάχιστα γεγονότα, να τα συγκεντρώσω όλα μαζί σε μια κυρίαρχη, παρανοϊκή ανάμνηση" - Φάκελος 41. Saint-Louis, ανάμνηση 2).
Στην τύχη (μα όχι!), τα εξής :
. "Ο καφές κοστίζει 1,50 φράγκα (στο Atrium κόστιζε 1,35 φράγκα).
. Στο 24 (εκεί έμενα, όχι στο 7: είναι πολύ άσχημο ["vilain"] να μένεις στο 7 της rue Vilin!)
Αρχικά ένα μονώροφο κτίριο, με μια πόρτα (κατεστραμμένη) στο ισόγειο, που φέρει ακόμα, γύρω-γύρω, ίχνη μπογιάς και πάνω, όχι εντελώς σβησμένη, την ένδειξη "Coiffure Dames".
. Από την πλευρά των μονών αριθμών, ο δρόμος, στον αριθμό 49, στα αριστερά, σχηματίζει επίσης μία γωνία περίπου 30 μοιρών: (γεγονός που δίνει στο δρόμο τη γενική όψη ενός πολύ επιμηκυμένου S (όπως SS!).
. "Loisirs Livres" (δεν βλέπεις το La Disparition στη βιτρίνα του)
. Δείπνησα στο "Balzar", στα πίσω καθίσματα κοντά στους πάγκους με τις τάρτες.
. 3.45 π.μ. Place du Luxembourg. Φορτηγά κατεβαίνουν το boulevard Saint-Michel. Ακούω (πρέπει να είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που μου συμβαίνει αυτό) το συντριβάνι στην πλατεία.
. Σε αυτό το δωμάτιο του boulevard Blanqui έγραψα ένα μέρος και πιθανώς δακτυλογράφησα ολόκληρο το πρώτο μου μυθιστόρημα, το Les Errants.
. Απέναντι από τον φανοστάτη, ένα κίτρινο μοτοποδήλατο.
. Άσχημα μαγαζιά.
Ηλίθια συνοικία.
. Είμαι ένας ηλίθιος
. Δεν μπορώ καν να θυμηθώ
Gaîté, Gaîté
. Περνάω δίπλα από το μικρό κατάστημα "Les Choses".
. Δεν μου έχει συμβεί ποτέ τίποτα στο passage Choiseul, ούτε και σε κάποιο άλλο, μάλλον γι' αυτό: το πέρασμα είναι ο κενός τόπος, ο τόπος του κενού, ο τόπος της περιπλάνησης. Κάνω βόλτες εκεί, προστατεύομαι από το κρύο και τη βροχή. Μπορώ να χάσω μια ώρα απορροφημένος μπροστά στον πάγκο ενός βιβλιοπώλη, ενός χαρτοπώλη.
. Είναι δύσκολο να θυμάσαι πώς ήσουν ντυμένος.
. Μια παρέα ανθρώπων.
Ένας άντρας μόνος του, τρώει ένα κομμάτι μπαγκέτα.
Ηλικιωμένη κυρία με μια μπαγκέτα στο χέρι.
. Ρεμβάζω συχνά μπροστά σε κτίρια ή σε αγγελίες.
. Ο καφές κοστίζει 1,40 φράγκα.
. Υπήρχε ένα μικρό, ερειπωμένο σχεδόν, κτίριο με μια πινακίδα στην είσοδο: "Centre Mondial de Synthèse" - που σε έκανε να αναρωτιέσαι.
. Όσον αφορά τους γονείς μου, τους παππούδες μου και εμένα τον ίδιο, πίστευα για πολύ καιρό ότι μέναμε στον αριθμό 7, αναμφίβολα λόγω των μαγικών ιδιοτήτων που συνήθως αποδίδονται σε αυτόν τον αριθμό.
Μόνο όταν άρχισα το Lieux, συνειδητοποίησα ότι μέναμε στον αριθμό 24.
Πάντως, μόλις πρόσφατα, και μάλιστα σ' αυτά τα χρόνια που όλη η ζωή θα εξαφανιστεί από αυτόν τον δρόμο, άρχισα να αναγνωρίζω αυτό το σπίτι.
. Ήταν μια εποχή που πήγαινα στον κινηματογράφο μερικές φορές την ημέρα.
. Απαίσιος καφές: 1.35 F.
. Το 24 στέκεται ακόμα όρθιο.
Και η τελευταία σημείωση:
"Εργασία = Βασανιστήρια
Σε μια από τις τσιμεντένιες πινακίδες που καλύπτουν σχεδόν όλο το μέρος της πλευράς του δρόμου με τους μονούς αριθμούς.
27.9.1975 γύρω στις 2 π.μ.".
Το μοναδικό περιεχόμενο του φακέλου 133, του τελευταίου φακέλου. Οι άλλοι 155 που είχαν προβλεφθεί θα παραμείνουν φάκελοι φαντάσματα, και θα αντικατασταθούν από το W ή Le souvenir d'enfance και το La Vie mode d'emploi, του οποίου η επικεφαλίδα του τελευταίου κεφαλαίου, "Αναζητώ ταυτόχρονα το αιώνιο και το εφήμερο", θα μπορούσε να είναι αυτή του Lieux.
Georges Perec, Lieux, éditions du Seuil, "La Librairie du XXIe siècle", Απρίλιος 2022, 608 p., 29 € και ελεύθερη πρόσβαση στην επαυξημένη ψηφιακή πλοήγηση.