Σεξ, χημεία και lockdown
Μία νέα τέχνη του ομαδικού σεξ
Olivier Cheval
lundimatin#269, 4 Ιανουαρίου 2021
*
Κάθε Σαββατοκύριακο, στο Παρίσι, από το απόγευμα της Παρασκευής ως το πρωί της Δευτέρας, σε μερικές δεκάδες διαμερίσματα στο κέντρο, αλλά και στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της πρωτεύουσας, εκατοντάδες αγόρια, ίσως και μερικές χιλιάδες, συναντιούνται για να κάνουν σεξ είκοσι ή τριάντα ώρες σερί χάρη στη χρήση συνθετικών ναρκωτικών. Το όργιο είναι μια κοινωνική δραστηριότητα της οποίας η ύπαρξη είναι αποδεδειγμένη εδώ και τουλάχιστον τρεις χιλιετίες και η παρτούζα είναι μια σεξουαλική πρακτική συνδεδεμένη από αρχαιοτάτων χρόνων με τους τόπους κοινωνικότητας της ανδρικής ομοφυλοφιλίας. Το νέο στοιχείο εδώ, περισσότερο κι από τη μαζικότητα του φαινομένου, είναι από τη μία η σταθεροποίησή του σε θεσμοθετημένες μορφές που τείνουν στην ομαλοποίηση αυτής της πρακτικής καθώς δομείται γύρω από κοινωνικούς κανόνες που επιτρέπουν στις υποκειμενικότητες να βιώσουν την κανονικότητά της· από την άλλη πλευρά, έχουμε και έναν τεχνολογικό εξοπλισμό στον οποίο βασίζεται αυτή η κωδικοποίηση.
Ένα κοινωνικό δίκτυο, η εφαρμογή γνωριμιών Grindr, έχει δημιουργήσει ένα μονοπώλιο στον τρόπο αποδοχής των συμμετεχόντων, ενώ ένα χημικό οπλοστάσιο έχει διαμορφώσει νέες χρήσεις του ομαδικού σεξ. Ο συνδυασμός δύο συνθετικών ναρκωτικών, το 3-MMC και το GHB, που απέδειξε την ικανοτητά του να άρει τις αναστολές, να διεγείρει, να αυξάνει τη σεξουαλική ευχαρίστηση και συγχρόνως να σε κρατάει ξύπνιο, είναι το καύσιμο που χρησιμοποιούν αυτές οι ομάδες και συνάμα το εθιστικό κοκτέιλ που εξασφαλίζει τις συνευρέσεις τους τη μια βδομάδα μετά την άλλη. Για την αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας που προκαλείται από το 3-MMC, τα αγόρια που θέλουν να χρησιμοποιούν το πέος τους τείνουν να καταφεύγουν στην κιτρική σιλντεναφίλη (που διατίθεται στο εμπόριο από την Pfizer ως Viagra). Η πρόσφατη διάθεση στην αγορά ενός συνδυασμού δύο αντιρετροϊκών μορίων, της emtricitabine και του tenofovir fumarate, που προσφέρει μια θωράκιση απέναντι στον ιό HIV (η PrEP, που διατίθεται στο εμπόριο από την Gilead με την ονομασία Truvada), και καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία, οδήγησε τους συμμετέχοντες στο να μην χρησιμοποιούν προφυλακτικά. Η χρήση ενός smartphone, η κατανάλωση συνθετικών ναρκωτικών και η χρήση ενός χημικού φραγμού είναι οι τρεις ελάχιστες προϋποθέσεις για την είσοδο σε αυτές τις παρατεταμένες βραδιές, οι οποίες έχουν με αυτόν τον τρόπο προσλάβει τη μορφή που υπαγορεύουν αυτές οι τεχνολογίες.
Η σύγχρονη ομοφυλοφιλική παρτούζα έχει γίνει μια καθιερωμένη κοινωνική μορφή με τους δικούς της κανόνες συμπεριφοράς της, τις συμβατικές της χρήσεις και την τεχνοχημική τεχνογνωσία της. Είναι επομένως κάτι περισσότερο από έναν συγκεκριμένο τρόπο σεξουαλικότητας και κοινωνικότητας: είναι η νέα μορφή ζωής ενός μέρους της ομοφυλοφιλικής κοινότητας. Με την εκτεταμένη διάρκειά της που καλύπτει ολόκληρο ή μέρος του Σαββατοκύριακου, η παρτούζα καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου της εβδομάδας ενός μισθωτού. Καθώς τα ναρκωτικά δημιουργούν έναν εθισμό που απαιτεί την επανάληψη, και που σε οδηγεί στο να μην μπορείς πλέον να κάνεις σεξ αλλιώς, ο ελεύθερος χρόνος και η παρτούζα τείνουν να συγχωνευτούν στη ζωή του ατόμου. Το υπόλοιπο της εβδομάδας αφιερώνεται στην εργασία που θα του επιτρέψει να αποκτήσει τα οικονομικά μέσα που χρειάζονται για να ζήσει σε μια μεγάλη πόλη, να έχει ένα τηλέφωνο συνδεδεμένο και να αγοράσει ναρκωτικά - για να χρηματοδοτήσει τις συνθήκες της παρτούζας. Τον πιο περιορισμένο ελεύθερο χρόνο του μέσα στη βδομάδα, το πρωί ή το βράδυ, το περνάει συνήθως με βάρη στο γυμναστήριο, για να δει την κοινωνική αναγνώριση του προφίλ του στο Grindr να μεγαλώνει, και έτσι ελπίζει να έχει πρόσβαση σε παρτούζες πιο απαιτητικές ως προς την ανατομία των συμμετεχόντων, ενώ οι πιο ηλικιωμένοι θα πρέπει τουλάχιστον να διατηρούνται σε φόρμα ώστε να μην κλείνουν οι πόρτες των διαμερισμάτων όπου τους ανέχονται ακόμη.
Σε αυτή τη νέα μορφή ζωής, η κοινωνικότητα τείνει να είναι α-κοινωνική και η σεξουαλικότητα να είναι α-σεξουαλική. Αυτά τα σαββατοκύριακα απ' όπου αποκλείονται οι γυναίκες, οι ανήλικοι, οι ηλικιωμένοι, οι ομοφυλόφιλοι χωρίς smartphone, οι ομοφυλόφιλοι που δεν παίρνουν ναρκωτικά, οι ομοφυλόφιλοι που δεν λαμβάνουν την PrEP, συρρικνώνουν το κοινωνικό περιβάλλον του συμμετέχοντα σε μια εξαιρετικά περιορισμένη κοινότητα ατόμων με κοινά χαρακτηριστικά. Η παρτούζα συγκεντρώνει, και την ίδια στιγμή αποκλείει και απομονώνει. Ο κοινωνικός αυτός διαχωρισμός αποσκοπεί υποτίθεται στην απελευθέρωση της σεξουαλική ευχαρίστησης. Αλλά η ποιότητα αυτής της ευχαρίστησης που αποκτιέται με την παραβίαση ορίων, με τον πολλαπλασιασμό των συντρόφων και τη χημική ενίσχυση των σωματικών αισθήσεων τείνει να διαλυθεί: η επανάληψη και η κωδικοποίηση σκοτώνουν τη συγκίνηση της παράβασης, το μοιρασμένο γυμνό γίνεται νέα φύση· ο πολλαπλασιασμός οδηγεί επίσης σε μια συρρίκνωση, καθώς εμποδίζει την οποιαδήποτε εμβάθυνση της μοναδικής ευχαρίστησης που κάθε σώμα μπορεί να προσφέρει στο άλλο· η χημική εντατικοποίηση της ευχαρίστησης δεν την ακυρώνει μόνο στις ασυνείδητες σφαίρες της συνείδησης, αλλά και αντικαθιστά τη σεξουαλική ευχαρίστηση με την ευχαρίστηση που προέρχεται από το ίδιο το ναρκωτικό. Η σεξουαλικότητα είναι το κοινωνικό πρόσχημα για αυτές τις συναντήσεις, αλλά ο ανομολόγητος ορίζοντάς τους είναι ο σχηματισμός μυστικών κοινωνιών όπου τίποτα δεν συμβαίνει, παρά μόνο η συμπύκνωση του χρόνου σε μια μοναδική μεγάλη ακινησία όπου ακόμη και ο κύκλος της μέρας και της νύχτας εξαφανίζεται μέσα στη χημική μέθη της απουσίας του εαυτού και της εξάλειψης του έξω κόσμου. Είναι ο χρόνος όπου δοξάζεται η θεμελιώδης μοναξιά, η απουσία ενός ύστατου τέλους, η εξαφάνιση οποιασδήποτε υπερβατικής δικαιολογίας για την ύπαρξη του ανθρώπου: η "μαύρη λειτουργία" του μεταμοντέρνου καπιταλισμού.
Το όργιο αφορούσε παραδοσιακά ιερά μυστήρια, τελετές θυσίας, καρναβαλικές υπερβολές, γιορτινή σπατάλη - το άγνωστο του δεσμού που ενώνει τους ανθρώπους μεταξύ τους και τη δοξασία αυτού του μυστικού που ποτέ δεν αποκαλύφθηκε. Απαγορεύοντας τα πάρτι σε δημόσιους χώρους, το κατασταλτικό οπλοστάσιο της υγειονομικής κρίσης ανακατεύθυνε την οργιώδη ενέργεια ενός μέρους του κοινωνικού σώματος από τους ανοιχτούς χώρους στους κλειστούς χώρους, από τις ζωντανές συναντήσεις στις εικονικές συναντήσεις, από τους δημόσιους εξωτερικούς χώρους στους ιδιωτικούς χώρους προσβάσιμους με την τεχνολογία. Οι περιορισμοί, η απαγόρευση κυκλοφορίας, το κλείσιμο πολιτιστικών χώρων και χώρων διασκέδασης, η μαζικοποίηση της τηλεργασίας και η μερική ανεργία ενέτειναν το φαινόμενο αυτών των συνευρέσεων: ενόσω διαλυόταν η διαχρονική δομή των ημερών και των εβδομάδων και συσσωρευόταν ελεύθερος χρόνος, οι πιθανότητες της εκμεταλλευσής του μειώνονταν. Και οι παρτούζες του Σαββατοκύριακου μπόρεσαν να επεκταθούν στην υπόλοιπη εβδομάδα, και μερικές ζωές να τείνουν προς την απεριόριστη παρτούζα.
Πρoκαλεί ελαφρώς ίλιγγο η σκέψη ότι το lockdown συμπίπτει με αυτή την ολοκλήρωση της κωδικοποίησης μιας νέας τέχνης της παρτούζας. Κι αυτό επειδή η νέα παρτούζα, από πολλές απόψεις, είχε προαναγγείλει αυτό που μας συμβαίνει. Είχε δείξει ότι μπορούμε να ζούμε κλεισμένοι για μέρες χωρίς να βλέπουμε το έξω. Είχε στηρίξει έναν τρόπο ύπαρξης πάνω στις δυνάμεις του γεωεντοπισμού των τελευταίων ψηφιακών τεχνολογιών και στις προσοδοφόρες καινοτομίες των μεγάλων φαρμακευτικών ομίλων, στο σημείο εκείνο όπου διαγράφεται η διάκριση μεταξύ ναρκωτικών, φαρμάκων και χημικής κατασκευής ενός αυξημένου άνδρα. Είχε ήδη υποβαθμίσει το πρόσωπο υπέρ της σωματικότητας, είχε ήδη εξαρτήσει τη σωματική επαφή από τη λήψη ορισμένων φαρμάκων, είχε ήδη υποδείξει την προγραμματισμένη αχρήστευση του φυσικού φραγμού - το προφυλακτικό, τη μάσκα - που επρόκειτο να αντικατασταθεί από το χημικό φραγμό - την PrEP, το εμβόλιο. Είχε δείξει τη νέα πορεία της ύπαρξης του ατόμου σε έναν κόσμο όπου οι ψηφιακές και φαρμακευτικές τεχνολογίες ρυθμίζουν τις συναντήσεις του, διαμορφώνουν τις σχέσεις του και ομογενοποιούν τον τρόπο ζωής του. Προηγήθηκε της παγκόσμιας καταστροφής μέσα σε ένα μικρό τεχνοχημικό εργαστήριο όπου ο άνδρας που έχει χάσει το νόημα της ζωής βιώνει μερικές τελευταίες απολαύσεις πριν από τη νύχτα, μεταθέτει μερικά ύστατα όρια πριν από την οριστική εκκαθάριση.
Υπάρχει μια φράση της Marguerite Duras που με έχει στοιχειώσει εδώ και πολύ καιρό, θα μπορούσα σχεδόν να πω ότι με κυνηγάει. Περπατώ στο δρόμο και η πρόταση αυτή είναι εκεί, εισβάλλει στο μυαλό μου, μου ζητά να την απαγγείλω χαμηλόφωνα, ώστε να ειπωθεί η αλήθεια του κόσμου μας, ακόμη κι αν δεν υπάρχει κανείς για να την ακούσει, εκτός από μένα, από εκείνη κι από μένα, μόνο και μόνο για να ειπωθεί κάπου, σαν μια ιερή αποστολή, σαν αυτή την προσευχή που οι μοναχοί απευθύνουν στον Θεό πίσω από τους τοίχους της μονής, ώστε ο κόσμος να συνεχίσει να υπάρχει ακόμη για λίγο. Βρίσκεται στο Les Yeux bleus cheveux noirs [Τα μπλε μάτια μαύρα μαλλιά -σ.σ.], αυτό το υπέροχο κατάλοιπο του La Maladie de la mort [Η αρρώστια του θανάτου -σ.σ.]. Αναρωτήθηκα συχνά γιατί ένιωσε την ανάγκη να ξαναγράψει αυτό το κείμενο. Φυσικά, μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι στο τέλος της ζωής, η μυθιστορηματική έμπνευση είχε φύγει: είχαν μείνει μόνο οι λέξεις, και ελάχιστα πράγματα, η τηλεόραση, ο Yann, το σπίτι στη Neauphle, η θάλασσα από το μπαλκόνι του Trouville-sur-mer. Κατέληξε επίσης να ξαναγράφει το L'Amant [Ο εραστής -σ.σ.], δεν ήξερε πια τι να διηγηθεί. Ακόμα και το ωραιότερο μυθιστόρημά της, La Pluie d'été [Η καλοκαιρινή βροχή -σ.σ.], που κυκλοφόρησε το 1990 μετά από μια ολόκληρη συγγραφική ζωή, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αναδιαμόρφωση ενός παιδικού διηγήματος και την επανάληψη μιας ταινίας που είχε ήδη γυρίσει. Αλλά πιστεύω ότι υπάρχει και κάτι πέρα απ' αυτό: υπήρχε το μίσος που ένιωθε απέναντι στο La Maladie de la mort, το βιβλίο αυτό με την καθαρή γλώσσα, ένα από τα πιο όμορφα και καθαρά της γαλλικής λογοτεχνίας, που υπηρέτησε μία καθαρή απέχθεια απέναντι στην ομοφυλοφιλική επιθυμία των ανδρών, ένα μίσος για αυτήν την απόλυτη στέρηση που οι άνδρες θα επέβαλλαν στις γυναίκες, τη στέρηση του ομοφυλοφιλικού σώματός τους - αυτό πίστευε ότι είχε ζήσει κάποια στιγμή με τον Yann Andrea. Καθαρότητα της γλώσσας, καθαρότητα του μίσους. Κι έπειτα χρειάστηκε να παραδεχτεί ότι τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα: τα πράγματα είναι πάντα πιο περίπλοκα. Η λογοτεχνία είναι εκεί για να το υπενθυμίζει. Ενώ διέκρινε τη ψεύτικη όψη της καθαρότητας αυτής, εμφανίστηκε ένα σημαντικό μικρό βιβλίο, La Communauté inavouable [Η ανομολόγητη κοινότητα -σ.σ.] από τον φίλο της Maurice Blanchot - ο μόνος σύγχρονος συγγραφέας που τον θεωρούσε ισάξιό της - αφιερωμένο κατά το ήμισυ στο La Maladie de la mort. Πάντα πίστευα ότι η Duras ένιωθε παγιδευμένη σ' αυτό το βιβλίο - ότι είχε την αίσθηση ότι ακόμη και αυτό το μίσος για τον άνδρα, ένας άντρας είχε έρθει για να της το αφαιρέσει και να της πει: "κατανοημένο μυστικό", αποδυναμωνοντάς το με αντιλήψεις κάπως υπερβολικά αόριστες γύρω από την "κοινότητα των εραστών" που θα στόχευε πάντα, μέσα στην απομόνωση του δωματίου, "την καταστροφή της κοινωνίας". 'Ετσι λοιπόν, έπιασε αυτήν την Αρρώστια του θανάτου, κι αφού την κηλίδωσε, μας έδωσε μετά Τα μπλε μάτια μαύρα μαλλιά, αυτό το κάπως ασουλούπωτο βιβλίο, χαρακτηριστικό των τελευταίων Duras, αλλά πόσο πολύ πιο όμορφο από το πρωτότυπο, ένα μυθιστόρημα που μιλάει για μια παραλία όπου τα νεαρά κορίτσια ξεπαρθενεύονται τη νύχτα, και για τον έρωτα για τον Yann, τον ίδιο αυτόν Yann που τρέχει πίσω από τους άνδρες τη νύχτα σε ξενοδοχεία και σε πάρκα. Και στη μέση αυτού του αδύνατου μυθιστορήματος, αυτές, λοιπόν, οι λίγες προτάσεις: "Εκείνη πιστεύει ότι αυτός κάνει λάθος, ότι οι ιστορίες βιώνονται και χωρίς να το γνωρίζουμε. 'Οτι στέκονται ήδη στο τέλος του κόσμου, εκεί όπου οι μοίρες διαγράφονται, όπου δεν τις νιώθεις πλέον σαν να είναι προσωπικές ή ακόμα και ανθρώπινες. Συλλογικοί έρωτες, λέει. Αυτό θα οφείλεται στο φαγητό και την ομοιομορφία του κόσμου". Δεν ξέρω ακόμα πώς να κατανοήσω αυτά τα λόγια τόσο απλά και παράξενα συνδυασμένα, αλλά πιστεύω ότι μας μιλούν για το σήμερα, για τα όργια και τις αυτοκτονίες, τους εθελούσιους εγκλεισμούς και την οριστική απομόνωση, την παγκόσμια και τελεσίδικη εξέλιξη των γεγονότων.
Ανακάλυψα πρόσφατα ένα άρθρο μιας ακαδημαϊκής μαρξίστριας που θα μπορούσα να είχα εκλάβει, αν τα κείμενά μου είχαν συναντήσει περισσότερη απήχηση, ως μια απάντηση στη σειρά μου "Η ανοσία, η εξαίρεση, ο θάνατος", η οποία πρότεινε κάποιες σκέψεις γύρω από την υγειονομική διαχείριση με βάση τη φιλοσοφία των Roberto Exposito, Giorgio Agamben και Michel Foucault. 'Ελεγε εκεί ότι η βιοπολιτική ήταν ένας κακός τρόπος προσέγγισης του προβλήματος της πανδημίας (υποτίθεται πως ο Foucault θα την είχε διαμορφώσει ώς πολεμικό όπλο για να προτείνει μία εναλλακτική ανάγνωση του κόσμου, διαφορετική από την μαρξιστική ερμηνευτική, την ώρα ακριβώς που προσέγγιζε τη δεύτερη αριστερά και τον Ροκαρδισμό, και πως ο Agamben και ο Esposito, θα την μετέτρεπαν στο τέλος σε μια αντιδραστική, βιταλιστική και μυστικιστική έννοια). Όχι, το ζήτημα που θα έθετε αυτή η τραγική χρονιά θα ήταν εκείνο της "δημοκρατικής επανάστασης της εργασίας". Μια τέτοια άρνηση σε αφήνει άναυδο. Τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι διατάχθηκαν να κλειστούν στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια ενός τεχνο-υγειονομικού συμβάντος και μιας κοινωνικής και οικονομικής κρίσης χωρίς κανένα προηγουμένο στην ανθρώπινη ιστορία, και για να μην το παρατραβάμε, για να μην σκεφτόμαστε έξω από το προσχεδιασμένο πλαίσιο της καπιταλιστικής, λευκής και πατριαρχικής κυριαρχίας, το γεγονός συνοψίζεται σε μια "ταξική πανδημία", που θα έθετε, πάνω απ 'όλα, το ζήτημα της μισθωτής εργασίας. Ο θριαμβευτικός υγιεινισμός της σημερινής εξουσίας συναντά την άμεμπτη υγιεινή των προοδευτικών διανοουμένων μας για τους οποίους δεν επιτρέπεται με τίποτα να βαδίζουμε σε ολισθηρό έδαφος. Η Simone Weil έλεγε ότι της άρεσε πολύ ο Karl Marx, αλλά ακόμη περισσότερο η αλήθεια. Για όποιον σκέφτεται όπως εκείνη, ή όπως ο Walter Benjamin, ή ο Georges Bataille, ή ο Pier Paolo Pasolini, ή ο Jean Genet ή η Marguerite Duras, για όποιον αναζητά την αλήθεια πέρα από την ιδεολογική αληθοφάνεια, στην πάντα επικίνδυνη ζώνη όπου μπλέκονται οι ιδέες και η ζωή, για όποιον διακινδυνεύει τη σκέψη του εκεί όπου διασταυρώνεται ο εαυτός του με το έξω, όπου η ζωή σε αυτόν τον κόσμο αποτελεί μια πληγή, το καθήκον της εποχής θα ήταν να αρχίσει να περιγράφει τους τόπους της πόλης και τις συνήθειες της κοινωνίας που, καθώς συντρέχουν στην ομοιομορφία του κόσμου, επιταχύνουν την έλευση του τέλους. Ξεκινώντας την έρευνα με τις μορφές ζωής που αισθάνεται κανείς να αναπτύσσονται μέσα του. Το chemsex πάρτι μέσω γεωεντοπισμού εντυπωσιάζει λόγω της εγγύτητάς του με την τεχνο-υγειονομική κατάσταση της οποίας είμαστε έρμαιοι, αλλά είναι ίσως μόνο ένα αμελητέο σύμπτωμα απέναντι σε άλλα μαζικά φαινόμενα όπως η τηλεργασία, το dating και το ghosting, τα afterworks, τα concept stores, την uber-οποίηση, το coaching, το καλοπροαίρετο μάνατζμεντ, τον ψηφιακό ναρκισσισμό, το μάρκετινγκ της πολυαγάπης, όλα αυτά που καθιερώνουν τη βασιλεία της εναλλαξιμότητας των όντων μέσω της τεχνολογικής, λεκτικής, οπτικής και συναισθηματικής τυποποίησης των πραγμάτων. Εάν η εργασία παραμένει ο προνομιακός τόπος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και μιας κριτικής των σχέσεων παραγωγής, είναι επίσης απαραίτητο να σκεφτούμε τις νέες μορφές μισθωτής εργασίας μέσα στο εύρος των ανθρωπολογικών μηχανισμών νεοφιλελεύθερης και βιοπολιτικής εκπαίδευσης του ανθρώπου, χωρίς να υποτιμούμε τις άλλες μορφές κοινωνικότητας. Επειδή στη ζωή μας μερικές φορές υπάρχει η δουλειά και μερικές φορές υπάρχει η ανεργία, αλλά πάντα υπάρχει η μοναξιά, υπάρχει η τεχνολογία, υπάρχει το σεξ, αλλά και το φαγητό, η ομοιομορφία του κόσμου, οι συλλογικοί έρωτες και όλες αυτές οι άλλες ιστορίες που βιώνονται επίσης χωρίς να το γνωρίζουμε.
Olivier Cheval
* Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, chemsex parties γίνονται και στην Αθήνα.
Μτφ. Σ.Σ.